Η
εποχή μας έχει τα χαρακτηριστικά της εποχής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου.
Κυριαρχεί η αντίληψη ότι μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Να προχωρούμε «κώμοις και μέθαις, κοίταις και ασελγείαις,
έριδι και ζήλω» και «η πρόνοια της
σαρκός εν επιθυμίαις» (Ρωμ. 13,
13-14) να είναι το σήμα κατατεθέν της ζωής μας. Βεβαίως το παράδειγμα το δίνουν
κυρίως αυτοί που έχουν την οικονομική και κοινωνική δυνατότητα να το πράξουν,
αλλά και οι υπόλοιποι, όσοι είμαστε εν συναρπαγή από τον τρόπο και το
περιεχόμενο του πολιτισμού μας, το ίδιο ποθούμε. «Φαγοπότια και μεθύσια,
ασύδοτη και ακόλαστη ζωή, φιλονικίες και φθόνοι, ένας αμαρτωλός εαυτός που μας
παρασύρει στην ικανοποίηση των επιθυμιών μας». Το ίδιο συνέβαινε και στην εποχή
του Προδρόμου. Η γέννηση του τελευταίου προφήτη της Παλαιάς Διαθήκης βρήκε την
τότε γνωστή ανθρωπότητα, αυτή των καταλοίπων της φιλοσοφίας και των συνεπειών
της ρωμαϊκής παγκοσμιοποίησης σε μία κατάσταση απανθρωπίας και σε έναν φανερό ή
κρυφό θρίαμβο των επιθυμιών για απόλαυση χωρίς νόμο και όρια. Γι’ αυτό και η
μοναδική αυτή μορφή έρχεται να κηρύξει μετάνοια σε έναν τέτοιο κόσμο, όχι μόνο
γιατί θα ερχόταν ο Χριστός, αλλά και γιατί ο άνθρωπος, κατά κάποιον τρόπο, θα
έπρεπε να ξαναδεί το νόημα της ζωής του.
Η
γέννηση του Προδρόμου έρχεται με υπέρβαση των νόμων της φύσης, καθώς οι γονείς
του, ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ, ήταν μεγάλοι στην ηλικία. Η γέννηση του
Προδρόμου είναι, όπως λέει και το όνομά του (Ιωάννης στα εβραϊκά σημαίνει δώρο
Θεού) μία δωρεά του Θεού όχι μόνο στο άτεκνο ζευγάρι, αλλά και στην
ανθρωπότητα, καθώς ο Βαπτιστής επρόκειτο να γίνει η αφυπνίζουσα συνείδηση του
κόσμου. Όντας ο ίδιος ακέραιος, μετέδιδε την δίψα για ακεραιότητα σε όσους τον
επισκέπτονταν. Όντας ο ίδιος πιστός, υπενθύμιζε τις εντολές του Θεού, που
έγκειτο κυρίως στην αγάπη, στον σεβασμό του άλλου, στην αποφυγή της συκοφαντίας
και της κατάκρισης και στην μεσσιανική προσδοκία, ότι ο κόσμος θα έβρισκε τον
ηγέτη του, όχι προς την δόξα, αλλά προς την υπέρβαση του θανάτου και την
ανάσταση. Όντας ο ίδιος σε κοινωνία με τον Θεό, καταλάβαινε ότι η ανθρωπότητα
δεν μπορούσε να σωθεί με την χαλαρότητα του «δεν βαριέσαι» ή «δεν πειράζει»,
αλλά με την δύναμη της άσκησης, η οποία ερημώνει την ύπαρξη του ανθρώπου από
άλλες επιθυμίες, χωριστικές της αγάπης και της ανάστασης, και την οδηγεί στην ελευθερία
της καρδιάς που αγαπά τον Θεό και κατ’ επέκτασιν τον πλησίον. Ο Πρόδρομος
γίνεται επικεφαλής της Εκκλησίας της ερήμου, η οποία στο Πρόσωπο του Χριστού θα
απλωθεί σε όλον τον κόσμο. Οι άνθρωποι πηγαίνουν στην έρημο του Ιορδάνου για να
συναντήσουν τον Βαπτιστή. Με τον ερχομό του Χριστού η Εκκλησία θα ανοιχτεί προς
όλη την ανθρωπότητα. Εκ της ερήμου το φως.
