11/25/08

ΚΥΚΛΟΣ ΦΟΙΤΗΤΩΝ & ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ Ι.Μ.Κ.

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ & ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ

1. Το καπιταλιστικό σύστημα προέρχεται από την οικονομική δομή της νεωτερικής κοινωνίας. Κεφάλαιο υπήρχε πάντοτε. Στην αρχαιότητα το είχε συνήθως η πόλη-κράτος, στο Βυζάντιο η Αυτοκρατορία, το ίδιο και στην Δύση, ο βασιλιάς και οι αριστοκράτες. Με την δημιουργία όμως της αστικής τάξης και την εμφάνιση των εμπόρων και βιομηχάνων το κεφάλαιο διασπείρεται. Δεν είναι μόνο στο κράτος, αλλά και στους ιδιώτες. Είναι άλλο ο πλούσιος και άλλο ο κεφαλαιούχος. Ο πλούσιος της αρχαιότητας, του Βυζαντίου, της προνεωτερικής κοινωνίας διατηρεί το χρήμα για τον εαυτό του ή για να παρεμβαίνει στην εξουσία. Δεν επενδύει και δεν λειτουργεί ιμπεριαλιστικά στον τομέα της οικονομίας. Πλέον, με τον καπιταλισμό, το κεφάλαιο ασκεί εξουσία συγκεκριμένη, καθώς ελέγχει το ίδιο το κράτος, τόσο με την μορφή των τραπεζών, όσο και με την μορφή της συσσώρευσης των αγαθών τα οποία διασπείρονται στην αγορά και διατίθενται προς κατανάλωση. Το κεφάλαιο λειτουργεί αξιακά, παράγει τον υλικό πολιτισμό και οδηγεί τους ανθρώπους στο καταναλωτικό όνειρο.
2. Ο καπιταλισμός είναι γέννημα της δυτικής μεταφυσικής. Ο κεφαλαιούχος θεωρείται ευνοημένος από το Θεό και προορισμένος να σωθεί, σύμφωνα με τον Καλβινισμό. Γι’ αυτό και οι κεφαλαιούχοι δεν αισθάνονται τύψεις για την εκμετάλλευση των ανθρώπων.
3. Η Ορθοδοξία χωρίς να καταδικάζει την έννοια του κεφαλαίου, προτάσσει την έννοια της διαχείρισης των αγαθών και του χρήματος και όχι την έννοια της κατοχής. Γι’ αυτό άλλωστε, τονίζει ιδιαίτερα την έννοια της άσκησης και της λιτότητας στη ζωή μας, όπως επίσης και της φιλανθρωπίας. Για την Ορθοδοξία η απώλεια του πνευματικού προσανατολισμού του ανθρώπου που έρχεται ως συνέπεια της συσσώρευσης κεφαλαίων, όπως επίσης και η καπιταλιστική αναλγησία, αποτελούν ενδείξεις όχι ευλογίας του Θεού, αλλά κακής χρήσης των αγαθών. Γι’ αυτό ο φιλελευθερισμός χωρίς ανθρωπιά και αλληλεγγύη, ο ατομοκεντρισμός του καπιταλισμού και η πρόταξη της ατομικής ευτυχίας και η άρνηση της συλλογικής που καταξιώνει και το πρόσωπο δεν έχουν σχέση με την θεολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
4. Η κριτική των Μαρξ και Έγκελς στην αστική τάξη και το κεφάλαιο, παρά τις υπερβολές της, δεν παύει να είναι κοντά στις βασικές ορθόδοξες θέσεις για τον άνθρωπο και την πορεία του στον κόσμο. Για την Ορθοδοξία όμως η απάντηση στους προβληματισμούς των Μαρξ και Ένγκελς δεν είναι η επανάσταση ή η σύγκρουση προλεταριάτου και κεφαλαίου, αλλά η εκούσια παραίτηση από την αποκλειστικότητα της κατοχής των αγαθών και η φιλανθρωπία, όπως και το αξίωμα «ουκ επ’ ἀρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος».

