10/26/16

Ο ΣΚΑΛΙΣΤΗΣ ΤΩΝ ΜΠΑΣΤΟΥΝΙΩΝ

Παρουσίαση του ομότιτλου βιβλίου
 του Νίκου Παργινού

Ο άνθρωπος αποτυπώνει στον τελειότερο βαθμό αυτό που ονομάζουμε «μυστήριο» στη ζωή. Δεν είναι μόνο η βιολογικά προγραμματισμένη εξέλιξή του, από τη σύλληψη στη γέννηση, την ανάπτυξη, την ωριμότητα και τον θάνατο, τα στάδια δηλαδή της ζωής. Είναι και ο εσωτερικός του κόσμος. Ο τρόπος που προσλαμβάνει τις εμπειρίες του. Τα συναισθήματά του. Η θέλησή του. Οι ιδέες και οι σκέψεις του. Η αναζήτηση της αλήθειας. Ο άνθρωπος είναι απρόβλεπτος κατά βάθος. Ακόμη κι αν βάλουμε τη ζωή του σε μικροσκόπιο και προσπαθήσουμε να καταχωρήσουμε ως δεδομένα τα αντανακλαστικά του, πάντα θα υπάρχει η πιθανότητα του αναπάντεχου. Η ομορφιά της έκπληξης και την ίδια στιγμή η αίσθηση του «γιατί;». Και είναι βέβαιο ότι ακόμη κι αν η πορεία του καθενός έχει συντεταγμένες που εικάζουν ή προδικάζουν την εξέλιξή του, υπάρχει εντός μας αυτό που ονομάζουμε «ψυχή». Η ψυχή δεν περικλείεται σε φόρμες. Γι’  αυτό και ο καθένας μας έχει τη μοναδικότητά του.
Ο άνθρωπος όμως χρειάζεται βοήθεια στη ζωή του. Δεν είναι μόνος του. Χρειάζεται «ράβδους», οι οποίες θα τον βοηθήσουν να διαμορφώσει τα βήμα του με τέτοιον τρόπο ώστε να παλέψει να βρει την μεγαλύτερη αλήθεια στη ζωή του, που είναι ο τρόπος της ευτυχίας. Αλλιώς, το νόημα που δίνει ευτυχία. Να ξέρει γιατί ζει. Η κοινωνία δίνει συμβατικές και κάποτε προκαθορισμένες απαντήσεις, έχοντας ως βάση τους θεσμούς της. Τον άνθρωπο βοηθούν η οικογένεια, το σχολείο, η θρησκεία, η πολιτική, η εργασία, οι παρέες του. Σήμερα και τα ΜΜΕ. Μέσα από αυτά τα θεσμικά, άτυπα ή επίσημα, μονοπάτια ο καθένας μας καλείται να χτίσει τη δυνατότητα να περπατήσει ως «δίπουν», κατά το αρχαιοελληνικό αίνιγμα της Σφίγγας. Και καθώς περνά ο καιρός, καλείται να σκαλίσει το δικό του μπαστούνι, με το οποίο θα στηριχτεί και πάλι όταν το ταξίδι στον χρόνο θα αρχίσει να πλησιάζει προς το τέλος, όταν θα γίνει «τρίπουν».  
Τα σκαλίσματα είναι τα «πολύτιμα» της ζωής του. Οι μορφές που τον σημάδεψαν εντός του. Οι εμπνεύσεις του. Οι σχέσεις για τις οποίες δεν μετάνιωσε. Ό,τι αισθάνθηκε ότι ομόρφυνε τη ζωή του. Εμπειρίες, εικόνες, καρδιοχτύπια, χαρές. Είναι ακόμη και ό,τι τον έκανε να πονέσει. Γιατί και ο πόνος σκαλίζει την καρδιά μας. Κάποτε πιο βαθιά από ό,τι η χαρά. Σημασία έχει να περάσει η ζωή με τέτοιον τρόπο ώστε να μπορείς να πεις ότι άξιζε. Βρήκα το νόημά μου. Γέμισε η ψυχή μου στο ταξίδι. Και έχω τα εφόδιά μου στο τέλος, ώστε οι μνήμες μου να μπορούν να με παρηγορούν.
