Δύο από τους ωραιότερους χαρακτηρισμούς που ο υμνογράφος του Ακαθίστου Ύμνου αποδίδει στην Υπεραγία Θεοτόκο είναι αυτοί που την ονομάζουν «όχημα» και «οίκημα». Το όχημα δεν είναι απλώς ένα μεταφορικό μέσο. Έχει να κάνει και με το πρόσωπο το οποίο είναι εποχούμενο, είτε αυτό είναι οδηγός είτε επιβάτης. Το όχημα δεν έχει «εγώ». Υπάρχει για να διακονεί. Και η διακονία του φτάνει μέχρι το τέλος του χρόνου, μέχρι να νικηθεί από την φθορά. Το όχημα είναι πάντοτε όχημα. Το οίκημα πάλι είναι και ο χώρος στον οποίο κάποιος κατοικεί, αλλά έχει να κάνει και με το πρόσωπο ή τα πρόσωπα τα οποία κατοικούν στο οίκημα. Και αυτό υπάρχει όχι για το «εγώ» του, αλλά για να μπορούν όσοι κατοικούν εν αυτώ να αισθάνονται ασφαλείς, να μπορούν να χαίρονται και να δημιουργούν, να ξεκουράζονται, να ετοιμάζονται για την πορεία της ζωής τους, να αναπτύσσουν σχέσεις. Και το οίκημα υπάρχει για να διακονεί. Μέχρι το τέλος χρόνου, μέχρι να νικηθεί κι αυτό από την φθορά.
Η Παναγία ως όχημα και ως οίκημα συνδέεται με τον Χριστό. Μάλιστα, ο υμνογράφος αναφέρει, επισημαίνοντας το θαυμαστό, ότι είναι όχημα Εκείνου που εποχείται στα Χερουβείμ, στον ουράνιο κόσμο. Δείχνει με τον τρόπο αυτό ότι ο Κύριος κατοίκησε στην μήτρα της, ενώ είχε τις ουράνιες Δυνάμεις ως όχημά Του. Παραιτήθηκε δηλαδή από την αποκλειστικότητα της θεϊκής Του φύσης και προσέλαβε και την ανθρώπινη. Και διάλεξε την Υπεραγία Θεοτόκο ως όχημά Του, καθιστώντας την εκπρόσωπο όλου του ανθρώπινου γένους σε μία νέα συμφωνία, καινή διαθήκη, την οποία βιώνουμε στην Εκκλησία. Ότι δηλαδή οι άνθρωποι μπορούμε να γίνουμε κι εμείς οχήματα του Θεού. Να μεταφέρουμε τον λόγο Του. Να μεταφέρουμε την αγάπη Του. Να μεταφέρουμε το μήνυμα της άφεσης των αμαρτιών και της ελπίδας σε όλο τον κόσμο. Να μεταφέρουμε την αλήθεια και τη χαρά της αιωνιότητας. Να μεταφέρουμε την υπέρβαση της μοναξιάς. Να μεταφέρουμε τόσο τον εαυτό μας όσο και τους συνανθρώπους μας με τους οποίους αναστρεφόμαστε στην οδό της ανάστασης. Αλλά και ως οίκημα η Παναγία έγινε κατοικητήριο και μάλιστα το πλέον άριστο που θα μπορούσε να γίνει Αυτού που κατοικεί στα Σεραφείμ, αναπαύεται στις ουράνιες Δυνάμεις. Έχει θρόνο τον ουρανό και υποπόδιο τη γη. Τον ξεκούρασε η Παναγία τον Θεό. Του έδειξε την αγάπη και τη στοργή. Τον μεγάλωσε και του έδωσε την αναγκαία ανθρώπινη ασφάλεια, διότι ό Χριστός ήταν τέλειος άνθρωπος κατά πάντα, δίχα αμαρτίας. Το ίδιο κι εμείς. Μπορούμε να γίνουμε κατοικητήριο του Θεού, μετέχοντας στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και αφήνοντας τον εαυτό μας να αγιαστεί από Εκείνον, για να βοηθήσουμε και τους άλλους να αγιαστούν με τη σειρά τους. Να γίνουμε κατοικητήριο φωτός, να φωτιστούμε και να φωτίσουμε. Να έχουμε επίγνωση ότι δεν αρκεί ο εαυτός μας, αλλά κληθήκαμε να αγαπάμε και να μοιραζόμαστε την Αλήθεια που κατοικεί εντός μας από τη στιγμή που βαπτιστήκαμε και εισήλθαμε στην Εκκλησία. να μην κλείνουμε την πόρτα της καρδιάς μας σ’ Αυτόν που κατοικεί εντός της εκδιώκοντάς Τον με την κακή χρήση της προαιρέσεως, με την ανταρσία των βιοτικών μεριμνών, με την κάθε είδους αμαρτία, αλλά κυρίως με τον φόβο ότι θα χάσουμε τη χαρά της εγκοσμίου πραγματικότητας αν αφήσουμε χώρο στον Θεό να κατοικεί εντός μας.
