« Ἀφῆκεν οὖν τὴν ὑδρίαν αὐτῆς ἡ γυνὴ καὶ ἀπῆλθεν εἰς τὴν πόλιν, καὶ λέγει τοῖς ἀνθρώποις· δεῦτε ἴδετε ἄνθρωπον ὃς εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα· μήτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός;» (Ιωάν. 4, 28-29)
«Άφησε, λοιπόν, την υδρία της η γυναίκα και πήγε στην πόλη και λέει στους ανθρώπους: ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο που μου είπε όλα όσα έκανα. Μήπως αυτός είναι ο Χριστός;»
Στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της
συνάντησης του Χριστού με την Σαμαρείτιδα γυναίκα μας κάνει ιδιαίτερη εντύπωση,
πέρα από το γεγονός ότι ο Κύριος συζητά με μία γυναίκα, γεγονός που για εκείνη την
εποχή παραήταν τολμηρή κίνηση, καθώς οι γυναίκες δεν είχαν τέτοια δικαιώματα
και οι άντρες απέφευγαν να προχωρήσουν σε τέτοιες κινήσεις δημόσια, το ότι η
Σαμαρείτιδα είχε πνευματικές ανησυχίες που ξεπερνούσαν τα μέτρα του μέσου
ανθρώπου. Είχε διαβάσει πολύ καλά την Παλαιά Διαθήκη και τον λόγο της
παράδοσης, όπως επίσης και το ότι, ανεξάρτητα από τη ζωή που έκανε, καθότι
συζούσε με άντρες για μεγάλα χρονικά διαστήματα, χωρίς όμως να είναι παντρεμένη
επίσημα, αυτό δεν την εμπόδιζε να έχει τη σχέση με τον Θεό ως προτεραιότητα
στην ψυχή της. Παράλληλα, την ένοιαζε να υπερασπιστεί τον λαό της σε σχέση με
τους Ιουδαίους, καθώς το «ανήκειν» θεωρούνταν κανόνας ζωής. Μπορεί οι
συμπατριώτες της να την ανέχονταν, ακόμη και να την ειρωνεύονταν, αλλά και
εκείνοι και αυτή αισθάνονταν ήταν και ανήκαν στους Σαμαρείτες. Μάλιστα, όριζαν την
ύπαρξή τους μέσα από την αντιπαλότητα με τους Ιουδαίους και επεσήμαναν την
πιστότητα στους προγόνους τους, ως συνεκτικό στοιχείο της ταυτότητάς τους.
Όλα αυτά τα στοιχεία τα αποδομεί ο
Χριστός, οδηγώντας τη Σαμαρείτιδα σε μία συνολική υπέρβαση, σε ό,τι αφορά στο
στοιχείο της πίστης. Ο Θεός δεν ανήκει σε έναν λαό, αλλά ο κάθε λαός και ο κάθε
άνθρωπος, αν το κατανοήσει και το αποδεχτεί, ανήκει στον Θεό. Χρέος του κάθε
ανθρώπου είναι να δει τη σχέση του με τον Θεό στην προοπτική της αποδοχής της
χάριτος του Αγίου Πνεύματος και των καρπών που Εκείνο δίνει, δηλαδή στην
προοπτική της αγάπης, της χαράς, της ειρηνικότητας, της μακροθυμίας, της
καλοσύνης, της ήρεμης καρδιάς, του μέτρου, της αναζήτησης του Θεού και του
αγαθού στη ζωή, ώστε η πίστη να έχει νόημα. Δεν μπορεί η σχέση με τον Θεό να
εξαντλείται στη συνήθεια μιας παράδοσης που δίνει την αίσθηση του «ανήκειν»,
αλλά δεν λειτουργεί μεταμορφωτικά στην πορεία της ύπαρξης, δεν γίνεται
καινούργια ζωή, δεν κάνει τον άνθρωπο να αφήνει κατά μέρος την υδρία της
αμαρτίας και της τρέχουσας ζωής, για να μοιραστεί τη χαρά της σχέσης με τον Θεό
που είναι πρόσωπο, που είναι ο Μεσσίας που ξεδιψά την καρδιά μας με το
αλλόμενον εις ζωήν αιώνιο ύδωρ. Γι’
αυτό και η Σαμαρείτιδα θα εγκαταλείψει την υδρία της και θα τρέξει στην πόλη
της να ανακοινώσει τη χαρά της που βρήκε τον Μεσσία και να προτρέψει και τους
άλλους συντοπίτες της να έρθουν και να δούνε με τα μάτια τους. Ο Χριστός την
καθιστά ισαπόστολο, διότι η χαρά υπάρχει για να μοιράζεται.
Μοιάζουμε άραγε στη Σαμαρείτιδα, πριν τη συνάντηση με τον
Χριστό; Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, ούτε και σ’ αυτό είμαστε κοντά οι πολλοί. Μπορεί να
είμαστε επαναπαυμένοι στο «ανήκειν» στη θρησκευτική μας παράδοση, την οποία τη
συνδυάζουμε με την εθνική, αλλά μας λείπουν οι πνευματικές αναζητήσεις. Μπορεί
η ζωή μας τυπικά να είναι της τήρησης των νόμων, στην πραγματικότητα όμως το
καρδιοχτύπι για τον Χριστό δεν αποτυπώνεται στην πορεία μας. Λείπει αυτή η
θέρμη της καρδιάς που θέλει την αλήθεια, που, ακόμη και μέσα στα πάθη της, διψά
για γνήσια πίστη και μεταμόρφωση, διψά για να συναντήσει τον Θεό. Πόσο έτοιμοι
είμαστε να αφήσουμε τις οικοσκευές του κόσμου τούτου, τις βεβαιότητες, τις
προτεραιότητές μας, για να αλλάξουμε ζωή, να αγαπήσουμε, να μοιραστούμε, να
ανοιχτούμε, και με τους δικούς μας και με τους ξένους, στην οδό της συνάντησης
με τον Χριστό, να αισθανθούμε και να ζήσουμε ότι ανήκουμε στον Θεό;
Η Σαμαρείτιδα μάς έδειξε τον δρόμο. Ας την ακολουθήσουμε
στην Εκκλησία!
Χριστός Ανέστη!
π.
Θεμιστοκλής Μουρτζανός
2
Ιουνίου 2024
Της
Σαμαρείτιδος