Ο άγιος Ιωάννης έκανε τη φιλανθρωπία κύριο μέλημα της ζωής του, ώστε η Εκκλησία μας να του δώσει και το τιμητικό προσωνύμιο του Ελεήμονος. Γεννήθηκε στην Αμαθούντα της Κύπρου Ο Ιωάννης κοντά στους γονείς του απέκτησε μια μόρφωση αληθινά αξιόλογη. Παντρεύτηκε και απέκτησε δύο παιδιά.
Τον Άγιο όμως τον περίμενε μεγάλη δοκιμασία. Πρώτα η σύζυγος κι ύστερα τα δύο παιδιά πέθαναν. Ο Ιωάννης έδειξε όμως όλο το ψυχικό του μεγαλείο. Πήρε την απόφαση να αφιερωθεί πια αποκλειστικά στη διακονία του θελήματος του Θεού και των αδελφών του Χριστού. Κι η απόφαση έγινε έργο. Οι πονεμένοι και οι βασανισμένοι, οι χήρες και τα ορφανά, οι φτωχοί και απόκληροι της ζωής γίνονται πια οι προστατευόμενοι του μεγάλου φιλάνθρωπου. Η φήμη του διαδίδεται παντού.
Κάποτε χήρεψε ο πατριαρχικός θρόνος της Αλεξανδρείας. Πρόκριτοι και λαός με μια φωνή καλούν στην ιστορική θέση τον Ιωάννη. Ο πατρίκιος Νικήτας, έπαρχος της Αιγύπτου και ξάδερφος του αυτοκράτορα Ηρακλείου, μεταφέρει σ' αυτόν τη λαϊκή παράκληση. Ο αυτοκράτορας συγκατατίθεται και ο Ιωάννης εκλέγεται Πατριάρχης. Μόλις ανέβηκε στον θρόνο, η πρώτη του πράξη ήταν να συγκαλέσει σε σύσκεψη τους ιερείς και τους ζήτησε να καταγράψουν με το όνομά τους «όλους τους κυρίους και δεσπότας του», που ήταν οι φτωχοί και οι ζητιάνοι.
Σε λίγο καιρό η Αλεξάνδρεια γίνεται αγνώριστη. Νοσοκομεία, πτωχοκομεία, ξενώνες για τους περαστικούς, μαιευτήρια για τις άπορες μητέρες, ορφανοτροφεία για τα ορφανά κι απροστάτευτα παιδιά, συσσίτια για τους φτωχούς κι ένα σωρό αλλά έργα αγάπης προβάλλονται παντού. Η φιλανθρωπία οργανώνεται υποδειγματικά. Οι βοηθοί του Πατριάρχη ήταν οι χριστιανοί που έγιναν εθελοντές. Χτίζει καινούριους ναούς. Οργανώνει το κήρυγμα. Όταν ανέλαβε στα χέρια το πηδάλιο της Εκκλησίας των Αλεξανδρέων υπήρχαν μόνον επτά ναοί. Σε λίγο χρονικό διάστημα ο φλογερός ιεράρχης τους δεκαπλασίασε. Εβδομήντα ορθόδοξοι ναοί έχουν υψωθεί σε διάφορα μέρη της ξακουστής πόλεως, αληθινά στολίδια και λιμάνια παρηγοριάς και σωτηρίας ψυχών.
Για τη δημιουργία αυτής της κοινωνίας ο φλογερός Πατριάρχης προσφέρει τα πάντα. «Μαζί με τους άλλους και όλα γι’ αυτούς». Να το σύνθημα της ζωής του. Για τον εαυτό του δεν ξέρει να κρατήσει, παρά ό,τι του ήταν απαραίτητο για μια ζωή πολύ απλή και φτωχική. Ασκητικό το κελί του. Φτωχικό το φαγητό του. Τριμμένο το ράσο του. Ό,τι καλό και φανταχτερό το μοιράζει στους άλλους.
