Ένα ταξίδι σέ μία μεγάλη χώρα όπως η Ρωσία, αποτελεί αφορμή γιά σκέψεις καί ποικίλους προβληματισμούς. Είναι γεγονός ότι η Κέρκυρα έχει συνδεθεί μέ την Ρωσία, όχι όμως μόνο μέσω κάποιων προσώπων πού σημάδεψαν τήν ιστορία του νησιού μας καί έζησαν στή Ρωσία, όπως ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Νικηφόρος Θεοτόκης, ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο ναύαρχος Ουσακώφ. Τό κυριότερο συνδετικό στοιχείο αποτελεί η πίστη. Η Ομοδοξία. Καί αυτή η πίστη συνέδεσε καί συνδέει ολόκληρο τόν Ελληνισμό μέ τό ξανθό γένος του Βορρά, παραβλέποντας πολιτικές καί άλλες σκοπιμότητες, οι οποίες μπορεί νά γράφουν τήν Ιστορία, δεν διαγράφουν όμως τά αισθήματα καί τίς προσδοκίες των ανθρώπων καί των λαών.
Η πρόσφατη επίσκεψή μας στή Ρωσία, εξ αφορμής της μεταφοράς της δεξιάς χειρός του αγίου καί θαυματουργού Σπυρίδωνος, μας βοήθησε νά καταγράψουμε εικόνες καί νά προβληματισθούμε γιά τήν πορεία όχι μόνο του ομόδοξου λαού, αλλά καί γιά τήν δική μας στά πλαίσια της παγκοσμιοποίησης. Διότι δέν είναι μόνο τό ότι ερχόμαστε κοντά ως άνθρωποι καί ως λαοί. Είναι καί τό ότι τά προβλήματα σέ κοινωνικό, εκκλησιαστικό καί εθνικό επίπεδο γίνονται πλέον κοινά καί έχουν νά κάνουν μέ αυτό πού ονομάζεται αναζήτηση καί νόημα ιστορικής καί εθνικής ταυτότητας, όχι μόνο ως πρός τό παρελθόν, αλλά κυρίως ως πρός τό παρόν καί τό μέλλον μας.
Καταγράφουμε λοιπόν εικόνες, πού αποτελούν καί ένα μικρό χρονικό της επίσκεψης.
Σπίτια πλουσίων ανθρώπων, επαύλεις μέ πλούτο, ονομαζόμενα «ντάτσιες». Σπίτια φτωχών ανθρώπων, μέσα στή λάσπη, χωρίς τσιμέντο κι άσφαλτο, μέ λαμαρίνες για στέγες, ώστε νά γλιστρά τό χιόνι, χωρίς αποχετευτικό δίκτυο, ονομαζόμενα κι αυτά «ντάτσιες». Τεράστιοι ναοί, μέ πλούσια αναθήματα, τρούλους από χρυσάφι, λαμπρότητα, φως. Πλήθος λειψάνων αγίων, Μαρτύρων καί ασκητών. Νοσταλγία για τό τσαρικό παρελθόν καί τήν ρωσική μεγαλοπρέπεια, πού τό κομμουνιστικό καθεστώς επιχείρησε νά διαγράψει.
Η θρησκεία, πού ήταν «τό όπιο του λαού», δέν ξεριζώνεται, όσες εξορίες κι αν επιβλήθηκαν, όσο αίμα κι αν χύθηκε, όση προπαγάνδα κι αν εξαπολύθηκε. Χιλιάδες άνθρωποι νά περιμένουν επί τέσσερις καί πέντε ώρες, όλο το εικοσιτετράωρο, μέ ήλιο, αλλά καί χιόνι, υπομονετικά, σιωπηλά, προσευχόμενοι καί ψάλλοντας, γιά τά δευτερόλεπτα ασπασμού του λειψάνου του Αγίου μας. Χιλιάδες άνθρωποι νά προσφέρουν τά δάκρυά τους, τήν σιωπή τους, τήν λύπη τους, αλλά καί τήν χαρά τους, τά αιτήματά τους, τίς εικόνες καί τά βιβλιαράκιά τους, τά . . .μπισκότα τους καί τήν ελάχιστη τροφή τους στον Άγιο. Μόνη ελπίδα τους η πίστη. Κραυγή χαράς καί ζωής τό «Χριστός Ανέστη». Όσες φορές καί νά τό έλεγαν, πάντοτε ήταν πρόθυμοι νά τό ξαναψάλουν.
