2/10/12
ΤΟ ΣΘΕΝΟΣ ΤΗΣ ΠΑΤΡΟΠΑΡΑΔΟΤΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ
Είναι κάποιοι άνθρωποι στην Ιστορία του κόσμου και της Εκκλησίας, οι οποίοι έχουν κάτι παραπάνω από όλους εμάς. Ξεχωρίζουν για την πίστη και το σθένος της. Μία πίστη πατροπαράδοτη. Μία πίστη που πηγάζει από τη σχέση τους με το Χριστό και αναβαπτίζεται στις περιστάσεις της ζωής. Μία πίστη που δίνει δύναμη και αντοχή ώστε να ξεπεράσουν τις δυσκολίες του κόσμου και της ζωής. Μία πίστη που τους κάνει να ζούνε το μυστήριο της Βασιλείας του Θεού.
Αυτό το σθένος της πατροπαραδότου πίστεως έζησε και η Αγία Θεοδώρα η Αυγούστα. Αυτό το σθένος, το οποίο την κατέστησε μέλος του χορού των αγίων γυναικών που εδόξασαν όχι μόνο την φύση τους, δηλαδή τη δωρεά του Θεού κατά τη δημιουργία του ανθρώπου, αλλά και απέδειξαν τη χριστιανική τους ιδιότητα όχι με λόγια μόνο, αλλά με έργα. Όχι μόνο στις χαρές, αλλά και στις δυσκολίες της ζωής. Αίροντας το σταυρό τους, είτε έζησαν το γάμο είτε την παρθενία. Είτε υπακούοντας σε άνδρες σκληρούς είτε στην κίνηση για υπέρβαση της φύσεως, στην αδελφότητα του μονήρους βίου και νικώντας το ίδιον θέλημα. Και είναι η πίστη μία δύναμη καρδιακή, η οποία κάνει τον άνθρωπο να δίδει υπόσταση στα ελπιζόμενα και να καθιστά πραγματικότητες αυτά που δεν βλέπονται δια των οφθαλμών του σώματος, εν τω χρόνω. Αυτά που οι άλλοι δεν έχουν τη δυνατότητα ή την θέληση να δούνε, οι πιστές γυναίκες τα ζούνε δια των πνευματικών τους οφθαλμών και μας αφήνουν τον εαυτό τους υπόδειγμα αυτής της πίστεως που μας χρειάζεται και στη δική μας ζωή.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της πίστεως της Αγίας Θεοδώρας, που της έδωσαν το σθένος να αντέξει στις δοκιμασίες της ζωής;
Είναι πρώτον η πίστη ότι υπάρχει ο Θεός και μάλιστα εν τη Εκκλησία, ως Τριαδικός. Για να γίνει αυτό κατορθωτό, χρειάζεται να υπάρξει ένα ξεδιάλεγμα των παραστάσεων και των εμπειριών που έχουμε οι άνθρωποι στη ζωή μας. Χρειάζεται να αποβάλουμε όλους τους άλλους θεούς, που απειλούν να καταφάγουν τον αληθινό Θεό από τη ζωή μας και την ύπαρξή μας. Να αποβάλουμε αυτά που βλέπουμε και απορούμε για την δύναμή τους. Την φύση και τον κόσμο. Την δύναμη της γνώσεως. Το σφρίγος της νεότητος. Την δόξα με την οποία οι άλλοι μας περιβάλλουν. Την αίσθηση της παντοδυναμίας. Τα δικαιώματά μας. Αλλά και να αποβάλουμε αυτά που γεννά ο νους και η καρδιά μας. Την αμφιβολία της κρίσης που ο πεπερασμένος νους μας διατυπώνει για την ύπαρξη του Θεού, ιδίως όταν Εκείνος δεν μας βοηθά σε περιπτώσεις δυσκολιών και δοκιμασιών. Δεν μας δίδει κατά την καρδία και κατά την επιθυμία μας, αλλά μας αφήνει να ταλαιπωρούμαστε και να δοκιμαζόμαστε. Όπως επίσης και στην απορία μπροστά στο θάνατο και το μετά από αυτόν. Μόνο η πίστη ότι υπάρχει Θεός και μάλιστα Τριαδικός, μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο να προχωρήσει σε έναν άλλο τρόπο ζωής.