Ο πολιτισμός μας ζητά ανθρώπους οι οποίοι να είναι φερέφωνα ενός τρόπου ζωής χωρίς Θεό. Εκκοσμικευμένα άτομα, τα οποία δεν θα μεταφέρουν αγάπη, χαρά, ελπίδα, ανάσταση, αλλά έγνοια για τον εαυτό τους, φιληδονία, προσποίηση ότι δεν υπάρχει θάνατος και ότι όλα πρέπει να είναι μία ατέρμονη διασκέδαση, το «να περνάς καλά», ότι η ζωή είναι ο χρόνος που έχουμε σ’ αυτόν τον κόσμο. Ο πολιτισμός μας ζητά ιδιοκτήτες και όχι φιλοξενούντες. Ιδιοκτήτες των αγαθών και χρήστες τους αποκλειστικά για τον εαυτό μας και όχι φιλοξενούντες, έτοιμους να μοιραστούν κάθε τι που ο Θεός επέτρεψε να έχουν με τον πλησίον τους. Ιδιοκτήτες του εγώ, των συναισθημάτων, των σκέψεων, των επιθυμιών, ανθρώπους προσανατολισμένους στα υλικά, στην τεχνολογία, στα μηχανήματα παντός είδους και όχι διαχειριστές και προσφερόμενους στις σκέψεις, στα συναισθήματα, στα αγαθά να επιτρέψουμε να χωρούν οι άλλοι. να χαιρόμαστε να μοιραζόμαστε. Γιατί όταν κάποιος μοιράζεται δίνει ασφάλεια και δυνατότητα κοινωνίας με τους πλησίον του. Παύει να είναι μόνος του και δίνει την ευκαιρία και στους άλλους να μην είναι μόνοι. Αναπαύει και δίνει χαρά.
Η Παναγία παρέμεινε όχημα και οίκημα μέχρι το τέλος της επιγείου ζωής της. Αλλά παραμένει και σήμερα δικό μας όχημα και δικό μας οίκημα εφόσον πιστεύουμε στον Υιό και Θεό της, εφόσον είμαστε έτοιμοι να παραιτηθούμε από τη νοοτροπία του πολιτισμού μας να λειτουργούμε εκκοσμικευμένα και όχι Θεανθρωποκεντρικά, εφόσον κατανοήσουμε ότι το νόημα δε βρίσκεται στην ιδιοκτησία, αλλά στο μοίρασμα, την φιλόξενη καρδιά, την ετοιμότητα της αγάπης που ανοίγεται και νοηματοδοτεί αυτό που έχουμε ανάγκη: τη σχέση με τον Θεό και τους ανθρώπους που μας κάνει αληθινά χρήσιμους τόσο για τον εαυτό μας όσο και για τον κόσμο. Ας την παρακαλούμε στη ζωή της Εκκλησίας κι ας γίνεται και για μας το όχημα και το οίκημα, διδάσκοντάς μας τον τρόπο της δικής της ζωής.
Κέρκυρα, 1 Απριλίου 2016