ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ 92- ΑΡΧΙΜ. ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΥ ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΟΥ, “ΘΕΙΑ ΑΝΑΒΑΣΙΣ-ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΣΤΟΝ ΟΣΙΟ ΘΕΟΓΝΩΣΤΟ”, εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ
Ένα βιβλίο περί ιερωσύνης εκ των προτέρων φαίνεται εξειδικευμένο. Δεν είναι όμως έτσι. Κι αυτό διότι μέσα στην ζωή της Εκκλησίας η ιερωσύνη είναι μία γενική ευλογία, μια γενική δωρεά την οποία λαμβάνουμε όλοι οι χριστιανοί κατά την ώρα του βαπτίσματος και του χρίσματός μας. Το ιερατικό είναι ένα από τα στοιχεία του τρισσού αξιώματος του Κυρίου (βασιλικό και προφητικό τα άλλα δύο) και συνεπάγεται την αναφορά του κόσμου, την ευχαριστιακή και την δοξολογική στον Θεό, με κάθε πράξη της ζωής μας. Το ιερατικό αξίωμα είναι η απόφαση της θυσίας του εαυτού μας για τον Θεό και τον συνάνθρωπο, η οποία όμως δεν έρχεται μέσα από μία ανθρωποκεντρική προσέγγιση, αλλά είναι πορεία σταυρική, υπέρβασης των μέτρων και των ορίων μας, αναφορά του ίδιου του εαυτού μας τελικά στον Θεό.
Το βιβλίο “Θεία ανάβασις- ερμηνεία στον όσιο Θεόγνωστο” (εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ), είναι καταγραφή ερμηνειών μιας σπουδαίας θεολογικής, ασκητικής και πνευματικής μορφής του αγιορείτικου μοναχισμού, του μακαριστού προηγουμένου της Μονής Σίμωνος Πέτρας, αρχιμανδρίτου Αιμιλιανού, ο λόγος του οποίου είναι μοναδικός, τόσο για την καθαρότητα των θέσεών του, όσο και για την διεισδυτικότητά του στα μύχια της ανθρώπινης καρδιάς. Ο γέροντας το 1987 απηύθυνε στους μοναχούς της Σιμωνόπετρας, αλλά και στις μοναχές της Ορμύλιας, τα πνευματικά του τέκνα, αυτές τις διδαχές, αξιοποιώντας έναν φιλοκαλικό πατέρα και συγγραφέα του 13ου αιώνα, τον όσιο Θεόγνωστο, ηγούμενο πιθανόν σε κάποιο μοναστήρι της Νίκαιας, και καταγράφει την εμπερική τους ερμηνεία. Όπως επισημαίνει ο διάδοχός του στην ηγουμενία της Σιμωνόπετρας Αρχιμ. Ελισαίος, στον πρόλογό του, “με τον μελίρρυτο και πλήρη χάριτος λόγο του ο Γέροντας ζωντανεύει τον όσιο Θεόγνωστο, καλώντας μας στην απάθεια, στην καθαρά και αρρέμβαστο προσευχή, στον διακαή πόθο του θανάτου, αφού βεβαίως έχουμε αριστεύσει στην πρακτική οδό, διότι η πράξις είναι επίβασις θεωρίας. Για τους λειτουργούς δίδει κάποιες ιδιαίτερες νουθεσίες, εάν θέλουν να τελούν απρόσκοπτα και με αγαθή συνείδηση την ιερουργία τους…ο Γέροντας συγκινεί τους αναγνώστες στα σημεία της ερμηνείας όπου τονιζεται με έμφασι, αλλά και με διακριτική ισορροπία και με σεβασμό προς τις παραδόσεις και το ήθος της Εκκλησίας, ο δυναμικός και προσωπικός χαρακτήρας της σχέσης του κάθε προσώπου με τον Θεόν και τις ενέργειές Του” (σελ. 9). Κληθήκαμε όλοι οι πιστοί, στην λειτουργική μας ζωή, να αφήνουμε τον εαυτό μας στην προσπάθεια να απακτήσουμε συγγένεια με τον Θεό, να παρακολουθήσουμε το Πνεύμα το Άγιο, να μην είμαστε παθητικά όντα, αλλά οι ενεργούντες.