Όλες οι ηλικίες μπροστά στον Άγιο. Μικροί καί μεγάλοι, ευσεβείς και μοντέρνοι, κοπέλες μέ τό σκουλαρίκι στό χείλος, γιάπηδες μέ τά laptop στάχέρια καί τίς οικονομικές εφημερίδες, μακρυγένηδες ιδιόρρυθμοι, γυναίκες μέ μακριές φούστες, αλλά καί παντελόνια, υγιείς και ασθενείς, πλούσιοι καί φτωχοί, βρέφη, νήπια καί παιδιά κάθε ηλικίας χωρίς νά μιλούν καί νά γκρινιάζουν,παππούδες καί γιαγιάδες, όλοι έτοιμοι γιά τή συνάντησή τους μέ τόν Άγιο, που υπερβαίνει τα όρια ενός τόπου και μιας Εκκλησίας καί φανερώνει τό αληθινό πρόσωπο της πίστης, τήν οικουμενικότητα. Τό αληθινό περιεχόμενο της ταυτότητάς μας: ξεκινάμε από τό «ανήκειν» μας καί ανοιγόμαστε στόν κόσμο.Χωρίς νά αρνούμαστε τό ήθος μας, διαλεγόμαστε μέ τήν εποχή μας. Χωρίς τήν φοβία του υπερσυντηρητισμού πού φωνάζει μακριά «ίνα μή μιανθώμεν», αλλά με τήν επίγνωση της αρχοντιάς του «τά πάντα δοκιμάζετε, τό καλόν κατέχετε, από παντός είδους πονηρού απέχεσθε».
Η αυστηρότητα του πρωτόκολλου καί της γραφειοκρατίας. Η αστυνόμευση στους δρόμους. Η ομοιομορφία των στολών των ιερέων. Τό μαντήλι στό κεφάλι των γυναικών κάθε φορά που μπαίνουν σ' έναν ναό. Η βιασύνη των ανθρώπων στό Μετρό της Μόσχας, πού διασώζει στους σταθμούς του τήν ομορφιά καί τήν καλαισθησία της τέχνης πού γέννησε η ρωσική ψυχή, από τούς πολυελαίους μέχρι τή διακόσμηση. Η εμφανής διαφθορά στα μεγάλα ξενοδοχεία, ακόμη καί στά τρένα. Τά τελευταίας κυκλοφορίας αυτοκίνητα στούς δρόμους της Μόσχας καί της Πετρούπολης καί τά «Λάντα» καί τά «Ζάσταβα» της δεκαετίας του ‘60 καί του ‘70 πού συνυπάρχουν. Ο αλκοολισμός πού κατατρώει όχι μόνο τη νεολαία, αλλά τους πάντες. Καί πάνω απ’ όλα, η τηλεόραση, πού από τίς διαφημίσεις καί τίς ειδήσεις, μέχρι τά reality show, τίς σαπουνόπερες καί τίς ταινίες, φέρνει τόν δυτικό τρόπο ζωής στήν ρωσική καθημερινότητα.
Λαός μελαγχολικός καί ανήσυχος ο ρωσικός. Λαός που γέννησε Αγίους και ποιητές. Λογοτέχνες πού φιλοσόφησαν για τόν άνθρωπο, τήν ύπαρξη, τήν κοινωνία, τόν κόσμο. Που έγραψαν αριστουργήματα καί έδωσαν απαντήσεις εμπνευσμένες. Ντοστογιέφσκυ, Τολστόι, Τουργκένιεφ, Πούσκιν, Γκόγκολ, Τσέχωφ, Σολτζενίτσιν, Πάστερνακ από τήν μία πλευρά. Σέργιος του Ραντονέσκ, Σεραφείμ του Σάρωφ, Παϊσιος Βελισκόφσκυ, Μάξιμος Γραικός, Στάρετς Αμβρόσιος, Δημήτριος Ροστώβ από τήν άλλη.
