«Θαρρώ πως ο ύπνος μας σκεπάζει το πρόσωπο
Και δεν μας αφήνει να βγούμε στο φως
Ένας ύπνος με χίλιους πειρασμούς γεμάτος μέλι
Ένα τοπίο όπου δεν πατάς τη γη
Κι ανάμεσα σε αρώματα περνάς τον έρωτα
τον δίνεις σ’ άλλα χέρια και φεύγεις
Από θάμπος σε θάμπος»
Ο ύπνος της αμαρτίας, ένας μικρός θάνατος. Οι έγνοιες, οι επιθυμίες, ένας κόσμος που μας βγάζει από την οδό της αγάπης στην οδό του «υπάρχω μόνο για μένα». Πώς να βγεις στο φως, όταν δεν μπορείς να δεις ότι ο έρωτας φεύγει από τα χέρια σου, γιατί τον υποκατέστησες με το θάμπος της εικόνας που έγινε είδωλο; Κι είναι τόσο κοντά το να κρατήσεις την έγερση. Ένα άρωμα. Ένα δάκρυ. Ένα « Σ’ ευχαριστώ για το χέρι Σου και σου δίνω το δικό μου». Μάθαμε να φεύγουμε. Να δραπετεύουμε. Πώς να κρυφτείς όμως από την Αλήθεια; Και γιατί;
π. Θ.Μ.
Μεγάλη Τετάρτη 2019