12/16/17

ΥΜΕΙΣ ΣΥΝ ΑΥΤΩ ΦΑΝΕΡΩΘΗΣΕΣΘΕ ΕΝ ΔΟΞΗ

    Όσοι είμαστε χριστιανοί αισθανόμαστε αρκετά έως πολύ περιθωριοποιημένοι από την πραγματικότητα της ζωής και του πολιτισμού, την στιγμή που θα θελήσουμε να κάνουμε πράξη τις εντολές του Ευαγγελίου, να φανερώσουμε την πίστη μας στον Χριστό και στις δυσκολίες της ζωής και στην  ηρεμία της.  Οι άνθρωποι θεωρούμε, και εύλογα, ότι καλούμαστε να ανήκουμε στο σύνολο στο οποίες οι συγκυρίες, ο χρόνος, ο οικείοι μας επέλεξαν να ανήκουμε. Ακόμη κι αν πάρουμε αποφάσεις δυναμικές, με περιεχόμενό τους την ριζική αλλαγή της πορείας της ζωής μας, ανατρέποντας την ένταξή μας, ηθελημένη και αθέλητη,  στις ομάδες που είχαμε μάθει να συμμετέχουμε, και πάλι θα αναγκαστούμε να συμβιβαστούμε στις νέες ομάδες που θα επιλέξουμε είτε να διαμορφώσουμε είτε να ενταχθούμε. Κανείς μας δεν μπορεί να ζήσει μόνος του. Όταν βάζουμε την χριστιανική μας ιδιότητα μπροστά, διαπιστώνουμε ότι είναι ακόμη πιο δύσκολη η ένταξη και όχι μόνο σε ομάδες εκτός της εκκλησιαστικής πραγματικότητας. Και εντός της Εκκλησίας ή θα αναγκαστούμε να είμαστε όπως όλοι όσοι ακολουθούν κάποιες νόρμες, κάποια πρότυπα, κάποιες ταμπέλες, ή θα υποχρεωθούμε να παραμείνουμε μοναχικοί.
     Στα λόγια όμως όσων αγάπησαν και ακολούθησαν τον Χριστό υπάρχει μία αίσθηση δόξας εάν οικειωθούμε τον δρόμο της πίστης. Η δόξα συνοδεύεται από την υπόσχεση, την πρόγευση και την προσμονή. Έχει άμεση σύνδεση με την Βασιλεία του Θεού, στην οποία όποιος ενταχθεί έχει ήδη νικήσει την μοναχικότητα, την απόρριψη των άλλων, τους φόβους του,  έχει αποφασίσει να αγαπήσει και να αγαπηθεί και, κυρίως, να αφεθεί στην αγάπη του Θεού που είναι η μεγαλύτερη δόξα. «Όταν ο Χριστός φανερωθή, η ζωή ημών, τότε και υμείς συν αυτώ φανερωθήσεσθε εν δόξη» (Κολοσ. 3, 4). «Όταν ο Χριστός, που είναι η αληθινή ζωή μας, φανερωθεί, τότε κι εσείς θα φανερωθείτε μαζί Του δοξασμένοι στην παρουσία Του».
        Ο αποστολικός λόγος έχει ακριβώς αυτά τα τρία στοιχεία που συνοδεύουν την δόξα. Η δόξα δεν είναι κάτι πρόσκαιρο, αλλά αιώνιο. Δεν είναι αυτόνομη, αλλά συνδέεται άμεσα με τον Χριστό, πηγάζει από Εκείνον. Δόξα σημαίνει φως και ελπίδα. Σημαίνει ένα βήμα πιο πάνω από την έγνοια της καθημερινότητας, της αναγνώρισης από τους ανθρώπους, της κάλυψης της φιλοδοξίας, διότι αυτές είναι δόξες εφήμερες, που μας κάνουν να διατρέχουμε τον κίνδυνο να ταυτιστούμε  με το παρόν, με τις δικές μας δυνάμεις, να ξεχάσουμε ότι μόνο ο Χριστός σώζει. Η δόξα είναι άλλωστε ένας πειρασμός που μας κάνει να μετριόμαστε με την αλήθεια. Και δεν έχει να κάνει με τους υπερβολικά χαρισματικούς μόνο. Ανάγκη για δόξα, για τον έπαινο και την αναγνώριση της αξίας μας, ιδίως και σε σχέση με τους άλλους,  έχουμε όλοι οι άνθρωποι οι οποίοι παλεύουμε να πετύχουμε στην ζωή, στην οικογένεια, στις σχέσεις μας, στις ιδέες μας, στην εργασία μας, στην πολιτική, σε όλους τους τομείς της ζωής. Όμως αυτή η δόξα δεν λυτρώνει, μόνο τονώνει τον εγωισμό μας και δεν κρατά για πάντα, γρήγορα μαραίνεται και παρέρχεται. Αντίθετα, η δόξα της παρουσίας του Θεού στην ζωή μας δίνει αγάπη, φως, ελπίδα και μας κρατά χαρούμενους αληθινά. Μας κάνει να αντέχουμε την όποια περιφρόνηση και την ίδια στιγμή εργαζόμαστε το όνομα του Θεού να δοξάζεται.