Καί παράλληλα μέ τήν πνευματική Ιστορία, οι μεγάλες μορφές της πολιτικής και της εξουσίας. Ιβάν ο Τρομερός, Μέγας Πέτρος, Αικατερίνη η Β' , Νικόλαος ο Α’, Λένιν καί Στάλιν, Γκορμπατσόφ, Γιέλτσιν. Όραμά τους ο «εκσυγχρονισμός» και ο κοινωνικός μετασχηματισμός. Πανίσχυροι, μά μακριά από τίς ανάγκες των ανθρώπων. Δέν νοιάστηκαν γιά τίς καρδιές, αλλά μόνο γιά τά ονόματα, τις εξωτερικές αλλαγές. Επέβαλλαν τίς ιδέες τους, θυσιάζοντας μυριάδες λαού, χωρίς νά σπουδάσουν τις ανάγκες της ανθρώπινης ύπαρξης. Οραματίστηκαν και έταξαν μεγαλεία, ισχύ, πρόοδο, κοινωνική δικαιοσύνη, ισότητα, χωρίς να υπολογίσουν τό κατεξοχήν δώρο του Θεού στον άνθρωπο, δηλαδή την ελευθερία. Και έμειναν βέβαια στην μνήμη των ανθρώπων, χωρίς κανείς νά γνωρίζει αν έμειναν στήν μνήμη του Θεού.
Η Ρωσική Εκκλησία απολαμβάνει σήμερα τόν αέρα της ελευθερίας. ¨Ερχεται όμως κι αυτή ενώπιον των προβλημάτων που απασχολούν την Ορθόδοξη Εκκλησία στον υπόλοιπο κόσμο. Πώς θα επανευαγγελιστεί ο σύγχρονος άνθρωπος; Πώς δεν θα εγκλωβιστεί η πίστη στήν κλειστή κοινωνία του φόβου καί της παραδοσιολατρίας, αλλά θά υπερβεί τήν εκκοσμίκευση μέ όπλο την πνευματικότητα καί τήν αγάπη; Πώς θά αντιπαλέψουμε τόν καταναλωτισμό αγαθών, ιδεών, αισθημάτων, σχέσεων, προβάλλοντας τήν βίωση του ασκητικού και αγαπητικού ήθους της Ορθοδοξίας, χωρίς νά απομονωθούμε καί νά φανατισθούμε ότι είμαστε οι «εκλεκτοί καί καθαροί»; Τί θά γίνει μέ τίς ιερατικές κλίσεις καί κλήσεις πού ολοένα καί φτωχαίνουν ποιοτικά καί ποσοτικά; Πώς θα αντιπαλέψουμε τή νοοτροπία των πολλών ότι η Εκκλησία υπάρχει πρωτίστως για νά είναι δεκανίκι του κράτους στήν αντιμετώπιση της φτώχειας καί της κοινωνικής ανισότητας, καί όχι γιά τήν πνευματική της αποστολή;
Οι μεγάλοι Ρώσοι θεολόγοι της διασποράς στά δύσκολα χρόνια του διωγμού της Ρωσικής Εκκλησίας μας ξαναθύμισαν το ήθος της πίστης μας. Μας ξαναέφεραν ενώπιον του πατερικού πνεύματος, λόγου καί βιώματος της Αναστάσεως. Η απάντηση στίς προκλήσεις της εποχής καί του κόσμου όταν, είναι και θα εέναι το «Χριστός Ανέστη». Από εκεί ξεκινά η μεταμόρφωση του κόσμου. Κι αν κάτι αποκομίσαμε από αυτό τό ταξίδι περισσότερο από όλα, δέν είναι η τουριστική προβολή της Κέρκυρας ή η ανάπτυξη του τόπου μας ή η θρησκευτικότητα των ανθρώπων. Είναι η υπενθύμιση του αφθάρτου Αγίου Σπυρίδωνος σέ μας, αλλά καί σέ όλο τόν κόσμο, ότι εφόσον ζούμε τήν Ανάσταση, όλα έχουν νόημα. Η Ανάσταση είναι η αληθινή μας ταυτότητα καί τό νόημα της ζωής μας. Η Ανάσταση είναι η μόνη απάντηση στήν παγκοσμιοποίηση της τσέπης καί της οικονομίας καί τό αληθινό όραμα ελπίδας, πολιτισμού καί σωτηρίας. Η Ανάσταση είναι τό ζητούμενο, όχι μόνο γιά τούς Ρώσους, τούς Έλληνες, τόν τόπο μας, αλλά για κάθε άνθρωπο. Ας τήν ζήσουμε εν τη Εκκλησία κι ας τήν κάνουμε αρχή καί τέλος της ζωής μας.
