8/2/25

ΜΗ ΠΑΥΛΟΣ ΕΣΤΑΥΡΩΘΗ ΥΠΕΡ ΥΜΩΝ;

 

«Μὴ Παῦλος ἐσταυρώθη ὑπὲρ ὑμῶν; Ἢ εἰς τὸ ὄνομα Παύλου ἐβαπτίσθητε;» (Α’ Κορ. 1, 13)

«Μήπως ὁ Παῦλος ἐσταυρώθηκε γιὰ σᾶς; Ἢ μήπως ἐβαπτισθήκατε εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Παύλου;» 

Η ιστορία της Εκκλησίας είναι γεμάτη από έριδες και σχίσματα. Ο απόστολος Παύλος, απευθυνόμενος προς τους Κορινθίους, τους ζητά να λειτουργήσουν ενωμένοι και να μη χωρίζονται σε ομάδες οι οποίες αναγνωρίζουν ως αυθεντίες πρόσωπα, ακόμα και τον ίδιο τον Χριστό. Ο Χριστός υπάρχει για μας μαζί με την Εκκλησία, εντός της Εκκλησίας και όχι εκτός αυτής. Και στην Εκκλησία, χωρίς να απορρίπτονται τα πρόσωπα, δεσπόζει το σώμα, το σύνολο, η σχέση με τον Χριστό και μεταξύ των χριστιανών που καλούνται να πορεύονται ενωμένοι.

Οι έριδες, που είχαν τον κίνδυνο να οδηγήσουν σε σχίσματα, σε διαχωρισμούς σε ομάδες οι οποίες έχουν ως επικεφαλής πρόσωπα, τα οποία διεκδικούν για τους εαυτούς τους την αυθεντία στη ερμηνεία του Ευαγγελίου, του Λόγου του Θεού, του τρόπου με τον οποίο η Εκκλησία θα πορεύεται. Το πρόβλημα σ’ αυτές τις καταστάσεις είναι διπλό. Από την μία η αίσθηση κάποιων προσώπων ότι αυτοί και μόνο αυτοί δικαιούνται να εκφράζουν την αλήθεια της πίστης και όσοι δεν συμφωνούν με τον τρόπο τους αποτελούν κίνδυνο για την Εκκλησία και πρέπει να περιθωριοποιηθούν, κάποτε και με έκφραση μίσους ή με υπαινιγμούς, συκοφαντίες και αναφορές που λειτουργούν υποτιμητικά ή με τον χαρακτηρισμό του «αιρετικού», ώστε να προφυλαχθούν οι εκλεκτοί.  Από την άλλη εκείνοι που πρσκολλώνται στους γνήσιους και αυθεντικούς, είτε από φόβο ότι κινδυνεύει η σωτηρία τους, είτε από μόδα, είτε για να θεραπεύσουν τις ενοχές τους, κυρίως όμως από βαθιά άγνοια. Τότε εμπιστεύονται πρόσωπα που διεκδικούν τίτλους κύρους και αισθάνονται ότι έτσι δεν κινδυνεύουν, παρά το ότι ελάχιστες φορές η ζωή τους γίνεται αληθινά πνευματική. Αν είμαι του τάδε και του δείνα, τότε είμαι εντάξει. Δεν με απασχολεί αν μου λείπει η αγάπη. Η ρήση της σοφής αυθεντίας είναι νόμος και κανόνας. Και όποιος ή όποια αντιτίθεται ή δεν ζει σύμφωνα με αυτή τη ρήση, είναι εχθρός της Εκκλησίας ή προδότης.

Ο απόστολος Παύλος επισημαίνει στους Κορινθίους και σε μας ότι η πίστη δεν έχει να κάνει με τα πρόσωπα, αλλά με τον Χριστό και την Εκκλησία. Όσο ξεχωριστό κι αν είναι το πρόσωπο, δεν έχει σταυρωθεί για μας ούτε αναστηθεί. Ο Χριστός σταυρώθηκε, στον Χριστό επιστρέφουμε, στον Χριστό της Εκκλησίας ελπίζουμε. Και το πολίτευμα της Εκκλησίας δεν είναι ατομοκεντρικό. Είναι συνοδικό. Έχει να κάνει με τις αποφάσεις που λαμβάνονται τόσο για θέματα πίστης όσο και για θέματα διαχείρισης της ζωής εν τη πίστει με το σύνολο του σώματος του Χριστού. Οι όποιες προσωπικές απόψεις στην πραγματικότητα τίθενται στην κρίση της Εκκλησίας. Αν οι απόψεις διαμορφώνονται με βάση την παράδοση, αλλά και με βάση τον διάλογο, τον εγχρονισμό αυτής της παράδοσης στο σήμερα, όχι για να αλλοτριωθεί το ήθος του Ευαγγελίου, αλλά για να εξηγηθεί με σύγχρονα λόγια, τότε ο δρόμος είναι ορθός.

Και πάλι όμως η Εκκλησία δεν πορεύεται, πλην των ζητημάτων της πίστης, σε μία γραμμή και μόνο. Οι άνθρωποι έχουμε ανάγκες, οπτικές, παιδεία που κινείται σε διαφορετικά πλαίσια, και λόγω του χαρακτήρα μας. Η εικόνα του Θεού σε μας έχει ως χαρακτηριστικά της την αγάπη, την ελευθερία, την αλήθεια, τη λογική, τη δημιουργικότητα, το μοίρασμα με τους άλλους, δεν έχει όμως ως χαρακτηριστικό της την απολυτότητα, διότι δεν είμαστε θεοί ούτε αλάθητοι. Η αλήθεια μου πρέπει να στηρίζεται στην αλήθεια της Εκκλησίας, αλλά δεν μπορεί να την εξαντλεί. Και πάντως δεν μου επιτρέπεται να τη χαρακτηρίζω ως μία. Το ίδιο και όσοι συμφωνούν μαζί μου. Όλοι καλούμαστε να απευθυνόμαστε στον Χριστό και στην Εκκλησία και όχι να θεοποιούμε τις γνώμες μας.