Και επειδή εύλογα κάποιος θα μπορούσε να πει ότι “η πλειονότης των ανθρώπων, λόγω της νηπιότητος και των μεριμνών, δεν μπορεί να υψωθή σε υψηλές θεωρίες, ο άγιος και ο Γέροντας συγκαταβαίνουν στην ανθρώπινη αδυναμία δίδοντάς μας ελπίδα. Δεν θα πετύχουν την μέλλουσα μακαριότητα, λέγουν, μόνον οι καθαροί και απαθείς, αλλά και οι ταπεινοί. Δεν θα κολασθούμε διότι αμαρτήσαμε, αλλά διότι δεν μετανοήσαμε. Όταν πέσωμε, ας μη φοβηθούμε, αλλά ας διορθωθούμε” (σελ. 10). Σκοπός της ζωής μας είναι ο αγιασμός μας. Γι’ αυτό και το βιβλίο απευθύνεται τελικά σε όλους, ιερείς, μοναχούς και μοναχές, στον κάθε πιστό, ανάλογα με την δυνατότητα του καθενός.
Λέει χαρακτηριστικά ο γέροντας: “Πρόσεχε οι παρηγοριές σου να είναι οι αναγκαιότατες στην ανθρώπινη φύση και μάλιστα στην κατάστασή σου. Παραδείγματος χάριν, ο έγγαμος άνθρωπος έχει τις παρηγοριές της συζύγου του ή του συζύγου της. Είναι φυσικό αυτό για τον γάμο, διότι στους εγγάμους δόθηκε από τον Θεό η εντολή να ζουν ο καθένας κατά τον τρόπο που αρέσει στον άλλον…όπως οι γονείς χαίρονται με τα παιδιά τους και τα παιδιά με τους γονείς και τα αδέλφια τους, έτσι ακριβώς είναι και το μοναστήρι. Χαιρόμαστε την λατρεία μας, την κοινωνία μας, τις συνάξεις μας και όλες τις ευκαιρίες που μας δίδονται στο μοναστήρι, όχι όμως έξω από το μοναστήρι. Έξω από το μοναστήρι ο μοναχός χάνεται. Και αν φαίνεται ότι γίνεται μεγιστάνας, είναι ένας απωλωλώς, διότι το ψάρι δεν μπορεί να ζήσει έξω από την θάλασσα” (σσ. 22-23)
Παραθέτουμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα: “Όταν χάσωμε ένα αγαπητό μας ζώο τον χειμώνα, ψάχνομε τα ιχνη του στο χιόνι, τα ακολουθούμε και το βρίσκομε. Τον δεσπότη μας Χριστόν τον ανιχνεύουμε διά της των όντων θεωρίας, διά της αισθήσεως και της γνώσεως του τι είναι το κάθε τι από τα πνευματικά που λέμε, και από τα πρακτικά που κάνομε. Η θεωρία των δημιουργημάτων και των πνευματικών μας σχέσεων με τον Θεόν, όλη μας η φιλοσοφία και η πράξις, είναι μία ανίχνευσις του Θεού” (σελ. 35)
“Ο Χριστός είναι σε κάποιον συγκεκριμένο τόπο. Εκεί πρέπει να τον αισθανώμαστε, να τον ζούμε, να τον αναζητάμε, να τον βρίσκωμε. Ποιος είναι αυτός ο τόπος; Είναι το σώμα του, είναι η ανθρωπίνη φύσις που προσέλαβε, είναι ο ίδιος ο Χριστός εν εαυτώ, η θεότης εν εαυτώ. Είναι η Εκκλησία του Χριστού, είναι η καρδιά μου, είναι η βασιλεία των ουρανών. Είναι εκεί όπου υπάρχει η χάρις. Αυτόν λοιπόν που είναι πανταχού παρών, εσύ να τον υπονοής εν τόπω, λέγει ο όσιος Θεόγνωστος” (σελ. 61)
