Λάζαρος ἐβέβλητο πρός τόν πυλῶνα τοῦ πλουσίου ἡλκωμένος καί ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπό τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπό τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου (Λουκ. 16, 20)
Ο Λάζαρος ήταν πεσμένος κοντά στην πόρτα του σπιτιού του πλουσίου, γεμάτος πληγές και προσπαθούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου.
Τι κάνει έναν άνθρωπο να βλέπει και να μην βλέπει; Να περνούν από τα μάτια του εικόνες, κυρίως, δυστυχίας, και ο εσωτερικός του κόσμος να μην συγκινείται; Να μοιάζει ότι απωθεί τις εικόνες αυτές στο περιθώριο της ψυχής του; Πόσο περιθώριο ανθρωπιάς και αγάπης μοιάζει να υπάρχει στην ψυχή ενός τέτοιου ανθρώπου; Από την άλλη, πώς μπορεί να νιώθει ένας άνθρωπος που μοιάζει με σκουπίδι στην πόρτα αυτού που αδιαφορεί παντελώς για την ύπαρξή του, μολονότι τον γνωρίζει ποιος είναι και ξέρει και το όνομά του, όπως αποδεικνύει η κραυγή του πλουσίου στον Άδη να στείλει ο Αβραάμ τον Λάζαρο στ᾽ αδέρφια του;
Ο Χριστός μας καλεί μέσα από τις παραβολές Του να πάρουμε θέση. Στην κατάσταση ποιου από τους ήρωες ανήκουμε; Ποτέ το μήνυμα δεν ολοκληρώνεται. Αφήνει το περιθώριο στον καθέναν μας να δώσει στην ιστορία το τέλος που τον εκφράζει. Την ελπίδα, την μετάνοια, την αγάπη, την αλλαγή ή την συνέχεια στο ίδιο μοτίβο. Αληθινά Θεός ελευθερίας!
Γιατί δεν βλέπει ο πλούσιος;
Έχει παχυνθεί η καρδιά του από τα υλικά αγαθά. Μόνος στόχος το “φάγωμεν,πίωμεν”. Η παρέα του τον έχει πείσει ότι έτσι είναι ωραία η ζωή, αλλά και ο ίδιος δεν έχει συναισθήματα. Η ηδονή της διασκέδασης τον έχει καθυποτάξει. Οι μόνοι άνθρωποι για τους οποίους ενδιαφέρεται είναι όσοι εξουσιάζονται από αυτόν και του φέρνουν τα πλούσια αγαθά που γεμίζουν την τράπεζά του, αλλά και όσοι διασκεδάζουν τον ίδιο και τους φίλους του στα συμπόσια. Το ενδιαφέρον του γι᾽ αυτούς είναι του αφεντικού προς τους δούλους. Να κάνουν την δουλειά τους. Να τον κρατάνε ευχαριστημένο. Ακόμη και οι φίλοι του δεν τον ενδιαφέρουν αληθινά. Μόνο να μπορεί να διασκεδάζει μαζί τους. Ο Λάζαρος είναι σαν να μην υπάρχει, ένα ανθρώπινο νούμερο σε όλα του κόσμου.
Ο πλούσιος είναι μηδενιστής. Δεν πιστεύει ότι υπάρχει Θεός. Δεν έχει διαβάσει τον Μωυσή και τους προφήτες. Έχει αγνοήσει όλη την διδασκαλία της παράδοσής του. Έτσι, ακόμη και για τους μοναδικούς ανθρώπους που φαίνεται ότι νοιάζεται, τα αδέρφια του, μόνο ένα θαύμα θα μπορέσει να τους σώσει: όχι αυτό της παρουσίας του Θεού, αλλά της ανάστασης του φτωχού Λαζάρου, δηλαδή του μηνύματος από την αιωνιότητα το οποίο θα κομίσει ο έσχατος των ανθρώπων. Όμως ο Αβραάμ είναι σαφής. Όποιος είναι μηδενιστής, δεν θα δει ούτε θα ακούσει μήτε και με θαύματα. Διότι ο μηδενιστής δεν αγαπά παρά μόνο τον εαυτό του. Και όταν διαπιστώνει ότι στην αιωνιότητα υποφέρει στην μοναξιά, δεν θυμάται τι τον οδήγησε εκεί, αλλά σκέφτεται πώς θα υποφέρει λιγότερο, πάλι σε ατομοκεντρικό επίπεδο.
