6/17/09

ΚΑΜΙΑ ΕΥΡΩΠΗ

Οι Ευρωεκλογές αποκάλυψαν για μία ακόμη φορά την ομφαλοσκόπησή μας. Ενώ ομνύουμε –ιδεολογικά τουλάχιστον-στην παγκοσμιοποίηση, στο μοντερνισμό μας, στην ανάγκη να υπερβούμε τα στενά γεωγραφικά μας σύνορα και να γίνουμε κοινωνία πολιτών, τώρα που μας δινόταν μία μοναδική ευκαιρία να διατυπώσουμε πρόταση για το ποιοι είμαστε και τι θέλουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εμείς φροντίσαμε να εκφυλίσουμε το διάστημα αυτό σε ανούσιες διαμάχες για τα καθ’ ημάς πολιτικά πράγματα. Με αστεία συνθήματα, όπως «Φιλάμε με τα μάτια κλειστά, ψηφίζουμε με τα μάτια ανοιχτά», «Με σύμμαχο εσένα», «Ψηφίζουμε για την Ευρώπη, αποφασίζουμε για την Ελλάδα, «Τιμώρησέ τους» και άλλα τοιαύτα, αποδείξαμε για μία ακόμη φορά την σύγχυση την οποία βιώνουμε σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο.
Δεν έχουμε πρόταση ως Έλληνες για την Ευρώπη. Δεν ξέρουμε γιατί βρισκόμαστε εκεί, παρεκτός για να καρπωνόμαστε τα χρήματα και τα «πακέτα» και να καμωνόμαστε πως είμαστε σπουδαίοι. Το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι τα καθ’ ημάς. Η διαχείριση της εξουσίας και της καθημερινότητάς μας. Χωρίς λογισμό και χωρίς όνειρο. Χωρίς προτάσεις. Χωρίς επίγνωση της ιστορίας, του παρελθόντος, της πολιτικής πρότασης της οποίας θα έπρεπε να είμαστε συνεχιστές. Χωρίς επίγνωση των θησαυρών που η παράδοσή μας κρύβει. Μόνη έγνοια η εξουσία ή η διαμαρτυρία ή τελικά η παραλία. Γι’ αυτό και δεν υπήρχε κανένα πολιτικό διακύβευμα στις κομματικές τοποθετήσεις. Γι’ αυτό και το debate ήταν μία άνοστη σούπα, όπου οι πολιτικοί αρχηγοί δεν φάνηκαν ικανοί ούτε να δικαιολογήσουν τουλάχιστον τις επιλογές τους. Και γι’ αυτό και το βράδυ των εκλογών έσπευσαν να μας δηλώσουν ότι προβληματίζονται για την αποχή. Προβληματίζονται για την άρνηση σχεδόν των μισών Ελλήνων να ψηφίσουν. Χωρίς όμως να επισημαίνουν ότι η απαξίωση της πολιτικής, η απαξίωση των ιδεών, η απαξίωση της Ευρώπης εξαιτίας τους και εξαιτίας των ΜΜΕ και των συμπαρομαρτούντων (εταιρίες δημοσκοπήσεων, δημοσιογράφοι, κομματικά επιτελεία, επικοινωνιολόγοι) ήταν τελικά η κύρια αιτία που οι εκλογές δεν ενδιέφεραν.
Κι όμως. Ήταν μία μεγάλη ευκαιρία οι Ευρωεκλογές που πέρασαν. Καθώς δεν θα έβγαινε κυβέρνηση από αυτές, θα έπρεπε οι πολιτικοί μας να θέσουν ξεκάθαρους προβληματισμούς στο λαό μας. Είναι αυτονόητο ότι θέλουμε να ανήκουμε στην Ευρώπη. Ως τι όμως; Ως συνδιαχειριστές ή ως ουραγοί του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι; Διαπιστώνουμε καθημερινά τα αδιέξοδα του παγκόσμιου τρόπου ζωής. Της ελεύθερης αγοράς, η οποία στηρίζεται στον καταναλωτισμό χωρίς όρια και η οποία ξεχνά να ενημερώσει τον άνθρωπο ότι η ποιότητα ζωής δεν μετριέται μόνο με το πόσα ξοδεύεις, αλλά με το τι προσφέρεις από την ψυχή σου. Τα αδιέξοδα ενός συστήματος το οποίο στηρίζει την ανάπτυξή του με βάση το πόσα αυτοκίνητα και πόσα ταξίδια μπορείς να κάνεις, τι θα φορέσεις, τι θα δεις, πόσο θα καπνίσεις, πόσους τουρίστες θα έχεις στον τόπο σου και όχι με το πόσο δεμένος με τη γη είσαι, πόσο αγαπάς την εργασία σου, πόσο μπορείς να ζήσεις με άνεση, χωρίς όμως πολυτέλεια, πόσο άφοβος μπορείς να είσαι μπροστά στην εγκράτεια, ή αλλιώς λιτότητα, πόσο μπορείς να μετρήσεις την πρόοδο με βάση τα γράμματα, την ευαισθησία, την ομορφιά και τον πολιτισμό σου. Τα αδιέξοδα ενός ήθους το οποίο θεοποιεί την αμαρτία, την ασυδοσία στις ανθρώπινες σχέσεις, που ομνύει στην εξάλειψη της φτώχειας, αλλά προκαλεί φτωχούς (με τον θρίαμβο των δανείων και την α-μετρία των τραπεζών) ή αδιαφορεί γι’ αυτούς (ανεργία, απολύσεις, μοναξιά). Που εμπνέει το όνειρο της επιβίωσης, της ελευθερίας, της ποιότητας ζωής σ’ εκείνους που γίνονται λαθρομετανάστες, αλλά δεν έχει τη διάθεση να αντιμετωπίσει σοβαρά τις ανάγκες τους όταν φτάνουν στις Ευρωπαϊκές χώρες.
