11/29/18

BLACK FRIDAY



                Ο αμερικάνικος θεσμός της Black Friday, της «Μαύρης Παρασκευής», στην οποία τα πολυκαταστήματα προσφέρουν προϊόντα με μεγάλες εκπτώσεις άρχισε να καθιερώνεται και στην πατρίδα μας. Σε μία εποχή στην οποία υπάρχει γκρίνια για την κρίση, για την αδυναμία των πολλών να τα βγάλουν πέρα με τις υποχρεώσεις τους, την φτώχεια, οι αγορές δίνουν τα δικά τους μηνύματα. Αξίζει ό,τι σου περισσεύει ή και από ό,τι σου λείπει, να το διαθέσεις για να αγοράσεις αυτό το οποίο στην πραγματικότητα δεν χρειάζεσαι. Αρκεί να συμμετάσχεις στο πανηγύρι, στην αίσθηση ότι είσαι καταναλωτής, ότι δεν υστερείς σε σχέση με τους άλλους! Ακόμη και σε σχολεία αυτήν την ημέρα διαπιστώνεται η απουσία μεγάλου αριθμού μαθητών και μαθητριών, οι οποίοι εγκαταλείπουν τα μαθήματα για να συμμετάσχουν στο καταναλωτικό πανηγύρι.
 Δεν  ωφελεί η γκρίνια. Η εποχή μας σ’  αυτήν την γραμμή πορεύεται. Δεν την ελέγχουμε. Μας ελέγχει. Μας κατευθύνει. Είμαστε ηττημένοι σε επίπεδο συλλογικό από το πνεύμα των καιρών. Αν μας έλεγαν να ξεσηκωθούμε για το ήθος της ζωής, για την ποιότητα των σχέσεών μας, για την εκμετάλλευσή μας από πολιτικές και οικονομικές ομάδες, θα απαντούσαμε με ένα μεγαλοπρεπές ΟΧΙ. Από την μακαριότητά μας βγαίνουμε μόνο όταν πρόκειται να προσθέσουμε προϊόντα στην ζωή μας, να μας χρησιμοποιήσουν, χωρίς να συνειδητοποιούμε ότι τροφοδοτούμε την κυριαρχία του οικονομοκεντρικού προτύπου ζωής, το οποίο μας παραπλανά ως προς το τι είναι νόημα ζωής, τι είναι ευτυχία, τι σημαίνει έσω άνθρωπος κι αγάπη.
Ωφελεί όμως η προσωπική αντίσταση. Το να καλλιεργήσουμε στον εαυτό μας και στα παιδιά μας κριτήρια ήθους, τα οποία θα μας κάνουν να βλέπουμε την ζωή πέρα από τις Μαύρες Παρασκευές της ή, μάλλον καλύτερα, χωρίς αυτές. Δεν είναι τα αγαθά η ευτυχία, αλλά η αναζήτηση της αλήθειας. Η δοτικότητα. Η αγάπη που μοιράζεται και συγχωρεί. Η επικοινωνία, που δεν εξαντλείται στα σύμβολά της, δηλαδή στο τι έχει και τι παρουσιάζει ο καθένας, αλλά πηγάζει από την καρδιά μας και νοηματοδοτείται από το ποιοι είμαστε και τι μπορούμε να δώσουμε και να εκτιμήσουμε στις σχέσεις μας. Στο αν μπορούμε να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε. Στο πόση εμπιστοσύνη έχουμε στον Θεό, αλλά και πόσο έτοιμοι είμαστε να αναμετρηθούμε με το πνεύμα των καιρών, όχι για να ζήσουμε σε έναν δικό μας κόσμο, αλλά για να μην το αφήσουμε να μας καταδυναστεύσει.
Οι γονείς ας μοιραστούμε χρόνο με τα παιδιά μας. Ας τα μάθουμε να εκτιμούν ό,τι τους δίνουμε, επειδή είναι προσφορά αγάπης, ας αρνηθούν την πλεονεξία της υπερκατανάλωσης, βλέποντάς μας εμάς να μη συμμετέχουμε σ’  αυτήν. Ας τα προτρέψουμε να αγωνιστούν για πρόοδο η οποία θα είναι στηριγμένη στην αγάπη για τον άνθρωπο, την γνώση, τη αλήθεια. Κυρίως όμως να εμπιστεύονται τον Θεό και το θέλημά Του και να είναι η πίστη η χαρά τους, η γιορτή τους, η ζωή δηλαδή και ο τρόπος της Εκκλησίας.
Η Black Friday αποτυπώνει ό,τι το όνομά της λέει. Οι μεταμεσονύκτιες προσφορές στα καταστήματα, μετά την Ημέρα των Ευχαριστιών στις ΗΠΑ, δηλαδή μετά την δοξολογία στον Θεό για ό,τι έδωσε στους ανθρώπους, δείχνουν ότι η τελική απάντηση του ανθρώπου στην αγάπη είναι η αποθέωση του χρήματος και της κατανάλωσης, η οποία ξεκινά με την απουσία του φωτός.  Ας αντισταθούμε!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλο της Πέμπτης 29 Νοεμβρίου 2018

11/24/18

ΕΞΑΡΤΗΣΕΙΣ (ΠΑΝΤΑ ΟΣΑ ΕΧΕΙΣ ΠΩΛΗΣΟΝ)


“πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καί διάδος πτωχοῖς, καί ἕξεις θησαυρόν ἐν οὐρανῷ, καί δεῦρο ἀκολούθει μοι” (Λουκ. 18, 22)

“πούλησε όσα έχεις και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς. Έτσι θα έχεις θησαυρό κοντά στον Θεό κι έλα να με ακολουθήσεις”.

