6/16/17

ΔΕΥΤΕ ΟΠΙΣΩ ΜΟΥ


           
Ο Χριστός ξεκίνησε το έργο της σωτηρίας των ανθρώπων επιλέγοντας τους μαθητές που θα Τον ακολουθούσαν σ’  αυτό με την φράση «Δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων» (Ματθ. 4, 19). «Ακολουθήστε με και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων». Είναι ηγετικός ο λόγος αυτός. Ο Χριστός θα μπει μπροστά και ζητά από τους μαθητές, αλλά και από όσους θέλουν να πιστέψουν σ’  Αυτόν, να Τον ακολουθήσουν. Μπορεί να μη γίνουν όλοι αλιείς ανθρώπων. Ωστόσο προϋπόθεση για την πορεία στην οδό του Ευαγγελίου είναι το να ακολουθούμε τον Χριστό.
          Έρχεται εύλογο το ερώτημα:  γιατί πρέπει να ακολουθήσουμε; δεν μπορούμε μόνοι μας να βρούμε τον δρόμο της αλήθειας; γιατί να ζητά ο Χριστός να αφήσουμε κατά μέρος τα αγαθά μας, την ζωή μας, την ίδια μας την ελευθερία και να πορευτούμε τον δρόμο που Αυτός χαράσσει, ακολουθώντας Τον; Ποιο είναι το νόημα μιας τέτοιας προτροπής σήμερα, οπότε και οι καιροί μας ομνύουν στην αυτοδιάθεση του ανθρώπου; Δεν θέλουμε κανέναν πάνω από το κεφάλι μας. Μπορούμε και μόνοι μας. Γιατί να ακολουθούμε μία οδό η οποία είναι βέβαιο ότι στην ζωή αυτή δεν πρόκειται να μας δώσει ευτυχία, τουλάχιστον με τον τρόπο με τον οποίο ο κόσμος και ο πολιτισμός βλέπουν την ευτυχία;  Διότι αυτά που ζητά ο Χριστός να αφήσουμε κατά μέρος, τα αγαθά μας, την ζωή μας και τον τρόπο της, τους ανθρώπους που αγαπούμε και μας είναι οικείοι, αλλά και την ίδια την ελευθερία μας, για να βρούμε ταυτότητα κοντά στον Χριστό, είναι όλα  όσα οι καιροί μας υπόσχονται ότι δικαιούμαστε για να είμαστε ευτυχισμένοι.
       Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Περνά μέσα από το τι αναζητεί ο καθένας μας. Αν είμαστε ευχαριστημένοι με τα όσα βλέπουμε και θέλουμε μ’  αυτά να ζούμε, γιατί δεν μας ενδιαφέρει να χαράξουμε πορεία αιωνιότητας, τότε θα αρκεστούμε στον χριστιανισμό της συνήθειας. Αυτόν που θα μας κάνει να αισθανόμαστε ότι τόσο μπορούμε. Θα μοιάζουμε με το πλήθος που άκουγε την διδασκαλία του Χριστού επάνω από το πλοιάριο του Πέτρου, χωρίς όμως να είναι σε θέση να Τον ακολουθήσει αυθεντικά. Αν πάλι θεωρούμε ότι το Πρόσωπο του Χριστού και ο λόγος του Ευαγγελίου αντίκεινται στον οραματισμό για μία ζωή με δικαιώματα και απολαύσεις και δεν υπάρχει αιωνιότητα, τότε ούτε καν θα Τον ακούσουμε. Θα είμαστε αδιάφοροι και κάποτε αρνητές. Αν όμως μέσα μας υπάρχει η δίψα για την όντως ζωή, αυτή που θα κάνει την καρδιά μας να πιστέψει ότι έχουμε ψυχή, ότι δεν σταματά η ζωή στην πέτρα του μνήματος, ότι όλα όσα μας ανήκουν στην ουσία δεν μας οδηγούν σε μία μόνιμη χαρά, τότε καταλαβαίνουμε ότι ο δρόμος περνά μέσα από την εκπλήρωση της προτροπής του Χριστού «δεύτε οπίσω μου».
