«Εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός» (Ιωάν. 20, 27)
«Ἐπειτα λέγει στὸν Θωμᾶ, ,,Φέρε τὸ δάκτυλό σου ἐδῶ καὶ κύτταξε τὰ χέρια μου καὶ φέρε τὸ χέρι σου καὶ βάλε το στὴν πλευρά μου καὶ μὴ γίνεσαι ἄπιστος ἀλλὰ πιστός’’».
Κάθε γεγονός της πίστης μας προϋποθέτει συνέργεια
Θεού και ανθρώπου. Η πίστη δεν είναι κατ’
ανάγκην μετανεωτερικό φαινόμενο, δηλαδή η πεποίθηση πως αλήθεια υπάρχει
σε ό,τι αποδεχόμαστε εμείς ως αληθινό. Δεν είναι κριτήριο της πίστης το εγώ, ο
νους, η προσωπική μας πεποίθηση. Η πίστη υπάρχει ανεξαρτήτως από εμάς. Κι αυτό
διότι ο Θεός έγινε άνθρωπος, είτε το πιστεύουμε είτε όχι. Το μαρτυρεί η ύπαρξη
της Εκκλησίας. Το μαρτυρούν οι άγιοι και τα αναρίθμητα θαύματα στους αιώνες. Το
μαρτυρεί η αγάπη που προσφέρεται στο όνομα του Θεού. Το μαρτυρεί η απόρριψη του
κακού από όσους θέλουν να είναι συνειδητά μέλη του σώματος του Χριστού, αλλά
και η συνολική καταδίκη του από την Εκκλησία. Όμως, κι εδώ η πίστη συναντά την
μετανεωτερικότητα, υπάρχει και ένα σημείο που είναι κομβικής σημασίας: η
ανθρώπινη ελευθερία. Είναι έπαρση να πεις πως αληθινό είναι ό,τι εγώ πιστεύω ως
αληθινό. Όμως η πίστη, για να έχει νόημα για τον καθέναν μας προϋποθέτει την
αποδοχή της εμπειρίας της. Φαίνεται λεπτή η διαφορά. Είναι σημαντική όμως. Τα
γεγονότα της πίστης και η παρουσία του Χριστού στον κόσμο δεν χρειάζονται
αποδείξεις. Εμείς όμως χρειάζεται να πούμε «Ναι» στον Χριστό, να πούμε «Ναι»
στην ανάστασή Του, για να έχει νόημα η
πίστη για τον καθέναν μας.
Είναι δώρο που δεν μπορούμε εύκολα να κατανοήσουμε
την αξία του η ελευθερία μας. Ένας σύγχρονος άγιος, ο άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ
(στο βιβλίο «Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί»), λέει ότι η ελευθερία που μας έδωσε
ο Θεός φτάνει μέχρι και την τραγική πλευρά να αρνηθούμε τον Θεό, την ύπαρξη και
τις εντολές Του, να φτάνουμε στην αυτοθέωση που αποτελεί την πτώση μας.
Επισημαίνει ακόμη ότι η κατά Θεόν ελευθερία συνίσταται στο να μη θέλουμε να
εξουσιάζουμε, αλλά και να μην επιθυμούμε να εξουσιαζόμαστε. Τα πάντα να τα
εμπιστευόμαστε στον Θεό και αυτή η ελευθερία είναι η πνευματική, η βίωση του
δώρου του Θεού στον μέγιστο βαθμό. Η ελευθερία φαίνεται και από το γεγονός ότι
παύουμε να φοβόμαστε τον θάνατο. Είναι αυτό που αναφέρει ο απόστολος Παύλος, πως
είτε ζούμε είτε πεθαίνουμε «του Κυρίου εσμέν» (Ρωμ. 14,8). Η ελευθερία
προϋποθέτει την απόφαση να παραιτηθούμε από τον τρόπο του εγώ μας και να
εμπιστευθούμε την πρόνοια και τη αγάπη του Θεού για την ζωή μας, καταβάλλοντας
τον κόπο που μας αναλογεί, τόσο σωματικά, όσο και πνευματικά, οδηγώντας την
προαίρεση της καρδιάς μας στο θέλημα του Θεού.
Η ελευθερία λοιπόν οδηγεί στην συνάντηση με τον Θεό.
