«Υπάρχουν τρεις διαφορετικοί τρόποι για να πει κανείς ψέματα. Ο ένας είναι το να πει ψέματα με τον νου του, ο άλλος το να πει ψέματα με λόγια και ο τρίτος να πει ψέματα με ολόκληρη την ζωή του» (Αββάς Δωρόθεος)
Το ψέμα
είναι σήμα κατατεθέν στις ανθρώπινες σχέσεις και στην ζωή μας. Δεν είναι μόνο
στον δημόσιο βίο, στον οποίο δεσπόζει. Fake news από την μία,
υποσχέσεις που δόθηκαν για να μην τηρηθούν, με σκοπό πρόσκαιρα να εξαπατήσουν προς
όφελος αυτού που τις έδωσε, αλλά και διαστρέβλωση της πραγματικότητας για να
επιπλεύσει ο επιτήδειος, είναι όψεις του ψέματος στο οποίο είμαστε εθισμένοι.
Δυσκολευόμαστε να αποδεχτούμε την όποια αλήθεια και ηχούν ευχάριστα «τα ψεύτικα
τα λόγια, τα μεγάλα».
Το ψέμα
όμως δεσπόζει και στον ιδιωτικό βίο, στην οικογενειακή ζωή. Θέλουμε να
δικαιολογηθούμε και να αποφύγουμε τον έλεγχο του άλλου. Να κρυφτούμε. Να
μειώσουμε πιθανές εντάσεις. Καταστρώνουμε σχέδια, στηριγμένοι σε
κατασκευασμένες για τις σχέσεις μας εκτιμήσεις, τις οποίες αφ’ εαυτού μας έχουμε πιστέψει ως δήθεν αληθινές.
Και με το ψέμα, κυρίως, αποφεύγουμε τον κόπο, προσποιούμενοι. Το βλέπουμε στα
παιδιά που δεν θέλουν να διαβάσουν και να προσπαθήσουν όσο χρειάζεται στο
σχολείο. Το βλέπουμε στην επιλογή του ευχάριστου, το οποίο μας κάνει να
εφευρίσκουμε επιχειρήματα ώστε να πείσουμε, πρώτα τον εαυτό μας, πως είναι ό,τι
αληθινά μας χρειάζεται. Ο θρίαμβος της εικονικής πραγματικότητας, με τα
ηλεκτρονικά παιχνίδια, με την πολύωρη ενασχόληση με τα Μέσα Κοινωνικής
Δικτύωσης, τη πορνογραφία, την ματαιότητα, επιβεβαιώνουν το αληθές του λόγου.
Ουκ έστι χρόνος.
Η ασκητική
παράδοση της πίστης μας αναφέρει τρεις τρόπους για να πει κάποιος ψέματα, ασχημίζοντας
την συνείδησή μας.
Είναι τα
ψέματα του νου, τα οποία ξεκινούν από την καχυποψία για τον άλλον, αλλά και την
ευχαρίστηση του λογισμού να πλάθει σενάρια για εκείνον. Έχουμε τον νου μας
πονηρεμένο, ώστε να διαπιστώσουμε αν κάποιος, που δεν πολυσυμπαθούμε, λέει κάτι
για μας κακό. Ευήκοον το ους μας και σε όσους μας μεταφέρουν υποψίες για τέτοια
πρόσωπα. Κάνουμε διάλογο με τον εαυτό μας και αναπτύσσουμε φόβο, επιθετικότητα,
κακία, αντί να αντιδράσουμε με νηφαλιότητα, προσευχή και συζήτηση που θα
ξεδιαλύνει τις παρεξηγήσεις ή θα τις επιβεβαιώσει. Μόνο που τότε υπάρχει σοβαρή
περίπτωση αυτός που μας δυσκολεύει να καταλάβει ότι μπορεί να κάνει και λάθος ή
ότι η στάση του είναι χωρίς νόημα. Έτσι μπορούμε να διορθώσουμε τυχόν σφάλματά
μας και να ωφεληθούμε όλοι.
Είναι τα
ψέματα της γλώσσας, τα οποία έχουν προέλευσή μας την άρνησή μας να παραδεχθούμε
τις αδυναμίες μας, τα λάθη, τις ήττες μας. Και αντί να ταπεινωθούμε,
μηχανευόμαστε τρόπους για να πραγματοποιήσουμε τις επιθυμίες μας, συχνά
κατηγορώντας τους άλλους. Υπάρχει έλλειμμα αγάπης, έλλειμμα θάρρους και γενναιότητας
να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και χρειάζεται αυτοκριτική και μετάνοια.
Τέλος,
είναι το ψέμα της ίδιας της ζωής μας. Είναι όταν είμαστε άσωτοι και
προσποιούμαστε ότι είμαστε εγκρατείς. Πλεονέκτες και μιλάμε για ελεημοσύνη και,
μάλιστα, των άλλων. Υπερήφανοι και κάνουμε τους ταπεινούς. Είμαστε
διπλοπρόσωποι, άλλοι μέσα μας και άλλοι έξω, για να κυριαρχήσουμε με πονηριά. Οδηγούμαστε
έτσι στην συντριβή, διότι οι περιστάσεις θα μας ξεσκεπάσουν.
Μόνο η
αλήθεια ελευθερώνει. Η αλήθεια που λέγεται με αγάπη και διάκριση. Η αλήθεια της
ταπείνωσης. Η αλήθεια της ευθύνης. Με προσευχή και αυτοκριτική ας παλέψουμε.
Δημοσιεύθηκε
στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
Στο φύλλο
τη Τετάρτης 16 Φεβρουαρίου 2022