Η ανεκτικότητα στη γνώμη και στη στάση ζωής του άλλου, μαζί με την άρνηση του οπαδισμού, του φανατισμού, του μίσους, της απολυτοποίησης γεννούν ειρήνη στο σώμα του Χριστού. Είναι μεγάλη η ευθύνη εκείνων που επικαλούνται τη θέση, τη γνώση, την άσκηση, τα χαρίσματά τους για να εξουθενώσουν όλους τους άλλους και να φανατίσουν ανθρώπους αδύναμους στην πίστη, φοβικούς ή και σκεπτόμενους, που δεν νιώθουν όμως ότι κόλαση τελικά είναι να καθιστάς τον εαυτό σου κριτήριο και όχι συνοδοιπόρο. Όλοι χρειαζόμαστε παιδεία Εκκλησίας. Τα πρόσωπα είναι οι σπορείς του λόγου του Θεού, όχι οι αυθεντίες. Να μας βοηθούν στον αγώνα της ελευθερίας από τα πάθη και το κακό, να μας εντάσσουν στην Εκκλησία, διότι αλλιώς μας καθιστούν δέσμιους του εαυτού τους και κανείς δεν θα ζήσει για πάντα. Το ίδιο και όποιος διαχωρίζει τον εαυτό του από την Εκκλησία. Αυτός ήδη έχει βιώσει τον πνευματικό θάνατο του εγωκεντρισμού και της αυτοθέωσης και παρασύρει κι άλλους στην οδό της απώλειας. 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

3 Αυγούστου 2025

Κυριακή Η’ Ματθαίου

7/30/25

ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΠΡΟΜΗΝΥΜΑΤΑ

 


    Ο Αύγουστος, για όσους κρατιόμαστε από τον βράχο της παράδοσής μας, είναι συνδεδεμένος με την Παναγία. Νιώθουμε την ανάγκη από την πρώτη κιόλας μέρα του, να περάσουμε από κάποιον ναό, την ώρα του δειλινού, και να ακούσουμε και να συμψάλουμε το “πολλοίς συνεχόμενος πειρασμοίς προς σε καταφεύγω, σωτηρίαν επιζητών, ω μήτερ του Λόγου και παρθένε, των δυσχερών και δεινών με διάσωσον” ή “των λυπηρών επαγωγαί χειμάζουσι την ταπεινήν μου ψυχήν και συμφορών νέφη την εμήν καλύπτουσι, καρδίαν, Θεονύμφευτε, αλλ’ η φως τετοκυία, το θείον και προαιώνιον, λάμψον μοι το φως το χαρμόσυνον”. Είναι τα δύο πανέμορφα ποιήματα των παρακλητικών κανόνων, του Μικρού και του Μεγάλου, που μας υπενθυμίζουν την πορεία της ζωής, τους πειρασμούς μας, την ανάγκη για φως, για σωτηρία, για βοήθεια, για χαρά που ξεπερνά τα μέτρα και τα όρια του παρόντος. Είναι η Παναγία η μορφή αυτή που μπορεί να μας δώσει ό,τι ζητάμε και σ’ αυτήν απευθυνόμαστε, όσοι ακόμη αντέχουμε να βλέπουμε τον Αύγουστο όχι μόνο ως μήνα διακοπών από τους ρυθμούς της καθημερινότητας, αλλά και ως καιρό, ευκαιρία για αναζήτηση της αλήθειας του μέσα κόσμου μας.
    Οι Έλληνες, στην πλειονοψηφία μας, έχουμε χάσει αυτόν τον καθημερινό αυγουστιάτικο σύνδεσμο. Ιδίως οι νεώτεροι είναι πιο μακριά, διότι δεν μπορούν να συμμεριστούν το περιεχόμενο των παρακλητικών κανόνων, όχι μόνο λόγω της γλώσσας, αλλά κυρίως διότι περιγράφουν έναν άνθρωπο που νιώθει την ήττα του από την ισχύ του κοσμικού πνεύματος, της βιοτικής παραζάλης, η οποία τον κυκλώνει όπως οι μέλισσες το κερί, της θλίψης που γίνεται βέλος που τρώει την καρδιά, και οι νεώτεροι το καλοκαίρι δεν θέλουν έγνοιες, θέλουν τη ζωή τους να χαρακτηρίζεται από τη ραστώνη της ανίας, της διασκέδασης, της θάλασσας και των διακοπών, να πηγαίνουν σε συναυλίες, σε εκδρομές, να μην αισθάνονται ότι τους κυνηγούνε βάσανα. Και μοιάζει εύλογη αυτή η προτίμηση.
    Όμως ο χρόνος δεν αφήνει τον άνθρωπο να λησμονήσει αυτό που του λείπει. Μπορεί να θέλουμε να αφήσουμε στην άκρη τις ταραχές και το κενό μας, να μπούμε στη θάλασσα για να ελευθερωθούμε από τις εντάσεις μας, να βρούμε φως, να ξεσκάσουμε, να φλερτάρουμε, να απολαύσουμε, να συναντηθούμε με τα παιδιά μας που δεν προλαβαίνουμε να τα δούμε στον ρυθμό του υπόλοιπου χρόνου, όμως το “έτι έν σοι λείπει” και η εύρεση του “ενός ού έστι χρεία” αγγίζει την ψυχή μας και τον Αύγουστο. Κι εδώ η Παναγία είναι και παραμένει η απάντηση.
    Στην εικόνα της μπροστά, την ώρα που ανάβουμε κερί και προσκυνούμε, νιώθουμε ότι εκείνη παραμένει η μάνα όλων των ανθρώπων και η δική μας. Και κάνοντας μια προσευχή σ’ αυτήν, δεν μένουμε μόνο στον δικό μας τρόπο. Αφηνόμαστε στη δική της αγκαλιά, για να μας δείξει με τη σιωπή της, το αδιόρατο χαμόγελο που απευθύνεται προς τον καθέναν μας, ότι ο Υιός που κρατά είναι ο Θεός μας. Και όπως Εκείνος μας κοιτάζει, έχοντας την αγάπη της δικής της αγκαλιάς, είναι έτοιμος να μας δώσει, στην παντοδυναμία Του, την απάντηση, που είναι ο Ίδιος. Ο Θεός που μας ενισχύει και μας σώζει. Που μας αγαπά, περιμένοντας από εμάς να μη νιώσουμε οι μεγάλοι που πρέπει να απαντήσουμε στα πάντα με τον τρόπο μας, αλλά τα παιδιά, οι φίλοι Του, που θέλουμε να κουρνιάσουμε κι εμείς στην αγκαλιά της Παναγίας, της μάνας μας που μας δείχνει το φως το χαρμόσυνο.
    Ας πάρουμε μέρος στις παρακλήσεις του Αυγούστου. Δεν είναι μόνο θέμα παράδοσης. Είναι και η ανάγκη να βρούμε την δική μας απάντηση στην αγάπη της Παναγίας.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην “Ορθόδοξη Αλήθεια”
στο φύλλο της Τετάρτης 30 Ιουλίου 2025