“Η άσκησις είναι άρνησις όχι αμαρτωλών πραγμάτων, αλλά επιτρεπτών. Επιτρέπεται να τρώω, αλλά εγώ νηστεύω. Δεν μου επιβάλλει κανείς να δίνω από την ξεκούρασί μου, από το υστέρημά μου, να σφαγιάζωμαι κάθε ημέρα, να διακονώ αυτούς οι οποίοι δεν έχουν καμία επίγνωσι ότι τους διακονώ, αλλά με τον τρόπο αυτό αρνούμαι τον εαυτό μου, αρνούμαι ό,τι είναι δικαίωμά μου ή αρεστό σε μένα. Εντεύθεν η άσκησις είναι η αναπνοή του Αγίου Πνεύματος, αλλά και το αναπνευστικό όργανο του πνευματικού ανθρώπου” (σελ. 77)
“Εάν ο πνευματικός άνθρωπος δεν έχη μέσα του δύναμι, αλλά είναι κακομοίρης, στενόχωρος, αδύνατος, κλαψιάρης, συνεχώς λέγει ,,δεν μπορώ, κουράζομαι, είμαι άρρωστος, είμαι αδύνατος,,, είναι να τον βλέπης και να του λες, ,,βγες έξω, μη μολύνης και το υπόλοιπο εκκλησίασμα,,. Απρίξ σημαίνει λοιπόν όλες οι δυνάμεις μας να είναι ενωμένες αδιασπάστως, όλη η ζωή μας να κατευθύνεται σαν ένα βέλος προς τον Χριστόν. Με τέτοια δύναμη να πηγαίνωμε να θυσιάζωμε” (σελ. 87
“Να φυλάττωμε την αξιοπρέπειά μας, αλλά να είμαστε άνθρωποι ταπεινοί. Όταν ο άλλος δεν σε υπολογίζη, εσύ να τον υπολογίζης, να τον προσκυνάς, αλλά δεν θα τον εμπιστεύεσαι. Δεν θα συνεργάζεσαι, παρά μόνον στο διατεταγμένον” (σελ. 158)
“Ο απαθής άνθρωπος έχει μαζέψει έναν θησαυρό, και ο θησαυρός του αποτελείται από όλες τις αρετές. Εσύ δεν τον έχεις τον θησαυρό αυτό, έχεις όμως τον τίμιο λίθο της ταπεινώσεως. Αυτός ο τίμιος λίθος είναι υπεράξιος πασών” (σελ. 241)
"Το αναστόχητον είναι αυτό που δεν πέτυχες, το ότι ακόμη δεν σε πήρε ο Θεός μαζί του, δεν σε απάλλαξε από την σκλαβιά αυτής της ζωής. Ο στόχος των ανθρώπων είναι να ζήσουν πολλά χρόνια. Η δική μας αστοχία (των μοναχών και των χριστιανών εν γένει) είναι να παραμένωμε στην ζωή αυτή. Τα λόγια του αποστόλου Παύλου, που αναφέρονται στο ότι θέλει ,,αναλύσαι,, δεν είναι λογοτεχνία. Είναι βίωμα της Εκκλησίας, των ανθρώπων που ζούν πραγματικά το φρόνημα του Χριστού. Δεν μπορώ να δοξάζω τον Θεό, όταν ακόμη φοβάμαι το πώς θα παρουσιασθώ ενώπιόν του εκεί επάνω” (σελ. 245)
“Είναι αυτός ο σκοπός της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ή δεν είναι; Μπορούμε να έχωμε, εάν θέλωμε, μια τέτοια συμμετοχή στην ανάσταση του Χριστού. Αλλά πρέπει να το καταλάβωμε ότι δεν ανήκομε στον κόσμον αυτό, δεν ανήκομε στους ανθρώπους, δεν ανήκομε στον εαυτό μας, αλλά στον ουρανό. Αυτό να είναι η εντρύφησις του νοός μας και της καρδιάς μας” (σελ. 276)
Λόγος που μας υπενθυμίζει τον προορισμό μας στην μετοχή της ανάστασης του Χριστού, στην ζωή της άσκησης, της ταπείνωσης, της θυσίας, της αγάπης. Ας έχουμε την ευχή αυτής της μεγάλης προσωπικότητας που πέρασε από το Άγιον Όρος και την ζωή της Εκκλησίας, του μακαριστού π. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτη.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
12 Απριλίου 2022