(ΑΥΤΟΣ ΔΕ ΣΩΘΗΣΕΤΑΙ, ΟΥΤΩΣ ΔΕ ΩΣ ΔΙΑ ΠΥΡΟΣ)
«Εἴ τινός τό ἔργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αὐτός δέ
σωθήσεται, οὕτως δέ ὡς διά πυρός» (Α’ Κορ. 3, 15)
«Ἄν τό ἔργο του καταστραφεῖ ἀπό τήν φωτιά, αὐτός θά χάσει
τήν ἁμοιβή του. Ὁ ἴδιος ὅμως θά σωθεῖ, ὅπως ἕνας πού περνάει μέσα ἀπό τίς φλόγες»
Ὁ κάθε ἄνθρωπος στήν ζωή του αἰσθάνεται
ὅτι ἔχει μιά ἀποστολή, ἕνα ἔργο. Ἄλλος τό ἐπικεντρώνει στό ζήτημα τῆς ἐργασίας
καί τῆς ἁμοιβῆς, διά τῆς ὁποίας ἐξασφαλίζει τήν ἐπιβίωση καί τήν ποιότητα τῆς ζωῆς
του, δηλαδή τήν μετοχή του στόν πολιτισμό. Ἄλλος ἐπεκτείνει τό ἔργο του στήν
καθιέρωσή του ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, τό συνδέει μέ τήν φιλοδοξία καί παλεύει
γιά νά γίνεται τό ἐπίκεντρο, εἴτε μέ τά φυσικά χαρίσματά του, ὅπως ἡ ὀμορφιά,
τό χιοῦμορ, ὁ δυναμισμός του ἤ μέ τά ἐπίκτητα, ὅσα ἔχουν νά κάνουν μέ τό «ἔχειν»
καί τίς περιστάσεις τῆς ζωῆς πού μποροῦν νά τόν ἀναδείξουν. Ἄλλος βλέπει ὡς ἔργο
του νά καλλιεργεῖ σχέσεις μέ τούς συνανθρώπους του, που τίς βλέπει εἴτε στήν
προοπτική τῆς ἐξουσίας καί τῆς ἡδονῆς, εἴτε τῆς προσφορᾶς, εἴτε στόν συνδυασμό
καί τῶν δύο. Ἄλλος πάλι λειτουργεῖ πνευματικά. Βάζει στόχο νά ἐκπαιδεύσει ἀνθρώπους
εἴτε στήν παιδεία τήν θύραθεν εἴτε στήν πνευματική εἴτε στήν οἰκογενειακή ζωή ἄν
εἶναι γονέας, νά προσφέρει γνώσεις καί ἀξίες, νά συνδέσει τήν νεώτερη γενιά ἤ
καί ἄλλους ἀνθρώπους μέ αὐτό πού θεωρεῖ ὡς νόημα ζωῆς. Κάποτε ἦταν καί ὁ
πολιτικός πού παρήγαγε ἔργο παιδείας τοῦ λαοῦ. Σήμερα τό ἔργο του μετράει μέ τό
ἄν φέρει χρήματα στόν κόσμο, ἄν βοηθήσει ὥστε νά παραχθοῦν ὑπηρεσίες, ἄν ὀργανωτικά
καί τεχνοκρατικά εἶναι ἐπαρκής.