7/27/25

Αρχιμ. Βασιλείου Γοντικάκη, “Ηράκλειτος- κλέος αέναον θνητών”


 ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ 166- Αρχιμ. Βασιλείου Γοντικάκη, “Ηράκλειτος- κλέος αέναον θνητών”, Ιερά Μονή Ιβήρων Αγίου Όρους


    Ζούμε σε μια εποχή στην οποία πολλοί ομνύουν στο όνομα της αρχαιότητας ιδεολογικά, στην πράξη όμως αγνοούν την ιστορία και τη φιλοσοφία. Η ίδια εποχή αποθεώνει την τεχνοκρατία, τα επιτεύγματα του ανθρώπου, την επιστήμη, ζητώντας να λύσει το ερώτημα της αθανασίας, παρατείνοντας τη ζωή του σώματος. Γι’ αυτό και η αρχαία ελληνική παράδοση, ιδίως η φιλοσοφία και η ιστορία, μπορεί να μοιάζουν ελκυστικές, στην πραγματικότητα όμως θεωρούνται “νεκρά σχήματα”. Κι αυτό διότι ο άνθρωπος, όντας πλέον οριστικά (;) μία ατομοκεντρική ύπαρξη, δεν θέλει να ενδιαφερθεί για αξίες και ήθος που θα διαμορφώσουν έναν κόσμο στον οποίο το συλλογικό θα τροφοδοτείται από το προσωπικό, στην προοπτική του έρωτα για το Αγαθό που είναι ο Θεός, αλλά και για τον πλησίον, που είναι εικόνα του Αγαθού.
    Έτσι, βιβλία όπως αυτό του πολιού και σπουδαίου π. Βασιλείου Γοντικάκη “Ηράκλειτος κλέος αέναον θνητών- θεολογική προσέγγιση”, που εκδόθηκε από την Ιερά Μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους, στην οποία ο συγγραφέας διετέλεσε προηγούμενος, αποτελούν μία έκπληξη. Δεν είναι για το πρόσωπο του π. Βασιλείου,  ο οποίος πάντοτε εξέπληττε και εκπλήσσει, πάντοτε αποτελούσε και θα αποτελεί έναν σπουδαίο δάσκαλο εκ του μακρόθεν, εκ του Αγίου Όρους, που νοιάστηκε και νοιάζεται αυθεντικά για την παιδεία μας, τόσο τη συλλογική όσο και την προσωπική, διότι χωρίς παιδεία τίποτα στον κόσμο αυτό δεν μπορεί να νοηματοδοτηθεί αυθεντικά. Και το βλέπουμε ιδιαιτέρως και σε μας που θέλουμε να λεγόμαστε χριστιανοί. Διεκδικούμε άποψη και μάλιστα φανατική για όλα τα ζητήματα, οχυρωμένοι πίσω από την αυτάρκεια του πληκτρολογίου, κινδυνολογώντας, μηρυκάζοντας απόψεις που κατακρίνουν τους πάντες οι οποίοι δεν είναι όπως εμείς, κηρύσσοντας τους εαυτούς μας υπό διωγμό, ενώ εκφράζουμε ελεύθερα (!) ό,τι νομίζουμε ότι ισχύει, χωρίς να μπορούμε να έχουμε επίγνωση της συνέχειας της παράδοσής μας και ποια είναι τα κλειδιά που μας δίνει για να ερμηνεύσουμε τον κόσμο. 
    Η έκπληξη από το νέο βιβλίο του π. Βασιλείου Γοντικάκη λοιπόν επιστρέφει σε μας. Μας παρουσιάζει έναν σπουδαίο φιλόσοφο της αρχαιότητας, τον Ηράκλειτο τον Εφέσιο, ο οποίος περιφρονήθηκε από τους ανθρώπους του καιρού του, όμως “ζώντας μέσα στην ελευθερία και τη Χάρι του ορθοδόξου Πνεύματος συγκινείσαι όταν συναντάς κάποιον συγγενή στα ξένα, που είναι οικεία. Κάποιον που βλέπει και  και ζη τα πράγματα ως αφιερωμένος στη μία Αλήθεια. Ακούς τον Κύριο να λέει: ‘ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον’. Αυτό συμβαίνει στο μέγιστο βαθμό με τον Ηράκλειτο που με το πλησίασμά του σε εκπλήττει. Σε κρίνει και σε ελευθερώνει. Γιατί ενώ ζη τόσες χιλιετίες πριν, βρίσκεται αγωνιζόμενος τόσο κοντά. Σαν να τον γνώριζες πριν τον συναντήσης…Μιλάμε την ίδια γλώσσα όλοι οι άνθρωποι. Όλα είναι προλεγόμενα (προεόρτια) και επιλεγόμενα (μεθέορτα) του Ενός γεγονότος που λέγεται Ηράκλειτος. Αυτός μπαίνει στην ιστορία του πνεύματος ως ένα έκτακτο φαινόμενο απειλητικής καταιγίδα, που τρομάζει τον κόσμο. Κρίνει τις υπάρχουσες αυθεντίες της φιλοσοφίας, της ποιήσεως, του πολιτεύματος και της λατρείας. Δεν αφήνει τίποτε χωρίς να το περάση κάτω από μια αμείλικτη κριτική. Αυτό προκαλεί την αντίδρασι των συγχρόνων του που τον φορτώνουν αμυνόμενοι με τους πιο βαρείς χαρακτηρισμούς: του σκοτεινού, υπερόπτη, οχλολοίδορου, κοκκυστή…Με τη συμπεριφορά και τους λόγους των τον διώχνουν. Απομακρύνεται, φεύγει. Συνεχίζει τον αγώνα του. Διζείται εωυτόν. Ψάχνει τον εαυτόν του. Όλα τα ακούει, τα βλέπει, τα οσφραίνεται με τις αισθήσεις που διαθέτει…Τα θυσιάζει όλα και βγαίνει στην αναζήτηση του ενός. Αυτό είναι ο σκοπός της ζωής του και ο λόγος της υπάρξεώς του” (σσ. 6-7).
    Σ’ αυτό το πλαίσιο ο π. Βασίλειος ανατέμνει, μέσω του Ηράκλειτου, τους καιρούς μας. Την ανέραστη εποχή μας. Την αδιαφορία και την άγνοια για την αναζήτηση του Ενός που νοηματοδοτεί την ύπαρξή μας πέρα από την καθημερινότητα. Την αδιαφορία για τους υπόλοιπους και τον εγκλωβισμό στα δικά μας. “Εάν η γνώσι σου δεν είναι γνώσι και χαρά όλων, δεν είναι και για σένα παρά ψέμα και καταδίκη” (σ. 19). Και ζει με τη ζωή και την μοναξιά του “τη συμφιλίωσι με όλα. Το αληθές δεν λησμονείται. Το άδυτο δεν δύει. Το αείζωο, που ην έστι και έσται, δεν πεθαίνει” (σ.21). Γιατί, για τον π. Βασίλειο, ο Ηράκλειτος, στο βάθος της ύπαρξής του, βρήκε τον δρόμο για τον Χριστό και τη σχέση μαζί Του, δίνοντας και στη δική μας σχέση με την αρχαιότητα τη διάσταση που λησμονούμε: ότι οι αρχαίοι δεν είναι αποκομμένοι από την χριστιανική παράδοση, αλλά μέσα από αυτήν ο δικός τους σπερματικός λόγος θα γίνει συνάντηση με τον Υιό και Λόγου του Θεού, προσθέτοντας αγάπη και ανάσταση ως τελικό νόημα της προσωπικής και συλλογικής μας ύπαρξης. 
    Όσο βλέπουμε τα αρχαία Ελληνικά, την ιστορία και τη φιλοσοφία ως μεγαλουργήματα του χτες και όχι ως βάσεις συνάντησης με τον άνθρωπο του σήμερα, όσο η αρχαία μας παράδοση παραμένει ένα μάθημα που πολλοί μάλιστα το θεωρούν άχρηστο για την μεταμοντέρνα εποχή μας, επειδή ακριβώς θεωρούν τον άνθρωπο ως ατομικότητα που πρέπει να συμφιλιωθεί με τον μεταθανάτιο μηδενισμό της και όχι να ελπίσει και ζήσει την ανάσταση, τόσο όροι όπως “πατρίδα”, “ιστορία”, “εμείς”, “ελπίδα”, “κάτι παραπάνω από την επιβίωση και την ηδονή” θα παραμένουν ανερμήνευτοι και το μυστήριο του ανθρώπου θα υποβιβάζεται σε ένα απλό ξεπέρασμα του ζώου, με αξία για την διαφορετικότητα, αλλά όχι για την αιωνιότητα. 
    Δεν ελπίζουμε προφανώς σε συνολικές και συλλογικές μεταρρυθμίσεις. Ελπίζουμε όμως στην αναζήτηση, το σκάψιμο στον εαυτό μας και στην προσπάθεια να μοιραστούμε την όποια γνώση, την όποια εμπειρία, τη δική μας αναζήτηση και βίωση του Ενός διά του σώματος που ονομάζεται Εκκλησία. Και στον δρόμο αυτό βιβλία που καταγράφουν την εμπειρία της παράδοσής μας, μάς γεμίζουν αισιοδοξία. 
    Είμαστε ευγνώμονες στον π. Βασίλειο που εξακολουθεί να μας φωτίζει! Ας έχει υγεία και δύναμη. Και ας μελετούμε τέτοια βιβλία που κάνουν τη γνώση του ενός γνώση όλων! 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
27 Ιουλίου 2025