Είναι μηδενιστής ο πλούσιος. Αναίσθητος στον πόνο του άλλου. Αναίσθητοι και οι αδερφοί του. Αναίσθητοι και οι φίλοι του. Αναίσθητοι και οι υπηρέτες του, οι οποίοι, όντας της ίδιας κοινωνικής τάξης με τον Λάζαρο, θα μπορούσαν να τον ντύσουν, να του δώσουν ένα πιάτο φαγητό, να του περιποιηθούν τις πληγές του. Ο ένας παρασύρει τον άλλον στον μηδενισμό, δημιουργώντας έναν κόσμο για τους έξω αξιοζήλευτο, μα τόσο ψυχρό, εγωπαθή, κλεισμένο στον εαυτό του. Ο μηδενιστής κάθε εποχής μόνη έγνοια έχει τα αγαθά του, την θέση του, την δόξα του. Η προειδοποίηση του Χριστού είναι σαφέστατη. Ο μηδενιστής είναι στην πραγματικότητα μόνος του. Χωρίς αγάπη, χωρίς νοιάξιμο, χωρίς ευσπλαχνία, χωρίς τους άλλους, τίποτε δεν θα κρατήσει για πάντα, εκτός από την μοναξιά. Την αυθεντική δηλαδή κόλαση.
Και ο Λάζαρος;
Κανένα ίχνος αγανάκτησης. Μία πράα σιωπή και μία υπομονή που εντυπωσιάζει. Ο Λάζαρος μοιάζει να περιμένει το τέλος της ζωής χωρίς αγανάκτηση. Δεν φωνάζει στον πλούσιο και στο περιβάλλον του με τον λόγο του. Κοιτά με σιωπή το τίποτα που του παρέχεται, αποδέχεται το θέλημα του Θεού και ζει την θαλπωρή στην αιωνιότητα. Απολαμβάνει την κοινωνία με τον Αβραάμ, τους προγόνους, τον Θεό του Αβραάμ. Και η χαρά της αγάπης σβήνει από την μνήμη του κάθε τι του παρόντος χρόνου.
Ο Λάζαρος δεν μιλά ούτε στην αιωνιότητα. Είναι βέβαιο ότι εάν ο Θεός το επέτρεπε, θα έκανε υπακοή στο θέλημά Του και θα μιλούσε στα αδέρφια του πλουσίου. Δεν είναι όμως αυτό το κλειδί στην στάση του. Είναι ότι δεν επαναστατεί, διότι έχει φτάσει από τον κόσμο αυτό στην αγιότητα του βίου, στην αγιότητα της φτώχειας και της απλότητας που αυτή φέρνει, στην αγιότητα της συμφιλίωσης με την κτίση, όπως αποτυπώνεται με τα σκυλιά που του γλείφουν τις πληγές, στην αγιότητα του μη γογγυσμού για την κακία του κόσμου, στην αγιότητα της άρσης του σταυρού με εμπιστοσύνη στον Θεό, στην αγιότητα της ανάστασης και της αγάπης.
Εμείς πιθανόν να επαναστατούσαμε αν ήμασταν στην θέση του Λαζάρου. Άλλοι μπορεί να επεδίωκαν διά της επαιτείας μία ζωή χωρίς κόπο, καθυβρίζοντας Θεό κι ανθρώπους αν δεν έδιναν αυτό που ζητούνε. Οι πλούσιοι όμως των καιρών μας και όχι μόνο σε χρήματα, αλλά σε μηδενισμό, θα έμεναν ασυγκίνητοι μπροστά στην φτώχεια του κάθε Λαζάρου και ανυποψίαστοι ή περιφρονητές για το ότι το μηδέν δεν είναι επιλογή για τον Θεό και τον κόσμο. Ο Λάζαρος, πάντως, όσο κι αν είναι δύσκολο να το αποδεχτούμε, μας διδάσκει και μας παροτρύνει να εμπιστευθούμε τον Θεό περισσότερο, να πάψουμε να είμαστε περιχαρακωμένοι στον δικό μας τρόπο, να αφήσουμε τα ίχνη του μηδενισμού πίσω μας και να εμπιστευθούμε τονλόγο του Ευαγγελίου, του Μωυσή και των προφητών, ότι η ζωή με τον Θεό στην κοινότητα της Εκκλησίας είναι η μόνη που νοηματοδοτεί τον χρόνο μας και τον ανοίγει στην αιωνιότητα.
