ΘΕΜΑ: ΕΚΚΛΗΣΙΑ & ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ
1. Τι μπορεί να σημαίνει η χριστιανική ηθική για τη ζωή μας από τη στιγμή που δεν μπόρεσε να αλλοιώσει και να μεταμορφώσει την ιστορική πραγματικότητα; Τι νόημα έχει το ήθος της ευχαριστιακής κοινωνίας, το ήθος του προσώπου, σε έναν κόσμο καταπιεσμένων και αδικημένων ατόμων, σε έναν κόσμο που εξακολουθεί να κυριαρχείται από απρόσωπες δομές εξουσίας, που συνθλίβεται στο αδυσώπητο κύκλωμα της αυτονομημένης οικονομίας και του μιλιταρισμού, χωρίς να μπορεί να επουλώσει ούτε τις ανοιχτές πληγές της απροκάλυπτης βίας, της πείνας και της αρρώστιας; Ένα οξύτατο ηθικό δίλημμα μοιάζει να δημιουργείται ανάμεσα στο εσχατολογικό όραμα ή τους υπαρκτικούς στόχους της Εκκλησίας και στην αμεσότητα της κοινωνικής και κυρίως της πολιτικής πράξης: δεν είναι ασύγκριτα «ηθικότερη» η στράτευση στα πολιτικο-κοινωνικά κινήματα που προσφέρουν-με περισσότερο ή λιγότερο ρεαλισμό- άμεση τη δυνατότητα για την βελτίωση των αντικειμενικών συνθηκών του βίου και την ανακούφιση των ανθρώπων; Δεν είναι ο αγώνας ενάντια στην κοινωνική αδικία, στις σκληρυμένες δομές των κατεστημένων συμφερόντων της ολιγαρχίας, με την αυταπάρνηση και τις θυσίες που προϋποθέτει αυτός ο αγώνας, δεν είναι ασύγκριτα «ηθικότερος» από τη μετοχή σε μια μυστική εμπειρία «κοινωνίας αγίων»; (Χρ. Γιανναρά, Ελευθερία του ήθους, σελ. 254)
2. Ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός , παγκόσμιος πλέον στις διαστάσεις του, στηρίζεται σε δύο προϋποθέσεις: α. η πολιτική έχει ως στόχο της την άρση των κοινωνικών αδικιών και ότι αυτό θα γίνει εφόσον οι πολιτικοί και οι πολίτες στρατευτούν σ’ αυτό τον σκοπό. Αυτός είναι και ο σκοπός ύπαρξης της πολιτικής, ένας δικαιότερος κόσμος β. για να γίνει πράξει ο κόσμος αυτός χρειάζεται η αντικειμενική-ορθολογική ρύθμιση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των πολιτών και η δυναμική-πολιτική επιβολή αυτής της ρύθμισης, στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας, η οποία διαπνέεται από ορισμένες αρχές, κατακτήσεις της νεωτερικότητας, όπως είναι η προάσπιση των δικαιωμάτων του ατόμου και του πολίτη, ακόμη κι αν αυτό συνεπάγεται εγκατάλειψη ταυτότητας για τους πολλούς, η ελευθερία συμμετοχής στα κοινά, ο κρατικός παρεμβατισμός σε ζητήματα κοινωνικού συμφέροντος και η ανοιχτή αγορά στα υπόλοιπα (φιλελεύθερη-καπιταλιστική οικονομία), το δικαίωμα στην μόρφωση (ιδιωτική και δημόσια), η πρόταξη ενός κοινού πολιτισμού και η ιδιωτική ηθική.
