Οι
άνθρωποι στην εποχή μας νιώθουμε έντονη την ανάγκη να έχουμε τη ζωή στα χέρια
μας. Να κάνουμε πράξη το θέλημά μας. Να
ελέγχουμε τόσο τον εαυτό μας όσο και τους άλλους με τους οποίους σχετιζόμαστε
και να μην χάνουμε την πρωτοβουλία των κινήσεων. Το βλέπουμε αυτό στην
καθημερινότητα των σχέσεών μας, στην αμεσότητα με την οποία κινούνται οι
περισσότεροι, κυρίως για την ικανοποίηση των επιθυμιών τους, για την απουσία
πολλές φορές ακόμη και της ευγένειας που επιβάλλει να είμαστε διακριτικοί και
να σεβόμαστε και τις επιθυμίες των άλλων. Όταν βάζουμε στόχους και δεν μπορούμε
να τους εκπληρώσουμε, τότε θυμώνουμε με τον εαυτό μας και τους άλλους, διότι
πιστεύουμε ότι αξίζουμε να πετύχουμε, ενίοτε κι αν οι στόχοι μας δεν
ανταποκρίνονται ούτε στις πραγματικές μας ανάγκες ούτε στις πραγματικές
δυνατότητές μας. Εν τω μεταξύ και η επιστήμη έχει συμβάλει στο να θεωρούμε ότι
τα πάντα εξαρτώνται από εμάς, από τον άνθρωπο και το τι αυτός επιδιώκει.
Γι’ αυτό και η σχέση των
ανθρώπων με το Θεό και την Εκκλησία δεν είναι ελκυστική. Οι άνθρωποι αφήνουμε
την πίστη στην άκρη. Διαλέγουμε να ασχολούμαστε με τις εργασίες μας, με τις
επιθυμίες των αισθήσεων, με τις βιοτικές μέριμνες και τις μέριμνες των σχέσεών
μας και αν μείνει χρόνος ασχολούμαστε με το Θεό. Και ενώ για όλα τα ζητήματα
θέλουμε εμείς να έχουμε τον έλεγχο της ζωής, όταν έρχεται η ώρα της θέασης του
τρόπου με τον οποίο καλούμαστε να δείξουμε ότι επιλέγουμε να έχουμε σχέση με το
Θεό, τότε περιμένουμε τα πάντα από το Θεό να είναι έτοιμα, ενώ, συνήθως, δεν είμαστε εμείς έτοιμοι να ανταποκριθούμε
στην δική Του αγάπη, ακόμη κι αν «ήδη έτοιμα εστί πάντα» (Λουκ. 14, 17). Δεν θεωρούμε
την σχέση μας με το Θεό ελκυστική. Δεν είμαστε έτοιμοι να κοπιάσουμε γι’ αυτήν. Την περιορίζουμε σε ελάχιστο χρόνο την
ημέρα ή την εβδομάδα, ενίοτε και μόνο σε περιόδους εορτών ή δοκιμασιών. Αλλά
και όταν διαπιστώνουμε ότι ο Θεός τα έχει όλα έτοιμα για εμάς, κι εκεί δεν
είμαστε έτοιμοι να πούμε ΝΑΙ στην πρόσκλησή Του.
«Ήδη έτοιμα εστί πάντα». Ετοιμάστηκε η σωτηρία μας με την ενανθρώπηση
του Κυρίου μας. Με το απολυτρωτικό Του έργο. Την διδασκαλία Του. Τον
Σταυρικό Του θάνατο, την ταφή και την Ανάστασή Του. Με την παρουσία της
Εκκλησίας στη ζωή του κόσμου. Με την δωρεά της αγιότητας και με την ελπίδα της
αιώνιας ζωής, αλλά και της προσωπικής μας ανάστασης. Δεν χρειάζεται να
κοπιάσουμε εμείς για να βρούμε δρόμους προς το Θεό και την Αλήθεια. Δεν μας
ζητείται ούτε να φιλοσοφήσουμε, ούτε να προβληματιστούμε για τον σκοπό της
ύπαρξής μας. Ο Θεός μας τα έχει δώσει όλα, χωρίς καν να τα ζητήσουμε. Διότι μας
αγάπησε και μας αγαπά τόσο, ώστε να στείλει τον Υιό Του για να γίνουμε ένα μαζί
Του.