Οι άνθρωποι στην ζωή μας έχουμε μικρότερες ή μεγαλύτερες εξαρτήσεις. Άλλοι είμαστε εξαρτημένοι από ανθρώπους, τους γονείς, τα παιδιά μας, τα αδέρφια μας, τους οικείους, αλλά και από όσους μας συνδέουν έντονα συναισθήματα. Άλλοι είμαστε εξαρτημένοι από υλικά αγαθά, από ένα αίσθημα ιδιοκτησίας, το οποίο μας κάνει να έχουμε τον νου μας προσανατολισμένο σ᾽ αυτά. Άλλοι πάλι είμαστε εξαρτημένοι από τα πάθη μας. Τέτοια είναι η οπαδοποίηση, δηλαδή η αθλητική ομάδα την οποία υποστηρίζουμε και διαρκώς ασχολούμαστε μ᾽ αυτήν, συχνά μας οδηγεί στο να αναπτύσσουμε σχέσεις ανταγωνισμού με άλλους που ακολουθούν μιαν άλλη ομάδα ή να συζητούμε συνεχώς για την δική μας, σε κατάσταση πάθους. Άλλα πάθη είναι η κομματική ταύτιση, η εκζήτηση της ηδονής μέσα από το φαγητό, την σωματική ικανοποίηση, την περιποίηση του εαυτού μας. Μοντέρνες εξαρτήσεις είναι η προσκόλληση στο αλκοόλ, στα ναρκωτικά, στο Διαδίκτυο ή σε εμμονές όπως η καθαριότητα, οι δεισιδαιμονίες, η επανάληψη συγκεκριμένων κινήσεων.
Το πόσο εξαρτημένοι είμαστε φαίνεται από την δυνατότητά μας να απαντήσουμε εμείς καταφατικά στην προτροπή που ο Χριστός απηύθυνε σε έναν πλούσιο άρχοντα, ο οποίος ήθελε να κληρονομήσει την αιώνια ζωή, να την λάβει δηλαδή ως συνέχεια των αγαθών που είχε επί της γης. Ο Χριστός, αφού διαπιστώνει ότι ο πλούσιος άρχοντας τηρούσε τις εντολές του μωσαϊκού νόμου, ήταν δηλαδή θρησκευτικά “εντάξει”, τον προτρέπει να πουλήσει όσα έχει, να δώσει τα χρήματα από την πώληση στους φτωχούς και να ακολουθήσει τον Χριστό στην οδό της ελευθερίας από οποιαδήποτε εξάρτηση, στην οδό της αγάπης που οδηγεί στην Βασιλεία των ουρανών. Ο πλούσιος θα λυπηθεί πάρα πολύ. Η διάθεσή του για την αιώνια ζωή θα μετατραπεί σε βαθιά λύπη, διότι συνειδητοποιεί ότι ο βαθμός εξάρτησής του από τα υλικά αγαθά δεν του επιτρέπει να ακολουθήσει την οδό του Χριστού, να ακολουθήσει τον ίδιο τον Χριστό ως πρόσωπο που δίνει την όντως ζωή. 
Η σχέση του ανθρώπου με τον Χριστό είναι διπλής κατεύθυνσης. Πρώτα είναι σχέση απεξάρτησης από οτιδήποτε παγιδεύει τον νου μας σε έναν δρόμο χωρίς αγάπη, χωρίς Θεό, χωρίς προοπτική αιωνιότητας. Κι αυτός είναι ο δρόμος στον οποίο οι εντολές του Ευαγγελίου θεωρούνται σημάδια του χτες, ξεπερασμένα μηνύματα, αντίθετα προς την ευχάριστη προτροπή του πολιτισμού να κάνουμε ό,τι θέλουμε, να απολαμβάνουμε όσο μπορούμε, να χαιρόμαστε την ζωή μας χωρίς “πρέπει” και “μη”. Ο δρόμος όμως του Ευαγγελίου φανερώνει το πρόσωπο του Χριστού, διότι η τήρηση των εντολών δεν έχει να κάνει με μία ηθικοποίηση του ανθρώπου, με μία βελτίωση της συμπεριφοράς του ως βάση για την μελλοντική ανταμοιβή στην αιωνιότητα, αλλά είναι σημάδι αγάπης προς τον Θεό που μας δίδεται ως νόημα και ζωή. Δεν πιστεύουμε σε μία σειρά εντολών, σε έναν κώδικα μηνυμάτων, αλλά στο Θεανθρώπινο Πρόσωπο του Χριστού και αυτή η πίστη είναι εμπιστοσύνη, αγάπη, παράδοση καρδιάς. Όπως δηλαδή γίνεται σε κάθε αυθεντικό έρωτα! Γι᾽ αυτό και η τήρηση των εντολών είναι σημάδι ανταπόκρισης σε ένα κάλεσμα αληθινά ερωτικό μοιράσματος, άσκησης, πληρότητας, ώστε να μπορούμε να ακολουθήσουμε.
Η προτροπή του Χριστού στον πλούσιο άρχοντα να πουλήσει όσα είχε ήταν κατά άνθρωπον αδύνατον να εκπληρωθεί, διότι ο άρχοντας είχε βολευτεί με την θρησκευτική διάσταση της πίστης. Είχε μάθει στην λογική του “δούναι και λαβείν”. Όμως η σχέση του ανθρώπου με τον Χριστό υπερβαίνει αυτόν τον τρόπο. Γι᾽ αυτό και η Εκκλησία, υπενθυμίζοντάς μας το ευαγγελικό αυτό απόσπασμα, επαναφέρει την προτροπή του Χριστού προς τον καθέναν μας. Να πούμε ΟΧΙ στις εξαρτήσεις, να τις περιορίσουμε στον λογισμό μας με την εκκλησιαστική ζωή, δηλαδή την ΠΡΟΘΥΜΙΑ να μοιραστούμε, να χαρούμε με την παρουσία των άλλων, να μην σπαταλούμε άσκοπα τον χρόνο μας σε ενασχολήσεις που δεν έχουν νόημα πέρα από μία παροδική διασκέδαση, κυρίως όμως με την απόφαση να μην θεωρούμε τίποτε δικό μας, ούτε καν τα παιδιά μας και τον/την σύζυγό μας, αλλά να αισθανόμαστε διαχειριστές προσώπων και αγαθών, καθότι τα πάντα ανήκουν στον Θεό. Να δοξολογούμε για ό,τι μας δίδεται και ό,τι αποκτούμε με τον κόπο μας, αλλά και να μην απολυτοποιούμε την αξία του προσκολλώμενοι συναισθηματικά. Μόνο η σχέση με τον Χριστό και τον πλησίον, εν αγάπη, κρατά! 
Το “ακολούθει μοι” του Χριστού το βιώνουμε στην εκκλησιαστική ζωή. Στην αγάπη που μας κάνει να υπερβαίνουμε πτώσεις, λύπες, αδυναμίες.  Στην Εκκλησία, στην θεία λειτουργία, στην συνάντηση με τον πλησίον, στην προθυμία της αγάπης μαθαίνουμε την απεξάρτηση. Ακόμη και σε δύσκολες καταστάσεις, όπως αυτές των παθών, η εκκλησιαστική ζωή μπορεί να συνδράμει, ακριβώς χάρις στην παρουσία του προσώπου του Χριστού. Κι αν είμαστε έτοιμοι ο ένας να βοηθήσει τον άλλον να μην νικηθεί από την γοητεία του εφήμερου, τότε ο Χριστός θα δείξει ότι αυτά που μοιάζουν αδύνατα γίνονται δυνατά!

Κέρκυρα, 25 Νοεμβρίου 2018

11/22/18

Ο ΙΕΡΕΑΣ, Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ, Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ



Η αποδόμηση είναι η κυρίαρχη νοοτροπία σήμερα. Με μία λαϊκίστικη προχειρότητα και ένα αίσθημα ξερολισμού οι άνθρωποι αναζητούμε τα τρωτά κάθε κοινωνικής ομάδας, ιδίως αυτών οι οποίες στηρίζουν την σταθερότητα και το αξιακό πλαίσιο. Με αρνητικά παραδείγματα που είναι η εξαίρεση, γενικεύουμε την απόρριψη, αυτοδικαιωνόμαστε για ό,τι δεν είμαστε και ισοπεδώνουμε. Η αποδόμηση χτίζεται στα κριτήρια του σήμερα, δηλαδή σε μία εφήμερη τοποθέτηση για την ζωή, και όχι στην παράδοση που μας έφτασε στο σήμερα, αλλά και στο ερώτημα ποιος και τι έχουν μέλλον.
Το πρόσωπο του ιερέα υφίσταται στους καιρούς μας πιο έντονη την αποδομητική ορμή όσων ελέγχουν την ενημέρωση, την τέχνη, την παιδεία. Ο ιερέας παρουσιάζεται ως μία καρικατούρα του χτες, κατάλληλος μόνο για την διατήρηση εθίμων και παραδόσεων, αυτός που συμμετέχει σε κοινωνικές τελετές, όπως χαρακτηρίζονται τα μυστήρια της Εκκλησίας, χωρίς κανείς να προσέχει τι λέει και τι πράττει, ποιο είναι δηλαδή το νόημα της παρουσίας του. Ο ιερέας έχει συνδεθεί με τις γιορτές και το καλό του χρόνου. Αν κάποιοι πιστεύουν, ζητούν την προσευχή του και έναν παρηγορητικό λόγο, ιδίως στις δοκιμασίες και τον θάνατο. Πολλοί τον θεωρούν εκφραστή της ηθικής μιας κοινωνίας, η οποία δεν την τηρεί, αλλά τουλάχιστον κάποιος πρέπει να θυμίζει την ύπαρξή της.
Γι’  αυτό και η κοινωνία αναζητεί αφορμές για να σχολιάσει και να απορρίψει τον ιερέα. Η συνήθης συζήτηση έχει να κάνει με τα χρήματα που παίρνει ή ζητά. Η κρίση τον κατέστησε στόχο για την μη έμπρακτη παραγωγικότητά του. Αυτός που δεν φέρνει λεφτά, αλλά παίρνει, δεν μπορεί να είναι οικείος σε όσους μετρούν την ζωή με γνώμονα την οικονομία. Αν οργανώνει συσσίτια και παντοπωλεία ή πληρώνει λογαριασμούς, τότε κάπως έχει νόημα η παρουσία του. Για τον λόγο του Θεού που εκφέρει, για την παρουσία του ανάμεσα στους νέους, για την στήριξη στην οικογένεια και στις δυσκολίες των ανθρώπινων σχέσεων, για την καταπράυνση των ενοχών, εκείνου του σταυρικού αισθήματος ήττας και αποτυχίας που ταλαιπωρεί πολλούς, κανείς δεν θα κάνει λόγο. Ούτε για την προσευχή του, σε έναν κόσμο στον οποίο ο δρόμος που οδηγεί στον Θεό δεν έχει ιδιαίτερο νόημα.
Μέσα σ’  αυτήν την αποδόμηση όμως ο ιερέας εξακολουθεί να σηκώνει τον σταυρό του και τους σταυρούς των ανθρώπων που ο Θεός και η Εκκλησία του έχουν εμπιστευθεί. Φορώντας το αναχρονιστικό για πολλούς ράσο, όντας διαθέσιμος μέρα και νύχτα, χωρίς Κυριακές και αργίες, χωρίς διακοπές, με αφιέρωση και αυταπάρνηση, προσπαθεί να γίνει τα πάντα τοις πάσι. Να είναι συντηρητικός και την ίδια στιγμή μοντέρνα ανοιχτός, χωρίς να προσβάλλει το σχήμα του. Να διασώζει την ιστορία και την παράδοση και συνάμα να μιλά την γλώσσα που ζητούν οι άνθρωποι. Να είναι αυστηρός με τον εαυτό του και επιεικής με τους πάντες. Να θλίβεται, αλλά και να ανέχεται. Να προσπαθεί να συμβιβάσει, να ακούσει, να συμβουλέψει, να δώσει, χωρίς να σκέφτεται αν δεν παίρνει τίποτα, ούτε καν ένα απλό «ευχαριστώ». Και να παρακαλεί τον Θεό για τους ανθρώπους, φίλους κι εχθρούς.
Πολλοί νέοι σήμερα, σε πείσμα των καιρών, γίνονται ιερείς. Αντιστέκονται στην φθορά. Είναι ένα σημάδι ότι η αγάπη δεν νεκρώνεται. Ότι τελικά η αποδόμηση δεν θα περάσει!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της Τετάρτης 21 Νοεμβρίου 2018

