«και ιδού γυνή ην πνεύμα έχουσα ασθενείας έτη δέκα και οκτώ, και ην συγκύπτουσα και μη δυναμένη ανακύψαι εις το παντελές. Ιδών δε αυτήν ο Ιησούς είπεν αυτή . γύναι, απολέλυσαι της ασθενείας σου» (Λουκ. 13, 11-12)
«Στην συναγωγή βρισκόταν και μία γυναίκα, δεκαοκτώ χρόνια άρρωστη από δαιμονικό πνεύμα. Ήταν κυρτωμένη και δεν μπορούσε καθόλου να ισιώσει το σώμα της. Όταν την είδε ο Ιησούς της είπε: «Γυναίκα, απαλλάσσεσαι από την αρρώστια σου»
Οι άνθρωποι στην ζωή μας φορτωνόμαστε βάσανα και δυσκολίες. Αυτά έρχονται ως αποτέλεσμα επιλογών μας, επειδή εξαιτίας τους συναντούμε ή φέρνουμε ανθρώπους στην ζωή μας και η διαφορετικότητά μας, όπως κι αν αυτή εκφράζεται, στον χαρακτήρα, στις προτεραιότητες, στον τρόπο με τον οποίο εκφραζόμαστε, εργαζόμαστε, αγαπούμε, απορρίπτουμε, γεννά κατ’ ανάγκην κόπο. Αυτός έγκειται στο να πείσουμε, να επιβάλουμε, να εμπνεύσουμε, να εργαστούμε να πετύχουμε. Παράλληλα, υπάρχουν οι κόποι και τα βάσανα από σταυρούς ζωής, τους οποίους δεν έχουμε κατ’ ανάγκην επιλέξει. Μία αρρώστια, ο θάνατος στο οικείο περιβάλλον, η αποτυχία, η αδυναμία συνεννόησης αποτελούν όψεις που μας κάνουν να αισθανόμαστε δεμένοι με τα βάσανα στην ζωή μας. Βεβαίως, στις περισσότερες δυσκολίες δεν καμπτόμαστε, διότι μέσα μας πιστεύουμε ότι οι επιλογές μας θα μας δώσουν χαρά, θα μας κάνουν να εκπληρώσουμε όνειρα ζωής, διότι αισθανόμαστε ότι δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Αλλά και στα κατ’ ανάγκην βάσανα δεν μπορούμε να κάνουμε πίσω, διότι είναι για μας ζήτημα επιβίωσης.
Η διαφορετικότητα συναντιέται στην ζωή με την προσαρμοστικότητα. Οι άνθρωποι , παρά τα βάσανά μας, προσπαθούμε να προσαρμοστούμε στις δυσκολίες μας. Προσαρμόζομαι σημαίνει αντέχω. Σημαίνει επιβιώνω. Παραθεωρώ την κριτική των άλλων. Κάποτε και τον οίκτο τους. Θέλω να ζήσω. Μέσα μου υπάρχει η ελπίδα ότι κάτι θα αλλάξει. Ότι θα απολυθώ εκ των βασάνων. Θα ξεκουραστώ. Ότι κάποιος θα με σώσει, είτε αυτός είναι εκ της πίστεως στον Θεό είτε εκ της επιστήμης, είτε κάποιος πλησίον μου θα μου δώσει συμβουλή που θα με βγάλει από τα αδιέξοδα ή θα σηκώσει τον σταυρό μου. Αλλιώς στα βάσανα μου απομένει η υπομονή. Η υπομονή είναι σημαντική μορφή προσαρμοστικότητας. Ιδίως στους αδύναμους.
Ο Χριστός, εισερχόμενος σε μία συναγωγή ημέρα Σαββάτου, συναντά μία συγκύπτουσα γυναίκα, κυρτωμένη επί δεκαοκτώ χρόνια. Είναι δεδομένο ότι για τα ιουδαϊκά μέτρα αυτή η γυναίκα ήταν αμαρτωλή. Είχε υποστεί τιμωρία από τον Θεό για κάποια αμαρτία της, την οποία πιθανότατα αυτή ήξερε. Οι άνθρωποι δεν έμπαιναν στον κόπο να συζητήσουν μαζί της. Το ότι την ανέχονταν στην συναγωγή πολύ της έπεφτε. Ένας αμαρτωλός κανονικά θα έπρεπε να μην κυκλοφορεί ανάμεσα στους ανθρώπους, για να μην μιάνει η διαφορετικότητα της κακής πνευματικής του κατάσταση τους «υγιείς». Η στάση του αρχισυνάγωγου μετά την θεραπεία της γυναίκας το μαρτυρεί. Ο Χριστός, γιατρεύοντας την γυναίκα το Σάββατο, κάνει όλο το οικοδόμημα της καθαρότητας και της υποκρισίας να καταρρέει. Γι’ αυτό και ο αρχισυνάγωγος σπεύδει να επικρίνει τον Χριστό για την ημέρα που έκανε το θαύμα, θέλοντας ουσιαστικά να Του αποδώσει δυνάμεις δαιμονικές.
