1/17/20

Η ΚΑΚΗ ΕΠΙΘΥΜΙA



“Νεκρώσατε οὖν τά μέλη ὑμῶν τά ἐπί τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καί τήν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστίν εἰδωλολατρία, δι᾽ ἅ ἔρχεται ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ ἐπί τούς υἱούς τῆς ἀπειθείας” (Κολοσ. 3, 5-6)
“Απονεκρώστε λοιπόν ό,τι σας συνδέει με το αμαρτωλό παρελθόν. Την πορνεία, την ηθική ακαθαρσία, το πάθος, την κακή επιθυμία και την πλεονεξία που είναι ειδωλολατρία. Για όλα αυτά θα πέσει η οργή του Θεού πάνω σε κείνους που δε θέλουν να πιστέψουν”

Ο πολιτισμός μας αποθεώνει την επιθυμία. Πρώτα την έχει απενοχοποιήσει από ένα αρνητικό φορτίο, το οποίο έφερε από τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους, καθώς εκείνοι μιλούσαν για μέτρο, μιλούσαν για τον νου που πρέπει να ηγεμονεύει στο “επιθυμητικό” μέρος της ψυχής, δηλαδή να μην επιτρέπει στην επιθυμία να δεσπόζει του ανθρώπου οδηγώντας τον στην κυριαρχία του σώματος, αλλά και του εφήμερου. Για τους αρχαίους η τρυφή, η πολυτέλεια, η φιληδονία δεν θεωρούνταν επιθυμητές καταστάσεις, αλλά στοιχεία ζωής που κατά βάθος δεν είχε νόημα. Η επιθυμία απομάκρυνε τον άνθρωπο από την αλήθεια, από το νόημα της ζωής, από την δυνατότητα να πλησιάσει το αγαθό, δηλαδή τον Θεό. Και γι’ αυτό η παιδεία είχε ως στόχο να καλλιεργήσει χαρακτήρες οι οποίοι θα έβλεπαν την προτεραιότητα του συλλογικού, της πόλης δηλαδή, όπως επίσης και σε ατομικό επίπεδο θα δημιουργούσε τις προϋποθέσεις ώστε οι άνθρωποι να φιλοσοφούν την ζωή τους, να γνωρίζουν δηλαδή ότι υπάρχει μία ανώτερη αλήθεια, διά της οποίας θα ζήσουν με πληρότητα στην ύπαρξή τους. 
Ο πολιτισμός μας παρέλαβε και την στάση ζωής της χριστιανικής παράδοσης, η οποία διαχωρίζει την επιθυμία σε καλή και κακή. Καλή είναι η επιθυμία της αγάπης προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, καλή είναι η επιθυμία της κοινωνίας με τον ουρανό, καλή είναι η απόφαση να νικηθούν τα πάθη στις ρίζες τους και να μεταμορφωθούν σε δίψα για Θεό και αλήθεια. Για παράδειγμα, ο θυμός που έχει να κάνει με την κατάκριση του άλλου, με την απόρριψή του επειδή δεν είναι όπως τον θέλουμε, να γίνει αφορμή δημιουργικότητας, ιεραποστολής για την αλήθεια, μάχη πνευματική με όπλο την ταπείνωση. Κακή είναι η επιθυμία που κρατά τον άνθρωπο προσκολλημένο στον παρόντα κόσμο και χρόνο, που τον ρίχνει σε ένα ήθος χωρίς Θεό, που καθιστά την καρδιά του έρμαιο των παρορμήσεών του, των αναγκών του, συνήθως τεχνητών, που τον καθιστά καταναλωτή εμπειριών που δεν μας επιτρέπουν να ζούμε την αλήθεια, που καθιστούν το σώμα του ανθρώπου κυρίαρχο στον νου του, άνευ όμως αγάπης.
Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος τονίζει, γράφοντας στους Κολοσσαείς, ότι χρειάζεται νέκρωση των στοιχείων εκείνων που κρατούν τον χριστιανό εγκλωβισμένο στα παρόντα του κόσμου: να αφήσουμε οι χριστιανοί στην άκρη την πορνεία, δηλαδή την ηδονή για την ηδονή, συνήθως με ανθρώπους που δεν έχουμε σχέση μαζί τους, την ακαθαρσία, δηλαδή κάθε τι που μολύνει τον λογισμό του νου και στην συνέχεια καθιστά το σώμα έρμαιο των επιθυμιών που δεν οδηγούν στην κοινωνία με τον Θεό και τον πλησίον, το πάθος, δηλαδή κάθε εξάρτηση από τις επιθυμίες μας, την κακή επιθυμία που μας οδηγεί να ζούμε ως καταναλωτές των τερπνών