Η πρόσφατη επίσκεψή μας στή Ρωσία, εξ αφορμής της μεταφοράς της δεξιάς χειρός του αγίου καί θαυματουργού Σπυρίδωνος, μας βοήθησε νά καταγράψουμε εικόνες καί νά προβληματισθούμε γιά τήν πορεία όχι μόνο του ομόδοξου λαού, αλλά καί γιά τήν δική μας στά πλαίσια της παγκοσμιοποίησης. Διότι δέν είναι μόνο τό ότι ερχόμαστε κοντά ως άνθρωποι καί ως λαοί. Είναι καί τό ότι τά προβλήματα σέ κοινωνικό, εκκλησιαστικό καί εθνικό επίπεδο γίνονται πλέον κοινά καί έχουν νά κάνουν μέ αυτό πού ονομάζεται αναζήτηση καί νόημα ιστορικής καί εθνικής ταυτότητας, όχι μόνο ως πρός τό παρελθόν, αλλά κυρίως ως πρός τό παρόν καί τό μέλλον μας.
Καταγράφουμε λοιπόν εικόνες, πού αποτελούν καί ένα μικρό χρονικό της επίσκεψης.
Σπίτια πλουσίων ανθρώπων, επαύλεις μέ πλούτο, ονομαζόμενα «ντάτσιες». Σπίτια φτωχών ανθρώπων, μέσα στή λάσπη, χωρίς τσιμέντο κι άσφαλτο, μέ λαμαρίνες για στέγες, ώστε νά γλιστρά τό χιόνι, χωρίς αποχετευτικό δίκτυο, ονομαζόμενα κι αυτά «ντάτσιες». Τεράστιοι ναοί, μέ πλούσια αναθήματα, τρούλους από χρυσάφι, λαμπρότητα, φως. Πλήθος λειψάνων αγίων, Μαρτύρων καί ασκητών. Νοσταλγία για τό τσαρικό παρελθόν καί τήν ρωσική μεγαλοπρέπεια, πού τό κομμουνιστικό καθεστώς επιχείρησε νά διαγράψει.
Η θρησκεία, πού ήταν «τό όπιο του λαού», δέν ξεριζώνεται, όσες εξορίες κι αν επιβλήθηκαν, όσο αίμα κι αν χύθηκε, όση προπαγάνδα κι αν εξαπολύθηκε. Χιλιάδες άνθρωποι νά περιμένουν επί τέσσερις καί πέντε ώρες, όλο το εικοσιτετράωρο, μέ ήλιο, αλλά καί χιόνι, υπομονετικά, σιωπηλά, προσευχόμενοι καί ψάλλοντας, γιά τά δευτερόλεπτα ασπασμού του λειψάνου του Αγίου μας. Χιλιάδες άνθρωποι νά προσφέρουν τά δάκρυά τους, τήν σιωπή τους, τήν λύπη τους, αλλά καί τήν χαρά τους, τά αιτήματά τους, τίς εικόνες καί τά βιβλιαράκιά τους, τά . . .μπισκότα τους καί τήν ελάχιστη τροφή τους στον Άγιο. Μόνη ελπίδα τους η πίστη. Κραυγή χαράς καί ζωής τό «Χριστός Ανέστη». Όσες φορές καί νά τό έλεγαν, πάντοτε ήταν πρόθυμοι νά τό ξαναψάλουν.
