Ο θρόνος για τους αυτοκράτορες και τους βασιλιάδες δεν ήταν μόνο το κάθισμα στο οποίο κάθονταν και υποδέχονταν τους υπηκόους τους ή τους επισκέπτες τους. Ήταν ένα σύμβολο εξουσίας. Ο θρόνος ήταν τοποθετημένος σε περίοπτο σημείο. Από τον θρόνο του καθήμενος ο βασιλιάς έβλεπε όλους όσους βρίσκονταν στην αίθουσα, αλλά και τον έβλεπαν όλοι. Ο θρόνος αποτύπωνε κάποτε τον χαρακτήρα του βασιλιά, με τα στολίδια του ή την απλότητά του, ή τον χαρακτήρα του βασιλείου. Στον θρόνο επάνω ο βασιλιάς αισθανόταν την ασφάλεια της εξουσίας, αλλά και το άγχος της. Στον θρόνο ο βασιλιάς αισθανόταν παντοδύναμος, κριτής των ανθρώπων και της οικουμένης. Απέδιδε δικαιοσύνη κατά την κρίση του δηλαδή, όπως επίσης και κατά τον τρόπο που έβλεπε τον νόμο. Μπροστά στον βασιλιά που καθόταν στον θρόνο γονάτιζαν οι άνθρωποι, δείχνοντας την υπακοή και τον σεβασμό τους. Ο θρόνος ήταν των όνειρο των σφετεριστών, αλλά και των διαδόχων. Ο θρόνος όμως ήταν και το σημείο της μοναξιάς του βασιλιά. Επάνω στον θρόνο συγκέντρωνε τέτοια εξουσία που ουδείς μπορούσε να διανοηθεί, επάνω στον θρόνο γινόταν «ο ζωής κυριεύων και του θανάτου», αλλά και παρέμενε τελικά μόνος του. Ποιος μπορούσε να πλησιάσει με άνεση αυτόν από τον οποίο η ζωή του θα μπορούσε να κριθεί;
Όταν ο ιερός υμνογράφος του Ακαθίστου Ύμνου
αναφέρεται στην Παναγία, την χαρακτηρίζει, μεταξύ άλλων, «καθέδρα του Βασιλέως».
Καθέδρα σημαίνει ουσιαστικά τον θρόνο. Μόνο που ο Βασιλεύς δεν είναι κάποιος επίγειος
ηγεμόνας, αλλά ο Βασιλεύς των ουρανών, ο οποίος, «διά φιλανθρωπίαν επί της γης
ώφθη και τοις ανθρώποις συνανεστράφη», ο Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού.
Και η Παναγία αξιώθηκε να γίνει ο θρόνος στον οποίο κάθισε ο Χριστός που ήρθε
στον κόσμο να φέρει μία άλλη βασιλεία, αυτή της αγάπης, της αλήθειας, της
ανάστασης, της δικαιοσύνης. Η Παναγία, ως γυναίκα, δείχνει ότι ο Θεός δεν
διάλεξε τον θρόνο της εξουσίας και της ισχύος, ούτε και της μοναξιάς. Διάλεξε
τον θρόνο της αγάπης, της τρυφερότητας απέναντι στους ανθρώπους, όπως μια
γυναίκα μπορεί να δώσει, τον θρόνο της προσφοράς, όπως κάνει η μάνα για το
παιδί της, δίνοντάς του την σάρκα της, φέροντάς το στην μήτρα της και υφιστάμενη τον κόπο, την
περιπέτεια και την δοκιμασία της εγκυμοσύνης, αλλά και γεννώντας το με κίνδυνο
της ζωής της, όπως επίσης και τρέφοντάς το με το γάλα της, δίδοντάς του εκτός
από το υλικό γάλα, την απτή απόδειξη της αποδοχής του από τον κόσμο και την
ζωή, το ότι είναι η πολυτιμότερη ύπαρξη για τον κόσμο και την ζωή, διότι είναι
ένας νέος άνθρωπος, όπως επίσης και το ότι είναι η πολυτιμότερη ύπαρξη για
εκείνην, καθώς είναι το παιδί της. Αυτό το αίσθημα κτητικότητας το οποίο δεν
είναι κατ’ αρχήν εγωκεντρικό, αλλά
προστατευτικό, δοτικό, δημιουργικό και μοναδικό. Και αυτό κάνει η Παναγία στον
Χριστό. Γίνεται καθέδρα Του, δίνοντας Του την πιο ζεστή εικόνα και εμπειρία που
μπορεί ο άνθρωπος να προσφέρει στον Θεό.