του κόσμου, αλλά και των αναγκών μας (ζούμε για να τρώμε, για να απολαμβάνουμε, για να ξεκουραζόμαστε, για να ξοδεύουμε τον χρόνο μας σαν να μην έχουμε όριο, για να επικρατήσουμε, για να δοξαστούμε) και, τέλος, την πλεονεξία, που είναι ειδωλολατρία, διότι μας κάνει να λατρεύουμε το χρήμα και τα υλικά αγαθά ως θεότητες που μαζί τους απολαμβάνουμε και που ποτέ δεν μας φτάνουν. Η επιθυμία γίνεται για μας η παγίδα του διαβόλου, για να μας απομακρύνει από την σχέση με τον Θεό, για να μας οδηγήσει στην πτωτική κατάσταση της αυτοθέωσης. 
Ο πολιτισμός μας έρχεται να τονίσει ότι η επιθυμία, όταν δεν βλάπτει εμφανώς τον άλλον, όταν δηλαδή δεν παραβιάζει τα δικαιώματά του με τρόπο που να προκαλείται κακό στην ελευθερία και την αξιοπρέπειά του, δεν χρειάζεται να έχει ηθικό περιεχόμενο με βάση τον χριστιανισμό και την φιλοσοφία. Η επιθυμία είναι η αρχή της ευτυχίας για τον άνθρωπο. Έχοντας απορρίψει τον Θεό και το χρονικό όριο της ζωής, εφόσον για τον πολιτισμό μας ο θάνατος είναι το τέρμα, τα πάντα είναι “μια ζωή την έχουμε”. Επομένως, η εκπλήρωση της επιθυμίας είναι το κλειδί. Και γι’ αυτό ο κόσμος μας είναι στηριγμένος σε ένα διαρκές “θέλω”, η ικανοποίηση του οποίου καθίσταται δικαίωμα. Γι’ αυτό και έχει διαγραφεί από το λεξιλόγιό μας η αμαρτία. Δεν υπάρχουν επιθυμίες που να απορρίπτονται, καθώς δεν υφίσταται για τον σύγχρονο άνθρωπο το Ευαγγέλιο ως βάση της ζωής και της πορείας του.  Η επιθυμία μας καθιστά μικρούς θεούς, ακριβώς διότι μας κάνει να γευόμαστε την απόλαυση στο σώμα μας, που τα αποτελέσματά της είναι εμφανή.
Η αλήθεια όμως δεν είναι ευχάριστη γι’ αυτή την στάση ζωής. Πρώτον, δεν έχουμε όλοι οι άνθρωποι την δυνατότητα να ικανοποιήσουμε τις επιθυμίες που ο καταναλωτικός πολιτισμός μάς τις καθιστά αναγκαίες. Έτσι έχουμε εισέλθει στην νέα μεγάλη πλάνη: αυτής της εικονικής ικανοποίησης διά του διαδικτύου και της εικόνας. Αφού δεν μπορούμε να έχουμε όλα όσα ο πολιτισμός μας μάς προβάλλει ως πρότυπα και που έχουν να κάνουν με την πορνεία, την ακαθαρσία του νου, το πάθος, την κακή επιθυμία και την πλεονεξία, μπορούμε να τα βλέπουμε, να μετέχουμε εικονικά σ’ αυτά και μάλιστα σε απεριόριστο χρόνο.  Ακόμη κι έτσι όμως δεν θα μπορέσουμε να γίνουμε ευτυχισμένοι, διότι θα μας λείπουν αυτά που νοηματοδοτούν την ζωή: η αγάπη, η έγνοια, η έξοδος από το εγώ, το μέτρο, η αλήθεια. Θα μας λείπει ο Θεός που αφήσαμε στην άκρη. Και την ίδια στιγμή ο θάνατος που καραδοκεί θα μας υπενθυμίζει τα όριά μας. Το σώμα μας κουράζεται από το ψεύτικο και μας ανταποδίδει με φθορά και πόνο την αδιαφορία μας για το μέτρο που το ξεκουράζει.
Χρειάζεται λοιπόν επιστροφή στην παράδοση του μέτρου, της άσκησης, της διάθεσης με άλλον τρόπο του χρόνου και των προτεραιοτήτων μας. Είναι ουτοπία να λέμε ότι δεν θα μετέχουμε στον πολιτισμό μας. Αν δεν τον μπολιάσουμε όμως με την πίστη, την αγάπη, τον αγώνα να νικήσουμε τα πάθη μας και να μην κυριαρχήσει η κακή επιθυμία, τότε θα μας ξεφύγει το νόημα της ζωής. Και αν δεν επέλθει η ανάπτυξη της σύνολης ύπαρξης, ψυχής και σώματος, τότε ο χρόνος θα λειτουργήσει αδυσσώπητα εις βάρος μας, καθώς θα μας κάνει να τρέχουμε για να ικανοποιήσουμε αυτό που δεν δίνει ευτυχία, ενώ θα έχουμε χάσει την αλήθεια. Χρειαζόμαστε Θεό!

Κέρκυρα, 19 Ιανουαρίου 2020
Κυριακή ΙΒ’ Λουκά