Το
πρόσφατο δημοψήφισμα στην Ιρλανδία διά του οποίου αποφασίστηκε η νομιμοποίηση
των αμβλώσεων σε μία χώρα από παράδοση συντηρητική, χαιρετίστηκε ως νίκη του
φιλελευθερισμού, ως υπέρβαση της οπισθοδρομικής αντίληψης ότι “οι εκτρώσεις είναι
φόνος”, ως κίνηση σεβασμού στην γυναίκα να διαθέτει το σώμα της όπως αυτή
κρίνει. Κάποιοι έσπευσαν να υποστηρίξουν πως το ότι τα 2/3 των Ιρλανδών ψήφισαν
εναντίον της διδασκαλίας της ρωμαιοκαθολικής χριστιανικής παράδοσης ήταν και
ήττα του Ρωμαιοκαθολικισμού για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται στην χώρα
αυτή, με σκάνδαλα του κλήρου, υποθέσεις παιδεραστίας και άλλης διαφθοράς.
Ελάχιστοι επεσήμαναν το ότι είναι σημάδι βαθιάς αποχριστιανοποίησης του δυτικού
πολιτισμού.
Στην
πατρίδα μας το δικαίωμα στην έκτρωση έχει θεμελιωθεί με απόφαση του ελληνικού
κοινοβουλίου από το 1986. Ο προοδευτισμός έχει λύσει τα όποια προβλήματα
“οπισθοδρόμησης”, ενώ οι άθεοι σχολιαστές συνεχίζουν να επικρίνουν την Εκκλησία
ότι δεν επιτρέπει στην κοινωνία μας να εκσυγχρονιστεί, ότι στην Ελλάδα δεν
εφαρμόστηκε ποτέ ο Διαφωτισμός, ότι χρειαζόμαστε χωρισμό Πολιτείας και
Εκκλησίας.
Ουδείς
εκ των όσων σχολιάζουν, διαφωτίζουν, υπερασπίζονται τα δικαιώματα των γυναικών
έχει μπει στον κόπο να αναλογιστεί τα δικαιώματα των κυοφορούμενων βρεφών, τα
οποία για τους υποστηρικτές των εκτρώσεων, αφού δεν έχουν γεννηθεί, δεν είναι
νομικά άνθρωποι ή δικαιούνται να αποκαλούνται άνθρωποι και να τυγχάνουν
προστασίας μετά τον τρίτο μήνα της κυοφορίας ή και αργότερα. Εάν μάλιστα έγκυες
γυναίκες διαγνωσθούν ότι τα κυοφορούμενα πιθανόν να έχουν το σύνδρομο Down,
δικαιούνται να τα απομακρύνουν ιατρικά από το σώμα τους. Οι υπάρξεις αυτές δεν
έχουν δικαιώματα και αυτό θεωρείται “προοδευτισμός”.
Η
Εκκλησία βεβαίως επισημαίνει στην διδασκαλία της ότι ο άνθρωπος εξ άκρας
συλλήψεως είναι τέλεια ύπαρξη, πλασμένη κατ᾽ εικόνα και καθ᾽ ομοίωσιν Θεού.
Αυτή η θέση όμως θεωρείται φιλοσοφική και ηθική καί δεν μπορεί να αγγίξει τον
δικαιωματισμό των καιρών μας. Ας μην λησμονούμε βεβαίως και την απαράδεκτη
στάση έναντι της άγαμης μητέρας ή της έφηβης κοπέλας που έμενε έγκυος. Το
κυοφορούμενο θεωρούνταν τιμωρία του Θεού για την αμαρτία της γυναίκας, “νόθο”,
“μιασμένο”. Οι γονείς της εγκύου ντρέπονταν να κυκλοφορήσουν στην κοινωνία και
η έκτρωση θεωρούνταν ως το ξεθώριασμα του κακού. Από την άλλη γυναίκες
παντρεμένες, οι οποίες δεν ήθελαν επιπλέον παιδί, ή γυναίκες που έμεναν έγκυες
με ή χωρίς πρόθεση από επιπόλαιες ή προβληματικές σχέσεις προχωρούσαν σε
έκτρωση για να αποφύγουν τον κόπο ή την κοινωνική κατακραυγή και ειρωνεία. Σε
όλες τις περιπτώσεις δεν υπάρχει πατέρας. Οι άντρες ή κρύβονταν ή έφευγαν ή
επικύρωναν την απόφαση για έκτρωση. Η αμαρτία δεν αφορούσε σ᾽ αυτούς, αλλά μόνο
στην γυναίκα και η κοινωνία παρέμενε ανεκτική έναντί τους.
Το
δημογραφικό πρόβλημα, η ανευθυνότητα των “νόμιμων” εκτρώσεων, τα ηθικά
προβλήματα χρειάζεται να μας δείξουν και πάλι ότι ένα παιδί είναι ευλογία
Θεού. Ένα παιδί, ακόμη και με τις δυσκολίες του, δίνει και παίρνει αγάπη, άρα
σώζει και σώζεται. Δεν δικαιούται η γυναίκα να επιτρέπει την θανάτωση της ζωής
που κυοφορεί εντός της. Ως Εκκλησία και ως κοινωνία οφείλουμε να στηρίξουμε την
γέννηση παιδιών, όπως κι αν αυτά ξεκινούν την ύπαρξή τους και να ενθαρρύνουμε
την υιοθεσία τους από άκληρα ζευγάρια. Και ο νομικός πολιτισμός μας καλό θα
ήταν να ξαναδεί το ηθικό υπόβαθρο του “προοδευτισμού” του.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
Στο φύλλο της Τετάρτης 7 Ιουνίου 2018