11/16/18

ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ


“Καί διελογίζετο ἐν ἑαυτῶ λέγων, τί ποιήσω;” (Λουκ. 16, 17) 
“σκεφτόταν συζητώντας με τον εαυτό του και έλεγε, τι να κάνω;”

Ζούμε σε έναν πολιτισμό απίστευτα εγωκεντρικό, που αντανακλά όμως την πρώτη σκέψη του κάθε ανθρώπου. Είμαστε εσωστρεφείς, όχι όμως μόνο με την έννοια ότι επεξεργαζόμαστε τα δεδομένα της ζωής, του κόσμου, των άλλων ανθρώπων και τα βάζουμε μέσα μας, κάποτε χωρίς διέξοδο σχέσεων, κάποτε με μελαγχολία, απορροφημένοι από κάποια ευαισθησία. Είμαστε εσωστρεφείς με την έννοια ότι βλέπουμε τα πάντα μέσα από την προοπτική της εξυπηρέτησης του εγώ, τόσο ώστε, ασυνείδητα ή και συνειδητά, να κλείνουμε τα μάτια στην ύπαρξη των άλλων, να αρνούμαστε ότι υπάρχουμε και γι᾽ αυτούς και ότι οι ανάγκες τους είναι και δικές μας, και ότι όλοι κληθήκαμε να αναζητούμε νόημα και πληρότητα, τουτέστιν αγάπη.  Αυτός ο δρόμος όμως οδηγεί, ανεξαρτήτως του χρόνου που θα επισυμβεί, στον θάνατο. Και ο θάνατος δεν είναι μόνο ο βιολογικός. Είναι κυρίως η απουσία ή το έλλειμμα της αγάπης.
Υπάρχει μία ευαγγελική περικοπή στην οποία ο εγωκεντρισμός αποτυπώνεται και λεκτικά και πραξιακά. Είναι αυτή του άφρονος πλουσίου. Αφροσύνη δεν είναι ο πλούτος καθεαυτός, αλλά η διαχείρισή του, ιδίως όταν ζει την ευλογία να ευφορήσει η γη του. Εκεί, ο πλούσιος δεν συζητά με κανέναν, παρά μόνο με τον εαυτό του Και ο λόγος του δεν είναι κάτι άλλο παρά μία συσσώρευση της φράσης “δικό μου”:  “τούς καρπούς μου”, “τας αποθήκας μου”, “τα γεννήματά μου”, “τα αγαθά μου”, “τη ψυχή μου”. Ο πλούσιος είναι ο απόλυτα ακοινώνητος. Είναι ο απόλυτα κτητικός. Και δεν έχει να κάνει αυτό μόνο με την αλλοτρίωση που τα υλικά αγαθά προκαλούν. Είναι ότι έχει ταυτίσει το νόημα της ζωής με τον εαυτό του. Το εγώ του έχει την μοναδική αξία για τον κόσμο. Δεν υπάρχει κάποιος να μοιραστεί μαζί του τις σκέψεις του. Τα αγαθά του. Τα σχέδιά του. Ούτε και την χαρά του για την αφθονία της ύλης. Τα πάντα είναι κλεισμένα στην γκρίζα ζώνη του εγώ, η οποία θα μαυριστεί από τον θάνατο. Και σ᾽ αυτόν όμως θα είναι μόνος του. Διότι ούτε τον Θεό θα έχει διάθεση να παρακαλέσει για κάτι, όπως δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να Τον δοξολογήσει για όσα του έδωσε.
Ο εγωκεντρισμός θολώνει το μυαλό και την καρδιά. Κάνει τον άνθρωπο να πιστέψει ότι τα πάντα του ανήκουν. Νοιάζεται για την ψυχή του, όχι για να την σώσει, δηλαδή να την μοιραστεί, να την θυσιάσει, αλλά για να της δείξει ότι μόνο γι᾽ αυτήν ζωή, για να την καθιστά θεό του. Όχι όμως θεό που αγαπά έστω και λίγο, έστω και κάποιον, αλλά θεό που δεν βλέπει πέρα από τον εαυτό του.
Ο εγωκεντρισμός είναι το σήμα κατατεθέν του πολιτισμού. Ο καταναλωτισμός τι άλλο δείχνει από το ότι ο άνθρωπος, αγοράζοντας, καταναλώνοντας, απολαμβάνοντας, είναι ο μικρός θεός που ονειρεύεται;  Και ο καταναλωτισμός είναι σε όλες τις εκφράσεις της ζωής. Στις ανθρώπινες σχέσεις. Στον έρωτα. Στην εξουσία. Στο αίσθημα της παντοδυναμίας. Στο δικαίωμα σε κάθε πάθος. Στην επιλογή η χαρά να είναι ατομικό γεγονός. Στην άρνηση η ζωή να είναι κοινωνία.
Ο πλούσιος δεν θα μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του στην Εκκλησία. Ούτε καν θρησκευτικός άνθρωπος δεν θα μπορούσε να ήταν. Διότι ο άνθρωπος της θρησκείας, έστω και από φόβο, έστω και από ιδιοτέλεια, αισθάνεται το καθήκον να δώσει κάτι από αυτά που έχει. Ο άνθρωπος που θέλει να ζήσει εκκλησιαστικά, κάνει το μεγάλο βήμα: να γίνει παιδί του Θεού, να έχει την αγάπη ως κίνητρο της ζωής του, το ευχαριστώ στον Θεό για ό,τι του έχει δώσει, το οποίο εκφράζεται με την πίστη ότι είναι διαχειριστής και όχι κτητικός ιδιοκτήτης. Ο εκκλησιαστικός άνθρωπος δεν μιλά για το “δικό του”, αλλά ζει την έγνοια του “μαζί”. Ανοίγεται. Προχωρά σε κοινωνία σχέσεων. Βλέπει στον κάθε διπλανό του την εικόνα του Θεού. Μοιράζεται. Υποχωρεί. Παραιτείται από την προτεραιότητα του εαυτού του. Χαίρεται να είναι με τους άλλους. Θέλει να έχει περιεχόμενο, για να το μοιραστεί. Δεν μετρά με την υλική ανταπόδωση αυτό που δίνει. Γνωρίζει ότι η χαρά της κοινωνίας είναι ο Παράδεισος. 
Είναι οντολογικός αυτός ο τρόπος που γίνεται δρόμος. Πηγάζει από την πίστη στον Θεό. Βγάζει το “δικό μου” από την σκέψη και την γλώσσα και γίνεται αγώνας ζωής. Διότι εδώ είναι το κλειδί. Ότι ο δρόμος αυτός δεν είναι εύκολος, καθώς είναι φυσική αντίδραση του καθενός η άμυνα στην επίθεση των κτητικών. Η λύπη, κάποτε και ο θυμός όταν οι άλλοι μοιάζουν με τον άφρονα πλούσιο. Και η παγίδευση στο “δικό μου” που κάνει τελικά όλους να μην συνειδητοποιούν ότι σ᾽ αυτήν την ζωή το μόνο που μας ανήκει είναι ο θάνατος και αν θέλουμε την γιατρειά του, το φάρμακο είναι η έξοδος από το εγώ μας, δηλαδή να γίνουν τα πάντα αγάπη.

