«Εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς: ἄφες αὐτήν, εἰς τήν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό» (Ἰωάν. 12, 7)
Είπε τότε ο Ιησούς: «άφησέ την ήσυχη. Αυτό που κάνει είναι για την ημέρα του ενταφιασμού μου»
Οι καιροί μας χαρακτηρίζονται από ρευστότητα. Δεν είναι μόνο ότι κριτήριο της αλήθειας για τους περισσότερους είναι το «εγώ» και μόνο αυτό, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν εύκολα σταθερές, στις οποίες κάποιος να στηριχτεί. Είναι και ότι έχει χαθεί αυτό το αίσθημα του «ανήκειν» σε μικρότερες ή μεγαλύτερες κοινότητες, όπως η οικογένεια, η πατρίδα, η Εκκλησία, το σχολείο. Ακόμη και οι ομάδες ή οι σύλλογοι στους οποίους οι άνθρωποι οι άνθρωποι θεωρούν ότι μετέχουν, δεν γεννούν το αίσθημα του «ανήκειν». Υπάρχει μια μεταβολή των διαθέσεων, των απόψεων. Οι άνθρωποι έχουμε γίνει δοκιμαστές εμπειριών και δείχνουμε ότι μας αρέσει.
Μήπως όμως είναι σημερινό το φαινόμενο;
Μία ημέρα πριν την είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, ο Κύριος φιλοξενήθηκε στο σπίτι του Λαζάρου, τον οποίο είχε αναστήσει από τους νεκρούς. Εκεί η αδερφή του Λαζάρου, η Μαρία, θα αλείψει τα πόδια του Χριστού με πολύτιμο μύρο και θα προκαλέσει την οργή του Ιούδα, ο οποίος θα ήθελε το μύρο νου πουληθεί και να δοθεί το αντίτιμο στους φτωχούς. Ο Χριστός όμως θα επιτιμήσει τον Ιούδα και θα του ζητήσει να αφήσει την Μαρία ήσυχη, διότι αυτό που έκανε είναι προφητική κίνηση για τον ενταφιασμό Του. Γνωρίζει ο Χριστός ότι Τον περιμένει ο θάνατος. Γνωρίζει ότι το πλήθος που θα Τον επευφημήσει, όπως επίσης και οι αυτόπτες μάρτυρες της ανάστασης του Λαζάρου, θα αλλάξουν διαθέσεις έναντι Του και από το «ωσαννά» θα περάσουν στο «σταύρωσον». Και έτσι αποδέχεται την κίνηση της Μαρίας και ως κίνηση αγάπης, ευγνωμοσύνης και φροντίδας από ξέχειλη και όχι μίζερη καρδιά και την απαλλάσσει από την ιδέα ότι οι φτωχοί αξίζουν περισσότερο από τον Υιό του Θεού. Ο Χριστός γνωρίζει το «ευμετάβολον» των διαθέσεων των ανθρώπων, την ρευστότητα, και προλέγει το ότι θα πεθάνει από αυτούς που θα Τον δοξάζουν.
Η ρευστότητα, το «ευμετάβολον», πηγάζει από το γεγονός ότι οι άνθρωποι θεοποιούμε το «εγώ» και την γνώμη μας, με αποτέλεσμα να παρασυρόμαστε εύκολα από την δημαγωγία και από εκείνους που γνωρίζουν ότι όταν δεν υπάρχουν σταθερά στηρίγματα, ούτε επίγνωση της αξίας των προσώπων, τότε η διάθεση εύκολα μπορεί να αλλάξει, διότι «γιατί να υπερασπιστούμε κάποιον που δεν είναι όπως εμείς τον θέλουμε ή όπως νομίζουμε ότι πρέπει να είναι ή πώς δεν μπορεί να μας ωφελήσει». Το «ευμετάβολον» πηγάζει από το γεγονός ότι δεν είναι η αγάπη προς τον πλησίον προτεραιότητά μας. Ο Ιούδας θα προδώσει τον Χριστό, επειδή αγαπά πρωτίστως τον εαυτό του και τα πάθη του. Η Μαρία θα πλύνει τα πόδια του Χριστού με μύρο και θα γίνει μυροφόρος, ακολουθώντας Τον μέχρι τον τάφο και την Ανάσταση, γιατί η αγάπη της είναι εξωστρεφής και όχι εγωκεντρική. Το «ευμετάβολον» πηγάζει από την επίθεση των λογισμών, την οποία ο διάβολος προκαλεί στον άνθρωπο, προκειμένου να ελέγξει τον νου και την καρδιά και να μας απομακρύνει από την αλήθεια.
Η ρευστότητα των καιρών μας είναι σημάδι αυτοθεοποίησης. Είναι σημάδι έλλειψης αγάπης τόσο προς τον Θεό όσο και προς τον πλησίον. Είναι σημάδι λειτουργίας της ύπαρξης στην προοπτική του συμφέροντος. Είναι σημάδι παράδοσής μας στο ήθος του πειρασμού. Η ρευστότητα μας κάνει να μην θέλουμε να ανήκουμε σε κανέναν θεσμό, σε καμία κοινότητα όπου και υπάρχουν κανόνες που προϋποθέτουν αγάπη, αφιέρωση, σταθερότητα, πίστη σε έναν σκοπό , διάθεση προσφοράς με ξέχειλη καρδιά και όχι μιζέρια. Γι’ αυτό και η πνευματικότητα των ημερών της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος δεν αγγίζει την πλειονοψηφία της κοινωνίας μας, αλλά τα περισσότερα λειτουργούν στην προοπτική του φολκλόρ. Πολύ εύκολα ο διάβολος θα μας νικήσει και θα μας κάνει να δούμε μόνο τον εαυτό μας ως κέντρο του κόσμου, χωρίς να λυπόμαστε γι’ αυτό.
Μπορεί να είναι γεμάτες οι εκκλησίες αυτές τις ημέρες, μπορεί τα κλαδιά των βαΐων να είναι υπερυψωμένα, ωστόσο το ερώτημα που θέτει ο Χριστός είναι συγκλονιστικό: μέχρι τον ενταφιασμό Του σε ποια ομάδα θα ανήκουμε; Σ’ αυτήν που τον επευφημεί και στην συνέχεια Τον σταυρώνει απορρίπτοντάς Τον; Σ’ αυτήν που βλέπει την σχέση μαζί Του στην μιζέρια του Ιούδα, δηλαδή στο θρησκευτικό και προσωπικό συμφέρον, και γρήγορα θα μεταστραφεί, είτε παρασυρμένη από τα λόγια των άθεων και επιτήδειων, είτε από εσωτερικούς λογισμούς, είτε από το αίσθημα ότι δεν χρειάζεται άλλο να Τον ακολουθούμε είτε βάζοντας μπροστά προφάσεις εν αμαρτίαις, όπως το ότι δεν χρειάζεται η πίστη, αλλά είναι αρκετός ένας ακτιβισμός βοήθειας των φτωχών; Ἠ σ’ αυτήν που θα μείνει μαζί Του μέχρι το τέλος, αγαπώντας και Εκείνον και τον πλησίον και μένοντας πιστή στην ζωή της Εκκλησίας;
Τουλάχιστον, ας μην υποταχτούμε στην ρευστότητα και το «ευμετάβολον» κι ας παραμείνουμε μαζί Του!