12/5/18

ΜΟΙΑΖΟΥΜΕ ΣΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΜΑΣ;

                Συχνά οι γονείς αναρωτιόμαστε κατά πόσον η συμπεριφορά μας απέναντι στα παιδιά μας, οι αντιδράσεις μας, οι επιλογές μας έχουν να κάνουν με την μίμηση των δικών μας γονέων. Είμαστε αντίγραφά τους ή έχουμε την δική μας ταυτότητα; Το ερώτημα απασχολεί όταν διαπιστώνουμε ότι εντός μας υπάρχουν έντονες οι μνήμες των αντιδράσεων των γονέων μας σε ανάλογες περιστάσεις. Έχουμε την αίσθηση ότι αντιγράφουμε τον θυμό, την αυστηρότητα, την επιείκεια των γονέων μας. Αισθανόμαστε, ακόμη κι αν δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε, ότι στον εσωτερικό μας κόσμο ο τρόπος μας έχει την ρίζα του στον τρόπο των γονέων μας.
       Δεν θέλουμε να θυμόμαστε τις αντιδράσεις μας έναντι των γονέων μας, ιδίως όταν ήμασταν έφηβοι. Το ότι υποσχόμασταν στον εαυτό μας πως εμείς δεν θα αντιγράψουμε την δική τους συμπεριφορά, ότι θα είμαστε διαφορετικοί. Μπορεί να τα καταφέρνουμε στην γενική προοπτική της ανατροφής, όμως όχι σε όλα τα ζητήματα. Γι’  αυτό, όσο κι αν μας θυμώνει, η φράση των γονέων μας: «δεν θα γίνεις πατέρας/ μάνα; θα με θυμηθείς», βρίσκει εφαρμογή στην ζωή μας, ιδίως όταν ήταν εμφανής η προσπάθεια των γονέων μας να μας προστατέψουν από την ταχύτητα και την επιπολαιότητα της ηλικίας που τα ήθελε όλα δικά της.
       Το πρότυπο των γονέων μας κάποτε μας δίνει ασφάλεια και σιγουριά. Καθώς περνούνε τα χρόνια και διαπιστώνουμε ότι τα προβλήματα ανατροφής είναι παρόμοια, παρά τις μεταβολές στο κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον, η ανάγκη μας να έχουμε κάπου να πατήσουμε μας κάνει να στρεφόμαστε στην μνήμη. Επιπλέον, η νεανική ορμή μας, όπως εκφράζεται με το αίσθημα της αλλαγής του κόσμου, με το ότι εμείς είμαστε κάτι άλλο, υποχωρεί, καθώς διαπιστώνουμε ότι και οι δυνάμεις μας δεν είναι ατελεύτητες και οι υποχρεώσεις μας αυξάνουν, ενώ τα παιδιά μας έχουν τα δικά τους «θέλω», παρόμοια με τα δικά μας στην αντίστοιχη ηλικία. Η αυτόματη αντίδραση είναι στηριγμένη σε ό,τι είναι εντυπωμένο μέσα μας. Το δύσκολο είναι να φιλτράρουμε, έστω και εκ των υστέρων, αυτό που έχουμε, να θυμηθούμε τι ζητούσαμε εμείς όταν ήμασταν στην θέση των παιδιών μας, να ξαναδούμε την στάση των γονέων μας, αλλά και να διαμορφώσουμε μία δική μας, η οποία θα λάβει υπόψιν τον χαρακτήρα του παιδιού μας.
     Γιατί όσο και να θέλουμε να βολευτούμε στην αντίληψη ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται, αυτό δεν είναι αλήθεια. Η μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου, πέρα από τις όποιες καταβολές, απαιτεί και μοναδική αντιμετώπιση. Η αντιγραφή της συμπεριφοράς άλλων, ακόμη και αγαπημένων προσώπων, δεν μας επιτρέπει να δούμε τις αυθεντικές ανάγκες της περίστασης και του προσώπου. Καμία στιγμή δεν είναι ίδια με την προηγούμενη και κανένα περιστατικό, καμία συμπεριφορά, όσο κι αν έχει αναλογίες, δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί ούτε με βάση την στατιστική ούτε με βάση τα πρότυπα. Η αντιγραφή το πιθανότερο είναι ότι θα οδηγήσει σε λάθη. Ο διάλογος με το παιδί, συνέχεια του διαλόγου με τον εαυτό μας, το να λάβουμε υπόψιν τις ιδιαιτερότητές του και να καταλήξουμε σε μία συμπεριφορά που θα βοηθήσει είναι η ενδεδειγμένη πορεία.
   Η Εκκλησία ονομάζει αυτήν την στάση «εξατομίκευση της ποιμαντικής». Ας μην νικηθούμε από την ευκολία της αντιγραφής, αλλά ας προσαρμοστούμε με αγάπη σ’  αυτό που είναι και χρειάζεται το παιδί μας.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην “Ορθόδοξη Αλήθεια”
Στο φύλλο της Τετάρτης 5 Δεκεμβρίου 2018