Οι Χαιρετισμοί στην Υπεραγία Θεοτόκο αποτελούν μία ξεχωριστή ακολουθία στη ζωή της Εκκλησίας. Κάθε Παρασκευή στους ορθόδοξους ναούς οι χριστιανοί, συχνά κρατώντας ένα βιβλιαράκι στο χέρι, παρακολουθούν με κατάνυξη τα «Χαίρε» του υμνογράφου και συμμετέχουν με τη δική τους προσευχή στην Μητέρα του Θεού. Αγωνίες, προσδοκίες, αιτήματα από την μία, η ομορφιά της εκκλησιαστικής ποίησης και μουσικής που γεννά ξεχωριστά συναισθήματα από την άλλη. Μία παράδοση που υπενθυμίζει στον Ελληνισμό την ιστορία της πολιορκίας του από ισχυρούς εχθρούς, αλλά και τη ελευθερία χάρη στην Υπέρμαχο Στρατηγό.
Τι έχουν να πούνε στους νέους ανθρώπους οι Χαιρετισμοί;
Γραμμένοι σε μια γλώσσα που, παρά την ομορφιά της, δε γίνεται εύκολα κατανοητή, ψαλλόμενοι σε ένα μέλος που είναι μακριά από τα δικά τους ακούσματα οι νεώτεροι καλούνται να καταβάλουν μεγάλη προσπάθεια, όχι μόνο για να εντάξουν την ακολουθία στο φορτωμένο πρόγραμμά τους, αλλά και να αφεθούν στο να συμμετάσχουν στην πνευματική πανδαισία. Είναι αρκετή μία μετάφραση του Ακαθίστου Ύμνου ή μία μικρή ανάλυσή του σε μία εποχή κατά την οποία το απρόσληπτο αυξάνεται και επομένως η θεραπεία δυσκολεύει; Αρκεί η παρότρυνση ή η τέλεση δεύτερων χαιρετισμών για νέους και για εργαζομένους, όπως πολύ καλώς σε πολλές Μητροπόλεις και ενορίες γίνεται;
Η εποχή μας έχει περιθωριοποιήσει την έννοια του συλλογικού βιώματος, το ανήκειν το οποίο στηρίζεται σε εμπειρίες και όχι μόνο σε παραδόσεις. Ο ατομοκεντρισμός έχει κάνει τον άνθρωπο να αυτονομείται από το αίσθημα που γεννά η μετοχή στο κοινωνικό σώμα. Και έτσι, ακόμη και οι εκκλησιαστικές ακολουθίες συνοδεύονται από το ερώτημα της ατομικής κατανόησης και δεν επιτρέπουν σε όσους συμμετέχουν να αισθανθούν την αξία της συνάντησης, της λειτουργικής προσευχής, της ενότητας γύρω από ένα Πρόσωπο. Στους Χαιρετισμούς είναι η Παναγία που μας συγκεντρώνει. Είναι η Μητέρα του Χριστού που μας δείχνει ότι δεν είμαστε μόνο άτομα, αλλά μέλη μίας κοινότητας η οποία έχει πρεσβευτή στον ουρανό και πρότυπο επί της γης. Και ο καθένας μας καλείται να προσανατολιστεί προς μία ύπαρξη η οποία δεν πρεσβεύει μόνο για να σωθούμε ατομικά αλλά ανοίγει τον δρόμο και τον τρόπο της Εκκλησίας, δηλαδή του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος που μας δίνουν το ανήκειν, τον άλλο, τη συνέχεια και τη χαρά να μπορούμε να δούμε τους εαυτούς μας όχι μόνο σε σχέση με το εγώ, αλλά και σε σχέση με το Εμείς. Αυτό εκφράζεται και ποιητικά. Και μουσικά. Δια των αισθήσεων, γεννώντας ένα βίωμα πληρότητας και χάριτος.
Πώς να διδαχθεί αυτό στους νεώτερους;
Η οικογένεια είναι η βάση. Αλλά και το σχολείο, στο οποίο αξίζει να γίνεται μία αναφορά σε ένα από τα ωραιότερα ποιητικά κείμενα της παγκόσμιας παράδοσης, κυρίως όμως στην ανάγκη του ανθρώπου να βρει οικειότητα, τόσο προς τον ουρανό όσο και προς τη γη, τον συνάνθρωπο. Δεν είναι χάσιμο χρόνου η συνάντηση. Πρωτίστως όμως η ενορία μπορεί να δώσει την ευκαιρία στους νέους, μέσω της κατήχησης, αλλά και με άλλους ευφυείς τρόπους να νιώσουν ότι η πίστη γεννά συγκίνηση, αφύπνιση και δίνει ζωή. Διαφορετικότητα που είναι πηγή χαράς. Το χρειάζονται και οι νέοι και όλοι μας.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της 13ης Απριλίου 2016