Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, στο τελευταίο του μήνυμα εν ζωή, απηύθυνε μια προτροπή: «Αντίσταση και Ανάκαμψη. Για να ξαναβρούμε ό,τι έχουμε χάσει, για να υπερασπισθούμε ό,τι κινδυνεύει». Αυτός ο λόγος παραμένει επίκαιρος, όσο ποτέ, στις ημέρες μας. Είναι ο μοναδικός οδοδείκτης που αναφέρεται στη μαρτυρία της Εκκλησίας σήμερα.
Τι κινδυνεύει αληθινά σήμερα; Η επίγνωση της
ταυτότητάς μας στο μέλλον. Από την μία αυτό το «ανήκομεν εις την Δύσιν» του Κ.
Καραμανλή, το οποίο ουδείς νουνεχής μπορεί να απορρίψει. Μόνο που το ερώτημα
έγκειται σε ποια Δύση ανήκουμε; Αυτή του δικαιωματισμού; Της κουλτούρας του
εξοστρακισμού; Του κινήματος WOKE; Ή ανήκουμε στη Δύση που
θέτει ως όραμα του ανθρώπου τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής του, την
καθολική παιδεία, την πρόσβαση στα αγαθά αυτής της ζωής, όχι όμως χωρίς όραμα
μεταφυσικό, χωρίς αλληλεγγύη, χωρίς ενότητα λαών και ανθρώπων; Και οι δύο όψεις
του δυτικού κόσμου συνυπάρχουν και συγκρούονται σήμερα μεταξύ τους.
Η απάντηση στην Ευρώπη και στην Αμερική είναι
πολιτική. Ο Τραμπ, η Λεπέν, η Μελόνι θεωρητικώς υπερασπίζονται τη Δύση της
μεταφυσικής, της χριστιανικής παράδοσης, της απόρριψης της ανεξέλεγκτης
μετανάστευσης, στην πραγματικότητα όμως είναι όψεις του συστήματος, που
εκτονώνουν τον θυμό των ανθρώπων για ό,τι κινδυνεύει να χαθεί ή ήδη χάθηκε: την
αξία του ανθρώπου ως προσώπου. Κι αυτοί στις επιθυμίες στηρίζονται. Στη
θεοποίησή τους. Μόνο που καλύπτουν με «χριστιανική» γαρνιτούρα και σε επίπεδο
συμβόλων που χρειάζονται, αλλά δεν είναι αρκετά χωρίς βίωση του νοήματός τους, την
ανημπόρια να καταθέσουν μία συνολική πρόταση πολιτισμού και ζωής που θα αγγίζει
την οικονομία, την παιδεία, την κοινωνία. Από την άλλη, η νομενκλατούρα της
Ευρωπαϊκής Ένωσης και όσοι την ακολουθούν, έχουν υποκύψει στον δικαιωματισμό,
με όριο όχι τη συνείδηση, αλλά τον νόμο που επιτρέπει την ικανοποίηση κάθε
επιθυμίας, αρκεί να μην κάνει άμεσα κακό στον άλλο. Η συζήτηση για το
νομοσχέδιο του «γάμου» των ομόφυλων ζευγαριών σε γενικές γραμμές έδειξε ποια
Δύση έχουν κατά νουν και οι δικοί μας πολιτικοί, όλων των παρατάξεων.
Κι έτσι απομένει η Εκκλησία και κάποιοι λίγοι
διανοούμενοι, που μπορούν να κρατήσουν τον λόγο του Αρχιεπισκόπου ζωντανό.
Αντίσταση δεν σημαίνει άρνηση της Δύσης. Σημαίνει αγώνας να βρεθεί ένας άλλος
τρόπος, ο τρόπος της κοινότητας, της φιλοκαλίας, της προσωπικής ευθύνης, των
ορίων. Ο τρόπος της αγάπης που θα αληθεύει όχι στην μονότονη υπεράσπιση των
δικαιωμάτων, αλλά στην καλλιέργεια προσωπικοτήτων που θα θεωρούν αυτονόητη την
συνύπαρξη που θα στηρίζεται σε αρχές. Που θα νιώθει τι σημαίνει αμαρτία, όχι
ηθικολογικά, αλλά ως αποτυχία του ανθρώπου να μοιραστεί, να δώσει και να πάρει
αγάπη όχι με κέντρο τον εαυτό του, αλλά με βάση την κοινωνία ως άθροισμα
σχέσεων και όχι ως συνεταιρισμό επιθυμιών και συμφερόντων. Και σχέση σημαίνει να λέω και «όχι» σε ό,τι
διαλύει το ιερό, το κανονικό, το αιώνιο. Είναι άλλο να δέχομαι τον αμαρτωλό και
να παλεύω μαζί του και άλλο να αμνηστεύω την αμαρτία.
Ανάκαμψη σημαίνει να υπερβώ την προπαγάνδα που
κατασκευάζει «αλήθειες» και απορρίπτει με θράσος την μεταφυσική, ενσωματώνοντας
μηδενισμό. Ανάκαμψη σημαίνει ανάληψη ευθύνης, ώστε η νέα γενιά να μάθει να
σέβεται, να πειθαρχεί, να απορρίπτει την εύκολη δικαιολογία, να συγχωρεί, να
αντέχει, να σκέπτεται, να κρίνει, να μοιράζεται, να μη μένει στην εικόνα.
Δύσκολος ο δρόμος. Φαινομενικά χωρίς ελπίδα. Τον χρωστάμε όμως στους εαυτούς μας και στον κόσμο όσοι πιστεύουμε.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
Στο φύλλο της Τετάρτης 21 Φεβρουαρίου 2024