Μία από τις πιο ξεχωριστές προσωπικότητες
στην ιστορία της Εκκλησίας μας υπήρξε ο άγιος Νήφων, Πατριάρχης
Κωνσταντι- νουπόλεως στα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας (γιορτάζει στις 11
Αυγούστου).
Αποκλήθηκε ο ασκητής επίσκοπος. Έζησε όλα τα στάδια της εκκλησιαστικής ζωής. Από την μικρή του ηλικία αγάπησε τον μοναχισμό και, μάλιστα, τον ερημητικό βίο. Ήταν όμως ανοιχτός στην στήριξη των ανθρώπων, σε καιρούς που η ψευδοένωση Ορθόδοξης και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, για πολιτικούς λόγους, που υπογράφηκε στην Φερράρα- Φλωρεντία είχε προκαλέσει σχίσμα και τραύμα. Αφού δίδαξε τους ανθρώπους στην Αχρίδα, επέστρεψε στο Άγιον Όρος. Από εκεί εξελέγη Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης και, μετέπειτα, Οικουμενικός Πατριάρχης. Προσπάθησε να διαφυλάξει τα της Εκκλησίας
από την μανία του σουλτάνου και εξορίστηκε δύο φορές. Αναδιοργάνωσε την
Εκκλησία της Βλαχίας (σήμερα Πατριαρχείο Ρουμανίας), αλλά η κοσμική εξουσία
ελεγχόταν από την παρουσία του, από την άρνηση του Αγίου να νομιμοποιήσει
ηθικές παρανομίες και από την προσωπικότητά του. Έτσι, κατέφυγε στο Άγιον
Όρος, όπου, χωρίς να αποκαλύψει ποιος πραγματικά ήταν, ανέλαβε στην Μονή
Διονυσίου, το διακόνημα του βουρδουνάρη, του έχοντος την φροντίδα των ζώων του
μοναστηριού. Ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος αποκάλυψε την αληθινή ταυτότητα του
Αγίου και οι μοναχοί τον σέβονταν και τον άκουγαν μέχρι το τέλος της ζωής του.
Τελευταίες του κινήσεις να ζητήσει αυτός συγχώρηση από όλους τους μοναχούς και
να μεταλάβει των αχράντων μυστηρίων. Τα λείψανά του κάνουν θαύματα τόσο στο
Άγιον Όρος όσο και στην Ρουμανία.
Ο ασκητής επίσκοπος δείχνει έναν δρόμο στους καιρούς μας: ότι η Εκκλησία, χωρίς να χρειάζεται να ταυτιστεί με τον κόσμο, μπορεί να μπολιάσει τους πάντες με το ήθος της πίστης. Φορείς του ήθους είναι τα πρόσωπα, ο καθένας μας δηλαδή. Όποιον δρόμο κι αν έχει κληθεί να ακολουθήσει, χρειάζεται ακεραιότητα στο ήθος, επίγνωση της οδού του Ευαγγελίου και ζωή σύμφωνα με αυτό. Σταυροί περιμένουν όποιον θέλει να ζήσει κατά Θεόν. Δεν είναι όμως για φόβο αυτή η προοπτική, αλλά για χαρά. Διότι κανείς δεν είναι μόνος του, όταν ζητά τον Χριστό.
Μεγαλύτεροι και νεώτεροι λειτουργούμε φοβικά απέναντι στον κόπο. Δυσκολευόμαστε να διαχειριστούμε τις δοκιμασίες μας. Δεν θα θέλαμε να τις έχουμε κι αυτό είναι ανθρώπινο. Πιο πάνω όμως από το θέλημά μας, υπάρχει αυτό του Θεού, που μας γνωρίζει ότι και στις χαρές και στις λύπες δεν μας εγκαταλείπει. Ζούμε σε έναν πολιτισμό στον οποίο η κτητικότητα, τα αγαθά μας, τα δικά μας, είναι σήμα κατατεθέν. Πώς να αντέξουμε την παραίτηση από αυτά, χάριν της αγάπης, της αλήθειας και της ανάστασης, όταν μαθαίνουμε πως μόνο μ’ αυτά δικαιούμαστε να αισθανόμαστε ευτυχισμένοι;
Χρειαζόμαστε κι ένα αλλιώτικο εμβόλιο λοιπόν: αυτό των πνευματικών αντισωμάτων. Της απόφασης πως είτε στα εύκολα είτε στα δύσκολα ο Θεός είναι ο βοηθός μας. Και άσκηση του εαυτού μας, ώστε να μην επενδύουμε στο έχειν μας, αλλά στην αγάπη. Τα υλικά δεν
θα μας λείψουν ή, τουλάχιστον, όσα χρειαζόμαστε πραγματικά. Δεν θα μας λείψει
όμως και η χάρις του Θεού. Αυτή την χρειαζόμαστε στην ζωή της Εκκλησίας.
Ο ασκητής επίσκοπος θα ήταν έλεγχος για όλους μας, εάν δεν ήταν ο άγιος που αγαπούσε. Η σύγκριση μαζί του μας δείχνει το έλλειμμα αγάπης που μας διακρίνει. Ας τον έχουμε κατά νουν, ιδίως στην ταπείνωση του βουρδουνάρη. Εκεί βρίσκεται τελικά η αληθινή δόξα.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
Στο φύλλο της Τετάρτης 11 Αυγούστου 2021