12/4/10

ΑΝΔΡΙΚΩΣ ΤΗΝ ΦΥΣΙΝ ΕΚΒΙΑΣΑΜΕΝΟΣ


Οι ασκητές και οι άγιοι της Εκκλησίας μας υπερέβησαν τα μέτρα της ανθρώπινης φύσης. Ο άνθρωπος θέλει να απολαμβάνει τη ζωή του, να βιώνει τη χαρά, να ικανοποιεί το ίδιον θέλημα χωρίς περιορισμούς. Ο άνθρωπος θέλει να χαίρεται το σώμα του και την ψυχή του σχετιζόμενος με τον συνάνθρωπο και τον κόσμο του. Ο ασκητής είναι εκείνος που οδηγεί την ζωή του από «την κατά φύσιν» κατάσταση στην «υπέρ την φύσιν». Και δεν είναι μόνο το γεγονός ότι δεν επιλέγει την φυσική οδό του γάμου και της οικογενείας. Για να ανταποκριθεί στην αγάπη του Θεού, προτιμά να αφήσει κατά μέρος οποιαδήποτε άλλη αγάπη, οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα.
Για να γίνει κατορθωτό αυτό απαιτείται ανδρείο φρόνημα. Από τα χαρακτηριστικά αυτού του φρονήματος αξίζει να επισημάνουμε τρία.
Την παραίτηση από το ίδιον θέλημα δια της ασκήσεως. Αυτό σημαίνει την υπακοή, την ακτημοσύνη και την παρθενία της μοναχικής ζωής. Υπακοή συνεπάγεται την άρνηση να ζει ο ασκητής όπως θέλει ο ίδιος και την υποταγή του στην αδελφότητα και στον ηγούμενο ή στον γέροντά του. Υπακοή σημαίνει εμπιστοσύνη ότι ο καθοδηγητής του θα τον οδηγήσει στο Θεό και άρνηση να βάλει την αγάπη για τον εαυτό του πιο πάνω από την σχέση με το Θεό. Ακτημοσύνη σημαίνει παραίτηση από το «έχειν». Δεν ανήκει τίποτε στον ασκητή, ούτε υλικό ούτε πνευματικό αγαθό. Ακόμη και η αρετή είναι δωρεά και ευλογία του Θεού και όχι προσωπικό κατόρθωμα. Παρθενία σημαίνει ότι δεν ανήκει στον άνθρωπο ούτε ο λογισμός του. Ο ασκητής παλεύει να εγκατασταθεί εντός του η προσευχή προς τον Θεό και αφήνει κάθε λογισμό στην άκρη, διότι θέλει να ανήκει μόνο στο Θεό και πουθενά αλλού.
Την βία και τον κόπο. Η παραίτηση από το ίδιον θέλημα δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ο ασκητής βιάζει τον εαυτό του, δηλαδή παραμένει ανυποχώρητος στις επιθέσεις του εγωκεντρισμού, της υπερηφάνειας και της προσκόλλησης σε κάθε αγαθό, αλλά και των λογισμών κάθε είδους. Η βία έρχεται σε ρήξη με το πνεύμα της ευκολίας και της δικαιολογήσεως της ανθρώπινης πτώσης. Ο ασκητής έχει πάρει απόφαση να παλέψει και κοπιάζει δια της νηστείας, της αγρυπνίας και της προσευχής να δουλαγωγήσει το σώμα και την ψυχή του, όχι από υποχρέωση , αλλά από χαρά, γιατί κατ’ αυτόν τον τρόπο αγαπά τον Θεό και δείχνει έμπρακτα την αγάπη του. Στον τέλειο Θεό αγωνίζεται να δώσει τον καλύτερο εαυτό του.
Το εκκλησιοκεντρικό φρόνημα. Ο όλος αγώνας του ασκητή δεν είναι για τον εαυτό του μόνο, αλλά εντάσσεται στην παράδοση και το ήθος της Εκκλησίας. Ο ασκητής δεν λειτουργεί ως ένας κατά κόσμον αναχωρητής, με την έννοια ότι ξεχνά τον κόσμο και τους ανθρώπους και ασκείται, προσεύχεται, παλεύει μόνο για τον εαυτό του. Ο ασκητής απλώνει τις διαστάσεις του αγώνα του σε διαστάσεις πανανθρώπινες, λειτουργεί δηλαδή με γνώμονα την αγάπη για τον σύμπαντα κόσμο, για ζώντες, κεκοιμημένους, φίλους, εχθρούς. Ματώνει για να μην πει λόγο κακό για τον αδελφό του και το Άγιο Πνεύμα που λαμβάνει δεν τον καθιστά σωσμένο για τον εαυτό του, αλλά αγωνιστή και έμπυρο για όλους.
Αυτόν τον δρόμο του ανδρικού φρονήματος έζησε ο Άγιος Σάββας ο Ηγιασμένος. Από την παιδική του ηλικία αθλήθηκε να περιορίσει το ίδιον θέλημα. Βίασε τον εαυτό του με τον ασκητικό κόπο, αλλά και αναδείχθηκε ηγέτης πνευματικός στην Εκκλησία, ιδρύοντας την λαύρα του, αλλά και πηγαίνοντας μέχρι και την Κωνσταντινούπολη για να ενισχύσει τον αγώνα των ορθοδόξων εναντίον του αιρετικού Σεβήρου. Νικά την φύση που θέλει τον άνθρωπο να απολαμβάνει τον κόσμο και απολαμβάνει τη σχέση με το Θεό ως σχέση ζωής και αιωνιότητας.
Ο ασκητικός δρόμος φαντάζει σήμερα μία ουτοπία. Ζούμε στον πολιτισμό του ιδίου θελήματος που θεωρείται δικαίωμα. Εκζητούμε την ευκολία σε ό,τι κάνουμε και τα πάντα μετρώνται με γνώμονα τον εαυτό μας. Σ’ αυτή την πραγματικότητα ας διαλέξουμε έστω και λίγο να αθληθούμε πνευματικά και ας έχουμε κατά νουν τι σημαίνει ανδρείο φρόνημα. Έχοντας περιορίσει τον ανδρισμό στην σαρκικότητα σήμερα, ξεχνούμε ότι η ανδρεία είναι αρετή του συνόλου ανθρώπου. Και για να προχωρήσει ο κόσμος αληθινά, χρειάζεται η ανδρεία να θυσιάσεις, να παραιτηθείς, να κοπιάσεις, να μοιραστείς με αγάπη. Ο καθένας ας αρχίσει με το λίγο που μπορεί. Και η χάρις του Θεού θα αναπληρώσει τα ελλείποντα.

Κέρκυρα, 5 Δεκεμβρίου 2010