Ο Χριστός μας καλεί μέσα από τις παραβολές Του να πάρουμε θέση. Στην κατάσταση ποιου από τους ήρωες ανήκουμε; Ποτέ το μήνυμα δεν ολοκληρώνεται. Αφήνει το περιθώριο στον καθέναν μας να δώσει στην ιστορία το τέλος που τον εκφράζει. Την ελπίδα, την μετάνοια, την αγάπη, την αλλαγή ή την συνέχεια στο ίδιο μοτίβο. Αληθινά Θεός ελευθερίας!
Γιατί δεν βλέπει ο πλούσιος;
Έχει παχυνθεί η καρδιά του από τα υλικά αγαθά. Μόνος στόχος το “φάγωμεν,πίωμεν”. Η παρέα του τον έχει πείσει ότι έτσι είναι ωραία η ζωή, αλλά και ο ίδιος δεν έχει συναισθήματα. Η ηδονή της διασκέδασης τον έχει καθυποτάξει. Οι μόνοι άνθρωποι για τους οποίους ενδιαφέρεται είναι όσοι εξουσιάζονται από αυτόν και του φέρνουν τα πλούσια αγαθά που γεμίζουν την τράπεζά του, αλλά και όσοι διασκεδάζουν τον ίδιο και τους φίλους του στα συμπόσια. Το ενδιαφέρον του γι᾽ αυτούς είναι του αφεντικού προς τους δούλους. Να κάνουν την δουλειά τους. Να τον κρατάνε ευχαριστημένο. Ακόμη και οι φίλοι του δεν τον ενδιαφέρουν αληθινά. Μόνο να μπορεί να διασκεδάζει μαζί τους. Ο Λάζαρος είναι σαν να μην υπάρχει, ένα ανθρώπινο νούμερο σε όλα του κόσμου.
Ο πλούσιος είναι μηδενιστής. Δεν πιστεύει ότι υπάρχει Θεός. Δεν έχει διαβάσει τον Μωυσή και τους προφήτες. Έχει αγνοήσει όλη την διδασκαλία της παράδοσής του. Έτσι, ακόμη και για τους μοναδικούς ανθρώπους που φαίνεται ότι νοιάζεται, τα αδέρφια του, μόνο ένα θαύμα θα μπορέσει να τους σώσει: όχι αυτό της παρουσίας του Θεού, αλλά της ανάστασης του φτωχού Λαζάρου, δηλαδή του μηνύματος από την αιωνιότητα το οποίο θα κομίσει ο έσχατος των ανθρώπων. Όμως ο Αβραάμ είναι σαφής. Όποιος είναι μηδενιστής, δεν θα δει ούτε θα ακούσει μήτε και με θαύματα. Διότι ο μηδενιστής δεν αγαπά παρά μόνο τον εαυτό του. Και όταν διαπιστώνει ότι στην αιωνιότητα υποφέρει στην μοναξιά, δεν θυμάται τι τον οδήγησε εκεί, αλλά σκέφτεται πώς θα υποφέρει λιγότερο, πάλι σε ατομοκεντρικό επίπεδο.