Κάποτε ένας πλούσιος που τον είχε επισκεφθεί κι είδε τη φτώχεια που επικρατούσε στο κελί του φιλάνθρωπου Επισκόπου, έσπευσε να αγοράσει πολύτιμο πάπλωμα και του το πήγε με την παράκληση να το κρατήσει και να προσεύχεται γι' αυτόν κάθε φορά, που θα το χρησιμοποιούσε. Η λεπτή ψυχή του Πατριάρχη συγκινήθηκε από την ευγενική και πλούσια προσφορά. Ωστόσο, η σκέψη του στρέφεται συνέχεια στους φτωχούς του. Το πρωί χωρίς να χάσει καιρό, παίρνει το πάπλωμα και το στέλνει στην αγορά για να πουληθεί. Κατά μια αγαθή σύμπτωση, από το κατάστημα που ήταν εκτεθειμένο το πάπλωμα για πώληση, πέρασε ο καλός δωρητής. Το είδε και το αναγνώρισε. Αντελήφθη τον σκοπό του Ιωάννη. Αγοράζει και πάλι το σκέπασμα και το ξαναστέλνει στον άγιο. Κι αυτός πρόθυμα το δέχεται τούτη τη φορά. Όχι για να το κρατήσει και το χρησιμοποιήσει. Αλλά για να τα πουλήσει και τα χρήματα να τα διαθέσει για τους φτωχούς του.
Την άλλη μέρα το πολύτιμο πάπλωμα στάλθηκε και πάλι στην αγορά. Ό πλούσιος δωρητής το βλέπει, το αγοράζει και το ξαναστέλνει για τρίτη φορά στον Πατριάρχη με την βαθιά παράκληση να το κρατήσει για να μην κρυώνει τη νύχτα. Κι ο καλοκάγαθος ιεράρχης τότε του απαντά με τη γνωστή χαριτωμένη διάθεση του: — «Για να δούμε, αδελφέ μου, ποιος απ' τους δύο μας θα κουρασθεί και θα παραιτηθεί πρώτος. Συ να τ' αγοράζεις και να μου το στέλνεις η εγώ να το παίρνω και να το πουλώ».
Στις αρχές του 7ου αιώνα (614 μ.Χ.) ο βασιλιάς των Περσών Χοσρόης με πολύ στρατό κατέλαβε την Ιερουσαλήμ. Πρόσφυγες έρχονται στην Αλεξάνδρεια. Ο ελεήμων Πατριάρχης χωρίς να χάσει καιρό πνίγει τον ασήκωτο πόνο και ρίχνεται μ' όλη τη δύναμη της ψυχής του στο έργο. Οργανώνει συνεργεία και κατά ένα τρόπο εκπληκτικό δέχεται τους πρόσφυγες, τους παρηγορεί, τους ενισχύει, τους τακτοποιεί. Κανείς δεν εξαιρέθηκε. Ούτε οι αλλόθρησκοι. Ούτε όσοι επιχειρούσαν να ξεγελάσουν τον Άγιο και να πάρουν διπλή και τριπλή βοήθεια.
Ο πατρίκιος Νικήτας του ζητά να πάει στην Πόλη για να ευλογήσει τον Αυτοκράτορα. Ο Άγιος ξεκινά, αλλά όταν έφτασαν στη Ρόδο, ένα όραμα τον καλεί στην Κύπρο. «Έλα, μην αργείς, του είπε, ένας μεγαλόπρεπος και φωτεινός άνδρας. Έλα! Ο βασιλεύς των βασιλέων σε προσκαλεί». Έξω από τη σημερινή Λεμεσό ο Άγιος γράφει τη διαθήκη του. Το κείμενο της είναι σύντομο, μα πολύ περιεκτικό. Σ' αυτήν μεταξύ άλλων αναφέρει:
- «Σ' ευχαριστώ, Χριστέ μου, εσύ που είσαι το Α και το Ω στη ζωή μου, γιατί με αξίωσες, τα δώρα που Συ μου έδωσες, να σου τα προσφέρω πίσω. Σ' ευχαριστώ, ακόμη που άκουσες την προσευχή μου και στην κατοχή μου τώρα που πεθαίνω δεν έμεινε παρά «ένα τρίτον νομίσματος», το οποίον προστάζω να δοθεί στους φτωχούς αδελφούς μου. Όταν με τη χάρη του Θεού έγινα επίσκοπος της Αλεξανδρείας, βρήκα στα ταμεία της επισκοπής μου οκτώ χιλιάδες περίπου λίτρες χρυσού. Με τις γενναιόδωρες προσφορές φιλοχρίστων ανθρώπων, κατόρθωσα να συγκεντρώσω αμύθητα ποσά. Τα ποσά αυτά, επειδή ήξερα, πως είναι δώρα του βασιλιά των όλων Χριστού, τα επέστρεψα με επιμέλεια και προσοχή στον Θεό, στον οποίο και ανήκουν. Σ' Αυτόν παραδίδω τώρα και την ψυχή μου».