Επειδή ο άνθρωπος δεν λειτουργεί αυτόματα, αλλά χρειάζεται οδό και τρόπο ωρίμασης,
για να φτάσει στο μεγάλο «Ναι», υπάρχουν στιγμές και χαρακτήρες που θέλουν να
βεβαιωθούν για να δοθούν. Βλέπουμε την Κυριακή του Αντίπασχα, την Κυριακή του
Θωμά, πως ο Χριστός δεν το αρνείται. Δεν ζητά από όλους μας να λέμε «Ναι»
ανεπιφύλακτα. Δέχεται την αμφιβολία μας. Δέχεται την διάθεσή μας να ψηλαφήσουμε
την αλήθεια και μας δίνει την ευκαιρία. Κλειδί η ψηλάφηση. Ο απόστολος Θωμάς
δεν έμεινε στο ορθολογικώς αδύνατο της ανάστασης. Δεν έμεινε στην προτεραιότητα
της σκέψης. Ζήτησε να δει, να ψηλαφήσει τα τραύματα, να μοιραστεί την εμπειρία
των άλλων μαθητών με τις δικές του αισθήσεις. Δεν έγινε ένας διανοητής, αλλά
ζήτησε την εμπειρία για να δεχθεί την πίστη. Και ο Χριστός του έδωσε την
ευκαιρία αυτή.
Εμείς
έχουμε σημάδια αυτής τη εμπειρίας όταν μετέχουμε στο σώμα και το αίμα του
Χριστού, που δεν είναι απλώς ψηλάφηση, αλλά κοινωνία μαζί Του, κοινωνία με τον
Εσταυρωμένο και Αναστάντα Κύριο. Αν Τον αφήσουμε να ενεργήσει ως αγάπη και
πίστη μέσα μας, τότε θα ζήσουμε την χαρά της δικής μας ανάστασης, την είσοδό
μας στην δική Του αιωνιότητα και τότε θα γνωρίζουμε πώς καλούμαστε να
διαχειριστούμε την ελευθερία μας. Επίσης, έχουμε τις εμπειρίες των αγίων, τις
οποίας μπορούμε να πάρουμε ως βάση, από την στιγμή που εντασσόμαστε στην
Εκκλησία. Οι άλλοι μαθητές ήταν για τον Θωμά η Εκκλησία και η εμπειρία της ότι
ο Χριστός αναστήθηκε. Ο ίδιος ανήκε στην Εκκλησία, καθότι έλειπε μεν από το
σπίτι όπου ήσαν συνηγμένοι μαθητές του Χριστού, δεν το είχε όμως απορρίψει, δεν
είχε φύγει από την κοινότητα. Αυτό είναι σπουδαίο μήνυμα για όσους ζητούνε να μοιραστούν
την εμπειρία του αναστάντος Χριστού. Δεν δίνεται εκτός της Εκκλησίας, αλλά μόνο
στην συνάντηση της κοινότητας, των αποστόλων και των αγίων και του καθενός που
θέλει να είναι μέλος του σώματος του Χριστού. Βεβαίως το Άγιο Πνεύμα «όπου
θέλει πνει» (Ιωάν. 3,8). Αυτό όμως δεν μπορεί να είναι αφορμή για να
εγκλωβιστούμε σε έναν στείρο διανοητικισμό, και να προτάσσουμε την δική μας
εμμονή πως αλήθεια είναι ό,τι αποδεχόμαστε προσωπικά, χωρίς όμως κοινότητα,
χωρίς να μετέχουμε στην Εκκλησία.
Η αναστάσιμη
περίοδος είναι μια περίοδος γιορτής, χαράς, άνοιξης, ελπίδας. Είναι περίοδος
στην οποία καλούμαστε, μετέχοντας στην Εκκλησία και την ζωή της, να αφεθούμε ελεύθερα
στην αγάπη του Χριστού. Να δώσουμε την ελευθερία του εγώ στην συνάντηση με τον
Χριστό σε ένα ευλογημένοι «εμείς», σε ένα ευλογημένο «μαζί», στην χαρά της
συγχώρεσης, στην χαρά του «Χριστός ανέστη». Και τότε και οι αμφιβολίες μας θα
μπορούν να θεραπευθούν, στον χρόνο που ο Χριστός κρίνει, «μεθ’ ημέρας οκτώ», στην πορεία μιας ολόκληρης
ζωής, μέσα από τα πρόσωπα και την μαρτυρία των άλλων, μέσα από τα σημάδια της
παρουσίας του Χριστού που τετραυμάτισται, αλλά και ανέστη για τον καθέναν μας!
Χριστός ανέστη!
π.
Θεμιστοκλής Μουρτζανός
1η
Μαΐου 2022
Κυριακή
του Θωμά