Κέρκυρα, 18 Νοεμβρίου 2018

11/14/18

ΗΡΘΕ ΝΩΡΙΣ ΤΟ ΤΙΠΟΤΑ ΚΑΙ ΠΕΣΑΝ ΟΙ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ...



                Η νεολαία γιορτάζει το Πολυτεχνείο ως επέτειο αντίστασης σε όσους κατέλυσαν την δημοκρατία, ως υπενθύμιση του συνθήματος «ψωμί- παιδεία- ελευθερία», ως αφορμή επίγνωσης ότι η κοινωνία μας δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανέχεται φαινόμενα φασισμού, βίας, ισοπέδωσης της διαφορετικότητας. Όσες «αμαρτίες» κι αν έχει η ζωή μας, κανείς δεν έχει το δικαίωμα με πρόσχημα «το καλό μας» να μας στερήσει το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού, την ελευθερία να αποφασίζουμε εμείς για το ποιοι θα μας διοικούν, το πώς θα διαχειριστούμε τις ήττες μας, αλλά και θα τοποθετηθούμε έναντι των καιρών και του πολιτισμού μας.
                Η νεολαία σήμερα θεωρεί την δημοκρατία αυτονόητο περιβάλλον για να μεγαλώσει και να ζήσει. Δεν έχει υποστεί στερήσεις της ελευθερίας της. Αντίθετα, από την οικογένεια ακόμη, την βιώνει συχνά χωρίς όρια. Οι περισσότεροι νέοι είναι απο-πολιτικοποιημένοι. Ψηφίζουν άλλοτε όπως οι γονείς τους, άλλοτε για χαβαλέ, άλλοτε απέχουν. Πολλοί, εξάλλου, δεν έχουν πρόβλημα με την βία. Έχουν συνηθίσει από τα διαδικτυακά παιχνίδια, από τις ταινίες και τις σειρές, αλλά και από την αδιαφορία της πολιτείας για όσους υποφέρουν. Η βία κάποτε θεωρείται ως λύση, αφού πυρήνας της σκέψης μας είναι ο δικαιωματισμός. Ένα «τίποτα» χωρίς αντιστάσεις απο-νοηματοδοτεί τις ζωές μας. «Όλοι το ίδιο είναι». «Δεν εξαρτάται από μας η πορεία της πατρίδας μας». Η εικόνα μας μάς νοιάζει.  
                Η δημοκρατία δεν είναι πολίτευμα χωρίς όρια. Χωρίς αρχές. Η δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς ιεραρχία. Οι πολλοί εκλέγουν αυτούς που θα νομοθετήσουν, θα εφαρμόσουν, αλλά και θα υποστούν το έλεγχο, για ό,τι οδηγεί στο κοινό καλό. Κρίση έχουμε όταν το κοινό καλό διαμερίζεται. Όταν στο όνομα των δικαιωμάτων οι διάφορες κοινωνικές τάξεις και ομάδες οικειοποιούνται για λογαριασμό τους το καλό και το βαφτίζουν κοινό, ενώ στην ουσία είναι οι ιδιοτέλειές τους που εξυπηρετούνται. Και η εποχή μας έχει μηχανισμούς, οι οποίοι εύκολα κάνουν το άσπρο μαύρο, προπαγανδίζουν το ψέμα, κάποτε ξεδιάντροπα, και εσκεμμένα αποκρύπτουν όψεις της αλήθειας, με αποτέλεσμα να διαστρεβλώνεται η συνολική εικόνα.
                Η ευθύνη για ήθος και ποιότητα στην πολιτική ζωή, δηλαδή στην διακονία του κοινού καλού, είναι όλων μας. Η οικογένεια, το σχολείο, το πανεπιστήμιο καλούνται να προσφέρουν πολιτική παιδεία στους νεώτερους. Δεν αρκούν οι γνώσεις. Η Αιδώς και η Δίκη του αρχαίου μύθου λείπουν από την ζωή μας. Αιδώς σημαίνει σεβασμό του άλλου, αλλά και του εαυτού μας, φιλότιμο, υποχώρηση του εγώ και συνάντηση των ανθρώπων στην προσφορά και όχι στις απαιτήσεις. Αιδώς σημαίνει να μην παρανομούμε όχι γιατί θα τιμωρηθούμε, αλλά επειδή η συνείδησή μας δεν το επιτρέπει. Κι αυτό διότι μέσα μας υπάρχει το αίσθημα της Δίκης, της δικαιοσύνης δηλαδή, η οποία μας δείχνει τι είναι καλό και τι κακό όχι μόνο για μας, αλλά για το σύνολο. Η δικαιοσύνη πηγάζει από την ευθύνη της αγάπης.
                Η παράδοση της πίστης μας βοηθά ώστε οι νεώτεροι να έχουν πρότυπα αιδούς και δικαιοσύνης, αλήθειας, ελευθερίας, αγάπης. Προϋπόθεση είναι η Εκκλησία να πει ναι στον αγώνα εντός της Ιστορίας, αλλά και να κάνει την αυτοκριτική της για την όποια ανοχή ή συνέργεια μελών της στην αλλοίωση του δημοκρατικού ήθους. Άλλωστε, το πολίτευμα της Εκκλησίας είναι η δημοκρατία. Αρκεί να το θυμόμαστε οι ταγοί της.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της Τετάρτης 14 Νοεμβρίου 2018

11/10/18

ΤΟΥΤΟ ΠΟΙΕΙ ΚΑΙ ΖΗΣΕΙ




«Διδάσκαλε, τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;... είπε δε αυτώ ο Ιησούς: ορθώς απεκρίθης. Τούτο ποίει και ζήσει» (Λουκ. 10, 25/28)

« Διδάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κερδίσω την αιώνια ζωή;...και είπε σ’  αυτόν ο Ιησούς: σωστά απάντησες. Αυτό κάνε και θα ζήσεις».