Δύο είναι τα κύρια στοιχεία σ’  αυτή την πορεία. Τα όνειρα και οι άλλοι. Τα όνειρα έχουν να κάνουν με την μεταμόρφωσή μας. Ονειρεύομαι σημαίνει ελπίζω ότι θα γίνω αυτός που αισθάνομαι ότι είναι ο προορισμός μου. Αυτός δε χτίζεται χωρίς τα όνειρα. Αλλιώς, ο άνθρωπος «ρομποτοποιείται». Αφήνεται στις επιδράσεις του χρόνου, χωρίς να μπορεί να τον διαμορφώσει. Ο άνθρωπος μοιάζει με την κάμπια που ονειρεύεται ότι γίνεται πεταλούδα και εργάζεται για να φτάσει στην ώρα αυτή. Τα όνειρα είναι το καύσιμο της μεταμόρφωσης. Συχνά όμως γίνονται σκουπίδια. Οι περιστάσεις της ζωής, η διαμόρφωσή τους, που δεν είναι πάντοτε αυτόματη, αλλά συμπλέκεται με την υπερβολή ή με δυνάμεις που δεν έχουμε, η αδυναμία μας ή η έλλειψη αποφασιστικότητας να κοπιάσουμε στηριγμένοι σ’ αυτά, ο φόβος που κάποτε γίνεται ήττα, μας κάνουν να απογοητευόμαστε. Δεν είναι όμως αναγκαίο κάθε όνειρο να πραγματωθεί. Σημασία έχει να παράγουμε όνειρα. Να μην κοιμόμαστε παραδομένοι στο μαύρο. Τα όνειρα γίνονται τα μπαστούνια που μας βοηθούν αρχικά να ορθοποδήσουμε, αλλά και αυτά που μας κρατούνε νέους, ασχέτως ηλικίας. Γιατί ακόμη κι αν τα χρόνια περνούνε, αυτός που ονειρεύεται, από ένα ταξίδι μέχρι ένα χαμόγελο, από την ελπίδα ότι θα δει τα αγέννητα παιδιά του να λαμβάνουν σάρκα και οστά, μέχρι τα γεννημένα να του δίνουν καταξίωση, ίσως και μόνο με το γεγονός ότι υπάρχουν, εξακολουθεί να είναι νέος.
Υπάρχουν όμως και οι άλλοι. Συνήθως βλέπουμε τη ζωή μέσα από τα δικά μας μάτια. Μέσα από τις δικές μας ανάγκες, το τι είναι πολύτιμο για μας. Και ζητούμε από τους άλλους να θεραπεύσουν αυτές τις ανάγκες, να μας διακονήσουν, να γίνουν τα στηρίγματά μας. Κάποτε το αξιώνουμε γιατί νομίζουμε ότι το δικαιούμαστε. Ότι είμαστε προσωπικότητες. Ερωτεύσιμοι και επιλέξιμοι. Ότι έχουμε να δώσουμε στη ζωή και στον κόσμο. Και κάποιοι, επιτέλους, πρέπει να μας καταλάβουν και να μας συνδράμουν. Πόσο όμως είμαστε έτοιμοι να δούμε τη ζωή μέσα από τα δικά τους μάτια, μέσα από τα δικά τους όνειρα; Να δούμε γιατί εμείς καλούμαστε να γίνουμε το δικό τους στήριγμα και πόσο όμορφο είναι αυτό; Εκεί συνήθως αποτυγχάνουμε στις ανθρώπινες σχέσεις. Άλλοτε ακολουθώντας ένα αυτοκίνητο βιαστικό ή χωρίς δρομολόγιο, χωρίς σχέδιο πορείας, άλλοτε πιστεύοντας ότι η ζωή είναι επιβίωση, ηδονή, εξουσία, χρήμα και ύλη, άλλοτε παίρνοντας το ρίσκο να κολυμπάμε μόνοι μας, διαπιστώνουμε ότι δεν έχουμε δώσει τον χρόνο και τον χώρο στην ψυχή μας στους άλλους. Στα δικά τους όνειρα.  Κι εδώ έρχεται το σκάλισμα της αγάπης στα μπαστούνια της ζωής. Γιατί μόνο η έξοδος από το εγώ μας και η θέαση της ζωής μέσα από τα μάτια του άλλου, ακόμη κι αν δούμε κι αυτά που δεν μας αρέσουν ή δεν μας ταιριάζουν, είναι η βάση για να έχουμε αληθινά στηρίγματα.
