5/2/24

Ο ΙΔΡΩΤΑΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ


 «Και από εκείνη τη νύχτα που ίδρωσε, ο Κύριος άλλαξε τον ιδρώτα που βγάζει αγκάθια και τριβόλια και τον έκανε ιδρώτα της προσευχής και συνάμα της καλλιέργειας της δικαιοσύνης» (Άγιος Ισαάκ ο Σύρος)

Ο άνθρωπος καλείται στη ζωή του να εργαστεί, να παλέψει, να δημιουργήσει. Ο κόπος όμως συναντά αντιστάσεις. Το θέλημα των άλλων ανθρώπων, ο εαυτός μας που δεν τα θέλει όπως και τα θέλει και όταν διαπιστώνει ότι τα πράγματα δεν έρχονται κατά τις προσδοκίες, μία σχετική ραθυμία που συχνά έχουμε, ένα αίσθημα ματαιότητας, το ότι δεν λαμβάνουμε ως ανταμοιβή αυτό που δικαιούμαστε ή επιθυμούμε είναι στοιχεία που μάς δυσκολεύουν. Λησμονούμε όμως και έναν παράγοντα που ενυπάρχει στη ζωή μας: αυτόν της αμαρτίας, της αποτυχίας μας δηλαδή να εμπιστευτούμε τον Θεό και την πρόνοιά Του και η επιθυμία μας εμείς να έχουμε τον τελευταίο λόγο.

Η αμαρτία είναι το σημάδι του θανάτου. Ο θάνατος είναι πρώτα πνευματικός. Δεν έχει να κάνει μόνο με τον χρόνο και την φυσική φθορά των όντων και των πραγμάτων. Έχει να κάνει με την αυτοθέωσή μας, η οποία μάς φέρνει σε ρήξη με τον πλησίον. Δεν μας αφήνει να αγαπήσουμε, βγαίνοντας από το “εγώ” μας. Κι ο πνευματικός θάνατος συνοδεύεται από την αδικία, είτε αυτή που υφιστάμεθα είτε αυτή που πράττουμε. Ο πνευματικός θάνατος συναντά τον σωματικό. Μόνο που εκείνος είναι αναπόφευκτος, καθότι ό,τι έχει αρχή, έχει και τέλος, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στο υλικό μέρος. Όταν όμως ο πνευματικός θάνατος έχει γίνει επιλογή μας, τότε ο σωματικός συνοδεύεται από την απόγνωση, από μια αίσθηση μηδενισμού της ύπαρξης, από τον συμβιβασμό με το τίποτα της απιστίας και αθεΐας. Ξέρουμε όμως από την εμπειρία της πίστης ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα.

Λίγο πριν το εκούσιο Πάθος Του ο Χριστός προσευχήθηκε στον κήπο της Γεσθημανή. Καθώς ήταν άνθρωπος κατά πάντα, τέλειος, Τον διέτρεξε η αγωνία ενώπιον του σωματικού θανάτου. Κι εκείνη την ώρα ένιωσε μέσα Του έντονη την λύπη για όσα επρόκειτο να γίνουν. Την μοναξιά Του. Την αδυναμία των μαθητών Του να συμπροσευχηθούν μαζί Του. Την σιωπή του Θεού Πατέρα. Την κακία του κόσμου, τον οποίο ευεργέτησε. Την δύναμη της αμαρτίας, που Τον Ίδιο δεν Τον άγγιζε, αλλά έκανε και κάνει και θα συνεχίσει να κάνει τους ανθρώπους να μη βλέπουν τη σχέση με τον Θεό ως το μείζον της ύπαρξής τους. 

Ο Χριστός ζήτησε από τον Πατέρα Του, αν ήταν δυνατόν, να  μην πιει το ποτήριο του θανάτου. Όμως δεν νίκησε η ανθρώπινη επιθυμία μέσα Του, αλλά υπέταξε το θέλημά Του στο θέλημα του Πατρός, στην εκπλήρωση του μυστηρίου της θείας Οικονομίας. Ο ιδρώτας Του έγινε σαν θρόμβοι αίματος. Εκείνη τη στιγμή όμως της μεγάλης απόφασης, ο Χριστός έδειξε σε όλους μας ότι το μείζον στη ζωή είναι ο κόπος μας να εντάσσεται στην προσευχή ο Θεός να έχει τον τελευταίο λόγο και το δικό Του θέλημα να μας οδηγεί. Και τότε έρχεται εκείνη η δικαιοσύνη της αγάπης που μας αναπαύει και μας σώζει, διότι ξέρουμε ότι δεν είμαστε μόνοι μας. Όπως τον Χριστό Τον ενίσχυσε άγγελος εξ ουρανού, έτσι κι εμείς ενισχυόμαστε από τα αγγέλματα της πίστης, όπως μας τα προσφέρει η Εκκλησία.

Η Μεγάλη Εβδομάδα είναι καιρός αναστοχασμού και αλλαγής, μέσα από την πίστη στον Χριστό.

 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»

στο φύλλο της Μεγάλης Πέμπτης 2 Μαΐου 2024