Οι άνθρωποι προσδοκούμε από το Θεό αγαθά. Όταν Τον αναγνωρίζουμε ως τον Δημιουργό μας και την ίδια στιγμή ως Εκείνον ο Οποίος μπορεί να προσδώσει στη ζωή μας χαρά και υπέρβαση του όνου και της λύπης μας, είμαστε έτοιμοι να βρεθούμε κοντά Του, να Του δείξουμε με ταπείνωση ότι θέλουμε την χάρη και την βοήθειά Του και την ίδια στιγμή προσδοκούμε την θεραπεία για τις ασθένειές μας, την ενίσχυση στις δυσκολίες μας, την έξοδο από τις κρίσεις μας. Και τότε είμαστε έτοιμοι να αναφωνήσουμε, όπως οι δέκα λεπροί σε ένα χωριό ανάμεσα στην Σαμάρεια και την Γαλιλαία, οι οποίοι μόλις είδαν τον Ιησού να εισέρχεται στον τόπο τους, έσπευσαν να Τον προϋπαντήσουν και να του πούνε: «Ιησού, επιστάτα, ελέησον ημάς» (Λουκ. 17, 13).
Τρία είναι τα στοιχεία που περιλαμβάνονται σ’ αυτή την προσφώνηση. Οι λεπροί αποκαλούν τον Κύριο με το όνομά Του: « Ιησού». Ιησούς σημαίνει «ο Θεός που σώζει το λαό Του». Οι λεπροί αναγνωρίζουν στο πρόσωπο του Κυρίου τον Θεό που μπορεί να σώσει τους ανθρώπους, επομένως και τους ίδιους. Αποκαλώντας Τον με το όνομά Του, ακόμη, δείχνουν ότι θέλουν να έχουν μία προσωπική σχέση μαζί Του. Δεν είναι ένας ανώνυμος Θεός, αλλά Εκείνος που έχει πάρει σάρκα και οστά, για να σώσει τον κόσμο. Μέσα στον κόσμο, μέσα στο γενικό , συμπεριλαμβάνονται και εκείνοι, οι άνθρωποι που δοκιμάζονται. Οι λεπροί αποκαλούν τον Κύριο και με την ιδιότητά Του: « επιστάτα». Δεν είναι απλώς αυτός που έχει τους υπηρέτες σε σειρά και τους ελέγχει για την εργασία τους. Είναι Εκείνος που επιστατεί στην οικουμένη, Εκείνος που δείχνει σε όλο τον κόσμο τι καλείται να κάνει και ελέγχει την πρόοδο ή τις δυσκολίες και πτώσεις του καθενός. Δεν Τον ορίζει κάποιος επιστάτη. Είναι ο Θεός που αγαπά τους ανθρώπους, που έχει ορίσει καιρούς και χρόνους και την ίδια στιγμή επιβλέπει τη ζωή και τα έργα του καθενός. Δεν είναι το αφεντικό των δούλων, αλλά ο πρωτοστάτης στο έργο της σωτηρίας και της ίασης. Ο πρωτοστάτης της αγάπης. Εκείνος που στέκεται δίπλα σε όλους και ενδιαφέρεται για να εκπληρωθεί το έργο της θείας οικονομίας, που είναι η ανακαίνιση των πάντων και η επάνοδος του ανθρώπου στο «καθ’ ομοίωσιν». Οι λεπροί, τέλος, ζητούν και το ιδιαίτερο, το προσωπικό από τον Κύριο: «ελέησον ημάς». Δεν ζητούν την θεραπεία, αλλά το έλεος. Έχουν εμπιστοσύνη στον επιστάτη της ζωής τους ότι γνωρίζει τι είναι αυτό που επιθυμούν. Τους αρκεί το έλεός Του. Και νιώθουν ότι αυτό το έλεος συμπεριλαμβάνει την ίασή τους από την φρικτή ασθένεια.
