Το εγκληματικό βούλιαγμα ενός πλοίου ανοιχτά των ακτών της Πύλου, με ευθύνη των δουλεμπόρων που μεταφέρανε στην Ευρώπη έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων που επιχειρούσαν να μεταβούν χωρίς νομιμότητα στην Ιταλία, ξανάφερε στο προσκήνιο το μέγιστο ζήτημα της απαξίας της ανθρώπινης ζωής.
Τι να είχαν
άραγε στο μυαλό τους όλοι αυτοί οι άνθρωποι, κυρίως οι ενήλικες, όταν
δεχόντουσαν, μολονότι οι ίδιοι, πιθανότατα, είχαν καταβάλει και αμοιβή στους
σύγχρονους δουλέμπορους, να στοιβαχτούνε όπως οι Αφρικανοί σκλάβοι που μεταφέρονταν
από την μαύρη Ήπειρο στην Αμερική, για να πουληθούν στα σκλαβοπάζαρα, κυρίως
του Αμερικάνικου Νότου; Ήταν αρκετή η απελπισία στην οποία τους έχει οδηγήσει
ένας τρόπος ανελεύθερης ζωής; Ήταν εν γνώσει τους ότι θα χρησιμοποιηθούν ως
φτηνό εργατικό δυναμικό, ως σύγχρονοι σκλάβοι δηλαδή, στις αναπτυγμένες
ευρωπαϊκές οικονομίες, αλλά, στο όνομα
της επιβίωσης, ήταν αποφασισμένοι να το δεχτούνε; Ήταν στο πίσω μέρος
του μυαλού τους η αντίληψη ότι ο "Αλλάχ" τους και το
"κισμέτ" τους, το πεπρωμένο τους, περνούσαν από την λαθραία
μετανάστευση και δεν μπορούσαν να πούνε όχι; Ήταν διά της βίας που
επιβιβάστηκαν στο καράβι αυτό, όπως και σε όλα τα πλοία και πλοιάρια; Ήταν οι
υποσχέσεις κάποιων δικών τους, που τους έκαναν να παραθεωρήσουν την αθλιότητα
των συνθηκών; Διότι αν οι φωτογραφίες δεν είναι κατασκευασμένες, ουδείς μπορεί
να διανοηθεί ότι θα φάει και θα πάει στην τουαλέτα σε έναν χώρο στον οποίο δεν
μπορείς να στρίψεις κυριολεκτικά. Μόνο οι πρόσφυγες από τους πολέμους, που
επιβιβάζονται στα καράβια, για να γλιτώσουν τον θάνατο, ή οι Εβραίοι που οι
Ναζί τους στοιβάζανε στα τρένα της ντροπής και τους πήγαιναν στα στρατόπεδα
συγκέντρωσης, δεν είχαν άλλη επιλογή. Εδώ ούτε τα προσχήματα δεν τηρούνται.
Δεν μας παρηγορεί όμως ένα αίσθημα πιθανής ευθύνης
που οι άνθρωποι που μεταφέρονται λαθραία έχουν, αν έχουν. Μέσα στην καρδιά μας
αισθανόμαστε βαθύ πόνο, διότι η ανθρώπινη ζωή δεν μετρά καθόλου, ούτε για όσους
πλουτίζουν από το αισχρό αυτό δουλεμπόριο, ούτε από όσους μπορούν να το
αποτρέψουν, ούτε από όσους χύνουν κροκοδείλια δάκρυα και προσπαθούν να
εκμεταλλευτούν για δικούς τους σκοπούς τον πόνο και τον θάνατο. Αισθανόμαστε
την ανημπόρια διότι οι ξένοι για μας παραμένουν ξένοι, καθώς ούτε τα ονόματά
τους θα μας λένε κάτι, αν τα μάθουμε ποτέ, ούτε θα προλάβουμε να
συνειδητοποιήσουμε ότι ήταν εικόνες Θεού, όπως κι εμείς, όπως ο κάθε
άνθρωπος. Όπως και οι νεκροί σε κάθε
πόλεμο, σε κάθε δυστύχημα, σε κάθε έγκλημα, παραμένουν ξένοι. Μένει μια
προσευχή για τις ψυχές τους. Ο Θεός να τους αναπαύσει εκεί όπου δεν υπάρχει
πόνος, λύπη, στεναγμός, αλλά ζωή ατελεύτητος.
Μένει αυτός ο απάνθρωπος κόσμος. Αυτός που από την
μία, με την τεχνολογία και τις εφευρέσεις του και τα μέσα του, μάς κάνει να
ζούμε στην λάμψη της δύναμης και της απόλαυσης και από την άλλη, με την απανθρωπιά
του, με την κακία και την εκμετάλλευση που καλλιεργεί χωρίς συναίσθηση και
συνείδηση, καταμετρά νεκρούς.
Στην προσευχή, ας βάλει ο καθένας μας μια στάλα αγάπης για τον συνάνθρωπό του. Αυτόν που βλέπει κι αυτόν που δεν βλέπει. Τον δίπλα του και τον ξένο. Άλλωστε, κι εμείς ξένοι είμαστε για τους άλλους. Τουλάχιστον, ας έχουμε την καρδιά μας ανοιχτή και το δάκρυ μας ας είναι ειλικρινές. Κι ας μην φτάνει.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην
"Ορθόδοξη Αλήθεια"