Όταν έρχεται ένα παιδί στον κόσμο, ιδίως όταν είναι το πρώτο, οι γονείς περνούν κρίση ταυτότητας. Δεν είναι μόνο η επιλόχειος κατάθλιψη της γυναίκας. Και ο άντρας συνειδητοποιεί, εκτός από την ανάγκη να αναλάβει την ευθύνη της πατρότητας, ότι έδωσε ζωή σε μία νέα γενιά, ότι έχει διάδοχο, αγόρι ή κορίτσι δεν έχει σημασία, και επομένως ο ίδιος έχει μπει στην τροχιά της φθοράς, ότι ο θάνατος δεν είναι ένα τόσο ξένο και μακρινό γεγονός, ότι η ύπαρξη αποκτά άγχος που πριν δεν υπήρχε. Όλα αυτά τα στοιχεία, εάν οι γονείς είναι σε θέση να τα εκτιμήσουν, μπορούν να βοηθήσουν ώστε μία νέα ταυτότητα να χτιστεί: αυτή του υπεύθυνου ενήλικα για τους άλλους, αυτή του συνδημιουργού του Θεού, αυτή που μόνο με την αγάπη βρίσκει νόημα και καταξίωση. Διότι κάθε άγχος, κάθε κατάθλιψη, κάθε κόπος έχουν ως αντίβαρό τους την αγάπη.
Όταν το παιδί ενηλικιώνεται και φεύγει από το σπίτι για να σπουδάσει, ιδίως όταν είναι το τελευταίο και δεν έχει μείνει άλλο μέσα στο σπίτι, και πάλι οι γονείς περνούν μία νέα κρίση ταυτότητας. Διότι τώρα συνειδητοποιούν ότι «η ουσία της αγάπης μετρά στην απουσία» (Λαυρέντης Μαχαιρίτσας). Η απουσία του παιδιού από το σπίτι κάνει τους γονείς να προβληματίζονται: το μεγάλωσαν για να γίνει ελεύθερο ή για να το ελέγχουν και με κάθε τρόπο να το ξαναφέρουν πίσω, κυρίως με την οικονομική εξάρτηση ή την χειριστικότητα του συναισθήματος; Η απουσία του παιδιού από το σπίτι κάνει τους γονείς να προβληματίζονται για την ποιότητα της δικής τους σχέσης. Το σύνδρομο «της άδειας φωλιάς» γεννά το ερώτημα του πόσο σημαντικός είναι ο άλλος για την ζωή μου. Διότι τώρα κανένα άλλοθι της ανατροφής και της προόδου του παιδιού δεν μπορεί να λειτουργήσει ως αντίβαρο σε μια σχέση που δεν έχει επικοινωνία, μνήμες, θέληση να κρατήσει. Γι’ αυτό και η ταυτότητα των γονέων πρέπει να εξελιχθεί με βάση την απόφαση να συνυπάρξουν ή να χωρίσουν.
Όταν οι γονείς του ζευγαριού φύγουν από την ζωή, τότε και πάλι μία νέα κρίση ταυτότητας καραδοκεί. Ο θάνατος του γονέα, πέρα από τον πόνο της οριστικής απώλειας, την αποτίμηση της σχέσης, τυχόν εκκρεμότητες και ενοχές, κάνει αυτόν που ζει τον θάνατο να αισθάνεται ότι έρχεται και η δική του σειρά. Έτσι ή θα αποφασίσει να συμφιλιωθεί με το παρελθόν του, με το πρόσωπο που αγάπησε και έζησε μαζί του όλα αυτά τα χρόνια στην οικογένεια ή θα συμπεριφερθεί παλιμπαιδίζοντας, ψάχνοντας νέες σχέσεις για να ζήσει όσα δεν έζησε, για να προλάβει πριν πεθάνει. Η ταυτότητα περιλαμβάνει συμφιλίωση, αγάπη, συνύπαρξη ή γκρέμισμα των πάντων.
Η ουσία της αγάπης λοιπόν ουσιαστικά μετριέται στην απουσία της προτεραιότητας του εγώ μας. Εδώ είναι το κλειδί. Το ίδιο και η απουσία των όσων έχουν συνδέσει την ζωή μας μαζί τους, είτε προσωρινή είτε οριστική, γεννά κρίση. Η Εκκλησία στηρίζει την πρόταση ταυτότητας για τον άνθρωπο στην αγάπη που νικά το εγώ, που συμφιλιώνει, που μας κάνει να δούμε το εαυτό μας στην διάσταση που υπερβαίνει τον χρόνο. Στην δίψα για κοινωνία με τον Θεό που μας βοηθά να ωριμάσουμε, αλλά και να αφήσουμε ελεύθερους τους άλλους. Και τότε όλοι γίνονται πραγματικά ζωή μας!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της Τετάρτης 18 Σεπτεμβρίου 2019