Όλες οι ηλικίες μπροστά στον Άγιο. Μικροί καί μεγάλοι, ευσεβείς και μοντέρνοι, κοπέλες μέ τό σκουλαρίκι στό χείλος, γιάπηδες μέ τά laptop στάχέρια καί τίς οικονομικές εφημερίδες, μακρυγένηδες ιδιόρρυθμοι, γυναίκες μέ μακριές φούστες, αλλά καί παντελόνια, υγιείς και ασθενείς, πλούσιοι καί φτωχοί, βρέφη, νήπια καί παιδιά κάθε ηλικίας χωρίς νά μιλούν καί νά γκρινιάζουν,παππούδες καί γιαγιάδες, όλοι έτοιμοι γιά τή συνάντησή τους μέ τόν Άγιο, που υπερβαίνει τα όρια ενός τόπου και μιας Εκκλησίας καί φανερώνει τό αληθινό πρόσωπο της πίστης, τήν οικουμενικότητα. Τό αληθινό περιεχόμενο της ταυτότητάς μας: ξεκινάμε από τό «ανήκειν» μας καί ανοιγόμαστε στόν κόσμο.Χωρίς νά αρνούμαστε τό ήθος μας, διαλεγόμαστε μέ τήν εποχή μας. Χωρίς τήν φοβία του υπερσυντηρητισμού πού φωνάζει μακριά «ίνα μή μιανθώμεν», αλλά με τήν επίγνωση της αρχοντιάς του «τά πάντα δοκιμάζετε, τό καλόν κατέχετε, από παντός είδους πονηρού απέχεσθε».
Η αυστηρότητα του πρωτόκολλου καί της γραφειοκρατίας. Η αστυνόμευση στους δρόμους. Η ομοιομορφία των στολών των ιερέων. Τό μαντήλι στό κεφάλι των γυναικών κάθε φορά που μπαίνουν σ' έναν ναό. Η βιασύνη των ανθρώπων στό Μετρό της Μόσχας, πού διασώζει στους σταθμούς του τήν ομορφιά καί τήν καλαισθησία της τέχνης πού γέννησε η ρωσική ψυχή, από τούς πολυελαίους μέχρι τή διακόσμηση. Η εμφανής διαφθορά στα μεγάλα ξενοδοχεία, ακόμη καί στά τρένα. Τά τελευταίας κυκλοφορίας αυτοκίνητα στούς δρόμους της Μόσχας καί της Πετρούπολης καί τά «Λάντα» καί τά «Ζάσταβα» της δεκαετίας του ‘60 καί του ‘70 πού συνυπάρχουν. Ο αλκοολισμός πού κατατρώει όχι μόνο τη νεολαία, αλλά τους πάντες. Καί πάνω απ’ όλα, η τηλεόραση, πού από τίς διαφημίσεις καί τίς ειδήσεις, μέχρι τά reality show, τίς σαπουνόπερες καί τίς ταινίες, φέρνει τόν δυτικό τρόπο ζωής στήν ρωσική καθημερινότητα.
Λαός μελαγχολικός καί ανήσυχος ο ρωσικός. Λαός που γέννησε Αγίους και ποιητές. Λογοτέχνες πού φιλοσόφησαν για τόν άνθρωπο, τήν ύπαρξη, τήν κοινωνία, τόν κόσμο. Που έγραψαν αριστουργήματα καί έδωσαν απαντήσεις εμπνευσμένες. Ντοστογιέφσκυ, Τολστόι, Τουργκένιεφ, Πούσκιν, Γκόγκολ, Τσέχωφ, Σολτζενίτσιν, Πάστερνακ από τήν μία πλευρά. Σέργιος του Ραντονέσκ, Σεραφείμ του Σάρωφ, Παϊσιος Βελισκόφσκυ, Μάξιμος Γραικός, Στάρετς Αμβρόσιος, Δημήτριος Ροστώβ από τήν άλλη.