Ο Άγιος Ιωάννης εορτάζεται από την Εκκλησία μας κάθε χρόνο στις 12 Νοεμβρίου.
Ερμηνευτικά σχόλια:
Ελεήμων: ο Άγιος είχε καρδιά που πίστευε στο Χριστό και ήξερε πως ο Χριστός θέλει να μην μένουμε στην αυτάρκειά μας, στον εαυτό μας μόνο, αλλά και να προσφέρουμε στους άλλους. Αυτό σημαίνει αγάπη.
κύριοι και δεσπότες: δεν ήταν οι πλούσιοι και οι ισχυροί, αλλά οι φτωχοί και όσοι είχαν την ανάγκη να ακούνε το λόγο του Θεού. Αυτοί τελικά πιστεύουν στο Θεό και αυτοί εκτιμούν την αγάπη που τους προσφέρουν οι άνθρωποι του Θεού
το πάπλωμα: ο Άγιος ήταν ασκητικός και λιτός. Δεν χρειαζόταν το απαλό πάπλωμα. Χρειαζόταν να βοηθήσει όσους είχαν ανάγκη. Γι’ αυτό και δέχτηκε τη βοήθεια του πλούσιου, για να το πουλήσει και να δώσει τα χρήματα τα οποία θα έπαιρνε από το πάπλωμα στους φτωχούς
αλλόθρησκους: ο Άγιος δεν ξεχώριζε τους πρόσφυγες, αυτούς που δεν είχαν πλέον σπίτι και τόπο να κατοικήσουν, ούτε κάτι δικό τους. Η πίστη μας κάνει να βλέπουμε κάθε άνθρωπο ως αδελφό μας και όχι να διακρίνουμε τους δικούς μας και τους άλλους. Αλλά ακόμη κι αυτούς που προσπαθούσαν να τον ξεγελάσουν, δεν τους έδιωχνε ο Άγιος. Τους βοηθούσε, θέλοντας να τους δείξει ότι η αγάπη του Θεού ξεπερνά τη δική μας πονηριά και την κακία μας.
Τα δώρα ανήκουν στο Χριστό: Ο καθένας από εμάς μπορεί να μάθει από την παιδική του ηλικία να προσφέρει στους άλλους ό,τι μπορεί. Την προσευχή, την αγάπη, το χαμόγελο, την συμπαράσταση, τα αγαθά μας, ό,τι μπορούμε. Πρωτίστως, να του μιλάμε για το Χριστό και την Εκκλησία και να τον καλούμε εκεί. Άλλοι έχουν περίσσευμα στη ζωή τους, άλλοι δεν έχουν αγαθά. Όλοι όμως κάτι μπορούμε να δίνουμε στους άλλους.
Ερωτήσεις
1. Τι έκανε τον Άγιο να είναι Ελεήμων;
2. Ποιοι ήταν οι κύριοι και δεσπότες τους Αγίου; Περιοριζόταν μόνο να τους δίνει χρήματα;
3. Γιατί ο Άγιος δέχτηκε το δώρο του πλουσίου;
4. Ο Άγιος έκανε διακρίσεις; Γιατί περιέθαλψε και τους αλλόθρησκους και αυτούς που πήγαιναν να τον ξεγελάσουν;
5. Με ποιο τρόπο μπορούμε κι εμείς να γίνουμε ελεήμονες;
Συμπέρασμα: Ο Χριστός θέλει από μας να μάθουμε στη ζωή μας να προσφέρουμε από το περίσσευμα ή το υστέρημα της καρδιά μας.
Κέρκυρα, 22 Νοεμβρίου 2008