Τα συναξάρια της Εκκλησίας είναι γεμάτα από αγίους και αγίες νέους στην ηλικία, κυρίως μάρτυρες, οι οποίοι περιφρόνησαν τόσο τη δύναμη της κοσμικής εξουσίας, όσο και την ευκολία που αυτή υποσχόταν, προκειμένου να κάμψει το φρόνημά τους και να τους κάνει να αρνηθούν τον Χριστό. Με αγωνιστικότητα έφταναν στο σημείο να αρνούνται και την ίδια τη ζωή, προτιμώντας το μαρτύριο για την αγάπη και την πίστη στον Χριστό. Άλλοι πάλι διάλεξαν από τη νεαρή ηλικία τους να αφιερωθούν στην πίστη και να ζήσουν ασκητικά, αφήνοντας κατά μέρος τον συνηθισμένο τρόπο πορείας που οι πολλοί ακολουθούν. Διαβάζοντας τους βίους αυτούς αναρωτιόμαστε: δεν ήθελαν να χαρούνε τη ζωή που τους δόθηκε; Πόσο εύκολο ήταν να αφήσουν κατά μέρος την απτή χαρά και να διαλέξουν να ζήσουν και να πεθάνουν κατά τον ορισμό της πίστης: «σιγουριά γι’ αυτά που ελπίζουμε και βεβαιότητα γι’ αυτά που δε βλέπουμε»;
Οι νέοι σήμερα ζούνε στον κόσμο του «εδώ και τώρα». Ο πολιτισμός μας υπόσχεται άμεση ικανοποίηση, ακόμη και εικονικά. «Ζήσε μονάχα τη στιγμή και άσε το μετά», λέει ένα σύγχρονο τραγούδι. Πώς να καταλάβουν ότι υπήρξαν καιροί στους οποίους νέοι άνθρωποι ζούσαν τη στιγμή με κριτήριο το μετά; Παραιτούνταν από την πρόσκαιρη χαρά, φαίνονταν νικημένοι και όμως εξακολουθούν να ζούνε στις καρδιές των ανθρώπων και, όντας άγιοι, στη ζωή με τον Θεό. Τους ωθούσε η αγάπη προς τον Θεό, προς το Απόλυτο, προς την Αλήθεια. Δεν συμβιβάζονταν με κάτι λιγότερο, αυτό που ο κόσμος υποσχόταν, ακόμη κι αν φαίνεται δελεαστικό. Πρωτίστως τους συνάρπαζε η αγωνιστικότητα. Η αντίθεση σ’ αυτό που φάνταζε ακατανίκητο. Και η πρόταξη της αγάπης. Του έρωτα για τον Απόλυτο, που δεν τους άφηνε μόνους τους σε κάθε μορφής μαρτύριο. Και ήταν αυτός ο έρωτας η πηγή της χαράς και της αντοχής.
Παραπονιόμαστε σήμερα ότι ζούμε σε έναν ανέραστο κόσμο. Ταυτίσαμε τον έρωτα με τον πόθο για το σώμα, με την ανάγκη για ηδονή. Έτσι αντικαταστήσαμε το «σ’ αγαπώ» με το «σε θέλω». Αποφεύγουμε να δενόμαστε με ανθρώπους και εύκολα αλλάζουμε και παρέες και συνήθειες. Ιδίως οι νεώτεροι. Ζώντας στην πραγματικότητα της κοινωνικής δικτύωσης, όπου οι γνωριμίες στήνονται με ευκολία, δεν νιώθουμε πόσο αξίζει να αγωνίζεσαι για ό,τι και για όποιον αγαπάς. Και αγωνίζομαι σημαίνει ότι παραιτούμαι από το «εδώ και τώρα», παραιτούμαι από το «εγώ είμαι το κέντρο του κόσμου», από το «ζω για τη στιγμή». Αγωνίζομαι σημαίνει ότι ξεκινώντας από τον Απόλυτο, βλέπω στο πρόσωπο τού κάθε ανθρώπου με τον οποίο θέλω να σχετιστώ την εικόνα Του. Βλέπω ότι κάθε τι με το οποίο ασχολούμαι έχει ψυχή. Και αγαπώντας μπορώ να παραιτηθώ από όλα. Ακόμη και από το ένστικτο της επιβίωσης.
H Εκκλησία μάς μιλά για τον Χριστό που μας αγαπά απόλυτα, μέχρι θανάτου. Και μας προβάλλει τους αγίους και τις αγίες της ως πρόσωπα που αγάπησαν εξίσου απόλυτα. Όχι κάνοντας κακό στους άλλους. Αλλά εμπιστευόμενοι τον Θεό, ακόμη κι όταν υφίσταντο κακό. Η αγάπη θέλει αγώνα. Και οι νέοι σήμερα μπορούν να βρούνε τέτοια πρότυπα που θα αλλάξουν την πορεία τους στη ζωή της Εκκλησίας. Ας τα αναζητήσουμε.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της Τετάρτης 6 Ιουλίου 2016