“Καί διελογίζετο ἐν ἑαυτῶ λέγων, τί ποιήσω;” (Λουκ. 16, 17)
“σκεφτόταν συζητώντας με τον εαυτό του και έλεγε, τι να κάνω;”
Ζούμε σε έναν πολιτισμό απίστευτα εγωκεντρικό, που αντανακλά όμως την πρώτη σκέψη του κάθε ανθρώπου. Είμαστε εσωστρεφείς, όχι όμως μόνο με την έννοια ότι επεξεργαζόμαστε τα δεδομένα της ζωής, του κόσμου, των άλλων ανθρώπων και τα βάζουμε μέσα μας, κάποτε χωρίς διέξοδο σχέσεων, κάποτε με μελαγχολία, απορροφημένοι από κάποια ευαισθησία. Είμαστε εσωστρεφείς με την έννοια ότι βλέπουμε τα πάντα μέσα από την προοπτική της εξυπηρέτησης του εγώ, τόσο ώστε, ασυνείδητα ή και συνειδητά, να κλείνουμε τα μάτια στην ύπαρξη των άλλων, να αρνούμαστε ότι υπάρχουμε και γι᾽ αυτούς και ότι οι ανάγκες τους είναι και δικές μας, και ότι όλοι κληθήκαμε να αναζητούμε νόημα και πληρότητα, τουτέστιν αγάπη. Αυτός ο δρόμος όμως οδηγεί, ανεξαρτήτως του χρόνου που θα επισυμβεί, στον θάνατο. Και ο θάνατος δεν είναι μόνο ο βιολογικός. Είναι κυρίως η απουσία ή το έλλειμμα της αγάπης.
Υπάρχει μία ευαγγελική περικοπή στην οποία ο εγωκεντρισμός αποτυπώνεται και λεκτικά και πραξιακά. Είναι αυτή του άφρονος πλουσίου. Αφροσύνη δεν είναι ο πλούτος καθεαυτός, αλλά η διαχείρισή του, ιδίως όταν ζει την ευλογία να ευφορήσει η γη του. Εκεί, ο πλούσιος δεν συζητά με κανέναν, παρά μόνο με τον εαυτό του Και ο λόγος του δεν είναι κάτι άλλο παρά μία συσσώρευση της φράσης “δικό μου”: “τούς καρπούς μου”, “τας αποθήκας μου”, “τα γεννήματά μου”, “τα αγαθά μου”, “τη ψυχή μου”. Ο πλούσιος είναι ο απόλυτα ακοινώνητος. Είναι ο απόλυτα κτητικός. Και δεν έχει να κάνει αυτό μόνο με την αλλοτρίωση που τα υλικά αγαθά προκαλούν. Είναι ότι έχει ταυτίσει το νόημα της ζωής με τον εαυτό του. Το εγώ του έχει την μοναδική αξία για τον κόσμο. Δεν υπάρχει κάποιος να μοιραστεί μαζί του τις σκέψεις του. Τα αγαθά του. Τα σχέδιά του. Ούτε και την χαρά του για την αφθονία της ύλης. Τα πάντα είναι κλεισμένα στην γκρίζα ζώνη του εγώ, η οποία θα μαυριστεί από τον θάνατο. Και σ᾽ αυτόν όμως θα είναι μόνος του. Διότι ούτε τον Θεό θα έχει διάθεση να παρακαλέσει για κάτι, όπως δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να Τον δοξολογήσει για όσα του έδωσε.
Ο εγωκεντρισμός θολώνει το μυαλό και την καρδιά. Κάνει τον άνθρωπο να πιστέψει ότι τα πάντα του ανήκουν. Νοιάζεται για την ψυχή του, όχι για να την σώσει, δηλαδή να την μοιραστεί, να την θυσιάσει, αλλά για να της δείξει ότι μόνο γι᾽ αυτήν ζωή, για να την καθιστά θεό του. Όχι όμως θεό που αγαπά έστω και λίγο, έστω και κάποιον, αλλά θεό που δεν βλέπει πέρα από τον εαυτό του.
Ο εγωκεντρισμός είναι το σήμα κατατεθέν του πολιτισμού. Ο καταναλωτισμός τι άλλο δείχνει από το ότι ο άνθρωπος, αγοράζοντας, καταναλώνοντας, απολαμβάνοντας, είναι ο μικρός θεός που ονειρεύεται; Και ο καταναλωτισμός είναι σε όλες τις εκφράσεις της ζωής. Στις ανθρώπινες σχέσεις. Στον έρωτα. Στην εξουσία. Στο αίσθημα της παντοδυναμίας. Στο δικαίωμα σε κάθε πάθος. Στην επιλογή η χαρά να είναι ατομικό γεγονός. Στην άρνηση η ζωή να είναι κοινωνία.
Ο πλούσιος δεν θα μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του στην Εκκλησία. Ούτε καν θρησκευτικός άνθρωπος δεν θα μπορούσε να ήταν. Διότι ο άνθρωπος της θρησκείας, έστω και από φόβο, έστω και από ιδιοτέλεια, αισθάνεται το καθήκον να δώσει κάτι από αυτά που έχει. Ο άνθρωπος που θέλει να ζήσει εκκλησιαστικά, κάνει το μεγάλο βήμα: να γίνει παιδί του Θεού, να έχει την αγάπη ως κίνητρο της ζωής του, το ευχαριστώ στον Θεό για ό,τι του έχει δώσει, το οποίο εκφράζεται με την πίστη ότι είναι διαχειριστής και όχι κτητικός ιδιοκτήτης. Ο εκκλησιαστικός άνθρωπος δεν μιλά για το “δικό του”, αλλά ζει την έγνοια του “μαζί”. Ανοίγεται. Προχωρά σε κοινωνία σχέσεων. Βλέπει στον κάθε διπλανό του την εικόνα του Θεού. Μοιράζεται. Υποχωρεί. Παραιτείται από την προτεραιότητα του εαυτού του. Χαίρεται να είναι με τους άλλους. Θέλει να έχει περιεχόμενο, για να το μοιραστεί. Δεν μετρά με την υλική ανταπόδωση αυτό που δίνει. Γνωρίζει ότι η χαρά της κοινωνίας είναι ο Παράδεισος.
Είναι οντολογικός αυτός ο τρόπος που γίνεται δρόμος. Πηγάζει από την πίστη στον Θεό. Βγάζει το “δικό μου” από την σκέψη και την γλώσσα και γίνεται αγώνας ζωής. Διότι εδώ είναι το κλειδί. Ότι ο δρόμος αυτός δεν είναι εύκολος, καθώς είναι φυσική αντίδραση του καθενός η άμυνα στην επίθεση των κτητικών. Η λύπη, κάποτε και ο θυμός όταν οι άλλοι μοιάζουν με τον άφρονα πλούσιο. Και η παγίδευση στο “δικό μου” που κάνει τελικά όλους να μην συνειδητοποιούν ότι σ᾽ αυτήν την ζωή το μόνο που μας ανήκει είναι ο θάνατος και αν θέλουμε την γιατρειά του, το φάρμακο είναι η έξοδος από το εγώ μας, δηλαδή να γίνουν τα πάντα αγάπη.
Κέρκυρα, 18 Νοεμβρίου 2018