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΣΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ: Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΕΛΕΗΜΩΝ
Ο άγιος Ιωάννης έκανε τη φιλανθρωπία κύριο μέλημα της ζωής του, ώστε η Εκκλησία μας να του δώσει και το τιμητικό προσωνύμιο του Ελεήμονος. Γεννήθηκε στην Άμαθούντα Η Αμαθους, ήταν η σημερινή Παλαιά Λεμεσός. Ο Ιωάννης κοντά στους γονείς του απέκτησε μια μόρφωση αληθινά αξιόλογη. Όταν πέρασε το κατώφλι της εφηβικής ηλικίας και μπήκε στη νεανική, οι γονείς του, μετά από αρκετές πιέσεις, τον έπεισαν, παρά τον βαθύ του πόθο να αφιερωθεί σε έργα υψηλότερα, έργα υπηρεσίας της Εκκλησίας, να δεχθεί και να αναλάβει τον ζυγό της οικογενειακής ζωής. Απέκτησε δύο παιδιά.
Τον Άγιο όμως τον περίμενε μεγάλη δοκιμασία. Πρώτα η σύζυγος κι ύστερα τα δύο παιδιά πέθαναν. Ο Ιωάννης έδειξε όμως όλο το ψυχικό του μεγαλείο. Πήρε την απόφαση να αφιερωθεί πια αποκλειστικά στη διακονία του θελήματος του Θεού και των αδελφών του Χριστού. Κι η απόφαση έγινε έργο. Οι πονεμένοι και οι βασανισμένοι, οι χήρες και τα ορφανά, οι φτωχοί και απόκληροι της ζωής γίνονται πια οι προστατευόμενοι του μεγάλου φιλάνθρωπου. Η φήμη του διαδίδεται παντού. Κάποτε χήρεψε ο πατριαρχικός θρόνος της Αλεξανδρείας. Πρόκριτοι και λαός με μια φωνή καλούν στην ιστορική θέση τον Ιωάννη. Ο πατρίκιος Νικήτας, έπαρχος της Αιγύπτου και εξάδελφος του αυτοκράτορας Ηρακλείου, μεταφέρει σ' αυτόν τη λαϊκή παράκληση. Ο αυτοκράτορας συγκατατίθεται, «και άκοντα προς τον θρόνον αναγαγείν τον Ιωάννην». Μόλις ανέβηκε στον θρόνο, η πρώτη του πράξη ήταν να συγκαλέσει σε σύσκεψη τους οικονόμους της Εκκλησίας και τους άλλους κληρικούς κι αφού τους μίλησε με τον ίδιο τρόπο, που ένας στοργικός πατέρας μιλά στα παιδιά του, τους ζήτησε. Τι νομίζετε; Να γυρίσουν όλη την πόλη και να καταγράψουν με το όνομά τους «όλους τους κυρίους και δεσπότας του».
Κύριοι και δεσπόται του Πατριάρχου ἠταν οι οι φτωχοί και οι ζητιάνοι της Αλεξάνδρειας. Σε λίγο καιρό η Αλεξάνδρεια γίνεται αγνώριστη. Νοσοκομεία, πτωχοκομεία, ξενώνες για τους περαστικούς, μαιευτήρια για τις άπορες μητέρες, ορφανοτροφεία για τα ορφανά κι απροστάτευτα παιδιά, συσσίτια για τους φτωχούς κι ένα σωρό αλλά έργα αγάπης προβάλλονται παντού. Η φιλανθρωπία οργανώνεται υποδειγματικά. Οι βοηθοί του Πατριάρχου εθελοντές χριστιανοί. Χτίζει καινούριους ναούς. Οργανώνει το κήρυγμα. Όταν ανέλαβε στα χέρια το πηδάλιο της Εκκλησίας των Αλεξανδρέων υπήρχαν μόνον επτά ναοί. Σε λίγο χρονικό διάστημα ο φλογερός ιεράρχης τους δεκαπλασίασε. Εβδομήντα ορθόδοξοι ναοί έχουν υψωθεί σε διάφορα μέρη της ξακουστής πόλεως, αληθινά στολίδια και λιμάνια παρηγοριάς και σωτηρίας ψυχών.
Για τη δημιουργία αυτής της κοινωνίας ο φλογερός Πατριάρχης προσφέρει τα πάντα. «Όλα για τους άλλους». Να το σύνθημα της ζωής του. Για τον εαυτό του δεν ξέρει να κρατήσει, παρά ό,τι του ήταν απαραίτητο για μια ζωή πολύ απλή και φτωχική. Ασκητικό το κελί του. Φτωχικό το φαγητό του. Τριμμένο το ράσο του. Ό,τι καλό και φανταχτερό το μοιράζει στους άλλους.
