Μία ιδιόμορφη «πολυπολιτισμικότητα» είναι εμφανής το καλοκαίρι στις περισσότερες περιοχές της πατρίδας μας. Ο τουρισμός φέρνει στον τόπο μας ανθρώπους από διάφορα μέρη του κόσμου. Συνήθως, στα τουριστικά μέρη, εκτός από τα ιστορικά και αρχαιολογικά μνημεία, τα τοπία της θάλασσας ή του βουνού, τους φέρνουν σε επαφή με τον δικό μας πολιτισμό, στη λογική του φολκλόρ όμως. Θα φάνε τυπικά ελληνικά φαγητά. Θα πάνε σε νυχτερινά κέντρα για να ακούσουν «συρτάκι» ή να δούνε χορευτές ντυμένες με τις παλιές παραδοσιακές φορεσιές να χορεύουν ελληνικούς χορούς. Θα δούνε εκκλησίες, θα συμμετάσχουν σε πανηγύρια στα χωριά, θα πάρουν μέρος σε λιτανείες. Θα έλθουν σε επαφή όμως όχι με το ήθος της πολιτιστικής μας παράδοσης, αλλά με την εξωτερική της πλευρά. Όπως εύστοχα έγραψε κάποιος διανοούμενος, «θα αναζητήσουν τον Ζορμπά» ως αυθεντικό τύπο Έλληνα.
Αυτή η ιδιόμορφη «πολυπολιτισμικότητα» έχει επιφανειακές μόνο ομοιότητες με εκείνη την οποία η πολιτική και «πνευματική» άρχουσα τάξη στην Ελλάδα έχει υιοθετήσει ως ιδεολόγημα και στάση ζωής, ιδίως για τους νέους ανθρώπους. Ιδίως το καλοκαίρι οι νέοι βιώνουν την πολυπολιτισμικότητα της δυτικής μουσικής, του δυτικού τρόπου διασκέδασης, του δυτικού τρόπου διατροφής διά των ταχυφαγείων, του δυτικού τρόπου προσέγγισης των διαπροσωπικών σχέσεων. Κι αυτό γίνεται εδώ και δεκαετίες. Προετοιμάστηκε έντεχνα η καθιέρωση ενός πολιτισμού: του παγκοσμιοποιημένου. Και από τη στιγμή που αυτός έγινε αποδεκτός διά της συνήθειας και της μόδας, οι νέοι φαίνεται να μην έχουν άλλη επιλογή.
Και σα να μην έφτανε αυτό, προωθήθηκε συστηματικά η αποδόμηση και των τελευταίων στοιχείων της πολιτισμικής μας ετερότητας. Ο τρόπος ονομάζεται «αποσπασματικότητα». Η κυριαρχούσα ιδεολογία, μέσα από τα ΜΜΕ και το Διαδίκτυο, αλλά και την εκπαίδευση, πήρε στοιχεία της δικής μας παράδοσης, όπως οι αξίες της αγάπης, της προσφοράς, της αλληλεγγύης, του σεβασμού στον άλλο, της ανοχής, και τα απογύμνωσε από τη βάση τους, που είναι η χριστιανική πίστη. Ο χριστιανός αγαπά διότι πιστεύει στον Θεό. Η πολυπολιτισμικότητα σήμερα πείθει ότι μπορούμε αποσπασματικά, χωρίς Θεό, να αγαπούμε. Ο χριστιανός δεν απελπίζεται, διότι πιστεύει στην ανάσταση. Η πολυπολιτισμικότητα σήμερα πείθει ότι είναι αρκετή μία μεταφυσική απρόσωπη αναφορά σε κάποια ανώτερη δύναμη, που υπάρχει σε όλες τις θρησκείες, αφού η ζωή είναι υπόθεση των ανθρώπων και κανένας Θεός δεν ανακατεύεται στα δικά μας.
Ήρθε η μετανάστευση, προϊόν πολιτικής επιλογής, και η πολυπολιτισμικότητα προώθησε την νέα αξία: να μην προσβάλλουμε τον άλλον, δηλώνοντας και ζώντας σύμφωνα με αυτό που πιστεύουμε. Για να τον μάθουμε και να συνυπάρξουμε, δε μας χρειάζεται η ταυτότητά μας, αλλά μόνο ο απογυμνωμένος από στοιχεία, όπως η προτεραιότητα της γλώσσας, της θρησκείας, της ιστορίας, πολιτισμός, στη φολκλορική του φανέρωση. Κι έτσι, ιδίως το καλοκαίρι, κυριαρχεί το δόγμα του «να περνάς καλά».
Στις καλοκαιρινές διακοπές όμως, νέοι και μεγαλύτεροι, ας σπουδάσουμε στοιχεία της εθνικής μας ταυτότητας, της ιδιοπροσωπίας και ετερότητάς μας. Υπάρχουν, αρκεί να τα αναζητήσουμε. Το πανηγύρι του νησιού. Η καμπάνα της εκκλησιάς. Η παράκληση στη Θεοτόκο. Ένα λογοτεχνικό βιβλίο της γενιάς του ’30. Η με παπαδιαμαντικό τρόπο θεία λειτουργία στο ξωκλήσι. Το τοπίο μας. Η φιλόξενη καρδιά. Το «γλυκιά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα». Ας αντισταθούμε, για να μπορούμε να διαλεχθούμε αυθεντικά με την πολυφωνία των καιρών μας!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της Τετάρτης 25 Ιουλίου 2017