                Οι ανθρώπινες αναζητήσεις έχουν να κάνουν συνήθως με την ποιότητα της ζωής μας, με τα υλικά αγαθά τα οποία χρειαζόμαστε, την έξοδό μας από δυσκολίες και δοκιμασίες, το πώς θα χαρούμε και θα ευχαριστηθούμε. Σπάνια συζητούμε για ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με το αν η ζωή έχει συνέχεια μετά τον θάνατο. Μόνο ο ίδιος ο θάνατος κάποιου οικείου προσώπου φέρνει προβληματισμούς. Κάποτε και ο φόβος, όταν η μέρα έχει τελειώσει και αισθανόμαστε στο σκοτάδι της νύχτας ότι η ζωή θα έχει τέλος.
                Στο ευαγγέλιο του καλού Σαμαρείτη ένας νομοδιδάσκαλος, ένας ερμηνευτής του μωσαϊκού νόμου, ένας θεολόγος και νομικός θα λέγαμε με τα σημερινά μέτρα, σπεύδει να ρωτήσει τον Χριστό, με μία ελαφριά δόση ειρωνείας στον τρόπο του, τι χρειάζεται να κάνει για να κληρονομήσει την αιώνια ζωή. Είναι νομικός. Η σκέψη του έχει να κάνει με διαθήκες, με μεταβιβάσεις κληρονομιάς, με σχέσεις συναλλαγής μεταξύ των ανθρώπων, στις οποίες ούτε ο θάνατος δεν εξαιρείται. Όταν πεθαίνει κάποιος, αυτοί που μένουν, πρώτα σκέφτονται πρακτικά. Σκέφτονται την συνέχεια της ζωής. Τι θα γίνει με τα αγαθά τα οποία ο εκλιπών είχε. Σε ποιον τα κληροδότησε. Το υπαρξιακό ερώτημα «τι έγινε ο ίδιος και αν έχει ψυχή και πού βρίσκεται η ψυχή του» ελάχιστα απασχολεί. Οι σχέσεις συναλλαγής, μετάδοσης των αγαθών είναι σχέσεις που συνεχίζουν την ζωή. Τα υπαρξιακά ερωτήματα είναι δυνατόν να απαντηθούν λογικά και πρακτικά. Έτσι αφήνονται στις θρησκείες, για να πάρουν κάποιες απαντήσεις, για τις οποίες απόλυτες βεβαιότητες δεν υπάρχουν.
                Όμως για τον νομοδιδάσκαλο ο θάνατος έχει και υπαρξιακή διάσταση. Ακόμη κι αν βλέπει την αιώνια ζωή ως ανταμοιβή για τις πράξεις αυτής της ζωής, εντούτοις βλέπουμε πως ο Χριστός είναι πρόθυμος να συζητήσει μαζί του και να τον βοηθήσει, τουλάχιστον στην κατεύθυνση που ο νομοδιδάσκαλος σκέπτεται, να βρει τον τρόπο. Και έχει ενδιαφέρον η στάση του Χριστού.  Αρχικά θα ακολουθήσει τον τρόπο σκέψης του νομοδιδασκάλου. Θα συγκαταβεί, δείχνοντας ότι ο Θεός δεν αγνοεί τον χαρακτήρα του ανθρώπου, ακόμη κι αν δεν είναι όπως τον θέλει. Στην συνέχεια θα του προσθέσει το κάτι παραπάνω. Διασαφηνίζοντας το πώς ο νομοδιδάσκαλος μπορεί να γίνει πλησίον στον κάθε συνάνθρωπο και μάλιστα αυτόν που δεν έχει τίποτα για να του δώσει, όπως στην προκειμένη περίπτωση ο τραυματισμένος και ληστευθείς άνθρωπος, ο Χριστός ανοίγει τον δρόμο στον νομοδιδάσκαλο να σκεφτεί ότι πέρα από αυτό που ο ίδιος είναι και σκέφτεται, νομικός δηλαδή, υπάρχει και η οδός της αγάπης, η οποία δεν μετρά ανταποδόσεις, αλλά μόνο προσφορά και θυσία.
                Οι άνθρωποι σήμερα βλέπουμε την ζωή μέσα από το δικό μας πρίσμα. Το ίδιο και τον θάνατο. Δυσκολευόμαστε να προχωρήσουμε σε μία υπαρξιακή θεώρησή τους, διότι μας κατατρώγει η πρακτικότητα. Ταυτόχρονα, θεωρούμε πως έχουμε άπλετο χρόνο ζωής μπροστά μας ή φοβόμαστε να ανοιχτούμε σε υπαρξιακές αναζητήσεις, διότι ο προσανατολισμός του περίγυρού μας είναι στο πρόσκαιρο. Η πνευματική πορεία μας στην καλύτερη περιορίζεται στην γνώση των διδασκαλιών της θρησκείας, ενώ συνήθως μόνο σε περιπτώσεις κρίσεων κάπως συνταρασσόμαστε. Τον θάνατο όμως τον βλέπουμε μέσα από την σκοπιά αυτών που φεύγουν, τι χάνουν σε σχέση με την ζωή ή εμείς τι χάνουμε από την απουσία τους, και όχι μέσα από την προοπτική της δικής μας απάντησης στο μεγάλο αυτό ερώτημα.
                «Τούτο ποίει και ζήσει», λέει ο Χριστός στον νομοδιδάσκαλο. «Τούτο ποίει και ζήσει» λέει στον καθέναν μας. Τήρησε τις εντολές του νόμου, αν ο χαρακτήρας σου είναι προσανατολισμένος στα πρόσκαιρα, χωρίς να λησμονείς ότι όλα έχουν τέλος. Αν  όμως νιώθεις ότι η ψυχή σου θέλει απαντήσεις γνήσια υπαρξιακές, τότε γίνε πλησίον του κάθε ανθρώπου. Μην μετράς το συμφέρον, αλλά δείξε αγάπη. Και τότε ο Χριστός, ως Καλός Σαμαρείτης ο ίδιος, θα γιατρέψει και τα δικά σου τραύματα, τις δικές σου ατέλειες.
                Αυτή είναι η οδός της Εκκλησίας, η οποία ξεπερνά την ανταποδοτικότητα των θρησκειών. Στην Εκκλησία δεν συναντούμε μόνο τον Χριστό, ο Οποίος επιχέει  λάδι και κρασί στις πληγές μας, αλλά και το πανδοχείο της ιάσεως, στο οποίο ο καθένας μας βρίσκει οικείους, τους αγίους και όσους έχουν αφιερώσει την ζωή τους στον Χριστό, αλλά μπορεί να γίνει και ο ίδιος οικείος, ώστε να λάβει ζωή. Η απόφαση να ξεπεράσουμε το πλαίσιο του χαρακτήρα μας και να δούμε, να συζητήσουμε, να μοιραστούμε υπαρξιακά, είναι απόφαση προσωπική μας. Δεν γνωρίζουμε τι έγινε ο νομοδιδάσκαλος. Μπορούμε όμως εμείς να αξιοποιήσουμε την συγκατάβαση, αλλά και την προσφορά του Χριστού ως Σαμαρείτη και να Τον δούμε ως πλησίον μας, για να γίνουμε οι πλησίον της αγάπης για όσους μπορούμε. Κι έτσι ο θάνατος θα γίνει ανάσταση και ζωή!

Κέρκυρα, 11 Νοεμβρίου 2018

11/7/18

ΣΥΓΓΝΩΜΗ ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ


                Η πιο ανατρεπτική στάση ζωής είναι η συγγνώμη! Είναι ό,τι μας διαφοροποιεί από οποιαδήποτε άλλη ζωντανή ύπαρξη. Πολλοί, στην προσπάθειά τους να απορρίψουν την θεϊκή καταγωγή του ανθρώπου, τον θεωρούν εξέλιξη του ζωικού βασιλείου, ένα θηλαστικό όπως όλα τα άλλα. Παραθεωρούν όμως ότι αν ο άνθρωπος ήταν μία εξέλιξη των ζώων, τότε δεν θα επέλεγε να συγχωρεί, όπως δεν θα επέλεγε να νηστεύει, να αγαπά και να μένει πιστός, να ελπίζει στην μεταθανάτια πορεία της ύπαρξης, να αναζητεί Θεό.
Τα ζώα δεν μπορούν να συγχωρέσουν. Αμύνονται. Όταν μπορούν να επιτεθούν, δεν κάνουν πίσω. Το ένστικτο τα καθοδηγεί. Ο άνθρωπος, ενώ μπορεί να τιμωρήσει, να εκδικηθεί, «να πάρει το αίμα του πίσω», εντούτοις κάποτε διαλέγει να μην το πράξει και με μία μεγαλοσύνη καρδιακή, αφήνει τα παραπτώματα του άλλου, την εχθρότητα, την κακία και ζητά από τον Θεό να τον συγχωρήσει.
                Είναι δύσκολη η συγχώρεση. Θέλει να ματώσει κάποιος μέσα του. Να νικήσει το αίσθημα ότι μπορεί να επιβάλει το δίκιο του. Να δαμάσει την σωματική δύναμή του, τις γνωριμίες του που μπορούν να βλάψουν, τον νόμο που δικαιώνει. Κυρίως, τον λογισμό του που του λέει πως ό,τι πάθει ο άλλος, το αξίζει. Χωρίς πίστη η συγχώρεση είναι σχεδόν αδύνατη. Διότι ο άνθρωπος καλείται να ελευθερωθεί από την σκέψη που του αναγνωρίζει το δικαίωμα του να  φερθεί ίσια απέναντι σ’  αυτόν που τον δοκιμάζει.  Γι’  αυτό και η συγχώρεση είναι μία διαδικασία επίπονη. Σπάνια έρχεται αυτόματα. Θέλει επεξεργασία νου και καρδιάς. Θέλει χρόνο. Ευκολότερα δεν εκδικούμαστε. Δυσκολότερα αποδεχόμαστε ότι δεν είναι προϋπόθεση της συγχώρεσης η μετάνοια του άλλου, αλλά η δική μας αγάπη.
                Δύσκολη είναι και η έκφραση της συγγνώμης στις ανθρώπινες σχέσεις. Συνήθως ζητάμε συγχώρεση για στιγμιότυπα της καθημερινής μας ζωής. Για θυμούς, για έναν λόγο που μας ξέφυγε και πλήγωσε τον άλλον, για ένα ψέμα, για την αδιαφορία και την τεμπελιά να βοηθήσουμε όταν ο άλλος μας χρειάζεται. Η πιο δύσκολη συγγνώμη όμως είναι « γι’  αυτό που δεν είμαστε». Όταν νιώθουμε την ματαίωση των προσδοκιών του άλλου για μας, είτε αυτή είναι μόνιμη είτε της στιγμής. Όταν βλέπουμε την αγάπη του και την δική μας αδυναμία να ανταποκριθούμε. Όταν ο άλλος είναι ταπεινός και αποδέχεται τα λάθη του στον δικό μας θριαμβευτικό τόνο ότι φανήκαμε ανώτεροι, έχουμε δίκιο. «Συγγνώμη γι’  αυτό που δεν είμαι» δεν λέμε εύκολα, διότι τότε καλούμαστε να δούμε ποιος είναι ο εαυτός μας. Ο μεγάλος άγνωστος. Οι πτυχές του που επιμελημένα κρύβουμε. Που μόνο στην σχέση φανερώνονται αυθεντικά.
                «Συγγνώμη γι’  αυτό που δεν είμαι». Θέλει κουράγιο εσωτερικό να το δούμε και να το πούμε. Θέλει κι απόφαση όμως ότι αγαπούμε τον άλλον όπως τον εαυτό μας. Δεν το λέμε για να ξεπεράσουμε την δυσκολία, αλλά για να ξεκινήσουμε από την αρχή. Να δούμε τα πάθη και τις αδυναμίες μας. Να ζητήσουμε από τον Χριστό να είναι παρών και να μας φωτίζει. Και στην προοπτική της αγάπης να συγχωρέσουμε τον εαυτό μας για όσα δεν μπορεί, αλλά και να είμαστε επιεικείς με τον άλλον, γιατί δεν οφείλει να είναι όπως τον θέλουμε, αλλά και οι δύο μας κληθήκαμε να αγαπούμε και να  αφεθούμε στο να αγαπηθούμε! 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της Τετάρτης 7 Νοεμβρίου 2018