7/26/25

ΩΣ ΚΑΛΟΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ


 ΩΣ ΚΑΛΟΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ

Σὺ οὖν κακοπάθησον ὡς καλὸς στρατιώτης Ἰησοῦ Χριστοῦ. Οὐδεὶς στρατευόμενος ἐμπλέκεται ταῖς τοῦ βίου πραγματείαις, ἵνα τῷ στρατολογήσαντι ἀρέσῃ. Ἐάν δὲ καὶ ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται, ἐὰν μὴ νομίμως ἀθλήσῃ     (Β' Τιμ. 2, 4-5)
 
Κακοπάθησε λοιπόν σαν καλός στρατιώτης του Ιησού Χριστού. Κανείς στρατευμένος δεν μπλέκεται στις υποθέσεις της καθημερινής ζωής, αν θέλει να είναι συνεπής απέναντι σ’ εκείνον που τον στρατολόγησε. Κι όταν κάποιος μετέχει σε αθλητικούς αγώνες, δεν παίρνει το στεφάνι της νίκης, αν δεν αγωνιστεί σύμφωνα με τους κανόνες.

    Στρατιωτική είναι η ορολογία που χρησιμοποιεί η χριστιανική πίστη, αναφερόμενη σε Αγίους μάρτυρες και ομολογητές. Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας στον μαθητή του Τιμόθεο, τον προτρέπει να κακοπαθεί σαν καλός στρατιώτης Χριστού. Ο στρατιώτης βρίσκεται σε κατάσταση στρατείας, εκστρατείας. Δεν έχει μόνιμο τόπο ως κατοικία, ούτε υπάρχοντα, περιουσία, αλλά είναι έτοιμος να ακολουθήσει πορεία μάχης. Αυτό σημαίνει ότι είναι σε επιφυλακή. Σπίτι του είναι το στρατόπεδο, κυρίως όμως οι συστρατιώτες του είναι η οικογένειά του. Έχει τα όπλα του μαζί. Βρίσκεται σε νήψη, σε αγρυπνία, σε επιφυλακή. Ο φόβος για τον θάνατο δεν είναι αυτός που κυριαρχεί, αλλά η διάθεση της νίκης χάριν του σκοπού, τον οποίο υπηρετεί. Και ο ίδιος δεν είναι πλαδαρός. Ασκείται, προετοιμάζεται, αγωνίζεται, ώστε να μπορεί, όταν έρθει η ώρα, να πολεμήσει. Και ο πόλεμος είναι διττός: αμυντικός, για να μη χάσει ό,τι έχει, και επιθετικός, για να κερδίσει τη νίκη. Ο στρατιώτης όμως ζει εν υπακοή προς τους ανωτέρους του. Χωρίς υπακοή υπάρχει χάος. Διότι ο στρατός χωρίς συνολικό σχέδιο θα ηττηθεί πανηγυρικά. Το εγώ χωρίς το εμείς δεν μπορεί να προχωρήσει. 
    Ο χριστιανός είναι στρατιώτης Χριστού. Αυτό σημαίνει ότι στην ψυχή του και στην καρδιά του δεν προσκολλάται στα επίγεια πράγματα, αγαθά, κτήματα, ακόμη και τα πολύ οικεία, αλλά έχει ως στόχο του να υπηρετήσει, να διακονήσει τον Χριστό στον πρόσωπο του αδελφού του. Προετοιμάζεται, καταρτίζεται διά της Αγίας Γραφής, των μυστηρίων της Εκκλησίας, της αγάπης ως καθημερινής πράξης, ώστε να έχει την αυτογνωσία που οδηγεί στην μετάνοια. Να μπορεί να βλέπει την μεγάλη παγίδα του διαβόλου, που έχει να κάνει με την απελπισία για όσα ο άνθρωπος δεν μπορεί να καταφέρει και την υπερηφάνεια για όσα αποδίδει στον εαυτό του μη βλέποντας τη δύναμη της χάριτος του Θεού. Να είναι έτοιμος, όταν νιώθει τα πάθη του να θέλουν να επιβάλουν ένα “εγώ” επιθυμητικό και αυτοθεωτικό, να πει τα απαραίτητα ΟΧΙ. Να είναι μέλος του σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας, με υπακοή σε αυτούς που η Εκκλησία ορίζει να κρατούν το τιμόνι του πλοίου. Να πορεύεται με αγάπη προς τον πλησίον, ει δυνατόν και με αυτοθυσία, όπως κάνει ο καλός στρατιώτης που θυσιάζεται για τον συστρατιώτη του. Να είναι σε μια διαρκή νήψη, ώσττε να μπορεί να διαβλέπει τον πειρασμό που καραδοκεί να κυριαρχήσει στην καρδιά του.
