Πόσοι νέοι σήμερα έχουν ζωντανή σχέση με τον λόγο του Θεού, όπως αυτός
αποτυπώνεται στην Αγία Γραφή, στην Παλαιά και ιδίως στην Καινή Διαθήκη;
Αναφέρουμε ότι ο λαός μας και η νεολαία μας χρειάζονται επανευαγγελισμό. Και η
Εκκλησία κάνει προσπάθειες με το κήρυγμα στην θεία λειτουργία, με τις
κατηχητικές συνάξεις, τις κατασκηνώσεις, τους κύκλους μελέτης της Αγίας Γραφής
να βοηθήσει τα μέλη της να έρθουν σε επαφή με τον ένα από τους δύο πυλώνες της
ζωής της. Προκαλεί βεβαίως θλίψη η άγνοια των πολλών. Σε μία εποχή κατά την
οποία το Ευαγγέλιο είναι λίαν προσιτό διά του Διαδικτύου, όπου μπορεί κάποιος
να βρει τόσο το κείμενο όσο και την μετάφραση, μέσα από τις ιστοσελίδες των
Ιερών Μητροπόλεων, πόση γνώση και πόση επίγνωση του Ευαγγελίου έχουμε;
Δεν είναι ζήτημα εγκεφαλικό, ούτε αποστήθισης και χρήσης συγκεκριμένων χωρίων,
όπως κάνουν κάποιες αιρετικές παραφυάδες. Είναι ζήτημα πίστης ότι μπορούμε να
πορευόμαστε στην ζωή μας με γνώμονα το Ευαγγέλιο. Να παρηγορούμαστε από την
ανάσα που μας προσφέρει ο Χριστός ως Αλήθεια. Και να παλεύουμε να δίνουμε
απαντήσεις στις ποικίλες περιστάσεις, στις σχέσεις μας με τον πλησίον, στις
δοκιμασίες, στις χαρές και τις λύπες με τον τρόπο του λόγου του Θεού. Για να
γίνει όμως αυτό δεν αρκούν αόριστες αναφορές στην πίστη, την ελπίδα, την αγάπη,
αλλά η μεταγραφή της γνώσης σε πίστη που δίνει άλλο νόημα στην ύπαρξή μας.
Διότι ο Χριστός δεν έμεινε σε έννοιες, αλλά, ξεκινώντας από τα συγκεκριμένα της
ζωής, έγινε ο Ίδιος το Ευαγγέλιο που σώζει.
Είναι πνευματική τροφή και προσφέρει χαρά και ελπίδα ο λόγος του Θεού. Όμως
αυτός δεν μπορεί να γίνει κατανοητός μόνο με προτροπές και κηρύγματα. Και δεν
αρκεί μία ηθικολογική αναφορά σε αυτόν. Η Καινή Διαθήκη περιλαμβάνει ηθική
διδασκαλία, αλλά αυτή δεν είναι φιλοσοφία. Χωρίς Χριστό και εκκλησιαστική ζωή,
χωρίς δηλαδή αυθεντικότητα η οποία αγκαλιάζει τον σύνολο άνθρωπο, όλα γίνονται
συνήθεια ή καθήκον ή μεταφυσική ανταμοιβή, όχι όμως παρόν. Σ’ αυτό έχουμε
έλλειψη οι χριστιανοί του καιρού μας. Σκεφτόμαστε με κριτήριο το χτες ή το
αύριο, όχι όμως το «νυν». Και η σχέση με τον Χριστό είναι του παρόντος κόσμου
πρωτίστως, για να έρθει το «αεί».
Πώς μπορούν οι νέοι να αγαπήσουν το Ευαγγέλιο;
Όταν δούνε τους μεγαλύτερους να ζούνε σύμφωνα με αυτό. Όταν αισθάνονται ότι το
Ευαγγέλιο μπορεί να ερμηνευτεί με βάση το σήμερα, ότι δεν είναι κάτι που
αναφέρεται σε μία άλλη κοινωνία. Όταν αισθανθούν την ανατρεπτικότητα
όχι μόνο του μηνύματος, αλλά και του Προσώπου που μας το δίδαξε, δηλαδή του
Χριστού. Όταν στις πιο ασήμαντες αναζητήσεις, αλλά και στους πιο μεγάλους
προβληματισμούς διαπιστώσουν ότι το Ευαγγέλιο δίνει απαντήσεις θεωρίας
και πράξης. Όταν καταλάβουν ότι οι Άγιοι της πίστης μας το έζησαν. Όταν δούνε
την Εκκλησία σήμερα να ξαναγίνεται εκείνη η πρώτη παρέα που άλλαξε τον κόσμο,
γιατί απαντούσε με βάση το Ευαγγέλιο στο ερώτημα τι θέλει ο κόσμος για να
ζήσει. Όταν ο λόγος των κηρύκων είναι αυθεντικός, δουλεμένος όχι μόνο υφολογικά
αλλά και καρδιακά. Η αγαθή γη δεν αρκείται σε έννοιες, αλλά αγιάζεται από την
χαρά της πίστης που ελευθερώνει, κάνοντας τους ανθρώπους να θέλουν να ζήσουν το
Ευαγγέλιο ως παρόν! Κι αυτό έχουν ανάγκη ιδίως οι νέοι!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της Τετάρτης 21 Ιουνίου 2017