11/3/18

Η ΩΡΙΜΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΣΚΕΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΖΩΗ ΞΕΚΙΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΦΗ!




ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ 27 -

ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΜΑΜΑΛΑΚΗΣ, “ΜΕΓΑΛΩΝΟΝΤΑΣ ΠΑΙΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ”, μετάφραση Χρήστος Μακρόπουλος, πρόλογος Ελένη Καραγιάννη, εκδόσεις ΕΝ ΠΛΩ



Βιβλία για θέματα που απασχολούν τους γονείς σε σχέση με την οικογενειακή καθημερινότητα και ιδίως στην σχέση τους με τα παιδιά κυκλοφορούν πολλά. Βιβλίο που να δίνει απαντήσεις και να καταγράφει εμπειρίες του γονέα που είναι ταυτόχρονα και καθηγητής της ποιμαντικής φροντίδας στην Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού της Βοστώνης δεν είχαμε διαβάσει. Οι εκδόσεις ΕΝ ΠΛΩ τόλμησαν να μεταφράσουν και να κυκλοφορήσουν στα ελληνικά το εξαιρετικό βιβλίο του Δρ. Φίλιππου Μαμαλάκη, πατέρα επτά παιδιών, ειδικού στην ψυχοθεραπεία γάμου και οικογένειας, ο οποίος μέσα από την οικογενειακή εμπειρία, αλλά και την επιστημονική του κατάρτιση, αποτυπώνει δρόμους και τρόπους πολύτιμους για τους σύγχρονους γονείς. Όσοι θέλουν να μοιραστούνε εμπειρίες και ειλικρίνεια με έναν άνθρωπο που δεν φοβάται να δείξει τα σωστά και τα λάθη στον τρόπο ανατροφής των δικών του παιδιών, όπως επίσης και να δείξει τι σημαίνει να είσαι χριστιανός γονέας και να θέλεις τα παιδιά σου να προετοιμασθούν για την Βασιλεία του Θεού, θα βοηθηθούν πολύ!
Ιδιαίτερη εντύπωση κάνουν οι παρατηρήσεις του συγγραφέα για τους μακροπρόθεσμους στόχους στην ανατροφή των παιδιών, καθώς οι γονείς καλούνται να απαντήσουν στο ερώτημα “τι είδους ενήλικοι θέλουν τα παιδιά τους να γίνουν”, την αξία του διαλόγου και τα είδη του (διάλογος διαιτησίας, διάλογος ανάληψης ευθύνης, διάλογος που συνδέεται με την κατά Χριστόν πορεία), η θέση του συγγραφέα ότι τα παιδιά δεν είναι πρόβλημα προς επίλυσιν, αλλά πρόσωπα που προσδοκούν αγάπη και καθοδήγηση και ακόμη κι όταν αντιδρούν αρνητικά επιζητούν όχι την προσοχή των γονέων, αλλά την σύνδεση μαζί τους, η ανάγκη για σεβασμό των συναισθημάτων των παιδιών τους, όχι όμως για να ενδώσουν οι γονείς υπερβολικά στις επιθυμίες τους, το ζήτημα των ορίων, τα οποία πρέπει να ιδωθούν στην μακροπρόθεσμη προοπτική.
Αξίζει να σταθούμε στην θέση του συγγραφέα ότι η υπακοή πρέπει να λειτουργεί στην προοπτική της χαράς και όχι του εξαναγκασμού κι αυτό μπορεί να επιτευχθεί όταν καλλιεργείται μια κουλτούρα ακρόασης και πειθούς στην σχέση γονέων και παιδιών. Οι γονείς καλούνται να ακούνε τα παιδιά τους και όταν συμπεριφέρονται καλά και όταν δεν συμπεριφέρονται καλά. Παράλληλα, η διδαχή της μετάνοιας είναι σημαντικότατη πτυχή της οικογενειακής καθημερινότητας. Χρειαζόμαστε μετανοούντες γονείς πρωτίστως, αλλά και παιδιά που είναι ψυχικώς δυνατά, όταν αυτά μαθαίνουν να μετανοούν, όχι να είναι τέλεια. “Είναι καλό να ζητάτε από κάθε παιδί στο τέλος κάθε ημέρας συγχώρηση και να το διδάξετε να ζητά κι αυτό συγχώρηση” (σελ. 402). 
Όλα τα παραπάνω έχουν νόημα όταν ο καθημερινός αγώνας των γονέων συνδέεται με την πίστη, με την εκκλησιαστική ζωή, με την προσευχή, “στόχος είναι όταν τα παιδιά μας μεγαλώσουν και φύγουν από το σπίτι μας να έχουν πάντα στην καρδιά τους τον Χριστό και την Εκκλησία”. 
Οι θέσεις αυτές δίνονται μέσα από την σχέση του συγγραφέα με τα παιδιά του! Με πλήθος παραδειγμάτων στα οποία όσοι είμαστε γονείς μπορούμε να αντιστοιχίσουμε και τις δικές μας εμπειρίες, με επιτυχίες και αποτυχίες, οι οποίες όμως δεν είναι για να μας γεννούν ενοχές, αλλά αφορμές ανασύνταξης, αφορμές μετάνοιας, αφορμές “προσεκτικότητας” (σελ. 390) προκειμένου να μην μένουμε στο δέντρο και να αφήνουμε κατά μέρος το δάσος, που είναι η σχέση εν οικογενεία. Και όλα στην προοπτική της σχέσης της οικογένειας με τον Χριστό και την Εκκλησία. Κανείς γονέας δεν είναι μόνος του, αν το επιθυμεί να έχει αυτήν την κοινωνία, η οποία ανασυνδέει την διαδικασία της ανατροφής, δίδοντάς της, εκτός από κοινωνικό και αναπτυξιακό, βαθιά πνευματικό περιεχόμενο.
Μέσα από το βιβλίο διαφαίνεται μία από τις ανάγκες των καιρών μας: να απομακρυνθούμε από τον παιδοκεντρισμό, από τον φόβο να διαχειριστούμε την γονεϊκότητα και ως ρόλο εξουσίας, μόνο που αυτή δεν αποσκοπεί στην υποδούλωση, αλλά στην βαθμιαία κατάκτηση της ελευθερίας. Οι καιροί μας δεν θέλουν τους γονείς να κακοκαρδίζουν τα παιδιά τους, αλλά να θεραπεύουν, με έναν τρόπο σχεδόν λαϊκιστικό και καταστροφικό, κάθε επιθυμία τους, προκειμένου να μην τα τραυματίσουν ψυχολογικά. Έτσι όμως τα καθιστούν ανήμπορα να διαχειριστούν σχέσεις στις οποίες  δεν θα μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν, περιστάσεις ήττας στην ζωή σε στόχους που θέτουν, αλλά και μετατρέπουν την σχέση με τον Θεό σε σχέση συμφέροντος και όχι εμπιστοσύνης και αγάπης.
Ο γονιός μεγαλώνει το παιδί για να φύγει από το σπίτι. Δεν πρέπει να αρνείται τον ρόλο και το περιεχόμενο της γονεϊκότητας. Να λησμονεί ότι κέντρο του ενδιαφέροντος δεν μπορεί να είναι το παιδί καθαυτό, αλλά το παιδί εντός της οικογένειας. Το παιδί εντός της σχέσης με τους γονείς και τα αδέρφιά του, στην οποία μαθαίνει να αγαπά, να διακρίνει τις επιθυμίες του, να αποδέχεται την αγάπη των άλλων, την κοινωνία του μοιράσματος, της υποχωρητικότητας που στην πίστη ονομάζεται και είναι η ταπεινοφροσύνη, όχι μόνο ως θεωρία, αλλά και ως πράξη. Τότε το παιδί προχωρά προς την ωρίμαση και τελικά προς την οδό της Βασιλείας του Θεού, που είναι η ευθύνη της αγάπης κα προς τον Θεό και προς τους ανθρώπους.
Το βιβλίο είναι εξαιρετικό. Η μετάφραση του Χρήστου Μακρόπουλου το προσφέρει με ένα ρέον γλωσσικό ύφος και η έκδοση ξεκουράζει και οπτικά! Δεν είναι μόνο για την βιβλιοθήκη! Είναι για μελέτη και συμπροβληματισμό! 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