    Ο σύγχρονος χριστιανός μοιάζει ολοένα και περισσότερο με άνθρωπο του σπιτιού, του εαυτού, της ατομικότητας. Παρασυρμένος από ένα πνεύμα ατομοκεντρισμού ζητά να έχει αυτός τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο, χωρίς υπακοή στην Εκκλησία, χωρίς ιδιαίτερη αγάπη για τους άλλους και με μια αίσθηση ότι η βασιλεία του Θεού θα κερδηθεί διά της ανέσεως. Χρειάζεται αφύπνιση πνευματική, να ξαναβρούμε το πνεύμα της εκστρατείας, όχι ως μιλιταριστικό εθνικισμό, αλλά ως αγωνιστικότητα που δίνει ζωή και χάρη πνευματική. Στον δρόμο αυτό άγιοι, όπως ο Άγιος Παντελεήμονας, άνθρωπος αγάπης, θυσίας, αποφασιστικότητας και αγωνιστικότητας, ας είναι βοηθοί μας.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
27 Ιουλίου 2025
Του Αγίου Παντελεήμονος

7/23/25

ΚΟΙΤΩ ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ

 


Το καλοκαίρι ιδιαιτέρως είναι η εποχή της αποκάλυψης του ανθρώπινου σώματος. Το βλέπουμε στα λιτά ρούχα, τα οποία η μόδα τα θέλει να αφήνουν να φαίνονται πλευρές του σώματος, οι οποίες λειτουργούν προκλητικά στα μάτια των άλλων, ως αφορμή επιθυμίας και λαγνείας. Το βλέπουμε στη θάλασσα, όπου οι άνθρωποι απελευθερώνονται από τα ρούχα και κολυμπούν πάλι με τα απολύτως απαραίτητα, κάποτε και χωρίς αυτά. Το βλέπουμε στην ενασχόληση με την αγορά των ρούχων, με τα καλλυντικά, με τα αρώματα, με την κόμμωση, την περιποίηση των νυχιών, τη γυμναστική και την άθληση, τις δίαιτες, την ανάγκη για τον τονισμό των χαρακτηριστικών του σώματος που κάνουν τον άνθρωπο να αισθάνεται ότι είναι αποδεκτός, του τονώνουν την αυτοπεποίθηση, συχνά και τον ναρκισσισμό.

Η Εκκλησία δεν λειτουργεί στην ασκητική της ζωή και παράδοση στην προοπτική της σωματοκτονίας, αλλά της παθοκτονίας. Ο λόγος του Αποστόλου Παύλου ότι το σώμα μας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος και ότι δεν πρέπει να το φθείρουμε με καταστάσεις όπως η πορνεία, δηλαδή η χρήση του σώματος εκτός της αγαπητικής σχέσης και η παράδοσή του στην φιληδονία της στιγμής, μας υπενθυμίζει την μεγάλη αλήθεια της θεολογίας μας: ότι τρώμε για να ζούμε, ξεκουραζόμαστε για να ζούμε, λυπόμαστε για να μετέχουμε και στον πόνο των άλλων, μοιραζόμαστε για να μπορούμε να υπάρχουμε εν σχέσει. Γι’ αυτό και δεν αρκεί να τρως απλώς ένα φαγητό. Χρειάζεται να δοξάζεις τον Θεό που επιτρέπει από το “τα σα εκ των σων” να του αντιπροσφέρουμε την ευχαριστία ως έκφραση ευγνωμοσύνης, διότι μπορούμε να συντηρούμε τον εαυτό μας και να επιβιώνουμε. Χρειάζεται ακόμη να λες ένα ευχαριστώ στον άνθρωπο που παρασκεύασε το φαγητό, διότι είτε το νιώθει είτε όχι, βάζει την τέχνη της αγάπης σ’ αυτό. Και είναι ωραίο να ευχαριστείς για την αγάπη που λαμβάνεις.

Αυτό είναι το πλαίσιο της θέασης του σώματος από την πίστη. Το σώμα και η ψυχή είναι εκφράσεις του προσώπου μας, της εικόνας του Θεού που μας δόθηκε εξ άκρας συλλήψεως, αλλά και της ευλογίας να πορευόμαστε καθ’ ομοίωσιν Θεού. Και η ομοίωση συμπεριλαμβάνει και το σώμα μας. Ό,τι γίνεται αγάπη, οδηγεί στον Θεό. Ό,τι γίνεται ελευθερία, μέσα από την υπέρβαση των παθών, οδηγεί στον Θεό. Γι’ αυτό και το σώμα μας καλούμαστε να το κοιτάμε, όχι καθιστώντας το κέντρο της ζωής μας, ώστε να απολαμβάνουμε χωρίς ευχαριστία και αγάπη, αποσκοπώντας στην δική μας ηδονή, συχνά και διά μέσου των άλλων, τους οποίους καλούμε και προκαλούμε να μας παρατηρήσουν διά της επιδείξεώς μας, αλλά να το φροντίζουμε με το μέτρο που χρειάζεται. Να μην είμαστε απωθητικοί, μίζεροι, κλεισμένοι σε ένα καταθλιπτικό εγώ, ότι κανείς δεν μας κοιτάζει, αλλά ούτε και να θεωρούμε ότι η αξία μας βρίσκεται στον υπερτονισμό των χαρακτηριστικών μας, χωρίς να νιώθουμε ότι έχουμε ψυχή και συνείδηση.

