Ο άνθρωπος συχνά αισθάνεται αιχμάλωτος στην καθημερινότητα της ζωής. Συμπνίγεται στις βιοτικές μέριμνες, στην πίεση των σχέσεων με τους άλλους, στην ανάγκη του να βρει αγάπη, αλλά και να πάρει. Νιώθει τις ευθύνες να τον κάνουν να μην μπορεί να χαρεί. Άλλωστε, ζούμε σε έναν πολιτισμό που μας κάνει να θέλουμε περισσότερα, να μένουμε ανικανοποίητοι με ό,τι έχουμε και, ταυτόχρονα, να αναζητούμε υποκατάστατα σε ό,τι δεν φτάνουμε. Κλεινόμαστε στην εικονική πραγματικότητα, με την ψευδαίσθηση ότι η όποια δημοσιότητα και αποδοχή που απολαμβάνουμε, έστω κι αν δεν είναι η απολύτως επιθυμητή σε αριθμούς, μας κάνει να φεύγουμε από την μοναξιά μας. Ότι υπάρχουμε.
Υπάρχει όμως συνολικά και μια άλλη αιχμαλωσία. Αυτή
των παθών μας, της ανάγκης να ικανοποιήσουμε κάθε επιθυμία μας, η οποία δείχνει
ότι ο εαυτός μας είναι εξαρτημένος. Ότι δεν είμαστε ελεύθεροι. Και μέσα από αυτό
το κυνήγι των επιθυμιών μας λείπει ο Θεός, η σχέση μαζί Του, η αγάπη που νικά
τον θάνατο. Διότι όσο κι αν ικανοποιήσουμε τις επιθυμίες μας, κατά βάθος γνωρίζουμε
ότι ο θάνατος καραδοκεί. Η μόνη βεβαιότητα αυτής της ζωής. Και μπορεί ο ρυθμός της
ζωής να μην μας επιτρέπει να σκεφτούμε το αναπόδραστο, μπορεί τα μέσα που
έχουμε να μας κάνουν να αισθανόμαστε ότι μπορεί να παρατείνουμε την ζωή, ότι
κάνουμε βήματα για να μη νικηθούμε, όμως "οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε"
(Καβάφης).
Σ' αυτό το
κλίμα η Εκκλησία μας επιμένει να μας υπενθυμίζει το πρόσωπο της Υπεραγίας
Θεοτόκου ως εκείνης που γέννησε τον Λυτρωτή για μας τους αιχμαλώτους. Διότι το
σαρκικό φρόνημα, τα πάθη μας και οι επιθυμίες μας που δεν μας αφήνουν να
αγαπούμε και να ελπίζουμε στον Θεό συμπλέκονται με την αιχμαλωσία μας στον διάβολο,
ο οποίος ζητά την παραπλάνηση, το άγχος, την απόγνωση, ώστε να ικανοποιηθεί με
την απομάκρυνσή μας από τον Θεό. Κι όμως, η Υπεραγία Θεοτόκος μάς έδειξε έναν
δρόμο ελευθερίας, που περνά από το μυστήριο της εναπόθεσης των καρδιών μας στην
αγάπη του Θεού. Η ίδια, με γαλήνη καρδιάς, Τον εμπιστεύθηκε στο αδιανόητο, στο
ακατανόητο θαύμα. Στο πρόσωπό της τα όρια της φύσης μας ξεπεράστηκαν με ένα
τάνυσμα το οποίο υπενθύμισε τον αρχικό σκοπό της δημιουργίας του ανθρώπου: να
κοινωνεί με τον Θεό όντας ένα μαζί του. Η απώλεια αυτής της κοινωνίας ως
ανέφικτης για τον άνθρωπο που ζητά την ελευθερία του από την δέσμευση της αγάπης
του Θεού, μολονότι η αγάπη ενυπάρχει στο πρόσωπό μας, στην εικόνα του Θεού
εντός μας και γι' αυτό στρεφόμαστε προς τον
συνάνθρωπο ή προς υποκατάστατα, όπως τα υλικά αγαθά, η δόξα, η εικόνα του
εαυτού μας, έγινε αιχμαλωσία στον θάνατο. Η απάντηση είναι ο τρόπος της Παναγίας.
Σε μια ζωή περιπλάνησης μακριά από την αγάπη του
Θεού, με κέντρο τον εαυτό μας και τις όποιες δυνατότητές μας, με τον θυμό για
όσα δεν μπορούμε να καταφέρουμε, με την οργή για τους άλλους που δεν μπορούν να
ανταποκριθούν στα όσα ζητάμε, με ένα παιχνίδι υποκατάστατων που μονοπωλεί την
ζωή μας, η Παναγία γέννησε και γεννά για όποιον πιστεύει τον οδηγό και τον
λυτρωτή. Η ίδια Τον ακολούθησε. Σε μας εναπόκειται, στην ζωή της Εκκλησίας, να
ακολουθήσουμε το παράδειγμά της. Ρίχνοντας τις απαιτήσεις του παρόντος, όχι για
να υποτιμήσουμε την ποιότητα των δυνάμεών μας, αλλά για να ισορροπήσουμε με την
ελευθερία της αγάπης και της ανάστασης, την παρακαλούμε να μην μας ξεχνά στις προσευχές
της προς τον Υιό και Θεό της, ώστε κι εμείς να Του δώσουμε την φύση και το
πρόσωπό μας, τον όλο άνθρωπο, να κατοικήσει εντός μας. Για να λυτρωθούμε από τα
βάρη της αιχμαλωσίας, καθώς Εκείνος μας συγχωρεί και μας παρηγορεί.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
17 Μαρτίου 2023
Γ' Χαιρετισμοί