11/2/18

Ο ΜΗΔΕΝΙΣΤΗΣ

Λάζαρος ἐβέβλητο πρός τόν πυλῶνα τοῦ πλουσίου ἡλκωμένος καί ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπό τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπό τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου (Λουκ. 16, 20)
Ο Λάζαρος ήταν πεσμένος κοντά στην πόρτα του σπιτιού του πλουσίου, γεμάτος πληγές και προσπαθούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου.
Τι κάνει έναν άνθρωπο να βλέπει και να μην βλέπει; Να περνούν από τα μάτια του εικόνες, κυρίως, δυστυχίας, και ο εσωτερικός του κόσμος να μην συγκινείται; Να μοιάζει ότι απωθεί τις εικόνες αυτές στο περιθώριο της ψυχής του; Πόσο περιθώριο ανθρωπιάς και αγάπης μοιάζει να υπάρχει στην ψυχή ενός τέτοιου ανθρώπου; Από την άλλη, πώς μπορεί να νιώθει ένας άνθρωπος που μοιάζει με σκουπίδι στην πόρτα αυτού που αδιαφορεί παντελώς για την ύπαρξή του, μολονότι τον γνωρίζει ποιος είναι και ξέρει και το όνομά του, όπως αποδεικνύει η κραυγή του πλουσίου στον Άδη να στείλει ο Αβραάμ τον Λάζαρο στ᾽ αδέρφια του; 
Ο Χριστός μας καλεί μέσα από τις παραβολές Του να πάρουμε θέση. Στην κατάσταση ποιου από τους ήρωες ανήκουμε; Ποτέ το μήνυμα δεν ολοκληρώνεται. Αφήνει το περιθώριο στον καθέναν μας να δώσει στην ιστορία το τέλος που τον εκφράζει. Την ελπίδα, την μετάνοια, την αγάπη, την αλλαγή ή την συνέχεια στο ίδιο μοτίβο. Αληθινά Θεός ελευθερίας!
Γιατί δεν βλέπει ο πλούσιος;
Έχει παχυνθεί η καρδιά του από τα υλικά αγαθά. Μόνος στόχος το “φάγωμεν,πίωμεν”. Η παρέα του τον έχει πείσει ότι έτσι είναι ωραία η ζωή, αλλά και ο ίδιος δεν έχει συναισθήματα. Η ηδονή της διασκέδασης τον έχει καθυποτάξει. Οι μόνοι άνθρωποι για τους οποίους ενδιαφέρεται είναι όσοι εξουσιάζονται από αυτόν και του φέρνουν τα πλούσια αγαθά που γεμίζουν την τράπεζά του, αλλά και όσοι διασκεδάζουν τον ίδιο και τους φίλους του στα συμπόσια. Το ενδιαφέρον του γι᾽ αυτούς είναι του αφεντικού προς τους δούλους. Να κάνουν την δουλειά τους. Να τον κρατάνε ευχαριστημένο. Ακόμη και οι φίλοι του δεν τον ενδιαφέρουν αληθινά. Μόνο να μπορεί να διασκεδάζει μαζί τους. Ο Λάζαρος είναι σαν να μην υπάρχει, ένα ανθρώπινο νούμερο σε όλα του κόσμου.
Ο πλούσιος είναι μηδενιστής. Δεν πιστεύει ότι υπάρχει Θεός. Δεν έχει διαβάσει τον Μωυσή και τους προφήτες. Έχει αγνοήσει όλη την διδασκαλία της παράδοσής του. Έτσι, ακόμη και για τους μοναδικούς ανθρώπους που φαίνεται ότι νοιάζεται, τα αδέρφια του, μόνο ένα θαύμα θα μπορέσει να τους σώσει: όχι αυτό της παρουσίας του Θεού, αλλά της ανάστασης του φτωχού Λαζάρου, δηλαδή του μηνύματος από την αιωνιότητα το οποίο θα κομίσει ο έσχατος των ανθρώπων. Όμως ο Αβραάμ είναι σαφής. Όποιος είναι μηδενιστής, δεν θα δει ούτε θα ακούσει μήτε και με θαύματα. Διότι ο μηδενιστής δεν αγαπά παρά μόνο τον εαυτό του. Και όταν διαπιστώνει ότι στην αιωνιότητα υποφέρει στην μοναξιά, δεν θυμάται τι τον οδήγησε εκεί, αλλά σκέφτεται πώς θα υποφέρει λιγότερο, πάλι σε ατομοκεντρικό επίπεδο.
Είναι μηδενιστής ο πλούσιος. Αναίσθητος στον πόνο του άλλου. Αναίσθητοι και οι αδερφοί του. Αναίσθητοι και οι φίλοι του. Αναίσθητοι και οι υπηρέτες του, οι οποίοι, όντας της ίδιας κοινωνικής τάξης με τον Λάζαρο, θα μπορούσαν να τον ντύσουν, να του δώσουν ένα πιάτο φαγητό, να του περιποιηθούν τις πληγές του. Ο ένας παρασύρει τον άλλον στον μηδενισμό, δημιουργώντας έναν κόσμο για τους έξω αξιοζήλευτο, μα τόσο ψυχρό, εγωπαθή, κλεισμένο στον εαυτό του. Ο μηδενιστής κάθε εποχής μόνη έγνοια έχει τα αγαθά του, την θέση του, την δόξα του. Η προειδοποίηση του Χριστού είναι σαφέστατη. Ο μηδενιστής είναι στην πραγματικότητα μόνος του. Χωρίς αγάπη, χωρίς νοιάξιμο, χωρίς ευσπλαχνία, χωρίς τους άλλους, τίποτε δεν θα κρατήσει για πάντα, εκτός από την μοναξιά. Την αυθεντική δηλαδή κόλαση.
Και ο Λάζαρος;
Κανένα ίχνος αγανάκτησης. Μία πράα σιωπή και μία υπομονή που εντυπωσιάζει. Ο Λάζαρος μοιάζει να περιμένει το τέλος της ζωής χωρίς αγανάκτηση. Δεν φωνάζει στον πλούσιο και στο περιβάλλον του με τον λόγο του. Κοιτά με σιωπή το τίποτα που του παρέχεται, αποδέχεται το θέλημα του Θεού και ζει την θαλπωρή στην αιωνιότητα. Απολαμβάνει την κοινωνία με τον Αβραάμ, τους προγόνους, τον Θεό του Αβραάμ. Και η χαρά της αγάπης σβήνει από την μνήμη του κάθε τι του παρόντος χρόνου.
Ο Λάζαρος δεν μιλά ούτε στην αιωνιότητα. Είναι βέβαιο ότι εάν ο Θεός το επέτρεπε, θα έκανε υπακοή στο θέλημά Του και θα μιλούσε στα αδέρφια του πλουσίου. Δεν είναι όμως αυτό το κλειδί στην στάση του. Είναι ότι δεν επαναστατεί, διότι έχει φτάσει από τον κόσμο αυτό στην αγιότητα του βίου, στην αγιότητα της φτώχειας και της απλότητας που αυτή φέρνει, στην αγιότητα της συμφιλίωσης με την κτίση, όπως αποτυπώνεται με τα σκυλιά που του γλείφουν τις πληγές, στην αγιότητα του μη γογγυσμού για την κακία του κόσμου, στην αγιότητα της άρσης του σταυρού με εμπιστοσύνη στον Θεό, στην αγιότητα της ανάστασης και της αγάπης.
Εμείς πιθανόν να επαναστατούσαμε αν ήμασταν στην θέση του Λαζάρου. Άλλοι μπορεί να επεδίωκαν διά της επαιτείας μία ζωή χωρίς κόπο, καθυβρίζοντας Θεό κι ανθρώπους αν δεν έδιναν αυτό που ζητούνε. Οι πλούσιοι όμως των καιρών μας και όχι μόνο σε χρήματα, αλλά σε μηδενισμό, θα έμεναν ασυγκίνητοι μπροστά στην φτώχεια του κάθε Λαζάρου και ανυποψίαστοι ή περιφρονητές για το ότι το μηδέν δεν είναι επιλογή για τον Θεό και τον κόσμο. Ο Λάζαρος, πάντως, όσο κι αν είναι δύσκολο να το αποδεχτούμε, μας διδάσκει και μας παροτρύνει να εμπιστευθούμε τον Θεό περισσότερο, να πάψουμε να είμαστε περιχαρακωμένοι στον δικό μας τρόπο, να αφήσουμε τα ίχνη του μηδενισμού πίσω μας και να εμπιστευθούμε τονλόγο του Ευαγγελίου, του Μωυσή και των προφητών, ότι η ζωή με τον Θεό στην κοινότητα της Εκκλησίας είναι η μόνη που νοηματοδοτεί τον χρόνο μας και τον ανοίγει στην αιωνιότητα.

