Γλυκό που είναι το σκοτάδι στις εικόνες
των προγόνων
άμωμα χέρια μεταληπτικά
ρούχα που τ'άδραξεν η γαλήνη και δε γνωρίζουν άνεμο
βαθιά το ελέησον απ' τους άυλους βράχους
τα μάτια σαν καρποί ευωδάτοι.
άμωμα χέρια μεταληπτικά
ρούχα που τ'άδραξεν η γαλήνη και δε γνωρίζουν άνεμο
βαθιά το ελέησον απ' τους άυλους βράχους
τα μάτια σαν καρποί ευωδάτοι.
(Νίκος Καρούζος, «Η
Ορθοδοξία»)
Βαθύ το «Ελέησον». Αυτό που μας λείπει. Οι γιορτές δεν
είναι χτες μόνο ούτε σήμερα. Είναι η αρχή για το αύριο των εσχάτων. Πρόγευση
και πρόγευμα αιωνιότητας. Είναι μία
υπόμνηση των εικόνων των προγόνων μας. Αυτών που σαν τον Ιωνά φεύγαν για να
απομακρυνθούν από τον Θεό, γιατί δεν Τον ήθελαν να αγαπά και να συγχωρεί, αλλά
να είναι δίκαιος, και τους κατάπιναν τα κήτη της απιστίας, της κακίας του
κόσμου, του πολέμου, της σκλαβιάς. Και εκείνοι ήξεραν, όπως ο Ιωνάς, ως εκ θαλάμου του θηρός να αναθορούν την
αλήθεια. Και να ζητούν το Ελέησον. Και να καταλαβαίνουν ότι όλα μάταια αν δεν
είναι τα χέρια μεταληπτικά της αγάπης και της πίστης. Και γίνονταν τα μάτια
τους φωτεινά στο σκοτάδι. Κι ευωδιάζαν οι καρδιές τους, όπως τα λουλούδια του
επιταφίου, όχι γιατί από μόνα τους αρκούνε, αλλά γιατί στολίζουν τον
Εσταυρωμένο και στολίζονται από το κάλλος Του που δεν θα δύσει ποτέ.
Βαθύ το «Ελέησον».
Οι γιορτές είναι η αρχή για να δώσουμε και να πάρουμε. Την συγγνώμη
στους άλλους και την άφεση από τον Θεό. Την αίσθηση ότι μόνο στον τρόπο της
Εκκλησίας όλα έχουν το νόημά τους. Στους ύμνους της πίστης το Μεγαλοβδόμαδο
γίνεται συμπόρευση. Γίνεται η όντως γιορτή. Και τότε όλος ο κόσμος μας δεν
γνωρίζει άνεμο και καταιγίδα κι ας λυσσομανούνε. Γιατί ταξιδεύουμε με την
Γλυκύτητα που μας σώζει στεφανωμένη με τα δικά μας αγκάθια.
π. Θ.Μ.
17 Απριλίου 2017