       Η δόξα συνοδεύεται από την υπόσχεση. Ότι ο Χριστός δεν θα μας εγκαταλείψει ποτέ, αλλά θα βρίσκεται μαζί μας όλες τις ημέρες της ζωής μας. Από τη υπόσχεση ότι εφόσον τιμούμε το όνομα Του, εφόσον παλεύουμε πνευματικά, πιστεύουμε, αγωνιζόμαστε Εκείνος να φαίνεται και να είναι η οδός, η αλήθεια και η ζωή των ανθρώπων, τότε Αυτός θα μας δοξάσει δίνοντάς μας την χαρά της αποδοχής από εκείνους που κατανοούν τι σημαίνει να αγαπά κάποιος τον Θεό, θα μας δώσει την δωρεά της αγιότητας.  Και αποδοχή σημαίνει εμπιστοσύνη. Σημαίνει απόφαση για συνοδοιπορία. Σημαίνει πορεία αληθινή, η οποία απαλύνει την απουσία των πολλών από την ζωή μας, την ειρωνεία και το μαρτύριο που συνοδεύει την πίστη μας. Και ενώ οι πολλοί μας περιφρονούν και μας απορρίπτουν, η χαρά υπάρχει στην καρδιά μας αναλλοίωτη, γιατί ο Χριστός είναι μαζί μας και στα ευχάριστα και στα λυπηρά.
      Η δόξα συνοδεύεται από την πρόγευση. Προγευόμαστε την δόξα του Χριστού, την δόξα της αγιότητας, στην ζωή της Εκκλησίας και ιδίως στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Την στιγμή που κοινωνούμε το Σώμα και το Αίμα του Θεανθρώπου Χριστού μετέχουμε στην θεία φύση κατά χάριν. Αγιάζεται η ύπαρξή μας. Αν έχουμε επίγνωση της κλήσης μας τότε η καρδιά μας παίρνει κουράγιο και χαρά. Συνειδητοποιούμε ότι ο Χριστός δεν έγινε απλώς άνθρωπος, αλλά μας δίνεται ως αγαπημένος και μας καλεί στην αγάπη Του. Είναι μοναδική ευλογία και τιμή να αισθανόμαστε ότι ο Θεός μας αγαπά. Η θεία κοινωνία δεν είναι επιβράβευση για τη ηθική μας καθαρότητα, ούτε την προϋποθέτει, διότι δεν υπάρχει άνθρωπος καθαρός από ρύπου. Προϋποθέτει όμως την απόφαση για μετάνοια. Τον σεβασμό στον Θεό. Την χαρά να είμαστε παιδιά Του, επειδή ο Ίδιος το θέλησε. Την χαρά να συναντούμε τον πλησίον μας, που για εκείνον  Χριστός ενανθρώπισε. Γι’  αυτό και η μετοχή στο μυστήριο της Ευχαριστίας είναι πρόγευση της δόξας του Θεού. Διότι στην αιωνιότητα θα ζούμε αυτήν την χαρά όχι ως τροφή υλική, ούτε ως ευκαιρία να αλλάξουμε εντός μας, να δούμε την ζωή με τα πνευματική μάτια, αλλά ως κοινωνία πρόσωπον προς πρόσωπον με τον Χριστό και τους αγίους, δηλαδή μέσω της μετοχής μας στην μεγάλη πνευματική οικογένεια των προσώπων της Βασιλείας του Θεού.
     Η δόξα όμως είναι και προσμονή. Δεν έρχεται αμέσως, αλλά χρειάζεται την υπομονή μας και εκείνο το αίσθημα ότι ο Θεός δεν μας ξεχνά. Ότι ακόμη κι αν φαίνεται μακριά μας είναι δίπλα μας. Ότι πλησιάζει μέσα στον χρόνο η στιγμή που θα Τον συναντήσουμε ενώπιος ενωπίω. Και όπως όταν προσμένουμε κάποιον να μας επισκεφθεί, δεν μένουμε στην παθητικότητα ότι επειδή δεν μπορούμε να εκπληρώσουμε κάθε επιθυμία του, δεν χρειάζεται να κάνουμε κάτι, αλλά βάζουμε τα δυνατά μας να είναι όλα όσο καλύτερα γίνεται, ακόμη και φτωχικά, έτσι και στην σχέση μας με τον Χριστό η προσμονή της δόξας δεν μας κάνει παθητικούς , αλλά έτοιμους να διαθέσουμε τον χρόνο μας για Εκείνον, όσο αυτό είναι εφικτό. Χρόνος προσευχής. Χρόνος αγάπης στον πλησίον. Χρόνος εκκλησιασμού. Χρόνος κάθαρσης. Χρόνος μελέτης του λόγου Του.  Θυσία, μεγάλη ή μικρή, δεν έχει σημασία, γιατί μόνο έτσι η προσμονή της δόξας δεν μας κάνει να μελαγχολούμε και να νικιόμαστε από το ότι δεν την ορίζουμε εμείς.
       Ας είμαστε ενεργά μέλη του σώματος του Χριστού. Ας μην φοβόμαστε την περιφρόνηση των πολλών, αλλά ας αντιτάσσουμε την προσευχή γι’  αυτούς, την δική μας άσκηση και την πίστη που γίνεται αγάπη και υπομονή. Δεν μας ζητά ο Χριστός να αποκοπούμε από τον κόσμο και τον πολιτισμό, αλλά να μην νικηθούμε από το πνεύμα του πονηρού, της άρνησης, της δικαιολογίας, της προσποίησης.  Δεν θα είμαστε μόνοι μας,  αλλά η δόξα Του, εντός της εκκλησιαστικής ζωής,  θα μας αγιάσει, θα μας φωτίσει, θα δώσει σκοπό στην ζωή μας!

Κέρκυρα, 17 Δεκεμβρίου 2017