3. Ποια σχέση μπορεί να έχει ο χριστιανισμός με την πολιτική δράση και την πραγματικότητα της εποχής μας; Η ηθική της κοινωνικής και πολιτικής αποτελεσματικότητας που επικράτησε στη Δύση έφερε αποτελέσματα: οι διακηρύξεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι λαϊκοί αγώνες για να κατορθωθεί η εφαρμογή τους, όπως και τα προοδευτικά πολιτικά κινήματα και οι προσπάθειές τους να απαγκιστρώσουν την εξουσία από την υποταγή της στα συμφέροντα μιας οικονομικής ολιγαρχίας, αλλά και ο συνδικαλισμός και η οργανωμένη πάλη για τα δικαιώματα του ανυπεράσπιστου εργάτη, όλες αυτές οι μορφές ηθικής στράτευσης μπορεί να μην μεταμόρφωσαν τον κόσμο σε παράδεισο, πέτυχαν όμως, στα όρια κυρίως των δυτικών κοινωνιών, μια σημαντική βελτίωση των αντικειμενικών συνθηκών του ανθρώπινου βίου, ένα σίγουρο μετριασμό της αυθαιρεσίας των αυτονομημένων δομών, μια δικαιότερη κατανομή των αγαθών της ζωής. Να είσαι χριστιανός σημαίνει να μεταθέτεις σε μια αφηρημένη «υπέρβαση»τα άμεσα προβλήματα της κοινωνικής ευημερίας και της ιστορικής προόδου ή να αντιτάσσεις στα προβλήματα την παθητικότητα μιας ατομικής αρετής που όσο κι αν δικαιώνεται λογικά, δεν φτάνει ποτέ να επηρεάσει τη σύνολη ιστορική εξέλιξη. (Χρ. Γιανναρά, Ελευθερία του ήθους, σελ. 258)
Επομένως, ποια σχέση μπορεί να έχει η Εκκλησία με την πολιτική; Δεν ασχολείται, ταυτίζοντας το ήθος της με την μεταφυσική ή αγωνιζόμενη σε ατομικό επίπεδο για την ηθική βελτίωση των πιστών της, συνδράμει το κράτος σε τομείς που εν επαρκεί αυτό (φιλανθρωπία, παιδεία, ψυχική υγεία) και προσεύχεται; Ή αναλαμβάνει μια πιο ενεργή στάση, είτε μέσα από το σύστημα της πολιτικής (ίδρυση κόμματος με εκκλησιαστικές αρχές), είτε μέσω της στήριξης πολιτικών κομμάτων που φαίνονται ότι ακολουθούν τις αρχές της χριστιανικής πίστης, είτε με άμεση παρέμβαση και κριτική στα προβλήματα τα οποία η κοινωνία καλείται να αντιμετωπίσει δια της πολιτικής (κριτική στις πράξεις και τις παραλείψεις των πολιτικών, κριτική στην ηθική αυθαιρεσία, στην οικονομική ολιγαρχία); Μήπως μεταμορφώνει τη ζωή των πιστών και τους αφήνει να κρίνουν οι ίδιοι το χρέος τους έναντι της κοινωνίας και της πολιτικής;
4. Η πολιτική στην εποχή μας είναι δέσμια όχι των ιδεολογιών πλέον, αλλά των ΜΜΕ, της οικονομικής ολιγαρχίας, τουτέστιν της διαπλοκής, και της άρνησης της πνευματικής υπόστασης του ανθρώπου σε επίπεδο μάζας. Ποια είναι η στάση της Εκκλησίας; Η Εκκλησία πρέπει να απαντήσει θεσμικά ή πνευματικά; Έχει λόγο η Εκκλησία στην σύγχρονη αλλοτρίωση; Η δράση της πρέπει να είναι σε επίπεδο ηθικής καταγγελίας και πρότασης ή να περάσει στη λογική του ακτιβισμού;
5. Έχει λόγο η Εκκλησία στην διαμόρφωση της ταυτότητας των σύγχρονων ανθρώπων και των λαών ή πρέπει να αυτοπεριοριστεί στην ιδιωτική σφαίρα της ανθρώπινης ύπαρξης;
6. Ποιο είναι το τελικό νόημα της πολιτικής στον δυτικό κόσμο τον οποίο ζούμε; Μήπως είναι απαραίτητη η πολιτική θεολογία, η οποία θα ανανεώσει την διαφθορά της πολιτικής και την αδιαφορία των πολιτών για τα κοινά, την σημερινή παντοειδή ιδιωτεία;
7. Στα ερωτήματα αυτά μεγάλο ρόλο θα παίξει τόσο ο εντοπισμός του βιβλικού πνεύματος και ήθους, αλλά και η ιστορική αναδρομή στις μεγάλες πολιτικές θεωρίες και ιδεολογίες, με τις οποίες ο χριστιανισμός διαλέχθηκε και συμπροβληματίσθηκε ανά τους αιώνες. Θα απαντήσουμε έτσι τελικά στο μεγάλο ερώτημα: Είναι στην αποστολή της Εκκλησίας να καταθέτει και να βιώνει μία μοναδική και ανεπανάληπτη πρόταση σε πολιτικό επίπεδο; Η Εκκλησία λειτουργεί εν χρόνω ή ασχολείται για την μετά τον χρόνο πορεία της ανθρώπινης ύπαρξης; Είναι το «ευ ζην« στους σκοπούς της Εκκλησίας ή ο μοναχισμός τελικά αποτελεί την ιδανική οδό πολιτικής ζωής;