Οι σκέψεις αυτές μου γεννήθηκαν καθώς διάβαζα το νέο βιβλίο του συγγραφέα και φίλου Νίκου Παργινού, Ο σκαλιστής των Μπαστουνιών (εκδόσεις Φιλύρα). Δεν είναι μυθιστόρημα, αλλά ιστορίες – διηγήματα βασισμένα σε ντουέτα όσον αφορά στην οπτική τους. Τα ίδια γεγονότα, ιδωμένα από τις δύο πλευρές. Του πρόσφυγα-  μετανάστη από το εξωτερικό και του πρόσφυγα – μετανάστη στη χώρα μας, όπως μας έχει οδηγήσει να αισθανόμαστε η κρίση που ζούμε. Του ζευγαριού των ερωτευμένων που διαπιστώνουν ότι το μόνο που μένει πλέον είναι ο αποχαιρετισμός στα απόνερα των εγωισμών. Του αφηγητή που γίνεται μέσα στον χρόνο ακροατής και το αντίστροφο. Του επαναστάτη που δε χαρίζει τα όνειρά του και του σκουπιδιάρη που βλέπει τα όνειρά του και τη ζωή του να γίνονται σκουπίδια. Του γέρου που χαρίζει το κεχριμπάρι του και εκείνου που σκαλίζει τα μπαστούνια του.
  Με τη χαρακτηριστική εκφραστικότητα του ο Νίκος Παργινός, ο οποίος ξέρει να διηγείται ιστορίες, κάνει απόπειρα να γράψει πιο εσωτερικά, να μιλήσει μέσα από την ψυχή των συγγραφικών ηρώων του, να δέσει με γνώμονα την μεταμόρφωση, την αλλαγή, το σκάλισμα της ύπαρξης στον χρόνο την αναζήτηση νοήματος. Τον παράδεισό του, που περνά από έναν έρωτα ανεκπλήρωτο, που αναζητεί πατρότητα για να κατοχυρώσει τη  δημιουργία, αλλά και σταθμούς για να αποθαυμάσουμε την ομορφιά της ζωής. Η μεταμόρφωση δεν μπορεί να έρθει στην ταχύτητα, την εναλλαγή, όταν μένεις μόνο στο «εγώ». Χρειάζεται να μπορείς με όλο τον κόσμο να βλέπεις την ανατολή συγκεκριμένη ώρα. Να μπορείς να σταθείς στο ξεκίνημα μιας μέρας όποιος κι αν είσαι, ό,τι κι αν κάνεις, σε κάποιες σταθερές. Τη συλλογικότητα. Την αγάπη. Τη φιλοξενία και την έγνοια για τον άλλον. Την καταγραφή εμπειριών και τον εφοδιασμό της μνήμης όχι μόνο από σένα, αλλά και από εκείνους. Και ακόμη κι αν δεν μπορέσεις να μείνεις στην ουτοπία αυτού του παραδείσου, έτσι σοφός που έγινες, να καταλάβεις η Ιθάκη τι σημαίνει.
