9/24/11

Ο ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΣΤΑ ΟΣΤΡΑΚΙΝΑ ΣΚΕΥΗ


Την χαρά και την ελπίδα του να είναι κανείς χριστιανός μας αποτυπώνει ο Απόστολος Παύλος σ’ ένα ωραίο απόσπασμα στην δεύτερη επιστολή του προς τους Κορίνθιους. Ο Παύλος μας περιγράφει τι σημαίνει κανείς να έχει πιστέψει στο Θεό. Είναι η αποδοχή του φωτισμού του Θεού που λάμπει στις καρδιές μας και μας κάνει να γνωρίσουμε την δόξα Του στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Αυτό αποτελεί και τον μεγαλύτερο θησαυρό που θα μπορούσε να έχει ο άνθρωπος. Φωτισμός, έλλαμψη στις καρδιές μας και γνώση της δόξας του Θεού στο πρόσωπο του Χριστού (Β' Κορ. 4, 6-7).
Τι σημαίνουν αυτές οι τρεις καταστάσεις;
Το φως είναι η δωρεά του Θεού για να έρθει η ζωή. Ο Θεός δημιουργεί τον κόσμο ξεκινώντας από το φως. Κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας το σκοτάδι δεν υπάρχει οντολογικά, αλλά συνίσταται στην απουσία του φωτός. Όταν εμφανίζεται το φως, μπορούμε να ορίσουμε την προηγούμενη κατάσταση ως σκοτάδι. Αυτό το φως αποτελεί έκφραση της θείας ενέργειας και δίνει στον κόσμο την δυνατότητα να υπάρχει. Χωρίς αυτό δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ή να συντηρηθεί η ζωή. Άλλωστε δεν θα είχε και νόημα, από την στιγμή που τα πάντα θα πορεύονταν στην τυφλότητα, χωρίς δυνατότητα κοινωνίας, δημιουργίας, χαράς. Ο Θεός όμως δεν έδωσε μόνο το υλικό φως στον κόσμο. Δίνει και το πνευματικό. Την δυνατότητα δηλαδή κάθε δημιούργημά του να γίνεται αφορμή να γνωρίζεται ο Ίδιος, αλλά και στον άνθρωπο, ο καιρός-ευκαιρία να Τον αναζητήσει με προοπτική να υπερβεί το φως αυτού του κόσμου και να κοινωνήσει με τον Θεό ως φως αιώνιο και ατελεύτητο. Πλασθήκαμε δηλαδή για να αναζητούμε το φως της παρουσίας του Θεού, που δίδει αγάπη, χαρά και αιωνιότητα στην ύπαρξή μας.
Ο άνθρωπος όμως πλάσθηκε και ελεύθερος να απορρίψει το φως και να επιλέξει το σκοτάδι, όχι μόνο το υλικό, αλλά και το πνευματικό. Εδώ έρχεται η αμαρτία, η οποία συνίσταται στην επιλογή του ανθρώπου να αφήνει την προτεραιότητα της κοινωνίας με το Θεό ως βάση που δίδει νόημα στη ζωή του και να ακολουθεί τον εγωκεντρισμό του, να λειτουργεί δηλαδή με κριτήριο τον εαυτό του και τον υλικό-εγκόσμιο προσανατολισμό. Δεν είναι ο Θεός που δίδει φως, αγάπη και χαρά, αλλά ο άνθρωπος που στρέφεται στα δημιουργήματα του Θεού για αντλήσει δύναμη και νόημα. Έτσι ο άνθρωπος αφήνεται στην αμαρτία, που δεν είναι απλώς μία ηθική παρεκτροπή ή άρνηση τήρησης των εντολών του Θεού, αλλά γίνεται οντολογική κατάσταση. Ο άνθρωπος πορεύεται απορρίπτοντας ή περιορίζοντας την κοινωνία με το Θεό. Όμως ο Θεός δεν παύει να αγαπά τον άνθρωπο. Και στέλνοντας τον Υιό Του, τον Κύριό μας, λάμπει στις καρδιές των ανθρώπων. Μας δίδει δηλαδή την δυνατότητα να κατανοήσουμε τι σημαίνει φως και τι σκοτάδι, πού ζούμε και πώς μπορούμε να λυτρωθούμε.
