Ο άνθρωπος θέλει να ανεβεί ψηλά. Να προχωρήσει στη ζωή του. Με το μυαλό του και τα χαρίσματά του, με το «έχειν» του, με τη δυνατότητα να παρακολουθεί την πρόοδο του πολιτισμού, με την επιλογή της εύκολης ηδονής την οποία θεωρεί δικαίωμά του, αισθάνεται ότι όχι μόνο θέλεις, αλλά και μπορεί να ανεβεί ψηλά. Να «φτάσει στον Θεό», όπως λέει ένα σύγχρονο τραγούδι. Δε συνειδητοποιεί όχι ότι ο Θεός είναι ψηλά, αλλά ότι έχει ήδη κατεβεί στη γη. Έχει γίνει άνθρωπος, για να ανεβάσει τον άνθρωπο στον ουρανό. Και δεν είναι μεταφορική αυτή η εικόνα. Είναι πραγματική. «Ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν ει μη ο εκ του ουρανού καταβάς, ο υιός του ανθρώπου ο ων εν τω ουρανώ» (Ιωάν. 3, 13). «Κανένας δεν ανέβηκε στον ουρανό παρά μόνο ο Υιός του Ανθρώπου, που κατέβηκε από τον ουρανό και που είναι στον ουρανό».
Ο λόγος της πίστης είναι ανατρεπτικός. Διαλύει τις αυταπάτες της αυτοθέωσης. Στον ουρανό ανεβαίνει αυτός που μπορεί να υπερβεί τις διαστάσεις της φύσης του. Όχι μόνο την βαρύτητα, τον χρόνο, τον εγκλωβισμό στο πεπερασμένο της φθαρτότητας. Στον ουρανό μπορεί να ανεβεί αυτός που θα ζήσει για πάντα με τον τρόπο του ουρανού. Κι αυτό δεν είναι φύση αλλά δωρεά χάριτος. Δεν είναι η αμαρτία μόνο που μας εμποδίζει να ανεβούμε στον ουρανό. Η υπερηφάνεια. Η άγνοια. Είναι το ξαστόχημά του προσανατολισμού μας. Η άρνηση της καταγωγής μας, ότι είμαστε παιδιά του Θεού και μέσα από τη σχέση μαζί Του μπορούμε να ξαναβρούμε τον δρόμο για τον ουρανό. Σπαταλούμε τη ζωή μας, τις στιγμές της, την ομορφιά γύρω μας, τους άλλους, τελικά και τον ίδιο τον εαυτό μας διότι αισθανόμαστε ότι είμαστε θεοί, ο κόσμος και τα πάντα περιστρέφονται γύρω από εμάς, ότι γνωρίζουμε την αλήθεια και ότι είμαστε η αλήθεια, αλλά η ήττα μας από την φύση και τον χρόνο είναι δεδομένη.
Κι όμως, υπάρχει ο τρόπος το αίτημά μας να εκπληρωθεί. Διότι είναι δωρεά στην ύπαρξή μας η δίψα για ουρανό. Γι’ αυτό πλαστήκαμε από τον Θεό. Για να ζήσουμε αιώνια. Και η αιωνιότητα δεν μπορεί να δοθεί στον παρόντα φθαρτό κόσμο. Η αιωνιότητα έρχεται από το μέλλον. Και το μέλλον έχει μία μεγάλη απάντηση. Την αγάπη. Η αγάπη μας δίνει την αιωνιότητα και μας ανεβάζει στον ουρανό. Μόνο που δεν είμαστε μόνοι στον δρόμο αυτό. Έχουμε οδηγό τον Υιό του Θεού που έγινε υιός του ανθρώπου και ο οποίος όντας φύσει στον ουρανό και πληρώνοντας τα πάντα, προσλαμβάνει και τη δική μας φύση, ώστε να μας δείξει τον τρόπο της θέωσης. Τον τρόπο του ουρανού. Αρκεί να πιστέψουμε και να Τον ακολουθήσουμε στην πράξη.
Ο τρόπος είναι ο Σταυρός. Παραίτηση από την προτεραιότητα του θελήματός μας, όχι άρνησή του, διότι αν δεν θέλεις, τίποτε δε γίνεται. Οικείωση του θελήματός Του. Δηλαδή της αγάπης. Η αγάπη δίνει διάρκεια στην ύπαρξή μας. Η αγάπη ως διαθεσιμότητα στον άλλο. Η αγάπη ως προσευχή. Η αγάπη ως συγχώρεση και πλατυσμός της καρδιάς. Η αγάπη ως ειλικρίνεια. Η αγάπη ως παραίτηση από την προτεραιότητα του εγώ. Η αγάπη ως άρνηση να χρησιμοποιήσουμε τον άλλο και ως ανάληψη της ευθύνης γι’ αυτόν. Η αγάπη ως εμπιστοσύνη στον ουρανό. Η αγάπη ως ελεημοσύνη, αλλά και ως αποδοχή της ελεημοσύνης των άλλων. Όχι επειδή μας συμφέρει, αλλά ως αποδοχή του ότι γι’ αυτό πλαστήκαμε. Και την ίδια στιγμή η αγάπη ως η οδός που νικά τον θάνατο. Ακόμη κι αν αυτός φαίνεται επώδυνος και βασανιστικός. Κανένας σταυρός δεν έχει επάνω του την ευχαρίστηση, αλλά τον πόνο. Ο πόνος όμως αυτός αγιάζει και λυτρώνει όποιον δεν έχει παραιτηθεί από την δίψα του ουρανού. Όποιον δεν έχει αποφασίσει ότι είναι μόνο χώμα και στο χώμα θα πάει, καταδικάζοντας σε θάνατο και τις μνήμες του, διότι πιστεύει ότι δε θα τον συνοδεύσουν σε μία αιωνιότητα που γι’ αυτόν δεν υπάρχει. Η μεγαλύτερη και τραγικότερη αυταπάτη.
Ζούμε σε μια πραγματικότητα στην οποία ο άνθρωπος δεν συνειδητοποιεί εύκολα τα όρια του, παρά μόνο μπροστά στον θάνατο. Ο πολιτισμός μας και οι δωρεές της ζωής, τα επιτεύγματά μας και οι ρυθμοί μας, η αίσθηση ότι το «έχειν» είναι το παν, σωματικά και πνευματικά, και το κατέχειν τους άλλους νοηματοδοτεί τη ζωή μας, μας πάει στον Θεό, μας κρατούν δέσμιους της αυτοθέωσης. Η Εκκλησία, δείχνοντας τον δρόμο του Σταυρού, μας προετοιμάζει για τον αληθινό τρόπο του ουρανού, που τελικά κρύβει την χαρά της κοινωνίας με Αυτόν που κατέβηκε στη γη. Και γι’ αυτό στους ναούς μας σπουδάζουμε αυτή την κάθοδο. Μέσα από το φως, άλλοτε λιτό και άλλοτε μεγαλόπρεπο, που πηγάζει όμως από την αρχιτεκτονική που το ζητά. Μέσα από την εικονογράφηση, με τις μορφές των αγίων που ξεκινούν μαζί με μας να ανεβαίνουν για να συναντήσουν τον Παντοκράτορα. Και με την ελπίδα του κεριού και του λιβανιού να ανεβαίνει κι αυτή. Ο Σταυρωθείς υψώθηκε για να μας δείξει την οδό. Και όλα μας ακολουθούν τον δικό Του τρόπο. Και οι καρδιές μας, όσο πιστεύουμε.
Κέρκυρα, 11 Σεπτεμβρίου 2016