Το να φροντίζουμε το σώμα μας, το να κοιτάζουμε την υγεία του, το να θέλουμε να είμαστε καλά και να δημιουργούμε είναι ορθός δρόμος. Το να τρέφουμε και το σώμα και την ψυχή διά της πίστεως, της προσευχής, του κόπου για την αγάπη του Θεού και του πλησίον, είναι δρόμος που ομορφαίνει και σώζει. Το να έχουμε μέτρο, σεμνότητα και σωφροσύνη βάζει το σώμα μας στη θέση που του αρμόζει. Να μην είναι ο αποκλειστικός πρωταγωνιστής της ζωής μας, αλλά το συναμφότερο με την ψυχή μας, χωρίς έπαρση εξωτερικού κάλλους, αλλά και χωρίς μιζέρια. Ο όλος άνθρωπος σώζεται. Ο όλος άνθρωπος μπορεί να βοηθήσει στη σωτηρία. Η σωτηρία, έτσι κι αλλιώς, περιλαμβάνει την ανάσταση του σώματος. Ας μην το ξεχνούμε. 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην “Ορθόδοξη Αλήθεια”
στο φύλλο της Τετάρτης 23 Ιουλίου 2025

7/19/25

ΣΥΜΜΟΡΙΕΣ -ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ TOY PIER PAOLO PASOLINI, «ΑΛΑΝΙΑ», μτφρ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ, εκδόσεις Gutenberg


 ΣΥΜΜΟΡΙΕΣ -ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣAΜΕ (165) – PIER PAOLO PASOLINI, «ΑΛΑΝΙΑ», μτφρ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ, εκδόσεις Gutenberg 

                Ο φίλος και δάσκαλος Γιώργος Κεντρωτής μετέφρασε το μυθιστόρημα του σπουδαίου Ιταλού σκηνοθέτη και συγγραφέα Pier Paolo Pasolini «Αλάνια» και οι εκδόσεις Gutenberg το κυκλοφόρησαν στα πλαίσια της εξαιρετικής σειράς Aldina. Ο μεταφραστής πραγματοποίησε ένα δύσκολο έργο, καθότι εκτός από την ευρηματικότητα της μετάφρασης των παρατσουκλιών, τα οποία έπρεπε να αποδοθούν στα ελληνικά νοηματίζοντας ιταλικές λέξεις της χύδην αναστροφής και καθημερινότητας, χρειάστηκε να δώσει με επιτυχημένο γλωσσικά τρόπο και ονόματα συνοικιών και περιοχών της Ρώμης, όπου εκτυλίσσεται η δράση, ενώ, σε σημειώσεις του, εξηγεί, ερμηνεύει, σχολιάζει τη γλωσσική γραφή του Παζολίνι (όπως η «συγγνωστή πλάνη» της χρήσης της λέξης raus που ο συγγραφέας τη γράφει ως Rausch σ. 16), βρίσκει ιταλικά τραγούδια και μας τα παρουσιάζει, κάνοντας μία εργασία, η οποία δεν περιορίζεται στην τυπική μετάφραση ενός κειμένου, αλλά και στη βοήθεια προς τον αναγνώστη να κατανοήσει λεπτομέρειές του.

Το μυθιστόρημα περιγράφει τη δράση μίας ομάδας αγοριών στη Ρώμη, εξ ου και ο τίτλος του «Αλάνια», μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο. Τα παιδιά, ουσιαστικά τα περισσότερα στην εφηβεία, φτωχοί πιτσιρικάδες, τριγυρνούν σε μικρές ομάδες ή συμμορίες στα περίχωρα της Ρώμης, παίζοντας, μεταπωλώντας ευτελή αντικείμενα ή διαπράττοντας διάφορες παρανομίες, προκειμένου και να καταφέρουν να επιβιώσουν, αλλά και να ζήσουν μικροχαρές της ηλικίας και του καιρού τους, σε καταστάσεις στέρησης, απουσίας αγάπης και έγνοιας τόσο από το κράτος όσο και από τα σπίτια τους. Αξιοσημείωτη η ουσιαστική απουσία σχολικής ζωής. Τα παιδιά αυτά ήταν καταδικασμένα να ζούνε και να περιπλανιούνται σε  μια ζωή των δρόμων, όντως αλάνια. Το μυθιστόρημα εξέδωσε ο Παζολίνι το 1955 και γνώρισε μεγάλες αντιδράσεις από τον πολιτικό κόσμο της εποχής, ένεκα και της μαρξιστικής ιδεολογίας του συγγραφέα και σκηνοθέτη, όμως, παρά την αρχική κατάσχεση και απαγόρευση, αποτέλεσε την πρώτη συγγραφική επιτυχία του Παζολίνι.

Οι εικόνες είναι σκληρές. Μαρτυρούν μια κοινωνία κατεστραμμένη από τον πόλεμο και τον φασισμό, αλλά και μια κοινωνία στην οποία οι ταξικές ανισότητες δεν επιτρέπουν στα παιδιά, την θεωρητικά ελπίδα της, να ονειρευτούν έναν κόσμο στον οποίο θα συμμετέχουν όχι ως παρίες, αλλά ως συνδημιουργοί του. Η μόνη τους χαρά το μπάνιο στο ποτάμι, οι μικροκλοπές, το να πειράζουν τα κορίτσια, η πορνεία, η χαρτοπαιξία, η μετοχή τους σε έναν κόσμο διαφθοράς και ανηθικότητας. Το ίδιο και η κλοπή. Γιατί να έχουν ηθικούς φραγμούς σε έναν κόσμο ολοφάνερα άδικο; Πώς να αντέξουν μια οικογένεια στην οποία ο πατέρας- αφέντης χτυπά τη μάνα, τυραννά τα παιδιά και δεν έχει παρά ελάχιστα να προσφέρει στο «να γίνουν άνθρωποι», όπως λέγαμε παλιά; Πώς να αντέξουν έναν κόσμο σκοτεινό, όπου μόνο η φιλία και η παρέα αποτελούν διάλειμμα παρηγοριάς;   