Απέναντι σ’ αυτά τα αδιέξοδα έχουμε προτάσεις, οι οποίες πηγάζουν από την παράδοσή μας. Ακόμα κι αν δεν είναι εύκολο αυτός ο ρυθμός ζωής να ανατραπεί, οι προτάσεις αυτές μπορούν να μπολιάσουν την καθημερινότητά μας με έναν άλλο προσανατολισμό. Αντί να επενδύουμε στον παρασιτισμό, μπορούμε να ξαναβρούμε την αγάπη για τη γη και την προσωπική εργασία που θα αξιοποιήσει τις δυνατότητες για βιολογικές καλλιέργειες και οικολογική ανάπτυξη. Αντί να περιμένουμε από το κράτος να προσλάβει πτυχιούχους, να προσανατολιστούμε στην αξιοποίηση των χαρισμάτων με σωστές επιλογές σπουδών. Αντί να θεωρούμε πως η σωτηρία μας είναι το χρήμα, να μεταφέρουμε το κέντρο ζωής μας στον άνθρωπο, στην αγάπη, τη συμπαράσταση, την αληθινή φιλανθρωπία, τη ζεστασιά της ψυχής. Αντί να παλεύουμε για τεχνοκρατική παιδεία ή να είναι η σκέψη μας στο πόσα χρήματα πρέπει να δαπανήσουμε, να επενδύσουμε στην έμπνευση, την καλλιέργεια, το μεράκι ανθρώπων που αγαπούν αληθινά την παιδεία. Αντί να κατηγορούμε τη θρησκεία ως παράγοντα οπισθοδρόμησης, να εμπνευστούμε από την αγάπη, τη χαρά, την ταπείνωση, την αρετή, την πιστότητα που αυτή διδάσκει, ώστε να αλλάξουμε τις προτεραιότητες της ζωής. Δεν πείθεται π. χ. ο πλούσιος επιχειρηματίας να μην απολύσει τους εργαζόμενους με βάση χρηματοοικονομικά κριτήρια, αλλά εμπνέεται να περιορίσει τα δικά του κέρδη όταν μέσα του λειτουργεί η ανθρωπιά και η ανάγκη να δίνει χαρά σε πολλούς.
Η σύγχρονη Ευρώπη χρειάζεται μία πολιτική πρόταση η οποία θα στηριχτεί στην αλήθεια του εντός ανθρώπου. Που θα βάλει τον άνθρωπο και το περιβάλλον πιο πάνω από τα κέρδη. Χρειαζόμαστε ανθρώπους με όραμα. Ανθρώπους που θα εργαστούν με ειλικρίνεια, αποτυπώνοντας τις πραγματικές ανάγκες του κόσμου και που θα εμπνεύσουν με το παράδειγμά τους ανιδιοτέλεια, τόλμη, αγάπη. Χρειαζόμαστε πολιτικές οι οποίες δε θα εκμαυλίζουν τις συνειδήσεις των ανθρώπων, αλλά θα λειτουργούν στη βάση ότι αυτός που έχει, χρειάζεται να μάθει να μοιράζεται. Κι αυτό δεν επιβάλλεται μόνο με το νόμο ή το φόρο. Διδάσκεται με το παράδειγμα. την παιδεία, την πίστη.
Καμιά Ευρώπη δεν θα γίνει καλύτερη χωρίς ήθος. Στην Ελλάδα τα μεγάλα πολιτικά κόμματα αντί να ομφαλοσκοπούν και να ερίζουν για την εξουσία και τη διαχείρισή της ή για έναν στείρο εκσυγχρονισμό ή για επιστροφές στη δημαγωγία ή το αποτυχημένο παρελθόν, καλό θα ήταν να θέσουν τα πραγματικά ζητήματα με λογισμό, έμπνευση και ειλικρίνεια. Αλλιώς, η παραλία θα παραμένει η μοναδική απάντηση.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός