3/31/22

ΧΑΙΡΕ ΔΙ’ ΗΣ ΕΓΕΙΡΟΝΤΑΙ ΤΡΟΠΑΙΑ, ΧΑΙΡΕ ΔΙ’ ΗΣ ΕΧΘΡΟΙ ΚΑΤΑΠΙΠΤΟΥΣΙ


Η πολεμική ορολογία είναι από τις κυρίαρχες της ζωής μας. «Πόλεμος πατήρ πάντων», μας υπενθυμίζει ο σπουδαίος φιλόσοφος της αρχαιότητας, ο προσωκρατικός Ηράκλειτος ο Εφέσιος. Και δεν είναι μόνο οι καταστροφικοί ανθρωποκτόνοι πόλεμοι που μας γεμίζουν θλίψη, φέρνουν πολύ πόνο, κάνουν τον θάνατο ορατό. Είναι και οι πόλεμοι της καθημερινότητας, μια πάλη για να καταστήσουμε τους εαυτούς μας κατανοητούς, να ακουστεί η φωνή μας, να επικρατήσουμε, να έρθουμε σε κατάσταση υπεροχής και να εκπληρώσουμε επιθυμίες και όνειρά μας. Είναι ο πόλεμος εναντίον του εαυτού μας, εναντίον ενός «εγώ», το οποίο ζητά από εμάς να υποκύψει στην προοπτική της ανάπαυσης, της ηδονής, του εύκολου, καθιστά τον εαυτό μας μόνο «θεληματάρη». Και επειδή, αν θέλουμε να εκπληρώσουμε στόχους που έχουν να κάνουν με την κοινωνία, στην οποία υπάρχει ένα σύστημα με τους δικούς του κανόνες, αλλά και αν θέλουμε να κρατήσουμε σχέσεις, χρειάζεται να παλέψουμε, να πολεμήσουμε, ο πόλεμος είναι κατάσταση διάρκειας στην ζωή μας. Μήπως όμως και εντός μας πόλεμος δεν γίνεται κάθε στιγμή, σε βιολογικό επίπεδο; Όταν εισέρχεται ένας ιός στον οργανισμό μας, εχθρός δεν είναι; Δεν παλεύει τότε ο οργανισμός μας να αντισταθεί, κινητοποιεί αμυντικούς μηχανισμούς, όπως τα λευκά αιμοσφαίρια, για να νικήσει τον εισβολέα και να μας κρατήσει στην ζωή;

«Πόλεμος πατήρ πάντων». Όσο κι αν θέλουμε να είμαστε ειρηνικοί, η σύνθεση και η πρόοδος θέλει πόλεμο. Τα όπλα όμως του πολέμου είναι αυτά που διαφοροποιούν το περιεχόμενό του. Αν είναι θανατηφόρα, ενταγμένα στην προοπτική του κατεξουσιασμού του άλλου, φέρνουν απάντηση. Η βία γεννά βία. Ο πόλεμος γεννά μίσος. Και η εξουσία, όσο ισχυρή κι αν είναι, αφήνει στις καρδιές όσων την υφίστανται, ένα αίσθημα αντίστασης, καθώς ο άνθρωπος πλάστηκε για να είναι ελεύθερος. Και, αργά ή γρήγορα, θα ανταποδώσει τον πόλεμο με πόλεμο.

Στην πνευματική ζωή όμως τα όπλα του πολέμου είναι διαφορετικά. Και αυτό μας το δείχνει πρωτίστως η Υπεραγία Θεοτόκος, η οποία μας βοηθά να στήσουμε τρόπαια νίκης στον πόλεμο της αναζήτησης «του τι πραγματικά είναι η ύπαρξη, τι πραγματικά είναι η ζωή». Για να το βρούμε, όχι στην θεωρία ή στην διδαχή, αλλά στην πράξη, χρειάζεται να πολεμήσουμε. Κι αυτός ο πόλεμος έχει άλλη υφή. Είναι πόλεμος πίστης, ελπίδας, αγάπης και έχουμε σύμμαχο στον αγώνα αυτό που κρατά μια ζωή, μέχρι την τελευταία αναπνοή μας, τον Υιό και Θεό της, τον Κύριό μας Ιησού Χριστού.

Είναι  πόλεμος πίστης ενάντια στην απιστία και την αδιαφορία. Η πίστη δεν είναι επιθετική, κατακτητική. Είναι αύρα γαλήνης στην καρδιά που πολεμά την ταραχή των λογισμών. Κάνουμε αυτό που εξαρτάται από εμάς και αφήνουμε στον Θεό τα υπόλοιπα.  Μένουμε στην πρόνοιά Του, καθώς Τον εμπιστευόμαστε. Στις δοκιμασίες και τους πολέμους της ζωής που ζητούν να μας καταπιούνε, αφηνόμαστε στην δική Του στήριξη και πολεμούμε τον λογισμό της απόγνωσης, της ματαιότητας, του φόβου.

Είναι πόλεμος ελπίδας, διότι δεν βλέπουμε μόνο το πρόσκαιρο, αλλά το αιώνιο. Οι άνθρωποι βλέπουμε την ελπίδα ως κατάσταση προσμονής ότι οι στόχοι μας θα εκπληρωθούν. Όποιος όμως θέλει να έχει σχέση με τον Χριστό, βλέπει την ελπίδα ως κινητήρια δύναμη προς το αύριο. Δεν είναι οι καταστάσεις που θα αλλάξουν και θα έρθει καινούργια χαραυγή ο στόχος μας, αλλά η βεβαιότητα ότι η αγκαλιά του Θεού είναι πάντοτε ανοιχτή, ότι «ο νους μας στον Άδη θα κρατηθεί και δεν θα απελπιστούμε», διότι δεν είμαστε πλασμένοι μόνο για το τώρα. Δεν είναι η προσδοκία μιας ανταμοιβής για την υπομονή που μας συνέχει, αλλά η ελπίδα ότι το φως θα μας αγκαλιάσει και θα εξέλθουμε ακόμη κι από αυτό που φαίνεται σκοτάδι δοκιμασίας, πόνου, ήττας.

Είναι πόλεμος αγάπης, εναντίον ενός εαυτού που ζητά να τον αγαπούνε επειδή το αξίζει, αλλά δεν είναι σε θέση να προτάξει την αγάπη έναντι των άλλων επειδή κι αυτοί το αξίζουν. Η αγάπη οδηγεί σε μιαν άλλη ιεράρχηση: δεν είναι το δικό μου που προέχει, αλλά το του ετέρου. Ό,τι έχω, το μοιράζομαι. Και από αυτό που βρίσκεται σε κατάσταση υστερήματος, δίνω και έχει ο Θεός. Απλή είναι η αγάπη. Θέλει όμως να νικήσουμε τον εαυτό μας, αν δώσουμε, ακόμη κι αν δεν λάβουμε ή, κυρίως, αν δεν λάβουμε.

Η Παναγία μας δείχνει ότι αυτός ο πόλεμος είναι νικηφόρος. Η δική της πίστη ως εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού, η δική της ελπίδα ότι το θέλημα του Θεού θα βρει τις λύσεις που χρειάζονται και δεν θα την οδηγήσει στην περιθωριοποίηση, καθώς έφερνε στον κόσμο ένα παιδί εκ Πνεύματος Αγίου, αδιανόητο για κάθε εποχή και τιμωρητέο από τα σκληρά έθιμα ενός λαού δύσκολου, η δική της αγάπη που δεν νικήθηκε από το αίσθημα της κτητικότητας για τον Χριστό που κάθε μάνα εύλογα έχει, την κατέστησε νικήτρια στον πόλεμο κατά της ανθρώπινης αυτοθέωσης, της πτώσης που μας χωρίζει από τον Θεό και τον συνάνθρωπο, της αυτάρκειας που μας καθιστά ευχαριστημένους στον μικρόκοσμό μας. Και τρόπαιο της νίκης σ’  αυτόν τον πόλεμο είναι η αγιότητα, είναι η αεί μεσιτεία, είναι η αγάπη η οποία ουδέποτε εκπίπτει. Και όλοι οι εχθροί- διάβολος, λογισμοί, ο εντός μας ψευτοθεός- καταπίπτουσι, με γνώμονα και οδοδείκτη τον τρόπο της Παναγίας, την κοινωνία της δηλαδή με τον Χριστό αυτήν που βιώνουμε στην Εκκλησία.

Ας την παρακαλούμε λοιπόν να μας ενισχύει κι εμάς στον δικό μας πνευματικό πόλεμο, αλλά και να δίνει ειρήνη στους άλλους, τους μάταιους ανθρώπινους πολέμους, που ξεκινούν από την  εωσφορική έπαρση της ισχύος και της εξουσίας και κάνουν την γη κόλαση.

 π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

1η Απριλίου 2022

Δ’ Χαιρετισμοί

3/29/22

Η ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ


«Όταν έχει κανείς έναν φίλο και είναι βέβαιος ότι τον αγαπάει, αν πάθει κάτι απ’  αυτόν, ακόμα και θλιβερό, πιστεύει ότι ο φίλος του το έκανε αυτό επειδή τον αγαπάει. Ποτέ δεν πιστεύει ότι ο φίλος του θέλει να του κάνει κακό»
(Αββάς Δωρόθεος)

Κάθε σχέση έχει κι έναν χαρακτήρα παιδαγωγικό. Μοιραζόμαστε μεταξύ μας τις γνώσεις μας, τις ιδέες μας, τις προοπτικές μας για την ζωή, αλλά και τον τρόπο που βλέπουμε τους χαρακτήρες μας, με βάση τις αξίες μας, τα θέλω μας και τις αναφορές μας. Παιδαγωγία δεν σημαίνει κατ’  ανάγκην κήρυγμα, μάθημα, αξιολόγηση. Κυρίως σημαίνει έγνοια να γίνουμε καλύτεροι, να ακολουθήσουμε έναν δρόμο καλλιέργειας της ψυχής μας και της εσωτερικής μας ποιότητας. Παιδαγωγία δεν σημαίνει καταναγκασμός να γίνεις όπως σε θέλω. Δες όμως κι αυτή την πλευρά των πραγμάτων.

Οι άνθρωποι πάσχουμε από ένα υπερτροφικό εγωισμό, ο οποίος οχυρώνεται πίσω από το ποιοι είμαστε ή ποιοι νομίζουμε ότι είμαστε, με αποτέλεσμα να μη δεχόμαστε κανέναν λόγο και καμία παρατήρηση που μπορεί να θεωρηθεί ως αποδοκιμασία. Μοιάζουμε να έχουμε κατοχυρώσει για το εγώ μας μία εικόνα «αλάθητου». Είμαστε έτοιμοι να δικαιολογήσουμε τα πάντα, να απαιτήσουμε από τους άλλους ένα «ναι σε ό,τι κάνουμε», να προτιμήσουμε την κολακεία και όχι την αλήθεια για τον εαυτό μας. Έτσι, δεν αφήνουμε τον εαυτό μας στην γονιμότητα της κριτικής, στην αναγνώριση τυχόν σφαλμάτων μας, στο να δούμε τους εαυτούς μας στην προοπτική ότι θέλουμε αλλαγές στον χαρακτήρα ή, τουλάχιστον, να ομολογήσουμε με ταπείνωση ότι επειδή έτσι είμαστε, ζητούμε τη συγγνώμη των άλλων, θέλουμε την βοήθεια τους για να αλλάξουμε και την υπομονή τους, διότι είμαστε πρωτίστως αποφασισμένοι να αγαπάμε τους άλλους και θέλουμε να συνυπάρχουμε, ακόμη κι αν δεν τα καταφέρνουμε να κάνουμε πράξη τον αποστολικό λόγο «μηδείς τα εαυτού ζητείτω, αλλά το του ετέρου έκαστος».  Και βέβαια, ανάλογα να φερθούμε και στους άλλους.  

Χρειαζόμαστε αυτοπαιδαγωγία ταπείνωσης και, την ίδια στιγμή, αυτογνωσίας. Είναι οδός αλήθειας αυτή. Έτσι, με διάκριση που σώζει, μπορούμε να χτίσουμε σχέσεις με τους άλλους στηριγμένες στην ειλικρίνεια της καρδιάς που αγαπά. Να ακούσουμε την άποψή τους για μας. Να διατυπώσουμε την άποψή μας για εκείνους, όχι με ωμότητα και απαιτητικότητα, αλλά με σαφήνεια και διάθεση να βρούμε κοινούς τόπους. Αυτό προϋποθέτει ιεραρχία. Κι αν δεν μπορεί να ισχύσει κάτι τέτοιο επειδή οι σχέσεις είναι ισότητας, όπως στο ζευγάρι και στην φιλία, τότε αλληλοσεβασμό και διάθεση συγχώρησης.

Σε σχέσεις όπως γονέα και παιδιού, προϊσταμένου και υφισταμένου, εκπαιδευτικού και μαθητή, η επίγνωση της ιεραρχίας (όχι της αυθεντίας) είναι πολύ σημαντικό στοιχείο για την παιδαγωγία. Ο «ηγούμενος» διδάσκει με την αγάπη και την θυσία, αλλά και με την ειλικρινή και διακριτική επισήμανση των στοιχείων που χρειάζεται να αλλάξουν ή να βελτιωθούν. Ο σεβόμενος τον ιεραρχικά ανώτερό του τον αφήνει με την καρδιά του να έχει τον τελευταίο λόγο και να δέχεται εκ των προτέρων να υπακούσει. Εμπιστεύεται δηλαδή την κρίση του και επιθυμεί την ειλικρίνεια, για να μπορέσει να διορθώσει τα σφάλματά του. Επιλέγει τελικά την παιδαγωγία της μαθητείας, η οποία γίνεται αφετηρία για καινούργια αρχή.

Σε καιρούς που αισθανόμαστε σωστοί σε όλα και παντογνώστες, ας επιλέξουμε την παιδαγωγία της αγάπης, με συγκατάβαση, ειλικρίνεια και αλληλοσεβασμό. Για να είναι οι σχέσεις γνήσιες.  

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»

Στο φύλλο της Τετάρτης 30 Μαρτίου 2022

3/26/22

ΑΡΑΤΩ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟΝ ΑΥΤΟΥ

«Εἶπεν ὁ Κύριος· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι» (Μάρκ. 8, 34)

Εἶπε ὁ Κύριος «῞Οποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του, ἂς σηκώσει τὸν σταυρό του κι ἂς μὲ ἀκολουθεῖ» 

    Τι σημαίνει άραγε ο λόγος του Χριστού που έρχεται ως προτροπή για τον καθέναν μας «αράτω τον σταυρόν αυτού»; Πώς αυτός ο λόγος μπορεί να μεταφραστεί στην ζωή μας;

     Συνήθως σηκώνουμε σταυρούς που δεν έχουμε επιλέξει εμείς. Είναι είτε λόγω περιστάσεων της ζωής (ασθένειες, απώλειες, άλλες δοκιμασίες) είτε λόγω σφαλμάτων μας, αποτυχιών μας, αμαρτιών μας που έχουν συνέπειες για την πορεία μας που αισθανόμαστε βάρος και φορτίο, το οποίο αποκαλούμε «σταυρό». Άλλοτε είναι τα πρόσωπα που μας δυσκολεύουν. Οι συνάνθρωποί μας που λειτουργούν ως εχθροί μας, ως μέριμνες, με αποτέλεσμα η χαρά από την συναναστροφή και κοινωνία μαζί τους να αίρεται και να απομένει ένα άγχος, ένα αγκομαχητό νου και καρδιάς, το οποίο αποκαλούμε «σταυρό». Αν ερωτηθούμε, κανείς μας δεν θα έλεγε εύκολα «ναι» στην άρση αυτών των σταυρών. Ο Χριστός όμως μάς ζητά να αναλάβουμε εθελοντικά τον σταυρό μας και να Τον ακολουθήσουμε, αφού απαρνηθούμε τον εαυτό μας.

            Δεν είναι σταυροί ό,τι περιγράψαμε; Προφανώς και είναι. Όμως δεν είναι ο Σταυρός που ζητά ο Χριστός από εμάς. Οι σταυροί που μας βαραίνουν έχουν να κάνουν με την φθορά του χρόνου, την εξουσία μας επάνω στους άλλους και την εξουσία τους επάνω μας, την αμαρτωλότητα που είναι σημάδι της ζωής και της ύπαρξής μας. Η αποτυχία μας να οπλιστούμε με την αγάπη, ως την κατεξοχήν εντολή και δωρεά του Θεού στον καθέναν μας, και να πορευτούμε με κριτήριο αυτήν στην ζωή μας, είτε έχει να κάνει με την όρεξή μας για έναν τομέα στον οποίο καλούμαστε να παλέψουμε για το «νυν» αυτό του κόσμου (οικογένεια, εργασία, μόρφωση), είτε έχει να κάνει με τον τρόπο διαχείρισης των ανθρώπινων σχέσεων, ιδίως με εκείνους οι οποίοι μόνο ζητούνε από εμάς, κυρίως υλικά αγαθά, αλλά και τον χρόνο και την προσοχή μας, συνθλίβοντάς μας με την απαίτηση μιας αποκλειστικότητας που κουράζει γρήγορα, ως σημάδι καθήλωσης στην παιδικότητα του τα «περιμένω όλα έτοιμα». Είναι σταυροί, προφανώς, αλλά δεν είναι ο Σταυρός.  

            Αυτό που ζητά ο Χριστός είναι να απαρνηθούμε το θέλημά μας που μας καθηλώνει στο «νυν». Να δούμε τι μας χωρίζει από Εκείνον, που σημαίνει να δούμε την αλήθεια για τον εαυτό μας και τον χαρακτήρα μας, όπως επίσης και ποιον σκοπό έχουμε θέσει ως βάση νοηματοδότησης για την ύπαρξή μας, και να δοθούμε στον δικό Του τρόπο, που είναι η πορεία προς έναν Γολγοθά. Και ο Γολγοθάς δεν είναι μόνο τόπος. Έχει να κάνει με την απόφασή μας να είμαστε μέλη του σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας. Διότι είναι Σταυρός να είσαι μέλος της Εκκλησίας. Είναι ευθύνη, είναι θυσία, είναι πορεία. Η ευθύνη έχει να κάνει με το να προσεύχεσαι για τον κάθε πλησίον, να τον διακονείς χωρίς διακρίσεις, ανεξαρτήτως αν είναι οικείος ή εχθρός. Να είσαι διαθέσιμος, διότι νιώθεις πως δεν σε παίρνει να διαχωρίζεις ή να θέτεις ως προτεραιότητα τον εαυτό σου. Είναι θυσία, διότι ό,τι κάνεις δεν έχει ανταμοιβή, ούτε γίνεται για κανέναν μισθό. Είναι πορεία καλοσύνης και ευεργεσίας και δεν είναι εύκολο να το αντέξουμε, όταν ο προσανατολισμός μας είναι εγωκεντρικός. Είναι πορεία, διότι κληθήκαμε να μη σταματάμε, να μην κάνουμε διάλειμμα, αλλά ούτε και μας παίρνει να προχωρούμε προς άλλα μονοπάτια και όταν το θυμόμαστε να επιστρέφουμε στον δρόμο. Συνήθως, ιδίως στους καιρούς μας, η ιδιότητα του μέλους της Εκκλησίας είναι πάρεργο και όχι το κυρίως έργο μας.

            Έτσι όμως ακολουθούμε τον Χριστό. Και Αυτός είναι το πρότυπο και το πρωτότυπό μας. Το παρήγορο είναι πως Εκείνος είναι μαζί μας. Η άρση του σταυρού έχει ως Κυρηναίο τον Ίδιο. Αυτός μας δίνει δύναμη, μέσα από την κοινωνία μαζί Του, όταν γίνεται ένα με μας, μέσα από την προσευχή, μέσα από την εμπιστοσύνη ότι κανένας σταυρός δεν μας δίνεται τον οποίο να μην μπορούμε να αντέξουμε, μέσα από την παρηγοριά να συναντούμε και άλλους στον δρόμο αυτό, αγίους και συναμαρτωλούς, που μας ενισχύουν και μας συντροφεύουν.

            Χρειάζεται, πάντως, να αλλάξουμε γνώμη για το τι είναι Εκκλησία. Δεν είναι συμφέρον, δεν είναι έθιμο, δεν είναι διαφύλαξη ηθικής. Η Εκκλησία είναι η συνάντηση όλων όσοι έχουμε αποφασίσει να σηκώσουμε τον σταυρό μας, να είμαστε εθελοντές της αγάπης και της πίστης, να έχουμε τον Χριστό ως οδηγό, αλλά και τέρμα της πορείας μας, που είναι η ανάσταση. Γι’  αυτό και προσκυνώντας τον τίμιο Σταυρό, τελικά, θυμόμαστε τον δρόμο που μας σώζει και παίρνουμε δύναμη και συνεχίζουμε, όχι μόνοι μας, αλλά με τον κάθε πλησίον μας. Γι’  αυτό και η Εκκλησία είναι η χαρμολύπη του σταυρού που δίνει νόημα και στον νυν και στον μέλλοντα αιώνα.


π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

27 Μαρτίου 2022

Κυριακή Γ’ Νηστειών- της Σταυροπροσκυνήσεως

 

           

 

3/25/22

ΧΑΙΡΕ ΔΙ’ ΗΣ ΕΛΥΘΗ ΠΑΡΑΒΑΣΙΣ, ΧΑΙΡΕ ΔΙ’ ΗΣ ΗΝΟΙΧΘΗ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ

               Δώρο Θεού η ελευθερία. Και επειδή είμαστε πλασμένοι κατ’  εικόνα Θεού, δεν μπορούμε να την στερηθούμε. Η χρήση της βεβαίως μπορεί να ακολουθήσει δύο δρόμους, κυρίως. Ο ένας είναι προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, να δεθεί δηλαδή με την αγάπη και να μας κάνει συνοδοιπόρους στην πορεία προς την βασιλεία του Θεού. Ο άλλος είναι η ζωή με κέντρο τον εαυτό μας, ο οποίος γίνεται ο θεός μας. Η σκέψη μας, η κρίση μας, τα όριά μας, οι προσδοκίες μας, τα κριτήριά μας διαμορφώνονται με μοναδικό γνώμονα το θέλημά μας, τις επιθυμίες μας, τις αντιλήψεις και πεποιθήσεις. Εύκολα οι άλλοι γίνονται αντικείμενα χρήσης έτσι. Δεν μπορούμε όμως, ακόμη και σ’ αυτήν την επιλογή, να αντισταθούμε στην ροπή για αγάπη που ο Θεός μας έδωσε. Οι άνθρωποι πλαστήκαμε να είμαστε ελεύθεροι και να αγαπούμε.

                Η βιβλική παράδοση της Εκκλησίας μας περιγράφει αυτή την οδό με την εικόνα και την αφήγηση του Παραδείσου. Στην αρχή της ιστορίας ο συγγραφέας της Πεντατεύχου, βάζει στο βιβλίο της «Γενέσεως», με αγιοπνευματική έμπνευση, αυτή την ιστορία του κόσμου ως ενός μεγάλου κήπου, στον οποίο ο άνθρωπος έχει δημιουργηθεί με απ’  ευθείας δημιουργική ενέργεια του Θεού, όχι με τον λόγο μόνο όπως η κτίση, για να εργάζεται και να τον φυλάσσει. Και καλείται ο άνθρωπος να ζει με κοινωνία με τον Θεό και με τον συνάνθρωπό του, να συζητά με τον Θεό κάθε δειλινό, δίνοντας αναφορά αγάπης, αλλά και ως παιδί προς τον πατέρα του. Όλη την ημέρα ο άνθρωπος είναι με τον συνάνθρωπο και τον κόσμο. Μόνο το δειλινό ο πατέρας δίνει σημάδι της ζώσας παρουσίας Του, με τον λόγο Του. Τίποτα δεν εμποδίζει τον άνθρωπο να πορευθεί όπως θέλει. Και έχει την επιλογή να τρέφεται από όλα τα δέντρα του Παραδείσου, εκτός από ένα, το δέντρο της γνώσης του αγαθού και του πονηρού, όχι γιατί ο καρπός από μόνος του είναι θανατηφόρος, αλλά διότι ο άνθρωπος έχει την επιλογή να είναι με τον Θεό ή να κάνει θεό τον εαυτό του. Η δεύτερη επιλογή οδηγεί στον πνευματικό θάνατο, διότι ο άνθρωπος θα κληθεί να επιβληθεί στον κόσμο με την βία, δεν θα είναι σε σχέση ισότητας με τον πλησίον του, επειδή όλοι είμαστε παιδιά του Θεού και εικόνες Του, αλλά θα μπει στον πειρασμό της ισοθεΐας, όχι όμως διά της αγάπης, αλλά διά της παντοδυναμίας. Έτσι, θα έρθουν οι συγκρούσεις, οι πόλεμοι, οι διασπάσεις. Και η ειρήνη δεν θα είναι ο κανόνας. Η επιλογή του ανθρώπου είναι ξεκάθαρη. Δεν του χρειάζεται ο Θεός ως προτεραιότητα αγάπης. Έτσι, δένεται ο άνθρωπος με τα δεσμά της αποτυχίας να ακολουθήσει την οδό της αγάπης που είναι η ελευθερία και επιλέγει την οδό της επιβολής του εαυτού του στους άλλους και στον κόσμο, και με την ανυπακοή στο θείο θέλημα, και στον ίδιο τον Θεό.

                Η Υπεραγία Θεοτόκος έρχεται για να γίνει η οδός διά της οποίας η παράβαση παύει να έχει την ισχύ δεσμών στον άνθρωπο. Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να αμαρτάνουμε. Δεν είναι ο πνευματικός θάνατος η επιλογή μας, αλλά μπορούμε πλέον να ξαναζήσουμε την σχέση με τον Θεό που έγινε ένας από εμάς, λαμβάνοντας την φύση μας στην μήτρα της Παναγίας. Ο κόσμος, από πηγή αντίστασης στον άνθρωπο, γίνεται και πάλι Παράδεισος, καθότι την ομορφιά αυτού του κόσμου την διαφυλάττει η σχέση με τον Θεό. Και η ομορφιά δεν έχει να κάνει μόνο με το αισθητό κάλλος. Είναι η αναγνώριση της αγάπης του Θεού σε κάθε πτυχή αυτού του κόσμου, ακόμα και στην οδύνη της ζωής που είναι ο σωματικός θάνατος. Διότι και εκεί δεν χάνεται η ελπίδα. Αν πριν την ενανθρώπηση του Χριστού ο Θεός ήταν αθέατος και σ’  αυτή την ζωή και στην αιωνιότητα, διότι πώς μπορεί να το κτιστό να μεταλάβει του ακτίστου, τώρα πλέον το άκτιστο προσλαμβάνει την φύση μας και γίνεται όμοιο με μας κατά πάντα, πλην της αμαρτίας. Διότι ο Υιός και Λόγος του Θεού μεταδίδει στην φύσης μας και πάλι την προτεραιότητα της αγάπης που ελευθερώνει και με τον εκούσιο θάνατό Του κάνει υπακοή στο θέλημα του Θεού μέχρι τέλους, ανοίγοντάς μας τον δρόμο για την αιώνια ζωή. Κοινωνείται ο Θεός, διότι ο Χριστός έγινε άνθρωπος. Και σ’  αυτήν και στην άλλη ζωή μπορούμε να κοινωνήσουμε Αυτόν που είναι ένας από εμάς.

                Η ιστορία αυτού του κόσμου, στον οποίο συμπορευόμαστε, οδηγείται προς την οριστική κατάργηση του κακού, των δεσμών της αμαρτίας, της λύπης τόσο για τον πνευματικό, όσο και για τον σωματικό θάνατο. Η Παναγία είναι η εκπρόσωπός μας, διά της οποίας η καινή κτίση ξεκίνησε με την ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού. Χρειαζόμαστε λίγη από την πίστη της, λίγη από την αγάπη της προς τον Θεό, λίγη από την αρετή της, ήτοι την υπακοή στο θέλημα του Θεού, την αφοσίωση, τη υπομονή, όπως επίσης και την ένταξή μας στην Εκκλησία, ώστε να είμαστε κι εμείς μέλη αυτής της καινής κτίσης. Οι αλυσίδες των δεσμών  έσπασαν. Ας μην τις ξαναβάζουμε στους εαυτούς μας με το εγωκεντρικό θέλημα, την διάσπαση, τον πόλεμο. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο. Ας αλλάξουμε εμείς, με τις πρεσβείες της Θεοτόκου.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

25 Μαρτίου 2022

Γ’ Χαιρετισμοί

3/24/22

Η ΠΑΡΘΕΝΟΣ ΔΕΧΕΤΑΙ ΤΗΝ ΧΑΡΑΝ, ΤΑ ΕΠΙΓΕΙΑ ΓΕΓΟΝΕΝ ΟΥΡΑΝΟΣ

«Ἰδού ἡ ἀνάκλησις νῦν ἐπέφανεν ἡμῖν. Ὑπέρ λόγον ὁ Θεός τοῖς ἀνθρώποις ἑνοῦται, Ἀρχαγγγέλου τῇ φωνῇ, ἡ πλάνη ἐκμειοῦται. Ἡ Παρθένος γάρ δέχεται τήν χαράν, τά ἐπίγεια γέγονεν οὐρανός, ὁ κόσμος λέλυται τῆς ἀρχαίας ἀρᾶς. Ἀγαλλιάσθω ἡ κτίσις καί φωναῖς ἀνυμνείτω. Ὁ Ποιητής καί Λυτρωτής ἡμῶν, Κύριε δόξα σοι» (Στιχηρό τῶν Ἀποστίχων τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ σέ ἦχο δ’)

«Να που φανερώθηκε τώρα για χάρη μας η πρόσκληση για επιστροφή. Ξεπερνώντας την δύναμη της λογικής ο Θεός ενώνεται με τους ανθρώπους. Με την φωνή του Αρχαγγέλου η περιπλάνησή μας μακριά από τον Θεό  μειώνεται και εκμηδενίζεται. Διότι η Παρθένος δέχτηκε το χαρμόσυνο άγγελμα, τα επίγεια έγιναν ουρανός και ο κόσμος λυτρώθηκε από την παλαιά κατάρα. Ας είναι γεμάτη χαρά και αγαλλίαση η δημιουργία και ας ανυμνήσει με την φωνή: Ο Ποιητής μας και ο Λυτρωτής μας συ, Κύριε, είσαι, δόξα Σοι» 

            Σε έναν κόσμο που βλέπει τα προφανή και τα παρόντα ως τα μόνα που υφίστανται οι χριστιανοί συναρπαζόμαστε μυστικά από μια γιορτή που μας υπενθυμίζει ότι ο κόσμος έχει αλλάξει οριστικά. Διότι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, αν κάνουμε ένα βήμα πιο πέρα από τα ορώμενα και προχωρήσουμε προς τα νοούμενα, αν αφεθούμε στην χαρά που κάνει όχι μόνο τα συναισθήματά μας να λειτουργούν μεταμορφωτικά, αλλά και ολόκληρη την ύπαρξή μας να βλέπει και να πιστεύει σε μιαν άλλη πραγματικότητα, αυτήν της κοινωνίας με τον Θεό που έγινε άνθρωπος, για να μας δίνει συνεχώς ένα καινούργιο ξεκίνημα στην ζωή μας, ακόμη κι αν όλα γύρω μας μοιάζουν σκοτεινά ή απαισιόδοξα ή στάσιμα, ακόμη κι αν ο θάνατος κρύβεται πίσω από τις ειδήσεις που δεσπόζουν, κι όχι μόνο εξαιτίας των πολέμων ή των ασθενειών.

        Είναι μια χαρά μοναδική αυτή που βιώνουμε, όταν προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε το νόημα της γιορτής. Και είναι η υμνογραφία της Εκκλησίας μας ένα τοπίο μυστικό, το οποίο μάς καλεί, αφού ανοίξουμε την πόρτα του με τα κλειδιά του νου και των λέξεων, να εισέλθουμε, μέσα από την ψαλμωδία, δηλαδή μέσα από τις αισθήσεις, στην χαρά του μυστηρίου, στην χαρά και της δικής μας κοινωνίας με τον ενανθρωπήσαντα Θεό, στεκόμενοι δίπλα στην Υπεραγία Θεοτόκο, εκείνη ακριβώς την στιγμή που έλαβε το μήνυμα: «Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου».  Γιατί αυτό το «χαίρε» απευθύνεται κάθε στιγμή στον κάθε άνθρωπο, δηλαδή και σε μας, αρκεί να ζητάμε την δεκτικότητα της καρδιάς της Παναγίας. Μπορεί να μην είμαστε άξιοι, διότι «ασθενεί το σώμα, ασθενεί και η ψυχή από των πολλών αμαρτιών». Το παρήγορο όμως είναι ότι εκείνη, όπως η φυσική μας μάνα, απλώνει τα χέρια της και μας σκεπάζει και μας καλεί, μέσα στα δάκρυα της αμαυρωμένης φύσης μας, να γίνουμε κοινωνοί του θαύματος που πρώτη βίωσε, για να το μοιραστεί και να το μοιράζεται με όλους μας στην Εκκλησία.

            Ανάκλησις. Ο Ευαγγελισμός είναι πρόσκληση για επιστροφή στην κοινωνία με τον Δημιουργό μας. Μόνο που τώρα δεν είναι το θέλημά μας εμπόδιο. Δεν είναι η ελευθερία μας οδός αυτοθέωσης. Δεν είναι το πάθος μας να εξουσιάζουμε τον εαυτό μας, τους σύνεγγύς μας, την ζωή μας ό,τι μας χωρίζει από την Αγάπη. Αρκεί ένα ΝΑΙ στην φωνή του Θεού, όπως αυτή αποτυπώνεται από τους αγγέλους Του, τόσο τους επουράνιους, όσο και τους επί γης, δηλαδή την Εκκλησία και τους αγίους,  που ζητά από εμάς την συναίνεση και Εκείνος αναλαμβάνει τα υπόλοιπα, το να μας ξαναδείξει και να μας αναμορφώσει στο αρχαίον κάλλος.

Η πλάνη εκμειούται. Αρκετά περιπλανηθήκαμε. Η απόσταση από τον Θεό μπορεί να ελαττωθεί και να εκμηδενιστεί. Εκείνος έκανε το μεγάλο βήμα να προσλάβει την φύση μας. Και μας καλεί να επιλέξουμε τον δικό Του δρόμο: αυτόν της αγάπης, μέσα από το πρόσωπο του κάθε πλησίον μας, του φίλου και του εχθρού μας, να αντιτάξουμε την συγχώρηση στην βία, το μίσος και την εκμετάλλευση, να αντιτάξουμε την αλήθεια και την πρόσκληση για μετάνοια, τόσο για μας όσο και για τον κόσμο όλο, να αντιτάξουμε την οδό της κοινότητας, την οδό του «εμείς», που ειρηνικά βλέπει τον άλλον όχι για να τον εξουσιάσει, αλλά για να μοιραστεί μαζί του αυτόν τον κόσμο, ως πρόγευση του αιώνιου. Δεν είναι το εγώ μας που βαδίζει μακριά, σαν τον Ιωνά που ταξίδευε για την Θαρσείς. Είναι η μετάνοια που οδηγεί τα βήματά μας προς τη Νινευή του κόσμου και μας καλεί να φωνάξουμε ότι «ο Κύριος μεθ’ ημών».

Η Παρθένος δέχεται την χαράν. Για μια παρθένο κοπέλα η χαρά είναι ο γάμος και η κυοφορία. Να αναγνωρίσει κάποιος την ομορφιά και την χάρη της και να της δοθεί. Να φέρει στον κόσμο η ίδια καρπό αυτής της χαράς. Για την Παναγία χαρά είναι να γίνεται «Νύμφη ανύμφευτος»! Ο Θεός να αναγνωρίσει το κάλλος της που είναι ολόκληρης της ύπαρξης, αυτό της ομορφιάς του σώματος και της ψυχής που η αρετή της δεν κάνει θόρυβο, αλλά είναι αγάπη, ταπείνωση, προσδοκία Θεού. Για την Παναγία η χαρά της είναι να γίνει μητέρα Αυτού ο οποίος στο πρόσωπό της αγαπά όλη την ανθρωπότητα και γίνεται ένα μαζί της. Η Παναγία γίνεται μητέρα του Ενός και μητέρα πάντων των ανθρώπων. Ανήκει στον Ένα Θεό και σε όλους μας. Δεν είναι χαρά για λίγους ή για πολλούς. Γίνεται η χαρά των πάντων!

Τα επίγεια γέγονεν ουρανός. Η γη γίνεται ουρανός. Και όχι μόνο η γη ως τόπος, αλλά όλα τα επί γης. Εμείς γινόμαστε ουρανός. Τα έργα μας. Ο κόσμος μας. Τα όνειρά μας και οι προσδοκίες μας. Η ζωή μας. Ο θάνατός μας. Αρκεί να πούμε κι εμείς το ΝΑΙ και να σταθούμε δίπλα στην Παναγία, ζητώντας κι εμείς τον Χριστό στις καρδιές μας.

Ο κόσμος λέλυται της αρχαίας αράς. Η κατάρα δεν ήταν της Εύας μόνο ή του Αδάμ, αλλά του όλου ανθρώπου. Και η κατάρα δεν ήταν από τον Θεό, αλλά από την επιλογή μας η ελευθερία να μην δένεται με την αγάπη. Το μέγιστο δώρο που μας έδωσε ο Θεός, αυτό που είναι ο Ίδιος, η ελευθερία, έγινε στα χέρια μας, με την υποδαύλιση του διαβόλου, όπλο απομάκρυνσης από τον Θεό και τον συνάνθρωπο, όπλο θανάτου, καθότι η εξουσία συντρίβει το «εμείς» και κάνει τα πάντα «εγώ». Κι αυτό το βλέπουμε κάθε στιγμή. Ο κόσμος όμως έχει λυθεί από την δύναμη του κακού κι αν ακολουθεί την οδό της Παναγίας δεν ξαναδένεται. Ο πνευματικός θάνατος της αυτοθέωσης δεν κυριαρχεί. Και ο σωματικός θα νικηθεί οριστικά με την ανάστασή μας. Ήδη νικήθηκε με την Ανάσταση του Χριστού. Απομένουμε κι εμείς.

Αγαλλιάσθω η κτίσις. Μια αλλιώτικη χαρά, πνευματική, αιώνια, που συνοδεύει την επίγεια, την καθημερινή και την ανανοηματοδοτεί ξεκίνησε με τον Ευαγγελισμό. Πίσω από κάθε γεγονός υπάρχει η πρόνοια του Θεού. Ακόμη και πίσω από τα λάθη μας, αν πιστέψουμε, αν εμπιστευθούμε, αν πούμε «γένοιτο κατά το ρήμα Σου», θα βγει κάτι καλό. Αρκεί η μετάνοια. Η εμπιστοσύνη. Ένα νέο ξεκίνημα εν τη Εκκλησία. Και τίποτα δεν θα μας λυγίσει, όση υπομονή κι αν χρειαστεί να κάνουμε.

Ο Ποιητής και Λυτρωτής ημών, Κύριε, δόξα σοι. Μας δημιούργησε και μας λύτρωσε ο Θεός. Ξεκίνησε διά των ενεργειών Του και μας έδωσε την ζωή, μαζί με την ελευθερία να αγαπούμε ή να εξουσιάζουμε και να συντρίβουμε. Μας λύτρωσε με την ενανθρώπησή του, μας απάλλαξε από τον θάνατο του χωρισμένου από Αυτόν θελήματος, μας έδωσε την χάρη του Αγίου Πνεύματος και μας έκανε να μπορούμε να είμαστε παιδιά Του. Αφορμή για δοξολογία όλος αυτός ο δρόμος. Και η Παναγία μας τον υπενθυμίζει!

Χρόνια πολλά!

 π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

25 Μαρτίου 2022

Του Ευαγγελισμού

3/22/22

ΟΛΑ ΘΑ ΠΑΝΕ ΚΑΛΑ;

 

«Δεν είναι δυνατόν να πάρουν τα πράγματα την καλύτερη μορφή και εξέλιξή τους, παρά μόνον έτσι, όπως τα επιτρέπει ο Θεός μέσα στο έλεός Του» (Αββάς Δωρόθεος)

Έχουμε ανάγκη, ιδίως στις δοκιμασίες μας, όπως και όταν είμαστε μπροστά σε προκλήσεις και επιλογές δύσκολες, να ακούσουμε μια φωνή που να μας λέει: «όλα θα πάνε καλά», κι ας είναι ψέμα. Δεν είναι μόνο το ότι «η ελπίδα πεθαίνει τελευταία». Είναι και η ψυχική βοήθεια ότι έχουμε έναν λόγο να το παλέψουμε, να μην εγκαταλείψουμε την προσπάθεια, να μην παραιτηθούμε από το όνειρο. Και συχνά, όσοι μας αγαπούνε τον λένε αυτόν τον λόγο. Δεν τους πάει η καρδιά να πούνε το αντίθετο ή να μη μιλήσουν καθόλου. Διότι τότε υπάρχει ο κίνδυνος τόσο της απογοήτευσής μας, όσο και του θυμού μας εναντίον τους. «Δεν με στηρίζεις, δεν με αγαπάς».

Είναι όμως αυτός ο σωστός δρόμος ή είναι προτιμότερο να μας λένε την αλήθεια;

Η απάντηση είναι δύσκολη. Πολλά εξαρτώνται από το πόσο δυνατοί είμαστε μέσα μας, πόσο έχουμε αποφασίσει να πορευτούμε με κριτήριο την αλήθεια στην ζωή μας. Θέλει απόφαση κάτι τέτοιο. Δεν είμαστε  έτοιμοι πάντοτε να αποδεχτούμε ό,τι συμβαίνει. Προτιμούμε την ψευδαίσθηση ότι μπορεί τα πράγματα να πάνε διαφορετικά από ό,τι δείχνουν και να διαχειριστούμε τότε την δυσκολία, παρά να ακούσουμε την αλήθεια, η οποία μπορεί να είναι αποκαρδιωτική. Αν θέλουμε όμως να μην στηριζόμαστε σε ψεύτικες ελπίδες, καλό είναι να ζητάμε την αλήθεια που είναι απελευθερωτική. Διότι τότε οργανώνουμε καλύτερα και ρεαλιστικότερα τις όποιες άμυνες μπορούμε να φέρουμε απέναντι στα γεγονότα και καταλαβαίνουμε τα όριά μας.

Στην πνευματική μας παράδοση υπάρχει η φράση της Κυριακής προσευχής «γενηθήτω το θέλημά Σου». Ο άνθρωπος δεν επιλέγει το δικό του θέλημα να είναι πιο πάνω από αυτό του Θεού. Δεν γίνεται συνεχιστής της οδού της παρακοής των πρωτοπλάστων στον Παράδεισο, αλλά μαθητής Εκείνου που είπε «εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή». Θέλουμε την αλήθεια για την ζωή μας, εμπιστευόμαστε όμως τον Θεό ως Αυτόν που έχει τον τελευταίο λόγο. Αν είναι το θέλημά Του η ήττα, η αποτυχία, η δοκιμασία, η απώλεια, ας είναι ευλογημένο. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα παλέψουμε. Θα αφεθούμε όμως με εμπιστοσύνη στην αγάπη Του και στο έλεός Του. Θα επιλέξουμε, πέρα από τα ανθρώπινα, την οδό της προσευχής, όχι να γίνει αυτό που ζητούμε, αλλά Εκείνος να δώσει το καλύτερο για μας.

Θέλει πίστη αυτός ο δρόμος. Σε μια εποχή όπου κυριαρχούν  τα κριτήρια του εγώ, του θελήματος, του ελέγχου των πραγμάτων της ζωής μας από εμάς τους ίδιους και το αίσθημα παντοδυναμίας επειδή έχουμε τα όπλα και τα μέσα, η πίστη είναι έξοδος από αυτό το πνεύμα. Είναι όμως και λύτρωση από την αγωνία και την ενοχή. Αγωνία διότι δεν μας βγαίνουν τα πράγματα όπως τα θέλουμε και αυτό φέρνει φόβο. Ενοχή διότι δεν δίνουμε όλο μας το είναι, ακόμη και στο μάταιο. Άλλο είναι η πάλη και άλλο είναι το αταπείνωτο φρόνημα.

Ας το θυμόμαστε, ιδιαίτερα οι γονείς, όταν  τα παιδιά μας έχουν δοκιμασίες διότι επιλέγουν ανώτερα από τις δυνάμεις και τον κόπο. Κι ας μάθουμε ότι η επίγνωση των ορίων μας είναι το τελικά καλό και η εμπιστοσύνη στον Θεό. 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»

στο φύλλο της Τετάρτης 23 Μαρτίου 2022

3/20/22

ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ ΙΝΤΕΡΝΕΤ

 

ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ 91- ΜΑΚΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, «ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ ΙΝΤΕΡΝΕΤ», εκδόσεις ΕΝ ΠΛΩ

                 Από τις εκδόσεις ΕΝ ΠΛΩ κυκλοφορεί σε δεύτερη αναθεωρημένη έκδοση (Ιούλιος 2021) το βιβλίο του δημοσιογράφου και οικονομολόγου Μάκη Παπαγεωργίου με τίτλο «Παιδί και Ίντερνετ». Με εύστοχο τρόπο, πολλά παραδείγματα και μαρτυρίες, ο συγγραφέας αναφέρεται σε ένα μείζον θέμα της οικογενειακής ζωής, που είναι το κάτω από ποιες προϋποθέσεις μπορούν οι γονείς να επιτρέπουν την χρήση του Διαδικτύου από τα παιδιά τους, τι χρειάζεται να προσέχουν, ποιοι κίνδυνοι υπάρχουν, ποιο συμβόλαιο χρήσης μπορεί να καθοριστεί ανάμεσα σε γονείς και παιδιά ώστε η αναγκαία χρήση του Διαδικτύου να μην οδηγήσει σε ηθική, ψυχολογική και αναπτυξιακή βλάβη των παιδιών.

                Πολύ δυσάρεστα τα στοιχεία που ο συγγραφέας καταχωρεί για τα ζητήματα της παιδικής πορνογραφίας, του εθισμού, της αδυναμίας να υπάρχει μέτρο στο Διαδίκτυο. Η διαστροφή των παιδοφίλων, τα τεχνάσματά τους για να προσελκύσουν θύματα στα παιδιά και τους εφήβους, η άγνοια των γονέων για το τι συμβαίνει, ο φόβος των παιδιών να αποκαλύψουν τους πειρασμούς που βιώνουν, όπως επίσης και το γεγονός ότι υπάρχει «Διαταραχή Εξάρτησης από το Διαδίκτυο», η οποία είναι οριακή όταν το παιδί περνά περισσότερες από 4 ώρες την ημέρα στο Διαδίκτυο, με αποτέλεσμα να χάνει την αίσθηση του χρόνου, να έχει σύνδρομο FOMO (fear of missing out- φόβος της απώλειας εξαιτίας της αποσύνδεσης), να λέει ψέματα, να απομονώνεται, να ξενυχτά, να τρώει μπροστά στο Διαδίκτυο, να απομακρύνεται από το διάβασμα και τις παρέες του, να κινδυνεύει να κάνει διαδικτυακές παρέες αμφίβολης ηθικής ακεραιότητας, να παραμελεί τον εαυτό του, την προσωπική του φροντίδα, την εμφάνισή του (σελ. 144-146), ενώ έντονα είναι και τα σωματικά συμπτώματα εξάρτησης, ιδίως οι διαταραχές στον ύπνο και οι μυοσκελετικές παθήσεις.

                Ευθύνη των γονέων είναι, επειδή δεν είναι ψηφιακοί γηγενείς, αλλά συνήθως ανήκουν στην Generation X (γεννήθηκαν ανάμεσα στο 1960-1985) ή στην γενιά των Millennials (Γενιά Υ, γεννήθηκαν ανάμεσα στο 1985-2005), να έχουν ενημέρωση για το διαδίκτυο και να διαμορφώσουν ένα είδος συμβολαίου, συμφωνίας με τα παιδιά τους, ώστε η χρήση του Διαδικτύου να είναι στην προοπτική μιας ασφαλούς σχέσης και όχι καταστροφικής. Εκτός από τα όποια φίλτρα, οι γονείς οφείλουν να συζητούν με τα παιδιά τους, να ελέγχουν τις διαδικτυακές παρέες τους, ιδίως όταν αυτές είναι άγνωστες, με έμφαση στα δωμάτια συζητήσεων (chatrooms) και να τα πείθουν ότι η αποστολή φωτογραφιών τους σε αγνώστους είναι πηγή κινδύνων. Ακόμη κι αν αυτό γίνει, το να ενημερωθούν οι γονείς, μπορεί να προφυλάξει τα παιδιά από άλλες κακοτοπιές. Εννοείται ότι το διαδικτυακό bullying χρήζει άμεσης αντιμετωπίσεως και οι γονείς δεν πρέπει να αδιαφορούν. Τέλος, ηλεκτρονικά παιχνίδια τα οποία παροτρύνουν σε αυτοκτονία ή σε βία, χρειάζεται να ελέγχονται.

                Το Διαδίκτυο είναι πηγή γνώσης, συνάντησης και επικοινωνίας, ιδίως στους καιρούς της πανδημίας, ψυχαγωγίας. Ας μη γίνεται για τα παιδιά πηγή εξάρτησης και καταστροφής της κοινωνικότητάς τους, όπως επίσης και αδιαφορίας για την μόρφωση και την γνώση.

Το βιβλίο είναι αφορμή γόνιμου προβληματισμού.

 π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

20 Μαρτίου 2022

3/19/22

Ο ΣΩΜΑΤΙΚΟΣ, Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ, Ο ΑΙΩΝΙΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΠΑΡΑΛΥΤΙΚΟΣ ΤΗΣ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ

Ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας — λέγει τῷ παραλυτικῷ· σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου (Μάρκ. 2, 10-11)

Γιὰ νὰ μάθετε λοιπὸν ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ ᾿Ανθρώπου ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ συγχωρεῖ πάνω στὴ γῆ ἁμαρτίες» -λέει στὸν παράλυτο· «Σ’ ἐσένα τὸ λέω, σήκω, πάρε τὸ κρεβάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου». 

            Δύο εξουσίες, μάς λέει ο Χριστός, έχει ο Υιός του ανθρώπου: η μία είναι να συγχωρεί τις ανθρώπινες αμαρτίες και η άλλη να γιατρεύει από την φθορά και τον θάνατο. Με την πρώτη νικά τον πνευματικό θάνατο, με την δεύτερη τον σωματικό, και με τις δύο τον αιώνιο. Διότι αυτά τα τρία είδη θανάτου ήρθε να αντιμετωπίσει ο Χριστός με την ενανθρώπησή Του. Αυτά τα τρία είδη καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε κι εμείς με την πνευματική μας προσπάθεια, κάθε στιγμή, ιδιαίτερα όμως στην περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, οπότε και διαβάζουμε το απόσπασμα από το ευαγγέλιο για το θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού της Καπερναούμ.

            Οι χριστιανοί δεν συνειδητοποιούμε ότι στην πραγματικότητα θάνατος είναι ο πνευματικός. Ο σωματικός θάνατος, η φθορά, η πορεία μας προς την έξοδο από αυτόν τον κόσμο, από τον χρόνο της παρούσας ζωής, είναι κάτι που δεν εξαρτάται στην πραγματικότητα από εμάς. Μπορούμε με το να ζούμε μια υγιεινή ζωή, να γυμναζόμαστε, να προσέχουμε την διατροφή μας  να ανακόψουμε την ταχύτητα της όποιας φθοράς. Δεν μπορούμε όμως να υπολογίσουμε αστάθμητους παράγοντες, όπως η πανδημία, ο πόλεμος, η εσωτερίκευση των γεγονότων της ζωής και η σωματοποίηση της διαχείρισής τους, ατυχήματα, φυσικά φαινόμενα. Επομένως, βαδίζουμε προς τον σωματικό θάνατο και αυτό είναι η μόνη αλήθεια. Όμως ο πνευματικός θάνατος εξαρτάται από εμάς. Αν επιλέξουμε την οδό της σχέσης με τον Θεό ως την κύρια οδό της ζωής μας, δηλαδή τον τρόπο της αγάπης, της συγχώρησης, της αρετής, της ταπείνωσης, της ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ σ’ Εκείνον, αν νιώσουμε ότι και μία στιγμή να ζήσουμε ο λογισμός μας θα παλέψει να ξεφύγει από τον Θεό και να θεοποιήσει τον εαυτό μας, τις σκέψεις μας, τα πάθη μας, τις επιθυμίες μας, αν θελήσουμε να μετανοούμε και να ξεκινούμε από την αρχή, τότε ο πνευματικός θάνατος υπερβαίνεται. Κι αυτό επιτυγχάνεται στην Εκκλησία, όπου ο Υιός του ανθρώπου είναι παρών, καθώς είναι η κεφαλή της.

            Στο θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού της Καπερναούμ το σπίτι στο οποίο ο Χριστός κήρυττε ήταν η πρόγευση της Εκκλησίας. Εκείνος ήταν παρών. Δίπλα Του οι απόστολοι και μαθητές Του. Ανάμεσα στους συμμετέχοντας ήταν και αυτοί που Τον αμφισβητούσαν, οι γραμματείς. Ήταν και όσοι άκουγαν την διδασκαλία Του, αναζητώντας την αλήθεια. Ήταν και οι περίεργοι. Ήταν όμως και οι τέσσερις φίλοι του παραλυτικού, που, από αγάπη για τον φίλο τους, δεν δίστασαν να ανέβουν στην στέγη με τον ασθενή, να ανοίξουν τα κεραμίδια και να τον κατεβάσουν με σκοινιά, δείχνοντας στον Χριστό ότι με την πίστη τους σ’  Αυτόν, ο πνευματικός θάνατος είχε ήδη νικηθεί. Και ο Χριστός, θαυμάζοντας αυτή την πίστη, δίνει λύση και στο ζήτημα του σωματικού θανάτου, γιατρεύοντας τον παραλυτικό.

            Ο σωματικός θάνατος δεν φέρνει τον αιώνιο. Ο πνευματικός όμως οδηγεί σ’ αυτόν, διότι ο άνθρωπος που δεν εμπιστεύεται τον Χριστό, που δεν ακολουθεί την οδό που ο Κύριός μας προτείνει, εγκλωβίζεται στην ανεπάρκεια της δικής του εξουσίας, η οποία συγκρούεται με τις εξουσίες των άλλων και την μεγάλη εξουσία: την παντοδυναμία του χρόνου. Και αν δεν υπάρξει η στιγμή που είτε αφ’  εαυτού του είτε με την βοήθεια φίλων και οικείων που τον αγαπούν, ο άνθρωπος δεν πλησιάσει τον Χριστό, με ταπείνωση και εφευρετικότητα και παράδοση της ύπαρξής του σ’ Αυτόν, όπως έκανε ο παραλυτικός διά των φίλων του, τότε ο πνευματικός θάνατος καραδοκεί, για να γίνει αιώνιος. Διότι μετά τον σωματικό θάνατο η πνευματική μας κατάσταση δεν αλλάζει.

            Ας εμπιστευθούμε την εξουσία του Υιού του ανθρώπου, που είναι αγαπητική, συγχωρητική και ιαματική και ας νικήσουμε μαζί Του εν τη Εκκλησία τον θάνατο κάθε μορφής. Αυτή είναι η εμπειρία των αγίων και η ελπίδα μας. 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

20 Μαρτίου 2022

Κυριακή Β’ Νηστειών

3/17/22

ΧΑΙΡΕ ΠΥΡΙΝΕ ΣΤΥΛΕ ΟΔΗΓΩΝ ΤΟΥΣ ΕΝ ΣΚΟΤΕΙ, ΧΑΙΡΕ ΣΚΕΠΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΠΛΑΤΥΤΕΡΑ ΝΕΦΕΛΗΣ


Όταν ο λαός του Ισραήλ έφυγε από την Αίγυπτο και επειγόταν να περάσει την Ερυθρά θάλασσα, για να φτάσει στην έρημο του Σινά, η εντολή που είχε από τον Θεό ήταν να περπατά μέρα-νύχτα. Έτσι, την ημέρα είχε ως σηματωρό, για να γνωρίζει τον δρόμο, ένα σύννεφο, μια νεφέλη, που τους σκέπαζε και τους προστάτευε από την ένταση του ηλίου, σκιάζοντάς τους, ενώ η νύχτα τους φωτιζόταν με έναν στύλο πυρός (Έξοδος, 13, 21), ώστε να γνωρίζουν πού πηγαίνουν. Και τα δύο υπερφυή σημεία αποκάλυπταν την παρουσία του Θεού, όπως επίσης και το θέλημά Του οι Ισραηλίτες να βιαστούν, να μη δώσουν χρόνο στον Φαραώ να τους φτάσει, να προλάβουν να φτάσουν στην θάλασσα που θα σηματοδοτούσε το Πάσχα, το πέρασμά τους από την γη της σκλαβιάς στην γη της ελευθερίας και από κει στην γη της επαγγελίας. Και τα δύο σημάδια της Παλαιάς Διαθήκης προτυπώνουν το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου στην Καινή Διαθήκη.

Η Παναγία γίνεται πύρινος στύλος που φωτίζει όλους όσοι βρίσκονται στο σκοτάδι της ειδωλολατρίας, της αγνωσίας του Θεού, του πνευματικού θανάτου. Είναι πύρινος στύλος η Παναγία διότι αποκαλύπτει το μυστήριο της θείας οικονομίας, το ότι ο Θεός είναι ένας «εν τρισί προσώποις»: ο Πατήρ ηυδόκησε, ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου. Ο κόσμος της ειδωλολατρίας, των θεών που ήταν φτιαγμένοι κατ’  εικόνα και ομοίωση των ανθρώπων, παύει να είναι ο κυρίαρχος. Ο απαθής Θεός μαρτυρεί την αγάπη Του, που δημιούργησε και ανακαινίζει τον κόσμο, που δημιούργησε και αναγεννά τον άνθρωπο, όταν αποδέχεται αυτή την αγάπη. Ο δρόμος περνά μέσα από την Υπεραγία Θεοτόκο. Διότι πρώτη αυτή φωτίζεται, καθώς κυοφορεί στα σπλάχνα της τον Χριστό και τον φέρνει στον κόσμο, για να φωτιστεί η σύμπασα ανθρωπότης. Η Παναγία είναι η εκπρόσωπος όλων των ανθρώπων στην οδό της σωτηρίας. Και την ίδια στιγμή, μεταδίδει τον Χριστό ως φως σε όλους τους ανθρώπους.

Γίνεται έτσι πλατυτέρα της νεφέλης της Παλαιάς Διαθήκης. Σκεπάζει και σκιάζει τους ταλαιπωρημένους από τον φόβο του νοητού Φαραώ, δηλαδή από τις επιθέσεις του κακού κάθε μορφής στον κόσμο τούτο, αυτού που προέρχεται από την φθορά της φύσης, αυτού που προέρχεται από τα δικά μας λάθη, αυτού που γίνεται πραγματικότητα εξαιτίας των επιθέσεων του διαβόλου τόσο σε μας, όσο και στους άλλους, από τον θάνατο που γεννιέται όταν η ύπαρξή μας δεν έχει μέσα της το κουράγιο της πίστης στον Θεό. Και γίνεται σκέπη η Παναγία, διότι, όπως η μητέρα αγκαλιάζει τα παιδιά της και κάνει τις περιστάσεις και τα λάθη λιγότερο επώδυνα, καθώς στα χέρια της αποτυπώνεται η εμπιστοσύνη ότι δεν είναι μόνα τους και ότι η αγάπη απαλύνει, έτσι και η Κυρία των Ουρανών μάς αγκαλιάζει με τις πρεσβείες της και μας δείχνει ότι μέσα από την πίστη στον Υιό και Θεό της κι εμείς δεν είμαστε μόνοι μας, αλλά η αγάπη θα νικήσει, καθότι Εκείνος δεν μας αφήνει.

Είναι προσωπική η σχέση και η απόφαση να έχουμε την Παναγία οδηγό και σκέπη μας. Κι αυτό σε μια εποχή στην οποία άλλα είναι τα στηρίγματά μας και άλλες οι προτεραιότητές μας. Τα επιτεύγματα του νου μάς κάνουν να θεωρούμαστε δυνατοί. Μας έχει λείψει η εμπιστοσύνη στον Χριστό, καθώς νομίζουμε ότι μπορούμε και μόνοι μας. Προτεραιότητά μας, σχεδόν αποκλειστική, οι κοσμικές αξίες: πρόοδος, εργασία, ηδονή, άτομο, μετοχή στον καταναλωτικό πολιτισμό. Στην σχέση μας με τον άλλο δεσπόζει η χρήση του. Επικαλούμαστε βέβαια ένα ανθρωπιστικό πνεύμα, στηριγμένο στον δικαιωματισμό. Υπερτονίζουμε την διαφορετικότητα, όχι ως στοιχείο αξιακό, υπεράσπισης ήθους, ελευθερίας που ξεκινά από το βάθος της ύπαρξης, αλλά ως στοιχείο αυτοδιάθεσης που αρκείται στο σώμα ή στις ιδέες, χωρίς να αναφέρεται στον σύνολο άνθρωπο, σ’ εκείνον που η ζωή του έχει νόημα και αιωνιότητας. Τα πάντα παρόν. Ποια Παναγία λοιπόν να έχουμε ανάγκη;

Ό,τι κι αν επιλέξουμε όμως, δεν θα μπορέσουμε, τελικά, να αφήσουμε έξω την δίψα του ανθρώπου για αλήθεια που ξεπερνά τον χρόνο, για ζωή που εμπεριέχει την αγάπη ως αμοιβαιότητα. Οι Ισραηλίτες έφυγαν από την Αίγυπτο όχι γιατί δεν μπορούσαν να αυτοδιατεθούν σωματικά ή να βρούνε συμπαράσταση μεταξύ τους, αλλά διότι δεν είχαν την δυνατότητα να πορεύονται ως άνθρωποι ελεύθεροι, να έχουν τον τόπο τους και να ακολουθούν τις εντολές του Θεού. Και το μεγαλύτερο εμπόδιο που αντιμετώπισαν στην σαραντάχρονη πορεία τους στην έρημο ήταν ο λογισμός ότι πρώτα έρχεται η επιβίωση, η κάλυψη των αναγκών, η χρήση του άλλου, και όχι η ελευθερία που για χάρη της αξίζει να νικά κάποιος και τον φόβο του θανάτου, να συγκακουχείται με τον πλησίον του. Ο λογισμός είχε να κάνει με το έλλειμμα εμπιστοσύνης στον Θεό μπροστά στις περιστάσεις. Έβλεπαν την νεφέλη και τον πύρινο στύλο, μέσα τους όμως αναρωτιόντουσαν, αμφισβητούσαν, φοβόντουσαν.

"Γρήγορα", τους έλεγε ο Θεός διά του Μωυσή. "Γρήγορα", μας λέει και σήμερα ο Θεός, να περάσουμε από τον θάνατο που μας περιτριγυρίζει, στην ζωή της αγάπης, της ανάστασης, της κοινωνίας μαζί Του και με τον πλησίον. Και είναι η Παναγία σημάδι και σκέπη. Ας την ακολουθήσουμε στην Εκκλησία.

 π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

18 Μαρτίου 2022

Β’ Χαιρετισμοί

3/15/22

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΡΟΥΤΙΝΑ

 

«Ο καθένας μας ας εξετάζει τον εαυτό του κάθε βράδυ πώς πέρασε την ημέρα του και το πρωί πώς πέρασε τη νύχτα του και να μετανοεί ενώπιον του Θεού γι’ αυτά φυσικά που έχει αμαρτήσει» (Αββάς Δωρόθεος)

Οι άνθρωποι, στην καθημερινότητά μας, νιώθουμε τον χρόνο να τρέχει και εμείς να τον ακολουθούμε. Η ρουτίνα μας είναι το συνηθισμένο. Το πρόγραμμά μας. Η επανάληψη. Και όταν η μέρα τελειώνει, πέφτουμε να κοιμηθούμε με μια τυπική προσευχή, βλέποντας κάτι στην οθόνη του κινητού, της τηλεόρασης, του υπολογιστή (ιδίως οι νεώτεροι) και ελπίζοντας ότι θα ξημερώσει μια καινούργια μέρα που από μόνη της θα είναι καλύτερη από την προηγούμενη. Η επικοινωνία με τον/την συγκάτοικό μας, τα παιδιά μας ή και με τον εαυτό μας, αν μένουμε μόνοι μας, δεν είναι δεδομένη. Παραδιδόμαστε βεβαίως στις σκέψεις μας, στους λογισμούς μας, στα σενάριά μας για την μέρα που έφυγε, για το τι ζήσαμε, για το ποιος μας έδωσε χαρά ή στον θυμό μας για την λύπη που λάβαμε, κάνουμε κάποια σχέδια, είτε δραστηριότητας είτε εκζήτησης της ευχαρίστησης ή και της εκδίκησης και αφηνόμαστε στα όνειρά μας.

Ο πολιτισμός μας, πάντως, προσπαθεί να μας κλέψει και το τελευταίο δευτερόλεπτο πριν τον ύπνο, για να αποφύγουμε την ανία. Η ρουτίνα, άλλωστε, είναι συνδεδεμένη μαζί της. Καλύτερα να έχουμε ένα πρόγραμμα, παρά καθόλου. Φοβόμαστε τον ελεύθερο χρόνο. Γι’  αυτό και βλέπουμε τους γονείς σήμερα να θέλουν τα παιδιά τους να είναι υπεραπασχολημένα, ώστε να μη πρέπει να ασχοληθούν οι ίδιοι μαζί τους. Αρκεί ο κόπος της δικής τους ρουτίνας.  Τα παιδιά ας κουραστούν όσο περισσότερο γίνεται, ώστε να μη γίνει η όποια ανία τους αφορμή γκρίνιας και απαιτήσεων.

Η ασκητική μας παράδοση προτρέπει να εξετάζουμε τον εαυτό μας κάθε βράδυ για το πώς περάσαμε την ημέρα μας εντοπίζοντας μια λεπτομέρεια: την ανάγκη για μετάνοια για τα όσα πράξαμε ή σκεφτήκαμε και δεν ήταν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, δηλαδή την αγάπη. Διότι αυτό είναι η αμαρτία: η απουσία ή το έλλειμμα της αγάπης σε πράξεις, σκέψεις, προθέσεις. Κι αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, επλήθυνεν η ανομία μας. Ακολουθώντας τον συρμό, την πρώτη σκέψη που έρχεται στον νου μας, κατακρίνουμε, απιστούμε, μένουμε στην ρουτίνα «του λίγο απ’  όλα κι ο Θεός στην άκρη». Ο αυτοέλεγχος όμως, γεννά αποφάσεις. Να είναι η επόμενη μέρα μας πιο αγαπητική, πιο ανοιχτή σε διάλογο, δηλαδή σε συνάντηση με τον κάθε πλησίον μας, πιο συγχωρητική, πιο εφευρετική στην χαρά, πιο δημιουργική στην τροφοδοσία της καρδιάς μας με πνευματική αφύπνιση, πιο προσευχητική τελικά. Το ίδιο και η νύχτα μας. Αν η τελευταία σκέψη μας είναι η αγάπη και όχι τι μας τάραξε ή πόσο κουρασμένοι είμαστε, τότε η νύχτα θα αναγγέλλει γνώση, αυτή της ελπίδας.

Ο πολιτισμός μάς προτείνει ταξίδια, περιπλανήσεις διαδικτυακές, σήριαλ, δραστηριότητες, περιστασιακές σχέσεις για να ξεφύγουμε από την ρουτίνα. Οι εναλλαγές αυτές κάποτε αποκρύβουν  τον μέσα κόσμο μας, αυτόν που έχει ανάγκη να μοιραστεί φως και αληθινή χαρά, όχι μόνο την ευχαρίστηση της στιγμής. Όλα περνούνε από τους άλλους. Ας ησυχάζουμε λίγο, βλέποντας το υστέρημά μας και ας ξεκινούμε την καινούργια ημέρα με μια δοξολογία στον Θεό και ένα χαμόγελο, όχι μόνο γιατί ζούμε, αλλά γιατί η ζωή μας έχει νόημα!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»

Στο φύλλο της Τετάρτης 16 Μαρτίου 2022

3/12/22

ΕΡΧΟΥ ΚΑΙ ΙΔΕ

 


«Καὶ εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· ἐκ Ναζαρὲτ δύναται τι ἀγαθὸν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· ἔρχου καὶ ἴδε» (Ιωάν. 1, 47)

«Μπορεῖ ἀπὸ τὴ Ναζαρὲτ νὰ βγεῖ τίποτα καλό;» τὸν ρώτησε ὁ Ναθαναήλ. «῎Ελα καὶ δὲς μόνος σου», τοῦ λέει ὁ Φίλιππος. 

«Έρχου και ίδε», λέει ο Φίλιππος στον Ναθαναήλ, στην απορία του τελευταίου για το αν είναι δυνατόν κάποιος που καταγόταν από περιοχή στην οποία κατοικούσαν πολλοί ειδωλολάτρες και οι Ιουδαίοι ήταν αρκετά ιδιόρρυθμοι, να είναι αυτός που περίμεναν ως Μεσσία. Ο Φίλιππος, έχοντας γίνει ήδη μαθητής του Χριστού, προτρέπει τον φίλο του να δοκιμάσει την γνωριμία. Και ο λόγος αυτός έχει μείνει στην ιστορία της πίστης ως ένας λόγος συνεχούς πρόσκλησης να δοκιμάσουμε ποιος είναι ο Χριστός και να αποφασίσουμε αν θέλουμε να Τον ακολουθήσουμε. Μένει το ερώτημα σήμερα, Κυριακή της Ορθοδοξίας, ποιος μας καλεί να έρθουμε και τι θα δούμε.

Μας καλεί η Εκκλησία. Αυτό όμως δεν είναι κάτι που το κατανοούμε εύκολα, διότι Εκκλησία είναι τα πρόσωπα. Μας καλούν λοιπόν αυτοί και αυτές που θεωρούν τους εαυτούς τους χριστιανούς. Μας καλούν οι επίσκοποι, οι ιερείς, οι μοναχοί και οι μοναχές που έχουν αφιερώσει όλη τους την ζωή ή μεγάλο μέρος της στον Χριστό. Και μας καλούν να συναντήσουμε τον Χριστό. Όμως αυτή η πρόσκληση περνά μέσα από τα πρόσωπά τους. Μας καλούν να συναντήσουμε στα πρόσωπά τους τον Χριστό. Να ακούσουμε λόγους, ερμηνείες, να συμμετάσχουμε σε δράσεις κατηχητικές και φιλανθρωπικές, κυρίως να κοινωνήσομε στην θεία λειτουργία τον Χριστό που είναι ο προσφέρων και προσφερόμενος. Όμως εμείς τι βλέπουμε;

Βλέπουμε, άραγε, το πρόσωπο του Κυρίου Ιησού, το πρόσωπο που είναι η αγάπη και μας δίνει την αγάπη; Βλέπουμε το πρόσωπο που είναι η ανάσταση και μας δίνει την ανάσταση; Βλέπουμε το πρόσωπο που είναι το φως και μας δίνει φως, χαρά και ελπίδα; Ή βλέπουμε «ανθρώπων έργα» στο όνομά Του; Βλέπουμε ανθρώπους που ζούνε με απόσταση από μας, δεν έχουν επαφή με την καθημερινότητα της ζωής, λειτουργούν σαν μικροί πρίγκιπες, υπηρέτες ενός θεσμού που συχνά συσχηματίζεται με το ρεύμα του αιώνος τούτου. Βλέπουμε πάλι ανθρώπους οι οποίοι δεν έχουν καμία επαφή με τον κόσμο αυτό, ονειρεύονται επιστροφή σε ένα χτες, το οποίο έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί, ή σκέφτονται με τους όρους ενός μέλλοντος που είναι μεταθανάτιο και μόνο, χωρίς παρόν. Βλέπουμε ανθρώπους που επιλέγουν, στο όνομα των μικροσυμφερόντων, να μην αίρουν τον σταυρό της εξόδου από τους τέσσερις τοίχους των ναών, ούτε να τολμούν να ομολογήσουν την αλήθεια, όπως η Εκκλησία στην μακραίωνη ιστορία της θεωρούσε χρέος να ομολογήσει. Βλέπουμε ανθρώπους που έχουν εγκαταλείψει την ιεραποστολή, στο όνομα της πολιτικής:  γιατί πολιτική είναι να ασχολείται κάποιος, επικαλούμενος τον Χριστό, με θεωρίες συνωμοσίας, να σπέρνει φόβο για το μέλλον, για το τέλος του κόσμου, να μην τολμά να καταδικάσει όποιον πόλεμο, από όπου κι αν προέρχεται, αλλά να σκέφτεται με κριτήριο το τι συμφέρει στην δική του ζωή και στην δική του θέαση περί της Εκκλησίας, και να σιωπά επιλεκτικά ή να διαμαρτύρεται επιλεκτικά. Βλέπουμε ανθρώπους που, για να γίνουν αρεστοί,  λαϊκίζουν, αντί να γίνονται παιδαγωγοί του λαού εις Χριστόν και εις την Εκκλησίαν. Κυρίως, βλέπουμε ένα σώμα το οποίο δεν τολμά να φύγει από αγκυλώσεις της ζωής που πέρασε, να συζητήσει αλλαγές και τομές που θα κάνουν την γλώσσα του, τον τρόπο του, την μαρτυρία του φρέσκο κρασί, όπως είναι ο Χριστός, πάντοτε νέος και ανακαινίζων. Βλέπουμε μία εκμετάλλευση του λόγου αγίων γερόντων, ενίοτε και παρουσίαση ψευδών τοποθετήσεων ως αυθεντικών, για να δικαιολογηθεί ένας ζηλωτισμός που δεν είναι παροξυσμός αγάπης, καλών έργων, προσευχής και αληθείας, αλλά ζηλωτισμός φόβου, κινδυνολογίας και πνευματικής παραζάλης.

«Για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή», λέει ο ποιητής. Και συνεχίζει: «θέλει νεκροί χιλιάδες να ‘ναι στους τροχούς, θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους» (Οδ. Ελύτης). Αυτό ήταν, είναι και θα είναι η Ορθοδοξία. Οι άγιοί της, οι οποίοι ανέβαιναν στους τροχούς της ιστορίας με το μαρτύριο της αγάπης και το μαρτύριο του αίματος. Οι ζωντανοί κάθε εποχή που είχαν την απόφαση όχι να βλέπουν εχθρούς γύρω τους, αλλά  να έχουν την ειρήνη του Χριστού στις καρδιές τους και την χαρά της αγάπης, ακόμη κι αν ο κόσμος τους μισεί. Ορθοδοξία σημαίνει συγχώρηση. Σημαίνει συνύπαρξη. Σημαίνει περίσσια ζωής και ελπίδας, που δίνεται αφειδώλευτα. Ορθοδοξία σημαίνει παρηγοριά του θλιμμένου και χορός με τον χαίροντα! Ορθοδοξία σημαίνει ο Χριστός εις τους αιώνας. Ο Χριστός της αλήθειας, της αγάπης και της ανάστασης.

Κυριακή της Ορθοδοξίας. Το «έρχου και ίδε», ξεκινά από την ευθύνη μας όποιος έρθει και μας δει, να πει «αληθείς Ισραηλίται εσμέν, εν οις ουκ έστι δόλος», αλλά μόνο αγάπη και φως! 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

13 Μαρτίου 2022

Κυριακή της Ορθοδοξίας  

 

3/11/22

ΧΑΙΡΕ ΣΟΦΩΝ ΥΠΕΡΒΑΙΝΟΥΣΑ ΓΝΩΣΙΝ, ΧΑΙΡΕ ΠΙΣΤΩΝ ΚΑΤΑΥΓΑΖΟΥΣΑ ΦΡΕΝΑΣ

 

“Ο άνθρωπος φύσει ορέγεται του ειδέναι”. Ο λόγος του φιλοσόφου είναι σημάδι της δωρεάς που λάβαμε οι άνθρωποι από τον Θεό, να αναζητούμε την γνώση για τον κόσμο στον οποίο ζούμε, αλλά και για το σύμπαν, όπως επίσης και για τον συνάνθρωπο και για τον εαυτό μας. Η γνώση, επειδή είναι κατεξοχήν ίδιον του νου μας, δηλαδή του εντός μας ανθρώπου, δεν εμποδίζεται από εξωτερικούς περιορισμούς. Ό,τι κι αν κάνουν βασιλείς και ηγεμόνες, άρχοντες λαών, κοινοτήτων και ομάδων, η γνώση μένει σ’ αυτόν που την αναζητεί, καθώς είναι συνδεδεμένη με την ελευθερία. 

Υπάρχει όμως και γνώση που δεν είναι έργο του νου, ούτε εξηγείται με κριτήρια ορθολογιστικά. Την γνώση αυτή δεν την έχουν κατ’ ανάγκην οι σοφοί και οι επιστήμονες, διότι δεν κατακτιέται με παρατήρηση, πείραμα και συλλογισμούς. Είναι η γνώση της εμπειρίας, του βιώματος. Αυτή μπορεί και να καθιστά τον άνθρωπο που την έχει σοφό, κατά κάποιον τρόπο, ωστόσο έρχεται ως δώρο, ως χάρισμα. Την έχουμε μέσα από τις σχέσεις που αναπτύσσουμε στην ζωή μας και έχει να κάνει με το πώς αισθανόμαστε, ποια γνώμη σχηματίζουμε, τι είναι για μας ο κόσμος και ο άνθρωπος, τελικά ο εαυτός μας. Διότι μέσα απ’ αυτήν διαπιστώνουμε την διαφορετικότητά μας, όπως επίσης και αποκτούμε αυτοσυνειδησία, διότι η γνώση αυτή μας σημαδεύει. Η εμπειρία συχνά δεν εξηγείται, αλλά φαίνεται: στο πρόσωπο, στις πράξεις, στους λόγους, σε ό,τι αποφεύγουμε. Και ο καθένας μέτοχός της προσανατολίζει την ζωή του κάθε στιγμή διαφορετικά, ιδίως αν η εμπειρία είναι συγκλονιστική.

Η μοναδικότερη όμως εμπειρία που προσδίδει στον άνθρωπο μιαν άλλη γνώση, μιαν άλλη σοφία, είναι αυτή της συνάντησης με τον Θεό. Ζώντας σε μια πραγματικότητα στην οποία οι αισθήσεις μας και ο νους μας ζητάνε σημάδια και αφορμές, η αποκάλυψη του Θεού στον κόσμο και στον καθέναν μας είναι γνώση που υπερβαίνει ακόμη και τις άλλες εμπειρίες μας. Και δεν είναι απαραίτητο να είναι κάποιος σοφός του κόσμου τούτου. Ίσα-ίσα, η κοσμική γνώση γίνεται εύκολα εμπόδιο, διότι κάνει τον άνθρωπο να υπερηφανεύεται και τον βυθίζει σε μια αυτάρκεια κλειστότητας. Ο Θεός αποκαλύπτεται νηπίοις, δηλαδή στους ταπεινούς τω πνεύματι. Αποκαλύπτεται σε όσους έχουν καρδιά καθαρή από την προσκόλληση στις βιοτικές μέριμνες ή στο παιχνίδι εξουσίας που χαρακτηρίζει την ζωή μας. Αποκαλύπτεται κυρίως σε όσους έχουν αποφασίσει, συνειδητά ή ασυνείδητα, η αγάπη να είναι ο πυρήνας της προσωπικότητάς τους και να την ζούνε στους μικρόκυκλους της καθημερινότητάς τους, αλλά και ως την πηγή της έμπνευσης για την σύνολη θέαση της ζωής.

Αυτό βλέπουμε στο πρόσωπο της Παναγίας. Η Υπεραγία Θεοτόκος, ένα ταπεινό κορίτσι, το οποίο είχε την στοιχειώδη μόρφωση ενός ανθρώπου που άκουγε τα ιερά γράμματα και διακονούσε τα άγια των Αγίων σε μια θρησκεία που ήταν ασήμαντη μειοψηφία στην ειδωλολατρική παγκοσμιότητα, αξιώθηκε, όντας καθαρή τη καρδία και ταπεινή τω πνεύματι, όντας ύπαρξη αγαπητική, να λάβει την μεγαλύτερη δωρεά: την εμπειρία της ενσάρκωσης του ίδιου του Θεού όχι στο μυαλό ή στο πνεύμα, αλλά στην σύνολη ύπαρξή της, στο σώμα και την ψυχή της ταυτόχρονα, σε μια εποχή στην οποία οι γυναίκες ήταν μόνο για να προσφέρουν το σώμα τους στην διαιώνιση του ανθρώπινου γένους, στην ικανοποίηση των αναγκών των ανδρών, στην φθαρτότητα, συνήθως χωρίς να νοιάζεται κάποιος για το πώς αισθάνονταν και ποια ήταν η προσωπικότητά τους.

Αυτή η γνώση κάνει την Παναγία να φωτίζει με άπλετο φως τις διάνοιες των πιστών στον Θεό. Διότι η γνώση δεν κρύβεται, αλλά μοιράζεται. Και το μοίρασμα είναι σε όλους τους ανθρώπους. Η Παναγία δεν είχε την αίσθηση ότι ο Χριστός της ανήκει, αλλά γνώριζε εξ αρχής, φυλάττουσα τα ρήματα. ότι το παιδί της ανήκε σε όλους τους ανθρώπους. Αυτή η γνώση, αν την αποδεχτούμε, ότι ο Χριστός ήρθε για να ανήκει σε όλους μας, ήρθε προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη φύση, για να την κάνει να ζήσει με κριτήρια την αγάπη και την ανάσταση, κάνει τον νου μας να καταλαβαίνει, να ερμηνεύει, να επιλέγει, να ζει σύμφωνα με αυτά τα κριτήρια. Και όπου συναντά αντίθετες καταστάσεις, να παλεύει για να συγχωρεί.

Καυχόμαστε για τις κοσμικές γνώσεις και σοφίες. Τις επιζητούμε, με έμφαση στην δύναμη και την προσληπτική ικανότητα του νου μας. Ας δοκιμάσουμε τον προσανατολισμό στην εμπειρία της Παναγίας. Να κοινωνούμε τον Χριστό στην ζωή της Εκκλησίας, στα λόγια του Ευαγγελίου, στην συνάντηση με τους ανθρώπους, πορευόμενοι εν αγάπη και με την ελπίδα της ανάστασης. Και Εκείνος, όπως στην Παναγία, θα φανερώνεται σε μας, δίδοντας φως αληθινό στον νου και την καρδιά μας. Κουραστήκαμε από τις φωνές υπερηφάνειας και διακήρυξης αληθειών που δεν είναι αρκετές. Η εμπειρία της όντως Αλήθειας ας είναι το αποκούμπι και η γνώση που θα μας ελευθερώσει.

 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

11 Μαρτίου 2022

Α’ Χαιρετισμοί