Μια από τις πιο ωραίες οικογενειακές παραδόσεις είναι και αυτή της αφήγησης
ιστοριών. Παλαιότερα αφηγήτριες ήταν οι γιαγιάδες! Ιστορίες από τα συναξάρια
συναξάρια των Αγίων, από το Γένος μας, από την οικογενειακή παράδοση έκαναν την
μία γενιά να μεταδίδει στην άλλη τα βιώματά της, να γεννιέται η αίσθηση ότι ο
καθένας ανήκει σε μία οικογένεια, σε μία κοινότητα, σε ένα λαό, σε μία πίστη!
Σήμερα, τον ρόλο του αφηγητή ιστοριών τον έχει αναλάβει το Διαδίκτυο. Μέσα από
τις οθόνες των κινητών, μέσα από το YouTube τα παιδιά βλέπουν ιστορίες, χωρίς
να χρειάζονται αφηγητές. Βλέπουν σειρές της τηλεόρασης, χωρίς να χρειάζεται να
ακονίσουν το μυαλό τους, να ασκήσουν την φαντασία τους, να έχουν παρέα. Άτομα
γίνονται και λειτουργούν στην ατομικότητά τους. Έτσι, μαθαίνουν να ανήκουν στην
παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα, σε μία κοινωνία πολιτών χωρίς να ενώνονται με
άλλους και χωρίς να έχουν ιστορία και παράδοση.
Άλλαξαν οι καιροί και πρέπει να προσαρμοστούμε, θα έλεγε κάποιος. Όταν όμως
πηγαίνουμε στην εκκλησία, ιδίως στις πανηγύρεις, και ακούμε τον εκκλησιαστικό
λόγο, διαπιστώνουμε μία τάση άρνησης αυτής της πραγματικότητας. Μία κριτική η
οποία εύκολα γίνεται καταστροφολογία και ένα κήρυγμα επιστροφής στο χτες, που
δεν έχει κανένα νόημα αφ’ εαυτού του. Η μόνη επιστροφή στο χτες είναι ο
αναχωρητισμός. Η εγκαταβίωση σε ένα μοναστήρι και η απόφαση για ακοινωνησία με
τους ανθρώπους, καθώς και η απόρριψη της τεχνολογίας. Αυτό είναι όμως κλήση
Θεού και δεν είναι για όλους.
Από την άλλη η προσαρμογή έχει περιθώρια να γίνει χωρίς να αρνηθούμε το δικό
μας ήθος. Γιατί εδώ βρίσκεται το κλειδί. Όχι να μεμψιμοιρούμε ή να αρνούμαστε
την πραγματικότητα, αλλά να την μπολιάσουμε με το ήθος της πίστης και της αλήθειας
που έγκειται στην κοινωνία με το πρόσωπο του Χριστού. Αυτό μας διδάσκουν οι
σπουδαίες μορφές των Αγίων μας, οι οποίοι έζησαν σε αντίστοιχους καιρούς, αλλά
δεν πτοήθηκαν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα μία
αγαπημένη Αγία του καλοκαιριού, η Αγία Μαρίνα. Το συναξάρι της αναφέρει ότι
μεγάλωσε ορφανή, κοντά σε μία χριστιανή γυναίκα. Ο πατέρας της ήταν ιερέας των
ειδώλων. Όταν έγινε δεκαπέντε χρονών και ήρθε σε ηλικία γάμου ομολόγησε ότι η
πίστη της ήταν αντίθετη με των ειδωλολατρών. Διάλεξε να αντισταθεί στο ψεύτικο
που φάνταζε αυτονόητο. Δεν ζούσε εκτός κόσμου. Είχε άλλη δίψα στην καρδιά.
Νίκησε την δόξα της ζωής, τις υποσχέσεις, την επίθεση του διαβόλου στην φυλακή,
τον πόνο, το μαρτύριο, το αίσθημα ότι δεν θα χαρεί αυτήν την ζωή και παρέμεινε
πιστή στον Χριστό και στην αιώνια!
«Είμαι χριστιανή», ήταν ο λόγος της.
Αντί να κατηγορούμε τον κόσμο, αντί να ζητούμε επιστροφή στο χτες, ας
κατανοήσουμε, νεώτεροι και μεγαλύτεροι, τι σημαίνει ο λόγος της αγαπημένης
Αγίας. Χριστιανός σημαίνει ότι αγαπώ τον Χριστό και τον άνθρωπο, αλλά με
κριτήριο την αλήθεια, που έχει να κάνει με την προοπτική του αιώνιου και όχι
του πρόσκαιρου. Σημαίνει απόφαση παραμονής στην αλήθεια χωρίς συμβιβασμούς.
Σημαίνει ετοιμότητα για ρήξη, όταν χρειαστεί. Εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού
και όχι στα του κόσμου. Αυτό το ήθος μπορεί να διδαχτεί όχι μόνο με την
διδασκαλία των συναξαριών, αλλά με την εμπειρία στην εκκλησιαστική ζωή και στην
καθημερινότητα της οικογένειας.
Ας
μην μένουμε στα ελαττώματα των καιρών! Ας κρατήσουμε την χαρά τού να είσαι
χριστιανός!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην « Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της Τετάρτης 17 Ιουλίου 2019