Χάνουμε την ελευθερία μας;  Και ναι και όχι. Ναι, διότι δεν πορευόμαστε σύμφωνα με το θέλημά μας. Όχι διότι μπορούμε να χτίσουμε ένα καινούργιο θέλημα, αυτός της αγάπης και της κοινωνίας με το Πρόσωπο του Χριστού, για το οποίο θα αναλάβουμε την ευθύνη της ζωής μας. Ευθύνη να μην είναι το «έχειν» το κλειδί, αλλά το «αγαπάν».  Να μην είναι η επιθυμία της πρόσκαιρης ηδονής, της αποδοχής από τους άλλους, της εκπλήρωσης των φιλοδοξιών το κλειδί της πορείας μας, αλλά η ταπεινότητα και ο αγώνας να μοιάζουμε τον Χριστό, τους μαθητές Του, τους Αγίους, στην συγχωρητικότητα, στο μοίρασμα, στην αίσθηση ότι ο Χριστός ως αλήθεια είναι το παν στη ζωή μας. Να μπορούμε να δούμε τις σχέσεις μας με τους άλλους όχι στην προοπτική της εξουσίας, αλλά της προσφοράς και της διακονίας. Να είναι η καρδιά μας προσευχόμενη, όχι μόνο γι’  αυτούς που πάσχουν, αλλά, κυρίως, για όσους αισθάνονται ότι δεν βρίσκουν νόημα στην ζωή.  Για όσους έχουν ταυτίσει την ζωή με το «έχειν» και διαπιστώνουν ότι τελικά τίποτε δεν τους ανήκει πραγματικά.
Η ελευθερία μας ξαναβρίσκεται στην έξοδο από το «εγώ» μας. Ο μαθητής του Χριστού χάνοντας κερδίζει. Διότι όταν παραιτείται από τα ίδια, λαμβάνει ως αντίχαρη την χαρά της Βασιλείας. Την δύναμη του Ευαγγελίου. Μία άλλη ποιότητα ζωής, η οποία με βάση τον λόγο και την αγάπη κάνει τον άνθρωπο να αισθάνεται ότι αξίζει να ζει. Διότι τίποτε δε μπορεί να τον νικήσει, καθώς το Ευαγγέλιο δεν είναι ένα ιδεολογικό κήρυγμα, αλλά ο παρών Χριστός στο δικό μας παρόν. Και όταν είμαστε με τον Θεό είμαστε ελεύθεροι από ό,τι μας υποδουλώνει στην ανάγκη. Πραγματικός σκλάβος είναι ο εμπαθής άνθρωπος. Αυτός ο οποίος, στηριγμένος στα πάθη του για να βρει την ευτυχία, καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί χωρίς τα πάθη, χωρίς τον εγωκεντρισμό και συγκρούεται συνεχώς με τους άλλους, που λειτουργούν παραπλήσια. Κάνει έτσι την ζωή έναν στίβο επιβίωσης. Έτσι όμως δεν υπάρχει ελευθερία.
«Δεύτε οπίσω μου» μας λέει και πάλι ο Χριστός. Οι μαθητές άφησαν τα πάντα στην άκρη και Τον ακολούθησαν. Στο Πρόσωπό Του είδαν ό,τι ποθούσε η ύπαρξή τους. Την αλήθεια και την αγάπη. Η ζωή τους όμως ήταν μαζί Του και μεταξύ τους αρχικά και κατόπιν με όλους τους ανθρώπους που αποδέχτηκαν το κήρυγμα. Η αλήθεια και η αγάπη βρίσκονται στην Εκκλησία, στην αυθεντική συνάντηση όσων ακολουθούν τον Χριστό όχι από συνήθεια ή από φόβο, αλλά από αληθινό πόθο αιωνιότητας και χαρά που διαρκεί. Εκεί βρίσκεται η ελευθερία που ξεπερνά τα άγχη και τις φοβίες για να μην χάσουμε όσα μας έχουν απομείνει. Κουρασμένοι από τους κάθε λογής σωτήρες, είτε είναι πρόσωπα είτε ιδέες είτε πολιτισμικά ρεύματα, είτε θεάματα, οι άνθρωποι που ζούμε στην πλήξη των εικόνων ας τολμήσουμε να αναζητήσουμε στην ζωή της Εκκλησίας Αυτόν που μας δείχνει την οδό, την αλήθεια, την ζωή. Ό,τι δηλαδή είναι ο Ίδιος!  

Κέρκυρα, 18 Ιουνίου 2017