Κάποτε ένας πλούσιος που τον είχε επισκεφθεί κι είδε τη φτώχεια που επικρατούσε στο κελί του φιλάνθρωπου Επισκόπου, έσπευσε να αγοράσει πολύτιμο πάπλωμα και του το πήγε με την παράκληση να το κρατήσει και να προσεύχεται γι' αυτόν κάθε φορά, που θα το χρησιμοποιούσε. Η λεπτή ψυχή του Πατριάρχου συγκινήθηκε από την ευγενικιά και πλούσια προσφορά. Ωστόσο, η σκέψη του στρέφεται συνέχεια στους φτωχούς του. Το πρωί χωρίς να χάσει καιρό, παίρνει το πάπλωμα και το στέλλει στην αγορά για να πουληθεί. Κατά μια αγαθή σύμπτωση, από το κατάστημα που ήταν εκτεθειμένο το πάπλωμα για πώληση, πέρασε ο καλός δωρητής. Το είδε και το αναγνώρισε. Αντελήφθηκε τον σκοπό του Ιωάννη. Αγοράζει και πάλι το σκέπασμα και το ξαναστέλνει στον άγιο. Κι αυτός πρόθυμα το δέχεται τούτη τη φορά. Όχι για να το κρατήσει και το χρησιμοποιήσει. Αλλά για να τα πουλήσει και τα χρήματα να τα διαθέσει για τους φτωχούς του.
Την άλλη μέρα το πολύτιμο πάπλωμα στάλθηκε και πάλι στην αγορά. Ό πλούσιος δωρητής το βλέπει, το αγοράζει και το ξαναστέλνει για τρίτη φορά στον Πατριάρχη με την βαθιά παράκληση να το κρατήσει για να μην κρυώνει τη νύχτα. Κι ο καλοκάγαθος ιεράρχης τότε του απαντά με τη γνωστή χαριτωμένη διάθεση του: — «Για να δούμε, αδελφέ μου, ποιος απ' τους δύο μας θα κουρασθεί και θα παραιτηθεί πρώτος. Συ να τ' αγοράζεις και να μου το στέλνεις η εγώ να το παίρνω και να το πουλώ».
Στις αρχές του 7ου αιώνα (614 μ.Χ.) ο βασιλιάς των Περσών Χοσρόης με πολύ στρατό κατέλαβε την Ιερουσαλήμ. Η πόλη του Θεού παραδόθηκε χωρίς έλεος στη φωτιά και το μαχαίρι Χιλιάδες πιστοί φονεύθηκαν. Πρόσφυγες έρχονται στην Αλεξάνδρεια. Ο ελεήμων Πατριάρχης χωρίς να χάσει καιρό πνίγει τον ασήκωτο πόνο και ρίχνεται μ' όλη τη δύναμη της ψυχής του στο έργο. Οργανώνει συνεργεία και κατά ένα τρόπο εκπληκτικό δέχεται τους πρόσφυγες, τους παρηγορεί, τους ενισχύει, τους τακτοποιεί. Κανείς δεν εξαιρέθηκε. Ούτε οι αλλόθρησκοι. Ούτε όσοι επιχειρούσαν να ξεγελάσουν τον Άγιο και να πάρουν διπλή και τριπλή βοήθεια.
Ο ξάδερφός του, μετά από αυτή τη συγκλονιστική περίθαλψη, του ζητά να πάει στην Πόλη για να ευλογήσει τον Αυτοκράτορα. Ο ¨Αγιος ξεκινά, αλλά όταν έφτασαν στη Ρόδο, ένα όραμα τον καλεί στην Κύπρο. «Έλα, μην αργείς, του είπε, ένας μεγαλόπρεπος και φωτεινός άνδρας. Έλα! Ο βασιλεύς των βασιλέων σε προσκαλεί». Έξω απο τη σημερινή Λεμεσό ο Άγιος γράφει τη διαθήκη του. Το κείμενο της είναι σύντομο, μα πολύ περιεκτικό. Σ' αυτήν μεταξύ άλλων αναφέρει:- «Σ' ευχαριστώ, Κύριε και Θεέ μου, γιατί με αξίωσες, τα δώρα που Συ μου έδωσες, να σου τα προσφέρω πίσω. Σ' ευχαριστώ, ακόμη που άκουσες την προσευχή μου και στην κατοχή μου τώρα που πεθαίνω δεν έμεινε παρά «ένα τρίτον νομίσματος», το οποίον προστάζω να δοθεί στους φτωχούς αδελφούς μου. Όταν με τη χάρη του Θεού έγινα επίσκοπος της Αλεξανδρείας, βρήκα στα ταμεία της επισκοπής μου οκτώ χιλιάδες περίπου λίτρες χρυσού. Με τις γενναιόδωρες προσφορές φιλοχρίστων ανθρώπων, κατόρθωσα να συγκεντρώσω αμύθητα ποσά. Τα ποσά αυτά, επειδή ήξερα, πως είναι δώρα του βασιλιά των όλων Χριστού, τα επέστρεψα με επιμέλεια και προσοχή στον Θεό, στον οποίο και ανήκουν. Σ' Αυτόν παραδίδω τώρα και την ψυχή μου».
.http://www.pigizois.net/kiprioi_agioi/ioannis_o_eleimon.htm

Κέρκυρα, 13 Νοεμβρίου 2008