Είναι δεύτερον η επίγνωση ότι εντός της υπάρχει η εικόνα του Θεού. Ότι δεν είναι ένα πρόσωπο γέννημα ανθρώπων, δηλαδή έλλογων ζώων, που έχουν απλώς αρχή και τέλος, αλλά εικόνα Χριστού, στην οποία ο άνθρωπος βάζει την σωματική- σαρκική διάσταση της υπάρξεως και ο Θεός εν Αγίω Πνεύματι την πνευματική- ψυχική. Ο άνθρωπος βάζει το έξωθεν, βάζει τα φυσικά και σωματικά όργανα, βάζει τις αισθήσεις, βάζει τον εγκέφαλο και την καρδιά, και ο Θεός βάζει την αγάπη, την ελευθερία, το λογικό, την αναζήτηση, την δίψα για αθανασία. Και όποιος νιώθει ότι είναι εικόνα Θεού, αντιλαμβάνεται ότι βρίσκεται « εν τιμή ων». Συνήκει και δεν παρασυμβάλλεται τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις, δεν ομοιούται αυτοίς. Αυτό σημαίνει ότι δεν εξαντλεί το νόημα της ζωής του στη σάρκα, στα εδώ. Βλέπει παραπέρα, στην προοπτική της δίψας για το Θεό, αναζητά το Θεό παντού στον κόσμο και τη ζωή του, επιδιώκει να γίνει κοινωνός θείας φύσεως.
Τέλος, είναι τρίτον η επίγνωση ότι πλάσθηκε για να ομοιωθεί η εικόνα της με τον Θεό. Δεν αρκείται στα αγαθά αυτού του κόσμου. Δεν αρκείται στην δόξα και την τιμή που μπορεί να απολαμβάνει από τους άλλους. Δεν αρκείται στο να δημιουργήσει στον χρόνο του κόσμου. Εργάζεται και πνευματικά, για να μπορέσει να ζήσει υπέρ τον χρόνον και τον κόσμον, όταν έρθει η ώρα του βιολογικού τέλους της υπάρξεως. Και αυτή η εργασία συνίσταται στην τήρηση των εντολών του Ευαγγελίου, στην βίωση της αγάπης, στον περιορισμό των δικαιωμάτων χάριν των άλλων, στην στροφή της ελπίδας στο Θεό και στην αναζήτηση της αιωνιότητας σε κάθε πράξη και έργο.
Αυτή η πίστη στην Αγία διδάχθηκε από την οικογένειά της. Είναι η πατροπαράδοτη εκείνη ευλογία την οποία δεν την παρέλαβε απλώς, έχτισε πάνω σ’ αυτήν και το απέδειξε αυτό δια της προσφοράς της στην διάσωση και αναστήλωση των ιερών εικόνων και την παρέδωσε ως δωρεά πολύτιμη και στις επόμενες γενεές. Αυτή η πίστη την κατέστησε αθάνατη στη ζωή της Εκκλησίας και έδωσε τη δυνατότητα στο Θεό να παράσχει την ευλογία της αφθαρσίας στο ιερό της λείψανο. Αυτή η πίστη αποτελεί για τον καθέναν από εμάς όπλο να μιμηθούμε και να προχωρήσουμε μ’ αυτήν, όχι παραθεωρώντας την πραγματικότητα της ζωής, αλλά μη υποτασσόμενοι σ’ αυτήν και νικώντας την απελπισία που οι σταυροί εξ αιτίας των αμαρτιών μας γεννούνε, ιδίως στις ημέρες μας, οπότε και δεν υπάρχουν αληθινοί ηγέτες πίστεως και ελπίδος, αλλά μονάχα διαχειριστές κρίσεων, χωρίς Θεό και αιωνιότητα στην προοπτική της ζωής τους.
Με την αγία ως πρότυπο ας προχωρήσουμε λοιπόν στη ζωή μας και την πατροπαράδοτη πίστη μας ας την έχουμε ως προσωπικό μας στήριγμα για να επιβιώσουμε κατά Θεόν.
Κέρκυρα, 10 Φεβρουαρίου 2012