Ο Χριστός ανταποκρίνεται στο αίτημα των λεπρών. Ως «Ιησούς» έχει την δύναμη να τους σώσει και να τους λυτρώσει, ακούει και σκέφτεται τι ζητάνε. Ως «επιστάτης» τούς υποδεικνύει τι πρέπει να κάνουν, να παρουσιαστούν στους ιερείς τους. Και ως «ελεήμων» προσφέρει και το έλεος και την ίαση. Μόνο που η στάση των εννέα αλλάζει αμέσως μετά την λήψη του αιτουμένου. Παρασυρμένοι από την χαρά της ευλογίας ξεχνούν και τα τρία στοιχεία της προσφώνησής τους. Δεν πηγαίνουν στον Κύριο για να τον ευχαριστήσουν που ως «Ιησούς», ως « επιστάτης», ως «ελεήμων» τους έδωσε την σωτηρία. Δεν δείχνουν ευγνωμοσύνη και αγάπη. Είναι σα να μην υπάρχει ο Χριστός πλέον στη ζωή τους. Μόνο ο Σαμαρείτης, ο ένας, καθιστά την προσφώνηση κίνηση διάρκειας και όχι πρόσκαιρης έκφρασης συμφέροντος. Δείχνει την αγάπη και την ευγνωμοσύνη. Και λαμβάνει από τον «Ιησού», τον «επιστάτη, τον «ελεήμονα» και νέα εντολή. Αυτή της επιβράβευσης της πίστης που γίνεται η αιτία για το νέο ξεκίνημα του πρώην λεπρού. Η αιτία της σωτηρίας και της διαρκούς κοινωνίας με το Θεό.
Ο Κύριός μας είναι πάντοτε έτοιμος να λειτουργήσει όπως η προσφώνηση των λεπρών μάς αποκαλύπτει. Οι δικές μας διαθέσεις είναι πρόσκαιρες. Και γι’ αυτό συνεχίζουμε τη ζωή μας, μετά από τις ευεργεσίες που λαμβάνουμε από Αυτόν σα να μην υπάρχει στην πορεία μας. Διότι η πίστη μας δεν είναι ισχυρή. Και αυτό το διαπιστώνουμε στην εποχή μας, οπότε πολλοί άνθρωποι επικαλούνται το Θεό, αλλά Τον ξεχνούν είτε λάβουν είτε δεν λάβουν αυτό που ζητάνε. Διότι απουσιάζει η προσωπική σχέση μαζί Του. Απουσιάζει η αίσθηση ότι Εκείνος στη ζωή της Εκκλησίας μάς δείχνει τι καλούμαστε να κάνουμε για να εκπληρώνουμε την αποστολή μας, που είναι τόσο η δική μας σωτηρία, όσο και η συμβολή στη σωτηρία του κόσμου. Απουσιάζει η ευγνωμοσύνη για το έλεός Του. Και όλα αυτά διότι μέσα στην καρδιά μας δεν υπάρχει έντονη η δίψα για την κοινωνία, τη σχέση μαζί Του.
Οι άνθρωποι αναζητούμε σωτήρες στη ζωή μας, διότι την βλέπουμε με κριτήριο το παρόν. Αναζητούμε εκείνους που θα μας αφήσουν να κάνουμε ό,τι θέλουμε και όπως θέλουμε. Αναζητούμε εκείνους που θα μας δώσουν ό,τι επιζητούμε, με κριτήριο το πρόσκαιρο. Αυτές οι αναζητήσεις μάς αποπροσανατολίζουν από τον δρόμο της Αλήθειας, που είναι η σχέση με το Θεό. Χρειάζεται πνευματική εργασία, αγώνας για αυτογνωσία και την ίδια στιγμή άνοιγμα της καρδιάς μας προς τον Κύριό μας, τον Ιησού, τον επιστάτη, τον ελεήμονα, για να μπορούμε και την καθημερινή μας πορεία να την δούμε με κριτήριο την σχέση μας μαζί Του, που μας καθαρίζει από κάθε ρύπο, σωματικό και ψυχικό, και μας δίνει την ευλογία της αιωνιότητας. Εκείνος στέκεται και περιμένει το αίτημα, την υπακοή και την επιστροφή. Την ζωή της ευχαριστίας και της αγάπης, όχι διότι το έχει ανάγκη, αλλά διότι εκεί βρίσκεται η αλήθεια της σωτηρίας μας. Ας υπερβούμε λοιπόν το πρόσκαιρο συμφέρον και ας Τον ακολουθήσουμε.
Κέρκυρα, 18 Ιανουαρίου 2015