Στήν πνευματική ζωή τό ἔργο πάντως ἔχει
δύο ὄψεις. Ἡ μία εἶναι ἡ προσωπική. Εἶναι ὁ ἀγώνας πού κάνει κάθε πιστός νά
γνωρίσει τόν Θεό, νά παλέψει ἐναντίον τῶν ἐμποδίων πού τόν χωρίζουν ἀπό τήν
κοινωνία μαζί Του, δηλαδή τῆς ἁμαρτίας ὡς ἰδίου αὐτοθεωμένου θελήματος καί
μεταφορᾶς τοῦ προορισμοῦ ἀπό τήν Ἐκκλησία στό ἐγώ, ἄρνηση δηλαδή τῆς εὐλογίας
τοῦ Θεοῦ ὡς βάσης γιά τήν πορεία μας. Ἡ ἄλλη εἶναι ἡ συλλογική. Εἶναι ὁ ἀγώνας
τοῦ ἀνθρώπου νά εἶναι μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, «νά σώσει καί νά σωθεῖ» μέ
τήν βοήθεια τοῦ Χριστοῦ, νά μοιραστεῖ τήν πρόοδό του, τίς ἧττες του, τίς ἀποτυχίες
του, τούς φόβους του, ἀλλά καί τίς ἐλπίδες του μέ τούς ἄλλους, ὥστε νά
πορεύεται ἐν ἑνότητι μαζί τους καί μέ τόν Χριστό. Καί ἐδῶ τό ἴδιον θέλημα ὁ
τρόπος τοῦ νοῦ μας, ἡ τάση γιά δικαίωση ἀποτελοῦν
μεγάλα ἐμπόδια πού ἀπαιτοῦν κόπο καί ἄσκηση. Καί οἱ δύο ὄψεις καταξιώνονται στήν
ἀγάπη.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γράφοντας στούς
Κορινθίους, μᾶς βηθᾶ νά συνειδητοποιήσουμε κάτι σπουδαῖο: ὅτι τό ἔργο μας θά
κριθεῖ τελικά ἀπό τόν Θεό, μόνο πού αὐτή ἡ κρίση δέν θά μᾶς ἀπορρίψει ὡς ἄνθρώπους
ἄν πιστεύομε καί ἀγαποῦμε, ἀκόμη κι ἄν τίποτα ἀπό ὅσα κάνουμε δέν θά ἀντέξει στόν
πνευματικό χρόνο. Διότι ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας περιλαμβάνει ἐπισφαλῆ κριτήρια
γιά τήν ἀξία ἤ ὄχι τοῦ ἔργου μας. Εἶναι τά συναισθήματα τόσο τά δικά μας
ὅσο καί τῶν ἄλλων, πού μᾶς κάνουν νά πιστεύουμε ὅτι ἕνα ἔργο εἶναι σπουδαῖο καί
μοναδικό καί ἀξίζει δικαίωση. Εἶναι οἱ ἐντυπώσεις, πού τό πρόσωπο, ὁ
λόγος, οἱ πράξεις, τό ἔργο γεννοῦν, κάποτε ἐπιφανειακές καί πρόσκαιρες, ἀλλά ἀποδεκτές.
Εἶναι ἡ ὑποκρισία, πού μᾶς κάνει ἄλλο νά εἴμαστε, ἄλλο νά λέμε, ἄλλο νά
δείχνουμε. Στόν πνευματικό χρόνο ὅμως δέν μετροῦνε αὐτά τά κριτήρια, ἀλλά ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου
στόν Χριστό καί τό αἴσθημα πώς ὅ,τι κι ἄν κάνουμε ἀπό μόνο του δέν φτάνει, ἀλλά
χρειάζεται ἡ ἀγάπη καί ἡ ἐμπιστοσύνη στόν Χριστό, ὁ Ὁποῖος θά ἀναπληρώσει ὅ,τι
μᾶς λείπει καί θά θεραπεύσει τά ἀσθενῆ
μας. Μπορεῖ τό ἔργο μας νά σβήσει, ὅμως περνῶντας μέσα ἀπό τήν φωτιά τῆς
χάριτος, τό πρόσωπό μας θά ἀντέξει καί θά σωθεῖ.
Τό κοσμικό κριτήριο γιά κάθε ἔργο
στηρίζεται στό συναίσθημα, στήν ἐντύπωση, στήν ὑποκρισία. Τό πνευματικό ἔργο ὅμως
εἶναι ἕνας ἀγώνας στόν ὁποῖο δέν ζητοῦμε ἀναγνώριση καί ἁμοιβή, ἀλλά χαιρόμαστε
πού παλεύουμε κατά Θεόν, ἀκόμη κι ἄν φαινομενικά ἤ πραγματικά δέν ὑπάρχει
καρπός οὔτε γιά μᾶς οὔτε γιά τόν κόσμο. Εἶναι ἡ συνείδησή μας ὅμως πού μᾶς
ὑπενθυμίζει τί στέκει καί τί ὄχι. Τί ξεκινᾶ ἀπό ἀγάπη καί τί ἀπό αὐτοδοξασμό.
Ακόμη ὅμως καί νά μήν τά καταφέρουμε νά νικήσουμε τά πάθη μας, ἡ μετάνοια καί ἡ
κατά Θεόν αὐτογνωσία θά μᾶς δώσει τήν ἐλπίδα ὅτι στήν πιό μακρινή γωνιά τῆς
βασιλείας τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει μία θέση καί γιά τό πρόσωπό μας. Ὄχι γιά νά ἐγκαταλείψουμε
τήν ὅποια προσπάθεια τῆς ζωῆς, πού εἶναι σέ ὅλους τούς τομεῖς. Ἀλλά γιά νά μήν ἀπαιτοῦμε
καί γιά νά μποροῦμε νά πορευόμαστε μέ ἐμπιστοσύνη στόν Θεό πού μᾶς ἀγαπᾶ.
π. Θεμιστοκλῆς Μουρτζανός
Κέρκυρα,
9 Αὐγούστου 2020