Αγαθή συγκυρία έκανε να συμπίπτει η Κυριακή του Θωμά με την μνήμη του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Από την μία ο μαθητής ο οποίος αμφισβήτησε την ανάσταση του Χριστού και κλήθηκε να ψηλαφήσει τον Αναστημένο Κύριο, για να ομολογήσει «ο Κύριός μου και ο Θεός μου», και από την άλλη, ο ευαγγελιστής της αγάπης, ο οποίος ξεκινά την πρώτη από τις τρεις καθολικές επιστολές του με την περίφημη φράση: «ό ην απ’ αρχής, ό ακηκόκαμεν, ό εωράκαμεν τοις οφθαλμοίς ημών, ό εθεασάμεθα και αι χείρες ημών εψηλάφησαν, περί του λόγου της ζωής και η ζωή εφανερώθη, και εωράκαμεν και μαρτυρούμεν και απαγγέλομεν υμίν την ζωήν την αιώνιον, ήτις ην προς τον πατέρα και εφανερώθη ημίν» (Α’ Ιωάν. 1, 1-2), δηλαδή «σας γράφουμε για τον Ζωοποιό Λόγο, που υπήρχε εξαρχής. Εμείς τον έχουμε ακούσει και τον έχουμε δει με τα ίδια μας τα μάτια. Μάλιστα τον είδαμε από κοντά, και τα χέρια μας τον ψηλάφησαν. Όταν η ζωή φανερώθηκε, την είδαμε με τα μάτια μας. Καταθέτουμε λοιπόν τη μαρτυρία μας και σας μιλάμε για την αιώνια ζωή που ήταν με τον Πατέρα, φανερώθηκε όμως σ’ εμάς».
Λόγια συγκλονιστικά, τα οποία όμως εκφέρονται από πρόσωπα τα οποία υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες και κοινωνοί της σχέσης με τον Αναστημένο Χριστό. Δεν είναι πεποιθήσεις περί Χριστού. Δεν είναι ιδέες και φιλοσοφίες. Είναι η προσωπική εμπειρία. Γι’ αυτό δεν χωρά συζήτηση περί της αυθεντικότητας της. Η όποια συζήτηση μπορεί να γίνει στο πεδίο της πίστης. Κατά πόσον η εμπειρία είναι αληθινή. Και η εμπειρία αυτή έχει να κάνει με το γεγονός της Αναστάσεως, όχι με την ζωή που οι μαθητές έζησαν κοντά στον Χριστό. Η ιστορικότητα του προσώπου του Κυρίου δεν αμφισβητείται. Η πίστη ότι είναι ο Αναστημένος Θεός έχει να κάνει με τον καθένα μας. Και οι δύο απόστολοι τολμούν και δίδουν τη δική τους αυθεντική μαρτυρία, όπως την έδωσαν και οι υπόλοιποι που Τον είδαν, συνομίλησαν, συνέφαγαν, Τον άκουσαν να διδάσκει και πάλι τη πλήρη αλήθεια και αποκάλυψη για το πρόσωπό Του, είδαν τα σημάδια από τα καρδιά και τη λόγχη να είναι χαραγμένα στο σώμα Του και μ’ αυτά να ανεβαίνει στον ουρανό. Είναι η μαρτυρία της πρώτης Εκκλησίας, η οποία δε στηρίχτηκε μόνο στις εμπειρίες των αποστόλων, αλλά και σε εκείνους και εκείνες που έζησαν με τον Χριστό τόσο στο έργο Του εν τω κόσμω, όσο και μετά την Ανάστασή Του και αποτέλεσαν επιπλέον μάρτυρες της αλήθειας. Αλλά και σύμπασα η Εκκλησία, δια των Αγίων της, μαρτυρεί στους αιώνες το μήνυμα της αναστάσιμης χαράς.
«Εωράκαμεν», λέει ο Ιωάννης. Στην Ανάσταση συμμετέχουν οι ανθρώπινες αισθήσεις. Την Ανάσταση την προσλαμβάνουμε και με το σώμα μας και όχι μόνο με το πνεύμα μας. Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός μας καλεί σε μία νέα σχέση τόσο με τον εαυτό μας όσο και με τον συνάνθρωπο και τον κόσμο. Το σώμα μας δεν είναι αμαρτωλό, δεν είναι περιφρονητέο, δεν είναι υποδεέστερο του πνεύματος. Αφού ο Χριστός ζητά και αφήνεται να Τον δούμε με τα σωματικά μάτια, να Τον ακούσουμε με τα αυτιά μας, να Τον ψηλαφήσουμε με την αφή μας, αυτό σημαίνει ότι το σώμα έχει ευλογία από τον Θεό. Και το δικό μας σώμα λοιπόν καλείται να γίνει μάρτυρας της Ανάστασης.
