3/2/12
ΧΑΙΡΕ ΑΣΤΗΡ ΕΜΦΑΙΝΩΝ ΤΟΝ ΗΛΙΟΝ, ΧΑΙΡΕ ΓΑΣΤΗΡ ΕΝΘΕΟΥ ΣΑΡΚΩΣΕΩΣ
Η Υπεραγία Θεοτόκος έχει εμπνεύσει τον ποιητή του Ακαθίστου Ύμνου να της αποδώσει χαρακτηρισμούς που ξεφεύγουν από τα ανθρώπινα μέτρα και πλαίσια. Συχνά παρομοιάζεται με στοιχεία της φύσης και του σύμπαντος, τα οποία υποδηλώνουν τη σχέση του δημιουργήματος με τον Δημιουργό. Σε μία από τις ωραιότερες εικόνες του Ύμνου η Παναγία μας χαρακτηρίζεται ως το αστέρι που δείχνει, που φανερώνει τον Ήλιο, που είναι ο Χριστός. Είναι ο αυγερινός, που βγαίνει πάντοτε την αυγή, πρν ο ήλιος ξεπροβάλλει και φωτίσει τον κόσμο στην πληρότητά του.
Το αστέρι παίρνει φως από τον ήλιο που βρίσκεται κοντά του, αντανακλά το ηλιακό φως, αλλά και βγάζει και δικό του. Δεν μπορεί βεβαίως το όποιο δικό του φως όμως να φτάσει το μέγεθος του φωτός, όπως το βλέπουμε με τα δικά μας γήινα μάτια, στο μέγεθος του φωτός του Ηλίου. Και έτσι το φως του αστεριού γίνεται μέτρο σύγκρισης για το φως του ήλιου, αλλά και τα δύο σώματα μαρτυρούν στον κόσμο μας την ομορφιά, την θερμότητα, τη ζωή που το Φως δίνει.
Η Παναγία είναι άστρο που έχει το δικό του φως. Είναι το φως της αρετής. Είναι το φως της αγάπης προς το Θεό. Είναι το φως της υπακοής στο θέλημα του Θεού. Είναι το φως των χαρισμάτων που ο Θεός της έδωσε, αλλά και η ίδια καλλιέργησε. Ο κάθε άνθρωπος έχει το δικό του φως. Είναι δωρεά του Θεού, αλλά και ο ίδιος το καλλιεργεί, μέσα από την γνώση, την πρόοδο, την αρετή, την επιτυχία. Το φως όμως της Παναγίας έχει και άλλη ένταση και άλλη χροιά από το φως των υπόλοιπων ανθρώπων. Γιατί έγινε εκείνο που έλκυσε και πληρώθηκε από το Φως του Προσώπου του Κυρίου μας, αυτό που έκανε να ενανθρωπίσει εντός της το Προαιώνιον Φως της παρουσίας του Χριστού και να εισαχθεί στον κόσμον ο μέγας Ήλιος. Βάζει ο άνθρωπος το φως του και ο Θεός το μεγιστοποιεί, προσθέτοντας όχι απλώς το φως των ενεργειών Του, αλλά την ίδια Του την ύπαρξη.
Το φως της Παναγίας δεν φαινόταν στους άλλους ανθρώπους τι είδους ήταν. Μία απλή κοπέλα από την Ναζαρέτ της Ιουδαίας, που γεννά ένα παιδί. Όπως μύριες άλλες γυναίκες στον κόσμο αυτό, που γίνονται μητέρες, φέρνοντας στη ζωή νέους ανθρώπους, δηλαδή υπάρξεις με το δικό τους φως. Τι να κρύβεται άραγε πίσω από το φως του κάθε ανθρώπου; Πόσο μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε ότι ο καθένας από εμάς, εάν αγαπά το Χριστό, εάν Τον κοινωνεί μέσα στη ζωή της Εκκλησίας, προσθέτει όχι ανθρώπινο, αλλά το Ανέσπερον Φως στην ύπαρξή του; Πόσο αυτοί που καυχώνται για τα φώτα τους, για τις γνώσεις τους, για τις δυνατότητές τους, για την εξουσία τους, για τις επιτυχίες τους στη ζωή, για τις πρωτοκαθεδρίες τους μπορούν να κατανοήσουν ότι στην καρδιά ενός απλού, καθημερινού, ταπεινού και ξεχασμένου χριστιανού, που ουδείς τον υπολογίζει, εάν υπάρχει ο Χριστός, το φως που αυτός λαμβάνει είναι ασύγκριτο σε σχέση με κάθε άλλο ανθρώπινο φως;
Και το φως αυτό δεν σταματά σ’ αυτή τη ζωή, αλλά συνεχίζεται στην αιωνιότητα. Τύπος τα στεφάνια από φως που περιβάλλουν τα πρόσωπα των Αγίων μας στις εικόνες της Εκκλησίας. Βίωμα η πραγματικότητα της βασιλείας των ουρανών, όπου «αστήρ αστέρος διαφέρει» ως προς την λαμπρότητα, αλλά όλα τα άστρα φωτίζονται από το Χριστό και φωτίζουν με τη σειρά τους τον κόσμο μας, την Εκκλησία μας, όσους θέλουν να ακολουθήσουν αυτή την οδό της αγιότητας.
Ο κόσμος μας έχει βυθιστεί στο σκοτάδι της απουσίας του Χριστού. Βιώνει την αμαρτία να ασχολείται μόνο με τα παρόντα, τα ίδια. Ξεχνά όμως τα αιώνια και την κοινωνία με το Θεό και ταυτόχρονα την ευλογία να έχει ως αποστολή του κάτι από την αποστολή της Παναγίας. Μέσα από την πίστη να φωτίζεται και λίγο, όσο μπορεί, να φωτίζει τους άλλους, δίνοντας ελπίδα και ζωή. Κι αυτό που φαίνεται αδύνατο, γίνεται πραγματικότητα χάρις στην ένθεη σάρκωση στην γαστέρα της Παναγίας. Η παρουσία του Χριστού που χωρίς να είναι αυτή που δίνει τις «εδώ και τώρα» λύσεις στα βιοτικά μας, μας ενισχύει ώστε εν πίστει να προχωρούμε και σ’ αυτήν και προς την άλλη ζωή.
Το «Χαίρε» του ποιητή του Ύμνου μας δείχνει τελικά ότι αξίζει να χαιρόμαστε τόσο για το φως που μας εδόθη από το Θεό όσο και για την συνάντησή μας με το τον Ίδιο ως Φως. Η Παναγία έκανε την αρχή. Ας την ακολουθήσουμε στη ζωή της Εκκλησίας.
Κέρκυρα, 2 Μαρτίου 2012