Η
ζωή που μας δίνει ο Χριστός, προχωρώντας το έργο του Προδρόμου, ο οποίος διακριτικά
θα αποσυρθεί από το προσκήνιο, χαρακτηρίζεται από μία προτροπή: «ως εν ημέρα ευσχημόνως περιπατήσωμεν» (Ρωμ. 13, 13). Η ζωή του χριστιανού είναι
πορεία ημέρας, πορεία φωτός. Δεν έχει κρυπτά. Είναι διάφανη. Αντί για το
φαγοπότι ως προτεραιότητα, έχει την κοινωνία με τον Χριστό, την αγάπη που δίδει
την μέθη της χαράς, ότι τίποτε, ούτε ο θάνατος, δεν μπορεί να μας κάνει να
νικηθούμε, διότι ο Θεός μας αγάπησε και μας αγαπά, στο καλό και στο κακό, στις
χαρές και τις λύπες, στην δόξα και την δοκιμασία. Αντί για την αναζήτηση της
ηδονής στην ακόλαστη και ασύδοτη ζωή, είναι μία πρόσκληση μέτρου, το οποίο μας
βοηθά να εκτιμούμε τις περιστάσεις της ζωής με νηφαλιότητα και ηρεμία και να
αντέχουμε. Να παλεύουμε για την χαρά που δίνει η κοινωνία τω προσώπων. Όχι αυτή
της απαίτησης, αλλά αυτή της προσφοράς. Αντί για τις φιλονικίες και τον φθόνο,
δηλαδή την κακή διάθεση έναντι των άλλων, η οποία τους καθιστά εχθρούς μας,
είναι μία πρόκληση συμπόρευσης στην ζωή της Εκκλησίας. Μαθαίνουμε να
περιμένουμε, να προσευχόμαστε, να μην βάζουμε τα συναισθήματα της στιγμής πιο
πάνω από τον στόχο της συνύπαρξης και της αγάπης. Με σεβασμό στην ελευθερία του
άλλου αλλά και με επίγνωση ποιος είναι ο δρόμος μας. Αυτός που χωρά τους
πάντες, εν μετανοία, πρώτα δική μας.
Ο
Πρόδρομος ήρθε για να μας δείξει τι σημαίνει να είμαστε ντυμένοι τον Χριστό. Να
μην αισθανόμαστε ρύπο στην ψυχή μας όχι γιατί δεν αμαρτάνουμε, αλλά γιατί η
ημέρα, όσα σύννεφα κι αν έχει, δεν μπορεί να κρύψει το φως. Βλέπεις την ημέρα,
ό,τι κι αν γίνει. Δίνει ζωή η ημέρα και στο φαίνεσθαι και στο είναι. Μπορείς να
εργαστείς την ημέρα, γιατί και το σώμα και η ψυχή σου σε βοηθούν. Μπορείς να
ξεκαθαρίσεις ποιοι είναι οι άλλοι και να αισθανθείς ότι έτσι θα είναι ο
Παράδεισος. Χωρίς μυστικά. Χωρίς ψέματα. Χωρίς φόβο σκοταδιού. Χωρίς την κόπωση
της νύχτας. Με τον Θεό ως φως να αγιάζει και να δίνει χαρά.
Χρειαζόμαστε
προδρομικές φωνές και πάλι. Χρειαζόμαστε αφύπνιση της συνείδησής μας σήμερα.
Δεν είναι μόνο τα κοινωνικά ή συλλογικά αιτήματα, που το απαιτούν. Είναι κυρίως
η ανάγκη για νόημα. Ας μην απελπιζόμαστε όταν αισθανόμαστε αδυναμία. Να μας
παρηγορεί το γεγονός ότι ο προφήτης γεννιέται καθ’ υπέρβασιν των φυσικών νόμων.
Της ανθρώπινης λογικής. Των μέτρων του πολιτισμού κάθε εποχής. Αυτή είναι και η
οδός της αλήθειας. Ημέρα. Νικήτρια των συννέφων ότι δεν γίνεται να επικρατήσει.
Η ίδια η Εκκλησία και σ’ αυτό που φαίνεται, αλλά, κυρίως, σ’ αυτό που είναι η
φωνή που κηρύττει μετάνοια, ακεραιότητα, αγάπη και καλεί τον καθέναν μας όχι να
βγει κατ’ ανάγκην στην έρημο του κόσμου, αλλά να προσέλθει εν επιγνώσει ότι
στην ζωή της και το σκοτάδι ακόμη γίνεται φως.
Κάθε τι της ζωής, ν ιδωθεί στην προοπτική των εντολών του Θεού, βγάζει
μικρότερα ή μεγαλύτερα λυχνάρια τα οποία καθαρίζουν τις επιθυμίες μας από τον
εγωκεντρισμό, την πρόσκαιρη ηδονή, το αίσθημα ότι το σήμερα είναι το παν, η
στιγμή αξίζει πιο πάνω από το αιώνιο. Ο λόγος του Προδρόμου ακούγεται στην
Εκκλησία. Ας τον εγκολπωθούμε.
Κέρκυρα, 24
Ιουνίου 2018