Ο Χριστός όμως τονίζει ξεκάθαρα ότι η γυναίκα ήταν φυλακισμένη στην ασθένειά της. Ότι είχε ένα τέτοιο δέσιμο που δεν ήταν εξ αιτίας της δικής της κακής σχέσης με τον Θεό, της δικής της αμαρτίας, αλλά εξαιτίας της επήρειας του δαιμονικού πνεύματος, για το οποίο μόνο Εκείνος γνώριζε γιατί επί δεκαοκτώ έτη την ταλαιπωρούσε. Ο Χριστός «απολύει» την ασθένεια. Απολύει τον διάβολο, ο οποίος ταλαιπωρεί την γυναίκα. Μαζί του απολύει τις αντιλήψεις των ανθρώπων ότι κάθε αρρώστια είναι αποτέλεσμα θεοεγκατάλειψης για τις αμαρτίες μας. Μας υποδεικνύει ότι δεν πρέπει να βγάζουμε βιαστικά συμπεράσματα, ούτε να τα θεωρούμε όλα αυτονόητα. Ότι υπάρχει ένας παράγοντας ο οποίος ταλαιπωρεί τους ανθρώπους σκοτίζοντας τον νου τους, κάνοντάς τους να λυγίζουν εντός των βασάνων, ταλαιπωρώντας τους σωματικά και ψυχικά. Είναι συνδεδεμένος άμεσα με την φθορά της φύσης μας. Κάποτε και με την φθορά της προαίρεσής μας. Τι προηγείται και τι έπεται, τι έχει βαρύνουσα σημασία και τι όχι τόσο δεν μπορούμε και δεν πρέπει εύκολα να το συμπεραίνουμε. Οι ετικέτες μαρτυρούν έλλειμμα αγάπης.
Η γυναίκα επί δεκαοκτώ έτη προσαρμόστηκε στο βάσανο της κυρτώσεως, το οποίο συνοδευόταν από τον οίκτο ή και την υποτίμηση των ανθρώπων. Επέμεινε να εκκλησιάζεται στην συναγωγή, διότι δεν έχασε την πίστη της στον Θεό, ο Οποίος ήταν η ελπίδα της. Δεν γνωρίζουμε αν είχε αποκαρδιωθεί από τα βάσανά της. Γνωρίζουμε όμως ότι στην φυλακή τους δεν λύγισε. Και το πνεύμα της ασθενείας της απολύθηκε από τον Χριστό, όχι όμως και η πίστη της. Κλήθηκε να ξεκινήσει την ζωή της από την αρχή, με την χαρά ότι πλέον ήταν ελεύθερη. Αυτό μας δίνει ο Χριστός. Την νέα ταυτότητα της ελευθερίας, μέσα από την συνάντηση και την σχέση μαζί Του. Κλειδί η πίστη. Και τότε κάθε βάσανο, όσο επώδυνο κι αν είναι, διά της πίστεως γίνεται ανεκτό. Δεν προϋποθέτει τη φυσική προσαρμοστικότητα της επιβίωσης, αλλά την πνευματική καρποφορία της προσμονής του Χριστού.
Ας πάρουμε κουράγιο κι ελπίδα από το ότι ο Χριστός βλέπει. Δι’ Αυτού ας προσπαθήσουμε να αποφυλακιστούμε από τις φυλακές των επιλογών μας, όταν αυτές δεν έχουν αγάπη και είναι μόνο εγωκεντρικές. Και ας υπομείνουμε με την καρτερία της πίστης φυλακές που δεν γνωρίζουμε γιατί ο Θεός έχει επιτρέψει να εισέλθουμε σ’ αυτές. Το θέλημα του διαβόλου δεν θα επικρατήσει!
Κέρκυρα, 9 Δεκεμβρίου 2018