Αλλά είναι και αυτή που βαστάζει στην αγκαλιά της Αυτόν
που βαστάζει τα πάντα. Ο Θεάνθρωπος δημιούργησε τον κόσμο εν Αγίω Πνεύματι,
εκπληρώνοντας το δημιουργικό σχέδιο του Πατρός. Βαστάζει λοιπόν τα πάντα στα
χέρια Του, τα ανοίγει και «τα σύμπαντα πλησθήσονται χρηστότητος». Δημιουργεί τα
πάντα, τα συγκρατεί με τους φυσικούς νόμους που όρισε, τα τρέφει, τα κρατά σ’ αυτό που ονομάζουμε κάλλος. Και εντός τους
βάζει τον άνθρωπο, ως οικονόμο της κτίσης, για να συνεχίσει το δημιουργικό Του
έργο. Μόνο που κρατά για τον εαυτό Του ο Θεάνθρωπος την συνοχή της κτίσης, ώστε
ο άνθρωπος να αισθάνεται, όσο και για όσο χρειάζεται την ασφάλεια ότι ο κόσμος
είναι σταθερός, ότι βρίσκει σ’ αυτόν
χρηστότητα όχι μόνο διά της τροφής, αλλά διά της αγάπης του Θεού που μεριμνά
ακόμη και για την τελευταία τρίχα της κεφαλής μας, για κάθε ανάγκη μας κατά την
πραγματική της διάσταση, όπως επίσης και για την έξοδό μας από αυτόν τον κόσμο
και από αυτόν τον χρόνο, την γεύση της ανάστασης και της αιωνιότητας. Ο
Παντοδύναμος Κριτής και Στερεωτής του σύμπαντος σμικρύνεται τόσο, ώστε να να
είναι βρέφος βρεφουργούμενον στην αγκαλιά της μητέρας Του. Θαύμα θαυμάτων,
ασύλληπτο στον νου μας, σημείο αγάπης μοναδικό!
Η Παναγία λοιπόν μας δείχνει ότι όντας μάνα του Θεού,
γίνεται ο θρόνος Του. Ερχόμενος στον κόσμο δι’
αυτής ο Χριστός μας βλέπει ως βασιλεύς όλους. Μας κρίνει, όχι όμως με
την αυστηρότητα του δικαστή και την ακρίβεια των νόων, αλλά με την οικονομία
του παιδιού που η μάνα του το αγκαλιάζει και του δίνει αγάπη, παρακαλώντας το
να αγαπά με την σειρά του τους πάντες, να συγχωρεί, να υπομένει, να ομορφαίνει.
Και όντας μαζί με την Παναγία ως μητέρα Του, αλλά και ως εκπρόσωπο της
ανθρωπότητας, όλων μας δηλαδή, ο Χριστός δεν είναι μόνος Του σ’ αυτόν τον δρόμο της συμπόρευσης, ακόμη κι αν
ο κόσμος απορρίπτει και θα απορρίπτει την βασιλεία Του. Δεν θα την επιβάλει με
την βία της εξουσίας, αλλά θα την αφήσει να επωάζεται ως ο κόκκος του σίτου
μέσα στην σιωπή του χειμώνα, για να φανερώνεται ως άνοιξη στις καρδιές όσων
βλέπουν το βασίλειο της Εκκλησίας, την αίθουσα του θρόνου στην οποία στρώνεται
ένα συνεχές δείπνο ζωής, στο οποίο άπαντες είναι κεκλημένοι.
Είναι μοναδική η πίστη μας, διότι μας μιλά για ένα άλλο,
μοναδικό πρότυπο σχέσης Θεού και ανθρώπου. Μας υπενθυμίζει το χρέος μας, να
είμαστε όχι υπ-ήκοοι με σκυμμένο το κεφάλι και φοβισμένοι έναντι του Θεού, αλλά
υπ- άκουοι στην αγάπη του, αυτήν που
γεύτηκε από την Παναγία μητέρα Του και μητέρα μας, αλλά και που μας δείχνει
κάθε ώρα και στιγμή, αποβλέποντας στο να οικειωθούμε το ήθος και την ελπίδα της
Βασιλείας Του. Και η Παναγία εξακολουθεί να δείχνει σε κάθε γυναίκα, όπως και
στον καθέναν μας, το χρέος μας. Να κάνουμε πίσω ως προς το εγώ, τα δικαιώματα,
την έπαρση ότι εμείς είμαστε το κέντρο του κόσμου, και να γεννάμε αγάπη,
ταπείνωση, σιωπηλή χαρά, διαλέγοντας να φέρουμε στον κόσμο παιδιά και σαρκικά,
αλλά κυρίως, πνευματικά: την αρετή, την μετάνοια, την συγχώρεση, την χαρά του
να είμαστε άνθρωποι του Θεού!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Κέρκυρα, 19 Μαρτίου 2021