Κέρκυρα, 4 Νοεμβρίου 2018

11/1/18

ΤΟ ΛΥΧΝΑΡΙ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ!



Σας περιμένουμε τους/τις των Αθηνών στις 7 το απόγευμα της Παρασκευής 2 Νοεμβρίου 2018 στο ξενοδοχείο CARAVEL, όπου, με την βοήθεια του π. Λίβυου (Χαράλαμπου Παπαδόπουλου) και του κ. Βασίλη Αργυριάδη, θα συζητήσουμε για το αν η πίστη δίνει νόημα ή η πίστη είναι το νόημα στην ζωή μας, αν αποφασίζουμε όντας μέλη της Εκκλησίας να ακούσουμε για να ακουστούμε στους καιρούς μας, με αφορμή το βιβλίο "Λυχνάρι στο Σκοτάδι" (εκδόσεις ΕΝ ΠΛΩ). Η είσοδος είναι ελεύθερη και η εκδήλωση γίνεται στα πλαίσια της 7ης Έκθεσης χριστιανικού βιβλίου των εκδόσεων ΕΝ ΠΛΩ!

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΗΣΣΟΝΟΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑΣ


                Η ελληνική πολιτεία δίνει την εντύπωση ότι ζητά ένα εκπαιδευτικό σύστημα στο οποίο θα κυριαρχήσει και πάλι η αρχή της ήσσονος προσπαθείας. Δεν είναι μόνο η κατάργηση των εξετάσεων στα περισσότερα μαθήματα του Γυμνασίου και του Λυκείου, με αποτέλεσμα στην σκέψη των μαθητών να επικρατεί η αντίληψη περί κύριων γνώσεων και δευτερευόντων, μαθημάτων που χρειάζονται προσπάθεια και άλλων που περιθωριοποιούνται. Δεν είναι μόνο ο πολύ χαμηλός μέσος όρος που απαιτείται για την προαγωγή από την μία τάξη στην άλλη. Είναι και η κατάσταση στα μεγάλα πανεπιστήμια, στα οποία η γνώση δεν δείχνει να είναι η προτεραιότητα, αλλά υπερτονίζεται η ενασχόληση των φοιτητών με κοινωνικούς αγώνες, με άρνηση της εντατικοποίησης των σπουδών, ενώ τα πάντα φαίνεται ότι θα λυθούν με αύξηση της χρηματοδότησης της παιδείας. Αυτονόητο είναι πώς όσα χρήματα επενδύονται στην εκπαίδευση, είναι προς όφελος όλων. Το πρόβλημα όμως της προσωπικής κατάκτησης της γνώσης έχει να κάνει με τον προσωπικό κόπο και την αξιοποίηση όσων μέσων υπάρχουν, τα οποία έχουν αυξηθεί με την χρήση του Διαδικτύου.
                Η πρόσφατη εικόνα των μαθητών και των φοιτητών να εισβάλλουν στο γραφείο του Υπουργού Παιδείας, πέρα από τον αποπροσανατολισμό στην κοινή γνώμη για άλλα προβλήματα, μαρτυρεί σύγχυση σε επίπεδο κοινωνίας και αυτών που την διαμορφώνουν ιδεολογικά. Ενώ η πραγματικότητα απαιτεί πολύν κόπο για τους νέους, ιδίως όταν η αγορά εργασίας περιορίζει τα δικαιώματά τους, ελαττώνει τους μισθούς, αυξάνει το ωράριο και τις απαιτήσεις από αυτούς, κι ενώ η μόνη λύση είναι η κατάρτιση η οποία θα δημιουργήσει περιθώρια για εύρεση αξιοπρεπούς εργασίας, τουλάχιστον γι’  αυτούς που θέλουν να μορφωθούν, βλέπουμε η φρασεολογία των όσων εκφράζουν το θεωρητικά «αγωνιστικό» τμήμα της νεολαίας να λειτουργεί στην προοπτική της απόλαυσης της νιότης, της χαράς της ζωής, με όσο το δυνατόν λιγότερο κόπο και με περισσότερα δικαιώματα. Η πλειοψηφία των νέων αλλά και των μεγαλυτέρων βλέπει με συμπάθεια την νοοτροπία αυτή ή έχει συμβιβαστεί με τις εικόνες πραγματικής ντροπής που αντικρίζουμε στα πανεπιστήμια, κυρίως της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης (σκουπίδια, διακίνηση ναρκωτικών, παραεμπόριο, επιβίωση των κομματικών φοιτητικών παρατάξεων) και γι’  αυτό δεν αντιδρά.
                Όποιος ισχυριστεί ότι είναι κακό οι μαθητές και οι φοιτητές να χαίρονται την ζωή τους, σφάλλει. Το ερώτημα είναι από πού πηγάζει αυτή  η χαρά και γιατί είναι αποκλεισμένη από την κατάκτηση της γνώσης. Χαρούμενος είναι αυτός που προσπαθεί, που μαθαίνει, που ανοίγει τον νου και την καρδιά του στην κριτική σκέψη. Χαρούμενος είναι αυτός που νιώθει ότι ο κόπος του αναγνωρίζεται. Που δεν φοβάται να εξετασθεί, να διαγωνισθεί δηλαδή, ώστε να αποδείξει και στον εαυτό του και στους άλλους ότι κοπιάζει και ότι ο κόπος του έχε αποτελέσματα. Η πολιτεία θα άξιζε να στρέψει το ενδιαφέρον της στην ρύθμιση της αγοράς εργασίας ώστε ο νέος που μπορεί και παλεύει να μην αντιμετωπίζεται ως σκλάβος και να αφήσει κατά μέρος νοοτροπίες ήσσονος προσπαθείας.
                Η Εκκλησία δείχνει ολοένα και περισσότερο να αδιαφορεί. Σιωπά, ενώ η ασκητική της ευλογεί τον κόπο, τόσο για τον επιούσιο άρτο όσο και για την προαγωγή στην πνευματικότητα. Αν αγαπάμε τον Θεό, τον πλησίον, την ζωή μας, η αγάπη  γεννά αφιέρωση στην σχέση. Είναι μία άλλη νοοτροπία που αξίζει να επισημανθεί και με λόγους και με βιοτή!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της Τετάρτης 31 Οκτωβρίου 2018