Είναι ένα βιβλίο το οποίο αποτελεί γροθιά στο στομάχι. Στην πραγματικότητα όμως είναι ένα βιβλίο το οποίο μας δείχνει πώς λειτουργούν οι συμμορίες και στην εποχή μας. Όταν ο μόνος τρόπος να αναδειχθείς είναι η μαγκιά, όταν υπάρχει η φτώχεια, όχι γενικά, αλλά σε σύγκριση με μεγάλες ομάδες συνομηλίκων, όταν το σχολείο δεν είναι σε θέση να καλλιεργήσει ένα όραμα ήθους και δημιουργικότητας, ώστε να εμπνευστούν τα παιδιά να βγούνε από το καβούκι της ευκολίας, όταν στις μεγάλες πόλεις της Ευρώπης, ίσως και στην Ελλάδα αργά ή γρήγορα, ομάδες θα διεκδικούν ρόλο και λόγο εις βάρος των βολεμένων, οι συμμορίες που σήμερα είναι μικρές και ελεγχόμενες, δεν θα μας κάνει εντύπωση εάν αυξηθούν και δυναμώσουν. Το νιώθουμε αυτό εκεί όπου υπάρχει εκφοβισμός, εκεί όπου αγόρια και κορίτσια δεν αισθάνονται ότι η ζωή τους έχει ένα νόημα δημιουργικότητας, όταν υπάρχει θυμός για αδιάφορους ή παρτάκηδες γονείς, τότε οι συμμορίες θα αποτελούν κάλυψη της ανάγκης του «ανήκειν». Οι λέσχες οπαδών μεγάλων ομάδων , τα επεισόδια, τα ραντεβού θανάτου είναι καμπανάκια.   

Κάτι ακόμα. Δεν μεγάλωσα προσωπικά με παρέες που εκφράζονταν με τη χυδαία γλώσσα των «αλανιών». Ωστόσο, το νιώθω στο σχολείο, όταν τα αυτιά μου ακούνε χωρίς να φαίνομαι τον τρόπο που τα αγόρια, αλλά και τα κορίτσια σήμερα εκφράζονται στις καθημερινές τους σχέσεις, ότι δεν είναι κάτι το μη πραγματικό η διάλεκτος των «αλανιών». Η νεανική αργκό μπορεί να μοιάζει ενοχλητική για τους μεγάλους «καθώς πρέπει», όμως είναι και ένα σημάδι ότι πέρα από το ξύπνημα της ηλικίας, πέρα από την χαμηλού επιπέδου παιδεία, οι νέοι δεν ντρέπονται να μιλήσουν βγάζοντας προς τα έξω, συνειδητά ή ασυνείδητα, μία γλώσσα του κακού, της υποτίμησης του άλλου, ιδίως του σώματός του, της γελοιοποίησης και περιφρόνησής του. Αυτό όμως δεν τους κάνει να χωρίζουν από φίλοι και παρέες. Προφανώς και έχει ψυχολογικές ερμηνείες το φαινόμενο γλωσσικό. Στην πραγματικότητα όμως δείχνει ακατέργαστους εσωτερικά ανθρώπους που συναντούν μια κοινωνία στην οποία δεν υπάρχει η ευαισθησία της αγάπης για να ομορφύνει τον μέσα κόσμο τους και, τελικά, και τη γλωσσική τους έκφραση.

Κι ένα τελευταίο. Διαβάζοντας και προβληματιζόμενος, για μία ακόμη φορά αναρωτιέμαι πόσο ως Εκκλησία μπορούμε να προσεγγίσουμε αληθινά μια γενιά που ζει σε έναν κόσμο στον οποίο η αγάπη δεν περιλαμβάνεται στα must του. Πάντως, όχι κουνώντας το δάχτυλο και με υψηλά κηρύγματα.

Θερμές ευχαριστίες στον φίλο και δάσκαλο Γιώργο Κεντρωτή για το δώρο της μετάφρασης και του βιβλίου, όπως και στον εκδοτικό οίκο. Αν αντέχετε τη σκληρή πραγματικότητα και δεν θέλετε να μένετε κλεισμένοι στην αίσθηση ότι μόνο ο κόσμος σας αξίζει, τολμήστε να το διαβάσετε! 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

19 Ιουλίου 2025

ΗΛΙΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΗΝ ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΣ ΗΜΙΝ

 


«Ἠλίας ἄνθρωπος ἦν ὁμοιοπαθὴς ἡμῖν, καὶ προσευχῇ προσηύξατο τοῦ μὴ βρέξαι, καὶ οὐκ ἔβρεξεν ἐπὶ τῆς γῆς ἐνιαυτοὺς τρεῖς καὶ μῆνας ἕξ· καὶ πάλιν προσηύξατο, καὶ ὁ οὐρανὸς ὑετὸν ἔδωκε καὶ ἡ γῆ ἐβλάστησε τὸν καρπὸν αὐτῆς» (Ἰακ. 5, 17-18)

«Ὁ Ἠλίας ἦταν ἄνθρωπος σὰν κι ἐμᾶς καὶ προσευχήθηκε νὰ μὴ βρέξει, καὶ δὲν ἔβρεξε πάνω στὴ γῆ τρία χρόνια κι ἕξι μῆνες. Καὶ προσευχήθηκε ξανά, κι ὁ οὐρανὸς ἔδωσε βροχή, καὶ βλάστησε ἡ γῆ τὸν σπόρο ποὺ εἶχε μέσα της». 

            Η γιορτή του προφήτη Ηλία, ίσως του πιο αγαπημένου του λαού μας προφήτη της Παλαιάς Διαθήκης, μας δίνει την ευκαιρία να αναλογιστούμε πώς ένας άνθρωπος ξεχώρισε από τους πολλούς και κατεστάθη ηγέτης του λαού του, όπως και πρότυπο πίστεως για όλους μας στους αιώνες. Ο απόστολος Ιάκωβος ο αδελφόθεος τον χαρακτηρίζει «άνθρωπο ομοιοπαθή», άνθρωπο σαν κι εμάς, δείχνοντάς μας ότι ήταν όπως εμείς, εικόνα Θεού, που έκανε κάποια βήματα αλλιώτικα σε σχέση με τον κόσμο στον οποίο έζησε. Η προσευχή του ήταν τέτοια και είχε τόση δύναμη ώστε για τρία χρόνια και έξι μήνες επικράτησε ανομβρία στη γη της Παλαιστίνης και αμέσως μόλις το ζήτησε με την προσευχή του και πάλι από τον Θεό, έβρεξε και όλα ξανάγιναν όπως η τάξη της φύσεως επιβάλλει.

