Το κίνημα του Μάη του 1968 στο
Παρίσι, με τον ξεσηκωμό των φοιτητών, αλλά και την απεργία των 10.000.000
ανθρώπων παραμένει στην μνήμη όχι μόνο όσων το έζησαν, αλλά και όσων
εξακολουθούν να γοητεύονται από τα συνθήματά του: «η φαντασία στην εξουσία»,«απαγορεύεται το απαγορεύεται», «είμαστε ρεαλιστές: ζητούμε το αδύνατο». Μπορεί
πολιτικά το κίνημα να υπονομεύθηκε γρήγορα και να καταπνίγηκε τόσο με την βία
της εξουσίας, αλλά και την επίκληση του φόβου που η αταξία και το χάος θα
επέφεραν, αλλά τα αιτήματά του, εκφραζόμενα ανεπίγνωστα ίσως από τους νέους της
εποχής, αποτυπώνουν την ανάγκη ενός πολιτισμού, μιας κοινωνίας, ενός κόσμου για
νόημα ζωής.
Οι νέοι του Μάη του ’68 επαναστάτησαν γιατί έβλεπαν έναν κόσμο
συμβατικό, καταναλωτικό, έναν κόσμο στον οποίο ο άνθρωπος γινόταν αντικείμενο.
Έβλεπαν το περιεχόμενο μιας συμβιβασμένης ζωής: «έναν καλό γάμο, δηλαδή πλούσιο
και χωρίς εκπλήξεις, μία καλή εργασία, ένα αυτοκίνητο και ένα εξοχικό». Έβλεπαν
έναν κόσμο χωρίς φαντασία, χωρίς έξοδο από την ρουτίνα, έναν κόσμο γεμάτο
χασμουρητά και βαρεμάρα, στον οποίο «η τάξη» θα στερούσε την χαρά που θα είχε
διάρκεια! Και επαναστάτησαν έναντι των αδιεξόδων, χωρίς όμως να μπορούν να
φανταστούν ότι με τον τρόπο τους τα αναπαρήγαγαν.
Αντί του συμβατικού γάμου επέλεγαν την ζωή
της ηδονής, χωρίς ευθύνη και δέσμευση. Αντί της εργασίας επέλεγαν την φυγή από
την πραγματικότητα, τα ναρκωτικά, το γκρέμισμα. Αντί του Θεού της πίστης και
της αγάπης, διά του Οποίου ο κόσμος μπορούσε να αλλάξει, επέλεγαν τις τεχνικές
των ανατολικών θρησκευμάτων, τον διαλογισμό και την γιόγκα, ένα αίσθημα
ματαιότητας και παραίτησης. Αντί της πολιτικής που θα νοιαζόταν για το σύνολο,
επέλεγαν τον δικαιωματισμό: ότι όλα ανήκουν στο άτομο και στην απόφασή του να κάνει
ό,τι θέλει, αρκεί να μη ενοχλεί τον άλλο.
Ο Μάης του ’68 αποθεώθηκε γιατί κατέδειξε τα αδιέξοδα του δυτικού τρόπου
ζωής. Δεν έχτισε όμως κάτι καινούργιο, διότι οι ιδέες του μπλοκαρίστηκαν από
τον καταναλωτισμό, από την ευκολία της τεχνολογίας, από το αίσθημα ότι όλα τελειώνουν εδώ. Και οι νέοι του 2018
έχουν γίνει τα παιδιά του. Σκέφτονται τα χρήματα που τους λείπουν, την εργασία
που δύσκολα θα βρούνε, το ότι μπορούν να έχουν ελεύθερα σχέσεις χωρίς δέσμευση
και αφήνουν την οικογένεια κατά μέρος, ότι η Εκκλησία στην καλύτερη είναι
συνήθεια.
Κι όμως. Τραγούδια που μιλούνε για αγάπη, για ρομαντισμό, για μοίρασμα,
για πάθος, εξακολουθούν να συγκινούν. Μία πρωτοβουλία για να βοηθηθούν οι
ασθενέστεροι βρίσκει ευήκοα ώτα. Και οι νέοι δεν είναι κλειστοί στο να ακούσουν
και να μάθουν για τον Θεό και την πίστη, αλλά δεν είναι έτοιμοι να αποδεχθούν
μία Εκκλησία που δεν μπορεί να τους κάνει να αισθανθούν ότι έχουν αξία.
Η Εκκλησία δεν είδε με την προσοχή που απαιτείται τον Μάη του ’68. Αρκέστηκε κάποτε στην ικανοποίηση ότι ο
δυτικός τρόπος ζωής δεν δίνει νόημα. Δεν κατάλαβε όμως ότι όπως οι περισσότεροι
νέοι το βλέπουν, ούτε ο ορθόδοξος τρόπος, ταυτισμένος από τον πολιτισμό με τον
δυτικό, δεν μπορεί να τους αγγίξει. Και οι δικές μας αντιστάσεις δεν
εμφανίστηκαν, παρά μόνο στην λογική του απομονωτισμού και του φόβου της
εκκοσμίκευσης. Για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή...
π.
Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε
στην « Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο
της Τετάρτης 30 Μαΐου 2018