Ο λαός μας αγαπά ιδιαιτέρως αγίους της απλότητας. Ένας από τους κορυφαίους υπήρξε ο Άγιος Σπυρίδων, επίσκοπος Τριμυθούντος της Κύπρου, προστάτης της Κέρκυρας, αλλά και άγιος οικουμενικός. Βοσκός στην κατά κόσμον ζωή του, δεν έπαψε να βλέπει με αγάπη τόσο τον άνθρωπο όσο και την κτίση στην επί γης πορεία του. Υπερασπίστηκε την χριστιανική πίστη στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο και το λείψανό του παρέμεινε άφθαρτο, σημείο ανάστασης και ζωής.
Δεν ήταν μορφωμένος. Δεν δογμάτισε με γνώση της φιλοσοφίας. Ήταν πρακτικός θεολόγος. Αγαπήθηκε όμως όσο κανείς από τους ανθρώπους διότι νοιάστηκε για τους φτωχούς, τους πεινασμένους, τους συκοφαντημένους. Υπερασπίστηκε κάθε αδικημένο και το ποίμνιό του ένιωσε ότι ο επίσκοπός τους ήταν αληθινός πατέρας. Το ίδιο και οι πιστοί ανά τον κόσμο και ανά τον χρόνο. Αισθάνονται αυτή την πατρική τρυφερότητα στο βλέμμα του, αλλά και στη ανταπόκριση στις προσευχές τους προς τον Θεό δι’ αυτού, ιδίως στην Κέρκυρα, όπου φυλάσσεται το ιερό του λείψανο.
Τι έχει να πει στους καιρούς μας ένας τέτοιος άγιος απλότητας;
Πρώτον, ότι η ευτυχία δεν έχει να κάνει με τα υλικά αγαθά, αλλά με το να σχετίζεται ο άνθρωπος με τον Θεό και τον πλησίον μέσα από την αγάπη. Δεν είναι μία ηθική διαπίστωση ή προτροπή το να μην αγχωνόμαστε για τα υλικά πράγματα. Είναι η εφαρμογή του ευαγγελικού λόγου του Χριστού ότι προηγείται η αναζήτηση της βασιλείας του Θεού και της δικαιοσύνης Του, δηλαδή της ζωής στην κοινότητα της Εκκλησίας που υπερβαίνει διά της πίστεως στην Ανάσταση του Χριστού και στην αγιότητα, αλλά και της αγάπης, και έπονται τα αγαθά της επιβίωσης ή της αυτάρκειας ή της τέρψης. Δεν τα αρνείται κάποιος αυτά, αλλά δεν τα θέτει ως προτεραιότητα. Και αν τα έχει, δεν λησμονεί τον πλησίον. Την ελεημοσύνη. Το μοίρασμα.
Δεύτερον, ότι η γνώση από μόνη της δεν δίνει νόημα ζωής στον άνθρωπο, ιδίως όταν αυτή μάς κάνει να πιστεύουμε ότι δεν χρειαζόμαστε τον Θεό ή ότι μπορούμε να ερμηνεύσουμε τον Θεό και το θέλημά Του, όπως επίσης και τον κόσμο μας χωρίς να αισθανόμαστε τα όριά μας, χωρίς ταπείνωση, χωρίς αναφορά στον Θεό. Ο αυτοαναφορικός άνθρωπος των καιρών μας δεν μπορεί να κατανοήσει ότι τα πάθη που τον οδηγούν στην ηδονή της φιλαυτίας, της χρήσης του άλλου, της αίσθησης ότι διά της γνώσεως μπορεί να ζήσει περισσότερο, να ταξιδέψει περισσότερο, να απολαύσει περισσότερο, δεν είναι ο τρόπος της νίκης κατά του θανάτου. Η Θεογνωσία, δηλαδή η απόφαση του ανθρώπου να παλέψει να βρει τον Θεό στη ζωή και στον τρόπο της Εκκλησίας, να Τον εμπιστευθεί, ανοίγει έναν δρόμο όχι παραίτησης από τα δικά του χαρίσματα, αλλά αξιοποίησής τους για χάρη των πολλών. Κι εδώ βρίσκεται ένα νόημα ζωής που υπερβαίνει το εγώ, το «εδώ και τώρα», το παρόν.
Τρίτον, ότι η απλότητα, η απουσία επιτήδευσης, η ειλικρίνεια, η διάθεση για κοινωνία με τον συνάνθρωπο μάς δίνουν μια αρχοντιά που δεν λησμονιέται. Κυρίως όμως, μάς κάνουν να ζούμε την υιοθεσία από τον Θεό. Η συνθετότητα της σκέψης μπορεί να ερμηνεύει, αλλά δεν λυτρώνει, διότι εύκολα κάνει τον άνθρωπο να υπερηφανεύεται και να σκοτίζεται.
Ζει ο Άγιος εις τον αιώνα. Και η Ιστορία
τον κρατά στις δέλτους της, όσο κι αν δεν έκανε πολεμικά ή πολιτικά
κατορθώματα. Και η προσευχή μας σ’ αυτόν γίνεται άνοιγμα της καρδιάς στον Θεό
και στον συνάνθρωπο. Απλά και όμορφα μηνύματα- εμπειρίες.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στη "Ορθόδοξη Αλήθεια"
στο φύλλο της Τετάρτης 11 Δεκεμβρίου 2024