Αυτός είναι και ο δρόμος της Εκκλησίας. Μέσα από την αυθεντική σχέση με τον Χριστό να  μπορείς να δεις τον κόσμο και τους άλλους με «συμπάθεια». Ο λόγος του Χριστού είναι καταπληκτικός: «Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να συμπεριφέρεστε κι εσείς σ’  αυτούς» (Λουκ. 6,31). Αν σκεφτόμασταν πώς θέλουμε οι άνθρωποι να μας φέρονται, μόνο έτσι θα κάναμε το βήμα να μπούμε στη θέση τους. Να πραγματώσουμε την έξοδο από το «εγώ» μας, την αγάπη. Όχι επικοινωνιακά και για ιδιοτέλεια, αλλά με βαθύ ενδιαφέρον για το πρόσωπο του άλλου, τα όνειρά του, τις ανάγκες του. Εκεί είναι το ουσιώδες του λόγου του Χριστού. Δείτε τον άλλον ως πρόσωπο. Προσπαθήστε να καταλάβετε πώς σκέφτεται και τι ζητά. Πώς θα ήθελε να του φέρεστε. Μην έχετε γνώμονα το «εγώ», αλλά το «συ». Αυτό είναι άνοιγμα στην αλήθεια του άλλου. Έτσι παύουμε να έχουμε ψευδαισθήσεις για το ποιος είναι και τι ζητά, παύουμε να προβάλουμε σ’  αυτόν ό,τι νομίζουμε εμείς ότι είναι και θέλει.
 Και την ίδια στιγμή αυτή η αυθεντική σχέση μας κρατά νέους, διότι μας επιτρέπει να ξαναδοκιμάζουμε. Δεν κουραζόμαστε να αγαπούμε, δεν κουραζόμαστε να χτίζουμε και την ίδια στιγμή παλεύουμε να ονειρευόμαστε. Κρατούμε μνήμες και την προσδοκία της Βασιλείας των ουρανών που είναι η αγάπη και μόνο αυτή. «Η ράβδος σου και η βακτηρία σου αύται με παρεκάλεσαν» (Ψαλμ. 22,4). Αυτά είναι τελικά τα μπαστούνια. Προστασία από τις επιθέσεις της ζωής, στήριγμα για τις δυσκολίες του εαυτού μας και στήριγμα για τον δρόμο, για να μην αποκάμουμε και χάσουμε τον προορισμό μας. Αυτός είναι  τρόπος της πίστης.
Το μπαστούνι είναι ξύλινο. Υποδηλώνει έμμεσα τον σταυρό του Χριστού, αλλά και κάθε σταυρό στη ζωή μας. Γιατί μέσα από τον σταυρό έρχεται ο παράδεισος. Αυτόν που ο Νίκος Παργινός μάς βάζει να ονειρευόμαστε στην πρώτη ιστορία. Η αιωνιότητα μπορεί να έχει την μορφή του «θηλυκού». Της αγάπης και της δοτικότητας. Της θέασης της ομορφιάς. Όμως απαιτεί «αρσενικές» ψυχές, δηλαδή κόπο και αγώνα να κολυμπήσεις και να φτάσεις μέχρις εκεί. Να σηκώσεις τον σταυρό σου και να βοηθήσεις και τους άλλους να σηκώσουν τον δικό τους. Και να είσαι στηριγμένος στα εφόδια της παράδοσης, των αξιών, του νοήματος, για να μη χάσεις την ουσία του μυστηρίου, που είναι για τον άνθρωπο η ανα- νοηματοδότηση του χρόνου. Ο χρόνος φέρνει ευτυχία στην αιωνιότητα. Αυτή όμως δε θα πάψει ποτέ να ξεκινά από εδώ, από τα όνειρα, τους άλλους, την αγάπη!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Κέρκυρα, 24 Οκτωβρίου 2016