Αυτό επιτυγχάνεται πρωτίστως με την μετοχή μας στο ποτήριο της Ευχαριστίας, στο οποίο κοινωνούμε το Σώμα του Χριστού, γευόμενοι της πηγής της αθανασίας. Ο άρτος και ο οίνος δε λειτουργούν ως υλικά στοιχεία, αλλά έχουν μεταβληθεί με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος σε σώμα και αίμα του Αναστημένου Χριστού. Επιτυγχάνεται ακόμη με τη θέα του φωτός και του κάλλους με το οποίο ο Θεός έχει προικίσει τον κόσμο. Το φως είναι υλικό. Όμως εικονίζει και το πνευματικό φως, τη χαρά και την αισιοδοξία δια της οποίας ο Θεός μας βεβαιώνει ότι ο θάνατος νικήθηκε. Βλέποντας τα μεγαλεία της δημιουργίας, τις συνεχόμενες αναστάσεις της φύσης και την ανακαίνιση της ζωής, δεν μπορεί παρά κάποιος να δοξάσει τον Θεό για το σχέδιό Του και να αισθανθεί ότι αν για τον κόσμο ο Θεός έχει δώσει τέτοια ευλογία, πόσο μάλλον για τον άνθρωπο. Αλλά το δικό μας σώμα γεύεται τον τρόπο της ανάστασης δια της τιμής των λειψάνων των Αγίων. Ο ασπασμός και η προσκύνησή τους είναι σημείο της τιμής και της μετοχής στην ανάσταση. Διότι δεν είναι οστά νεκρών, αλλά ζώντων. Θαυματουργούν. Ελεούν. Προσεύχονται για μας. Μένουν ζώντες στις καρδιές και τη μνήμη μας. Δίνουν τα ονόματά τους στους ανθρώπους. Με τη ζωή και το θάνατό τους δείχνουν ότι υπάρχει ελπίδα και νόημα. Αναστάσιμο.
«Μαρτυρούμεν», λέει ο Ιωάννης. Δεν αρκεί απλώς η μετοχή των αισθήσεων. Η μαρτυρία της Αναστάσεως δίνεται από τον άνθρωπο ο οποίος προσπαθεί στη ζωή του να αγωνιστεί, ώστε να νικηθεί το κακό και ο θάνατος, όπως κι αν αυτός εκφράζεται. Να νικηθεί ο θάνατος της αμαρτίας, ως χωρισμού από τον Θεό. Ο θάνατος του μίσους ή της αδυναμίας της αγάπης να κυβερνήσει την ύπαρξη. Ο θάνατος που γεννιέται από τον φόβο. Ο θάνατος ως αίσθηση ανυπαρξίας. Ο θάνατος ως απελπισία για τα όσα ο κόσμος υπόσχεται και δεν μπορεί να πραγματοποιήσει. Ο θάνατος των σταυρών που αποκρύπτουν ότι το μνήμα σε λίγο θα είναι κενό. Ο θάνατος της αδυναμίας για συγχώρεση και της επιλογής για εκδίκηση. Αυτή η μαρτυρία δίνεται από όποιον θέλει να είναι χριστιανός στο ήθος και τον τρόπο της Εκκλησίας. Στα μυστήρια, αλλά και στη συνάντηση με τον πλησίον, που γίνεται αφόρμηση ανάστασης για κάθε σχέση.
«Απαγγέλομεν υμίν ζωήν την αιώνιον», λέει ο Ιωάννης. Αν σε κάτι ξεχωρίζουμε οι χριστιανοί από τις άλλες θρησκείες, είναι η αναγγελία και η υπόσχεση και η βίωση της αιωνιότητας. Οι θρησκείες μιλούν άλλες για απολαύσεις της ψυχής, άλλες για μετενσαρκώσεις για να καθαριστεί η ψυχή από το κακό προσλαμβάνοντας άλλο σώμα, άλλες για παρουσία πνευμάτων ανάμεσά μας, όμως καμία δεν δίδει την απαγγελία της αιωνιότητας με τον Θεό. Οι θεότητες των άλλων θρησκειών δίδουν στους πιστούς τους χαρές, αλλά δεν είναι μαζί τους. Δεν κοινωνούν το φως και τη χαρά και την αγάπη πρόσωπο προς πρόσωπο, όπως γίνεται στη δική μας πίστη. Δια του Προσώπου του Αναστημένου Θεανθρώπου σωζόμαστε και ως πρόσωπα βιώνουμε την αιωνιότητα όντας σε κοινωνία με τον Χριστό. Δεν είναι ένας Θεός που μας αφήνει μόνους ή έστω με τα αγαθά μας ή με τους σταυρούς μας, αλλά ο Θεάνθρωπος Λυτρωτής ο Οποίος είναι πάντοτε παρών μαζί μας πάσας τας ημέρας.
Αυτή είναι η εμπειρία της Εκκλησίας την οποία καλούμαστε να ψηλαφήσουμε, να ζήσουμε, να χαρούμε στο φως της Ανάστασης, μαζί με τους μαθητές και τους αγίους μας!
Χριστός Ανέστη!
Κέρκυρα, 8 Μαΐου 2016