Καί παράλληλα μέ τήν πνευματική Ιστορία, οι μεγάλες μορφές της πολιτικής και της εξουσίας. Ιβάν ο Τρομερός, Μέγας Πέτρος, Αικατερίνη η Β' , Νικόλαος ο Α’, Λένιν καί Στάλιν, Γκορμπατσόφ, Γιέλτσιν. Όραμά τους ο «εκσυγχρονισμός» και ο κοινωνικός μετασχηματισμός. Πανίσχυροι, μά μακριά από τίς ανάγκες των ανθρώπων. Δέν νοιάστηκαν γιά τίς καρδιές, αλλά μόνο γιά τά ονόματα, τις εξωτερικές αλλαγές. Επέβαλλαν τίς ιδέες τους, θυσιάζοντας μυριάδες λαού, χωρίς νά σπουδάσουν τις ανάγκες της ανθρώπινης ύπαρξης. Οραματίστηκαν και έταξαν μεγαλεία, ισχύ, πρόοδο, κοινωνική δικαιοσύνη, ισότητα, χωρίς να υπολογίσουν τό κατεξοχήν δώρο του Θεού στον άνθρωπο, δηλαδή την ελευθερία. Και έμειναν βέβαια στην μνήμη των ανθρώπων, χωρίς κανείς νά γνωρίζει αν έμειναν στήν μνήμη του Θεού.
Η Ρωσική Εκκλησία απολαμβάνει σήμερα τόν αέρα της ελευθερίας. ¨Ερχεται όμως κι αυτή ενώπιον των προβλημάτων που απασχολούν την Ορθόδοξη Εκκλησία στον υπόλοιπο κόσμο. Πώς θα επανευαγγελιστεί ο σύγχρονος άνθρωπος; Πώς δεν θα εγκλωβιστεί η πίστη στήν κλειστή κοινωνία του φόβου καί της παραδοσιολατρίας, αλλά θά υπερβεί τήν εκκοσμίκευση μέ όπλο την πνευματικότητα καί τήν αγάπη; Πώς θά αντιπαλέψουμε τόν καταναλωτισμό αγαθών, ιδεών, αισθημάτων, σχέσεων, προβάλλοντας τήν βίωση του ασκητικού και αγαπητικού ήθους της Ορθοδοξίας, χωρίς νά απομονωθούμε καί νά φανατισθούμε ότι είμαστε οι «εκλεκτοί καί καθαροί»; Τί θά γίνει μέ τίς ιερατικές κλίσεις καί κλήσεις πού ολοένα καί φτωχαίνουν ποιοτικά καί ποσοτικά; Πώς θα αντιπαλέψουμε τή νοοτροπία των πολλών ότι η Εκκλησία υπάρχει πρωτίστως για νά είναι δεκανίκι του κράτους στήν αντιμετώπιση της φτώχειας καί της κοινωνικής ανισότητας, καί όχι γιά τήν πνευματική της αποστολή;
Οι μεγάλοι Ρώσοι θεολόγοι της διασποράς στά δύσκολα χρόνια του διωγμού της Ρωσικής Εκκλησίας μας ξαναθύμισαν το ήθος της πίστης μας. Μας ξαναέφεραν ενώπιον του πατερικού πνεύματος, λόγου καί βιώματος της Αναστάσεως. Η απάντηση στίς προκλήσεις της εποχής καί του κόσμου όταν, είναι και θα εέναι το «Χριστός Ανέστη». Από εκεί ξεκινά η μεταμόρφωση του κόσμου. Κι αν κάτι αποκομίσαμε από αυτό τό ταξίδι περισσότερο από όλα, δέν είναι η τουριστική προβολή της Κέρκυρας ή η ανάπτυξη του τόπου μας ή η θρησκευτικότητα των ανθρώπων. Είναι η υπενθύμιση του αφθάρτου Αγίου Σπυρίδωνος σέ μας, αλλά καί σέ όλο τόν κόσμο, ότι εφόσον ζούμε τήν Ανάσταση, όλα έχουν νόημα. Η Ανάσταση είναι η αληθινή μας ταυτότητα καί τό νόημα της ζωής μας. Η Ανάσταση είναι η μόνη απάντηση στήν παγκοσμιοποίηση της τσέπης καί της οικονομίας καί τό αληθινό όραμα ελπίδας, πολιτισμού καί σωτηρίας. Η Ανάσταση είναι τό ζητούμενο, όχι μόνο γιά τούς Ρώσους, τούς Έλληνες, τόν τόπο μας, αλλά για κάθε άνθρωπο. Ας τήν ζήσουμε εν τη Εκκλησία κι ας τήν κάνουμε αρχή καί τέλος της ζωής μας.
No comments:
Post a Comment