            Ποια ήταν όμως τα χαρακτηριστικά του προφήτη Ηλία;

            Πρώτα ήταν άνθρωπος πίστεως στον Θεό αλλά και αγάπης προς τον συνάνθρωπο. Ο προφήτης έβλεπε ποιο ήταν το αληθινό συμφέρον των συμπατριωτών του. Δεν ήταν η υποταγή σε ένα ήθος συγκρητιστικό,  δηλαδή να ανακατεύουν την πίστη τους στον αληθινό Θεό με την ειδωλολατρία, όπως ήθελε η βασίλισσα Ιεζάβελ, αλλά να ακολουθούν την παράδοση των προγόνων τους. Αυτός που πιστεύει στον Θεό δεν νοιάζεται για την ατομική του σωτηρία, αλλά ζητά την σωτηρία όλων, της κοινότητας, των συνανθρώπων του και βοηθά προς αυτή την κατεύθυνση. Συμφέρον για τους πολλούς δεν είναι η επιβίωση σε ένα κλίμα ψεύτικης γαλήνης, που κομίζει η υποταγή σε προστάγματα μιας εξουσίας που δεν έχει αλήθεια και είναι αχάριστη απέναντι στον Θεό που έχει λυτρώσει τον λαό. Συμφέρον για τους πολλούς είναι και η κακοπάθεια, αρκεί να φέρει μετάνοια. Και ο προφήτης, μέσα από την πίστη στον Θεό, έδειξε ότι η αληθινή αγάπη περνά και από τις δυσκολίες, όχι από την άνεση και την αυτάρκεια.

            Δεύτερον ήταν άνθρωπος που είχε αγωνίες, αναζητήσεις, αμφιβολίες στον κόσμο των δικών του λογισμών. Νιώθει μόνος, μονώτατος και εκφράζει την αγωνία του στον Θεό. Δεν είναι ένας υποκριτής, ο οποίος πιστεύει ότι ο Θεός του χρωστά. Έχει μια βαθιά εσωτερική αγωνία, μία αναζήτηση ψυχής για το αν ο δρόμος που ακολουθεί καθ’ υπόδειξιν του Θεού είναι αυτός ο δρόμος που σώζει και τον ίδιο και τους άλλους. Θέλει μεγάλο θάρρος, θέλει ισχυρή προσωπικότητα για να σταθεί κανείς απέναντι στον Θεό, όχι όμως για να τον γκρεμίσει και να θεοποιήσει τον εαυτό του, αλλά για να ζητήσει με αγωνία τη απάντηση, την παρηγοριά, την ενίσχυση, την εμφάνιση του ίδιου του Θεού ενώπιόν του. Οι μεγάλες προσωπικότητες δεν έχουν πίστη μαγική, αίσθηση ότι όλα είναι καλά και θα πάνε καλά. Παλεύουν και με τον εαυτό τους και με τον Θεό και γι’ αυτό παίρνουν απαντήσεις  και βγαίνουν μπροστά. Δεν είναι μοιρολάτρες τέτοιοι άγιοι, ούτε βέβαιοι για όλα, όπως πολλές φορές μοιάζουμε αρκετοί χριστιανοί. Εναποθέτουν όμως τις αγωνίες και τις αμφιβολίες και τις αναζητήσεις τους στον Θεό και περιμένουν.

            Τρίτον, ήταν άνθρωπος που δεν φοβήθηκε να πάρει δύσκολες αποφάσεις. Εμφανίστηκε μπροστά στον βασιλιά  Αχαάβ και ζήτησε να γίνει η περίφημη Θεοδικία στο όρος Κάρμηλος, με τη θυσία των δύο ζώων και την απαίτηση να κατέβει φωτιά από τον ουρανό είτε από τον Θεό της πίστης είτε από τον ψεύτικο θεό Βάαλ. Και μετά τη φανέρωση της αλήθειας δεν δίστασε να τιμωρήσει με θάνατο τους ιερείς της αισχύνης, για τη εξαπάτηση του λαού. Δεν δίστασε να κηρύξει την αλήθεια μπροστά στην ειδωλολάτρισσα βασίλισσα Ιεζάβελ. Δεν δίστασε να κρυφτεί όταν έπρεπε και να φανερωθεί όταν έπρεπε. Ο αληθινός ηγέτης δεν διστάζει να φανείς κάποτε και σκληρός, όμως αυθεντικός. Στην politically correct εποχή μας ο προφήτης Ηλίας θα είχε υποστεί απίστευτο εκφοβισμό κι απόρριψη, όμως εκείνος έζησε σε μια εποχή στην οποία η αλήθεια ήταν το μείζον και όχι οι συμβιβασμοί.

            Ας μην ξεχνάμε όμως και το πλαίσιο στο οποίο ο προφήτης έζησε. Ανήκε σε έναν λαό, ο οποίος είχε την ταυτότητα του Θεού επάνω του. Ο Θεός τον συντροφεύει από την αρχή της παρουσίας του, από τον Αβραάμ. Ο Θεός τον λυτρώνει από τη σκλαβιά της Αιγύπτου. Ο Θεός επιτρέπει να κάνει κράτος. Δεν ανήκει ο προφήτης σε μια κοινωνία στην οποία η πίστη είναι ένα από τα στοιχεία της ζωής ενός λαού, αλλά σε μια κοινωνία στην οποία η πίστη είναι το κατεξοχήν στοιχείο της ζωής και διαμορφώνει όλη την ιστορία, την παράδοση, την λογοτεχνία, τους νόμους, τον τρόπου που ο λαός αυτός υπάρχει. Σ’ αυτόν τον λαό μόνο ένας προφήτης Ηλίας μπορούσε να ηγηθεί αυθεντικά.

            Καθώς γιορτάζουμε τη μνήμη του ας κρατήσουμε την πίστη του προφήτη, ας κρατήσουμε την αναζήτησή του που ήταν διαρκής, ας κρατήσουμε την τόλμη του. Ζούμε σε μια συγκρητιστική εποχή, στην οποία το θέλημα του Θεού εξακολουθεί να παραμένει η σωτηρία μας. Ας έχουμε το θάρρος που χρειάζεται, για ό,τι χρειάζεται πραγματικά και την γενναιότητα να μιλήσουμε με γνώμονα την πίστη μας εκεί όπου απαιτείται. 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

20 Ιουλίου 2025

Του Προφήτη Ηλία