Είναι μηδενιστής ο πλούσιος. Αναίσθητος στον πόνο του άλλου. Αναίσθητοι και οι αδερφοί του. Αναίσθητοι και οι φίλοι του. Αναίσθητοι και οι υπηρέτες του, οι οποίοι, όντας της ίδιας κοινωνικής τάξης με τον Λάζαρο, θα μπορούσαν να τον ντύσουν, να του δώσουν ένα πιάτο φαγητό, να του περιποιηθούν τις πληγές του. Ο ένας παρασύρει τον άλλον στον μηδενισμό, δημιουργώντας έναν κόσμο για τους έξω αξιοζήλευτο, μα τόσο ψυχρό, εγωπαθή, κλεισμένο στον εαυτό του. Ο μηδενιστής κάθε εποχής μόνη έγνοια έχει τα αγαθά του, την θέση του, την δόξα του. Η προειδοποίηση του Χριστού είναι σαφέστατη. Ο μηδενιστής είναι στην πραγματικότητα μόνος του. Χωρίς αγάπη, χωρίς νοιάξιμο, χωρίς ευσπλαχνία, χωρίς τους άλλους, τίποτε δεν θα κρατήσει για πάντα, εκτός από την μοναξιά. Την αυθεντική δηλαδή κόλαση.
Και ο Λάζαρος;
Κανένα ίχνος αγανάκτησης. Μία πράα σιωπή και μία υπομονή που εντυπωσιάζει. Ο Λάζαρος μοιάζει να περιμένει το τέλος της ζωής χωρίς αγανάκτηση. Δεν φωνάζει στον πλούσιο και στο περιβάλλον του με τον λόγο του. Κοιτά με σιωπή το τίποτα που του παρέχεται, αποδέχεται το θέλημα του Θεού και ζει την θαλπωρή στην αιωνιότητα. Απολαμβάνει την κοινωνία με τον Αβραάμ, τους προγόνους, τον Θεό του Αβραάμ. Και η χαρά της αγάπης σβήνει από την μνήμη του κάθε τι του παρόντος χρόνου.
Ο Λάζαρος δεν μιλά ούτε στην αιωνιότητα. Είναι βέβαιο ότι εάν ο Θεός το επέτρεπε, θα έκανε υπακοή στο θέλημά Του και θα μιλούσε στα αδέρφια του πλουσίου. Δεν είναι όμως αυτό το κλειδί στην στάση του. Είναι ότι δεν επαναστατεί, διότι έχει φτάσει από τον κόσμο αυτό στην αγιότητα του βίου, στην αγιότητα της φτώχειας και της απλότητας που αυτή φέρνει, στην αγιότητα της συμφιλίωσης με την κτίση, όπως αποτυπώνεται με τα σκυλιά που του γλείφουν τις πληγές, στην αγιότητα του μη γογγυσμού για την κακία του κόσμου, στην αγιότητα της άρσης του σταυρού με εμπιστοσύνη στον Θεό, στην αγιότητα της ανάστασης και της αγάπης.
Εμείς πιθανόν να επαναστατούσαμε αν ήμασταν στην θέση του Λαζάρου. Άλλοι μπορεί να επεδίωκαν διά της επαιτείας μία ζωή χωρίς κόπο, καθυβρίζοντας Θεό κι ανθρώπους αν δεν έδιναν αυτό που ζητούνε. Οι πλούσιοι όμως των καιρών μας και όχι μόνο σε χρήματα, αλλά σε μηδενισμό, θα έμεναν ασυγκίνητοι μπροστά στην φτώχεια του κάθε Λαζάρου και ανυποψίαστοι ή περιφρονητές για το ότι το μηδέν δεν είναι επιλογή για τον Θεό και τον κόσμο. Ο Λάζαρος, πάντως, όσο κι αν είναι δύσκολο να το αποδεχτούμε, μας διδάσκει και μας παροτρύνει να εμπιστευθούμε τον Θεό περισσότερο, να πάψουμε να είμαστε περιχαρακωμένοι στον δικό μας τρόπο, να αφήσουμε τα ίχνη του μηδενισμού πίσω μας και να εμπιστευθούμε τονλόγο του Ευαγγελίου, του Μωυσή και των προφητών, ότι η ζωή με τον Θεό στην κοινότητα της Εκκλησίας είναι η μόνη που νοηματοδοτεί τον χρόνο μας και τον ανοίγει στην αιωνιότητα.
Κέρκυρα, 4 Νοεμβρίου 2018