Πώς μπορούν οι νεώτεροι να
ζήσουν με τον τρόπο της Εκκλησίας τα Χριστούγεννα; Μπορούμε να είμαστε ευχαριστημένοι
εφόσον το νόημα της εορτής περιορίζεται, σχεδόν αποκλειστικά, σε έναν τυπικό
εκκλησιασμό, στον στολισμό, στα κάλαντα, στα δώρα, στις αγορές και στις
διακοπές από το πρόγραμμα; Βεβαίως το παράδειγμα των μεγαλυτέρων είναι
σημαντικό. Η προσκόλληση στα έθιμα, η έγνοια για το υλικό τραπέζι, η
φιλανθρωπία για το καλό του χρόνου, χωρίς να απορρίπτονται, στην πράξη απομακρύνουν τα Χριστούγεννα από το υπαρξιακό
και σωτηριολογικό τους περιεχόμενο. Δε γεννήθηκε ο Χριστός για να τρώμε, να
ξεκουραζόμαστε, να αγοράζουμε ή, έστω, να δίνουμε και κάτι από το περίσσευμα ή
το υστέρημά μας σε όσους έχουν ανάγκη.
Η γλώσσα της εκκλησιαστική παράδοσης
και τέχνης είναι μία υπόμνηση ψηλάφησης του αληθινού νοήματος των
Χριστουγέννων. Το «η Παρθένος σήμερον» μάς δείχνει την επικαιρότητα του
γεγονότος. Ότι η γέννηση του Χριστού και η πρόταση για την αναγέννηση του
ανθρώπου δεν είναι έργο του χτες, αλλά συμβαίνει σήμερα, ενώπιόν μας. Σήμερα
καλούμαστε να ζητήσουμε την ανακαίνιση της καρδιάς μας. Να ελέγξουμε τον εαυτό
μας αν ανήκουμε στην κατηγορία των απλών μα πιστών βοσκών, των σοφών μα
καλοπροαίρετων αναζητητών της αλήθειας Μάγων, του διακόνου του μυστηρίου Ιωσήφ,
των Αγγέλων που δοξολογούν τον Θεό για την αγάπη Του ή ανήκουμε στους
αδιάφορους, εκείνους οι οποίοι δεν συγκινήθηκαν να παραχωρήσουν μία γωνιά στο
πανδοχείο της Βηθλεέμ σε μία έγκυο γυναίκα, ανέχτηκαν τη σφαγή των νηπίων,
συνέχισαν τη ζωή τους σα να μην είχε έρθει ο Λυτρωτής. Ή αν η καρδιά μας, προσκολλημένη
στην αναζήτηση και διατήρηση της εξουσίας που που γεννούν η δύναμη του χαρακτήρα, η επιθυμία οι άλλοι να
μας υπηρετούν, η γνώση, ακόμη και η θρησκευτική αυτάρκεια, αρνείται και πολεμά την
παρουσία του Χριστού.
Η μετοχή, ακόμη, στο μυστήριο
της Ευχαριστίας, η νηστεία, η συγχώρεση προς όλους όσους μας θλίβουν, η δίψα
για ουρανό, αποτελούν σημάδια μίας άλλης θέας των Χριστουγέννων. Ότι δεν
περιοριζόμαστε στην κοινωνικότητα, την εθιμολατρία, την τυπικότητα, αλλά
ζητούμε από τον Θεό να αγιάσει τις καρδιές μας.
Και αποφασίζουμε να αλλάξουμε ζωή, με μετάνοια και συνάντηση με τον
συνάνθρωπό μας στην κοινότητα της ενορίας. Δεν είναι μία επιφανειακή, θεραπευτική των
ενοχών μας κάποτε, φιλανθρωπία που αφήνει «το πνεύμα των Χριστουγέννων» να μας φωτίσει, αλλά η διάθεση της ψυχής μας
να δούμε ότι υπάρχει άλλος, όποιος κι αν είναι αυτός, ότι μπορούμε να χαρούμε
με τη χαρά του και να λυπηθούμε με τη λύπη του, κι αυτό καθιστά τον Χριστό
προσιτό.
Και, τέλος, μία παιδικότητα
καρδιάς, όπως αυτή μεταφράζεται με το να χαιρόμαστε όχι για τις επιτυχίες ή την
ποιότητα της ζωής μας ή τα αγαθά μας, αλλά γιατί ο Θεός μάς αγαπά προσωπικά και
πιστεύουμε ότι αυτή η αγάπη μάς σώζει, όπως τα παιδιά που τους αρκεί η αγάπη
των γονέων τους για να ξεπερνούν κάθε φόβο και μέριμνα, για να λησμονούν κάθε λάθος που τα ίδια κάνουν, αυτός
είναι ο δρόμος για αληθινά Χριστούγεννα.
Μπορούμε να δείξουμε αυτό τον τρόπο στα παιδιά
και τους νεώτερους; Να συναντηθούμε όλοι
μας στον τρόπο της Εκκλησίας; Αν ναι, ο Χριστός « δι’ ημάς εγεννήθη»!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ορθόδοξη Αλήθεια»,
στο φύλλο της 23ης Δεκεμβρίου 2015