Η παρουσία του Χριστού στις καρδιές μας επιτυγχάνεται μέσα από τη ζωή της Εκκλησίας. Εκεί γνωρίζουμε την δόξα του Θεού. Η ζωή της Εκκλησίας είναι γεμάτη από φως. Και αυτό το φως δεν είναι θεωρητικό, αλλά συνίσταται στην κοινωνία μας με τον παρόντα Χριστό στα μυστήρια της πίστης μας, στο Σώμα και το Αίμα Του, στο Ευαγγέλιο, στην κοινωνία με τη ζωή των Αγίων μας, στην προσευχή για όλο τον κόσμο, στην ευλόγηση των γεγονότων της παρούσης ζωής, στην ασκητική προσπάθεια να μοιραστούμε με τους άλλους τα αγαθά, την μετάνοια, τον σταυρό, στην προσδοκία της ανάστασης. Και εδώ έγκειται η δόξα του Θεού. Είναι το φως που ο Χριστός προσφέρει εν τω προσώπω Του και σε όσους ανοίγονται στην κοινωνία μαζί Του, αφήνοντας τον εαυτό τους στην αγάπη και την χαρά που ξέρει να αντέχει και να συγχωρεί.
Αυτός είναι και ο θησαυρός μας, ο οποίος αποθηκεύεται «εν οστρακίνοις σκεύεσι». Γιατί η ύπαρξή μας είναι πήλινο δοχείο το οποίο σπάζει από τον χρόνο, την αμαρτία, τις μέριμνες. Εμπιστευόμενοι όμως την δύναμη του Θεού, μπορούμε να αντέξουμε. Γι’ αυτό και Απόστολος Παύλος δίδει μία ωραιότατη περιγραφή της ζωής του χριστιανού. «Αν και μας πιέζουν από παντού, δεν καταβαλλόμαστε. Βρισκόμαστε σε αδιέξοδα, αλλά δεν απελπιζόμαστε. Μας καταδιώκουν, ο Θεός όμως δεν μας εγκαταλείπει. Μας ρίχνουν κάτω, μα δεν χάνουμε τον αγώνα. Συνεχώς υποφέρουμε σωματικά μετέχοντας έτσι στον θάνατο του Κυρίου Ιησού, για να φανερωθεί στο πρόσωπό μας η ζωή του αναστημένου Ιησού». Είμαστε χριστιανοί δεν σημαίνει ότι ακολουθούμε μία ευχάριστη ζωή, χωρίς δυσκολίες και με αποδοχή από τον κόσμο της πίστης και της ελπίδας μας. Είμαστε χριστιανοί σημαίνει ότι είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε κάθε πειρασμό, την φθορά του χρόνου, τις μέριμνες και την αμαρτία που απειλούν να μας καταφάγουν. Και η δύναμή μας βρίσκεται στην εμπιστοσύνη στο Θεό που μας φωτίζει, λάμπει στις καρδιές μας και μας κάνει να γνωρίζουμε την δόξα του Χριστού, τον αγώνα, τον σταυρό, την ανάσταση. Και αυτό είναι το παράδοξο. Ότι τελικά, εκεί που οι άλλοι δειλιάζουν, θεωρώντας τη ζωή μας σκοτάδι, εμείς αντλούμε από την κοινωνία με τον Κύριο εν τη Εκκλησία φως, αγάπη, χαρά και θεωρούμε ότι η χριστιανική μας ιδιότητα είναι ο θησαυρός μας.
Ζούμε σε μία πραγματικότητα στην οποία η χριστιανική μας ιδιότητα αντιμετωπίζεται ως άχρηστη πνευματικά και χρήσιμη υλικά. Οστράκινα δεν είναι μόνο τα σκεύη της ύπαρξης μας, αλλά και η θέση μας μέσα στον κόσμο. Η εποχή μας έχει πολλές αναλογίες σε σχέση με τα χρόνια που έζησε και έγραψε ο Παύλος. Οι χριστιανοί πιεζόμαστε από την αθεΐα της εποχής μας, από τους υλιστές που θεωρούν ότι η πίστη υπάρχει μόνο για να δίνει υλικά αγαθά, από τα ΜΜΕ που επιζητούν τον θόρυβο, από τον τρόπο ζωής που θέλει να στηριζόμαστε στα δικαιώματά μας και όχι στην θυσία της αγάπης. Βρισκόμαστε σε αδιέξοδα, ιδίως όταν έχουμε να αντιμετωπίσουμε την ασθένεια, τον θάνατο, την φτώχεια, την αδικία και καλούμαστε να απαντήσουμε στα «γιατί;». Μας καταδιώκουν, μας βάζουν τρικλοποδιές για να απελπιστούμε και να ηττηθούμε, μόνο και μόνο γιατί πιστεύουμε και οι άλλοι το γνωρίζουν. Και υφιστάμεθα τον πειρασμό των επιθέσεων του διαβόλου, που μας κάνει να υποφέρουμε και σωματικά και ψυχικά. Το ακατανίκητο όμως όπλο μας είναι ο φωτισμός του Θεού, η λάμψη της παρουσίας Του στις καρδιές μας και η δόξα Του εν τη Εκκλησία. Και θα αντέξουμε, όσο ισχυρές κι αν είναι οι επιθέσεις. Και θα βοηθήσουμε και τους άλλους ανθρώπους και πνευματικά και υλικά, προσφέροντας στον κόσμο ως αντίδωρο ελπίδας τον σταυρό και την ανάσταση του Χριστού μας.

Κέρκυρα, 25 Σεπτεμβρίου 2011