«Ήδη έτοιμα εστί πάντα». Είναι στρωμένο το Δείπνο της Βασιλείας των
ουρανών. Τροφή το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Τροφή η αγάπη. Τροφή η
συνάντηση με τον Θεό και μεταξύ μας σε έναν κόσμο χαράς και αιωνιότητας. Η
απάντησή μας είναι όμως συνήθως το «έχε με παρητημένον». Μας κατατρώγουν οι
μέριμνες, οι επιθυμίες, οι προτάσεις του πολιτισμού που μας κάνουν να
αισθανόμαστε ότι αυτό το δείπνο είναι για το καλό του χρόνου, ότι είναι ένα
έθιμο το οποίο δεν χρειάζεται να το βιώνουμε συχνά για να μην χάσει δήθεν την αξία του, ότι έχουμε
και άλλες ανάγκες όπως η ξεκούραση, όπως η διασκέδαση, ότι ο λόγος και ο τρόπος
της Εκκλησίας είναι κουραστικά, διότι ακολουθούν την γλώσσα και τον τύπο μιας
άλλης εποχής και ο κόσμος μας σήμερα έχει αλλάξει. Το μόνο όμως που δεν πρόκειται
να αλλάξει ποτέ είναι η ανάγκη του ανθρώπου για αγάπη και κοινωνία. Έχοντας
όμως βάλει ως κέντρο της ζωής μας τον εαυτό μας, το άτομό μας, η
θρησκευτικότητα γίνεται γεγονός που περιορίζεται στην ατομικότητα και τις
ανάγκες της και δεν προεκτείνεται στην κοινωνία των προσώπων. Έτσι για τους
περισσότερους η Εκκλησία δεν είναι πρωτίστως συνάντηση προσώπων, είναι μία
βιαστική εκπλήρωση θρησκευτικών καθηκόντων και δεν υπάρχει η επιθυμία της
μετοχής στο ποτήριο της ζωής που δίνει στην πράξη την ενότητα που καλούμαστε να
βιώνουμε στην κοινωνία με το Θεό και μεταξύ μας.
«Ήδη έτοιμα εστί πάντα». Υπάρχει ακόμη και ο τρόπος να απαλλαγούμε από
το κακό στη ζωή μας. Να βρούμε τον δρόμο εκείνο ο οποίος μας κάνει να
αισθανόμαστε ότι δεν αξίζει να ανταποδίδουμε την αρνητικότητα, την εμπάθεια,
την απόρριψη από τους ανθρώπους, δεν αξίζει να νικιόμαστε από τους κακούς λογισμούς
που τυραννούν τις καρδιές μας, διότι το ένδυμα του δείπνου είναι πιο σπουδαίο
από κάθε εξωτερικό ρύπο, ο οποίος γίνεται εσωτερικός. Γιατί το κακό που έρχεται
εκτός μας, αλλοτριώνει και ρυπαίνει το έσωθέν μας. Και ο Θεός μας ετοίμασε δια
του Χριστού και της Αγάπης τον τρόπο και τον δρόμο να νικήσουμε το κακό. Κι
όμως εμείς ερωτοτροπούμε μαζί του, γιατί το θεωρούμε δικαίωμά μας και
ταυτόχρονα δίκιο μας. Έτσι, αρνούμαστε να ακούσουμε το χτύπημα της πόρτας της
καρδιάς μας και να επιτρέψουμε σ’ Αυτόν που μας αγαπά να εισέλθει εντός της και
να μας οδηγήσει στο Δείπνο που ο Ίδιος έχει ετοιμάσει.
«Ήδη έτοιμα εστί πάντα». Παρότι ο Θεός τα έχει ετοιμάσει, πλέον δεν
αναγκάζει κανέναν να εισέλθει στο δείπνο της Βασιλείας του. Άφησε τότε έξω
όλους εκείνους που θεωρούσαν προνόμιο την πρόσκληση, τους Ισραηλίτες αλλά και
τους κάθε λογής υπερήφανους και έχοντες την αίσθηση ότι ανήκουν στον περιούσιο
λαό Του, χωρίς όμως η καρδιά τους να το λέει. Ανάγκασε να εισέλθουν όλοι εκείνοι
οι οποίοι γίνονταν αντικείμενο περιφρόνησης από τους καθαρούς, που αποδείχτηκαν
ανέτοιμοι. Σήμερα μας καλεί να ετοιμαστούμε και να κάνουμε το βήμα της ευγνωμοσύνης
και της χαράς, για να συμμετάσχουμε στο δείπνο της Εκκλησίας. Την λειτουργική
της ζωή. Την αγάπη. Την κοινωνία με Θεό και ανθρώπους. Έτοιμα μπορεί να είναι
όλα. Μένει το δικό μας βήμα και την ίδια στιγμή η ετοιμασία της καρδιάς μας δια
της μετανοίας, της συγχωρήσεως, της ταπεινοφροσύνης και της αγάπης. Όλα αυτά
δεν προϋποθέτουν την άρνηση των βιοτικών μας, αλλά την σωστή ιεράρχησή τους.
Για να γίνουμε οι εκλεκτοί.
Κέρκυρα, 14 Δεκεμβρίου 2014